Ο άγιος Αντώνιος, ένα πρωινό που ξύπνησε, είδε γεμάτη την έρημο με παγίδες, και είπε στην προσευχή του στον Θεό: «Ποιος μπορεί να γλιτώσει από αυτές τις παγίδες; Πώς μπορεί να γλιτώσει κανείς από αυτές τις παγίδες του διαβόλου;» Και απαντά ο Θεός: «Μόνο με την ταπείνωση». Λέει και ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος στη δεύτερη “Ευχαριστία” του: «Εσύ ο ίδιος ο καλός τεχνίτης και δημιουργός ήλθες με τη μάχαιρα των πειρασμών, δηλαδή με την ταπείνωση, και κόβοντας τα κλωνάρια των λογισμών μπόλιασες στην ελπίδα μόνη την αγία σου αγάπη».
Αλλά ας προχωρήσουμε λίγο παρακάτω. Μιλάμε για ταπείνωση, αλλά πάνω στην πράξη, τη συγκεκριμένη στιγμή δεν θέλει κανείς να ταπεινωθεί, θέλει να διεκδικήσει το δίκιο του, θέλει να αυτοδικαιωθεί, θέλει να αποδείξει ότι είναι αθώος, ότι δεν φέρει καμία ευθύνη και δεν έχει καμία ανάμειξη σ’ αυτήν εδώ, τέλος πάντων, την μη καλή έκβαση του οποιουδήποτε γεγονότος. Και παρ’ όλη αυτή την προσπάθειά του δεν μπορεί τελικά καθόλου να βοηθήσει τον εαυτό του. Και θα πει κανείς: «Πώς θα ταπεινωθούμε;» Ο πάτερ Συμεών έλεγε ότι, καθώς πασχίζει κανείς να πάει κόντρα στα πάθη του για να απαλλαγεί από αυτά και βλέπει ότι δεν μπορεί να καταφέρει τίποτε, μπορεί να κάνει αυτή την προσευχή: «Θεέ μου, βλέπεις σε ποια κατάσταση βρίσκομαι, εγώ δεν θέλω να είμαι έρμαιο του διαβόλου. Όμως, να ‘ναι ευλογημένο που δεν μπορώ να ταπεινωθώ». Και αυτό είναι ταπείνωση. Σκεφτείτε μέχρι πού μπορεί να βοηθηθεί δηλαδή ο άνθρωπος, αν το πει αυτό. Αλλά και αυτό θα το πει με πόνο κανείς, θα το πει με συναίσθηση. Αν το πει με πόνο και συναίσθηση, οπωσδήποτε μετά έρχεται και η ταπείνωση.
Όλα αυτά τα βιώματα δεν έρχονται μέσα σε μια στιγμή ούτε από ώρα σε ώρα· θέλει να περάσουμε από πειρασμό, να κάνουμε την υπομονή μας, να αντέξουμε τον πειρασμό. «Έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος», λέει ο Μέγας Αντώνιος. Πώς τα καταφέραμε εμείς οι σύγχρονοι χριστιανοί και έχουμε ταυτίσει τη χριστιανική ζωή με το πνεύμα της καλοπέρασης, της άνεσης, της εύκολης λύσης! Μας διαφεύγει η πραγματικότητα, ότι η χριστιανική ζωή θέλει πόνο, θέλει κόπο, θέλει θλίψη· «δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πράξ. 14:22).
Δεν θα περάσουμε έτσι· «αβρόχοις ποσί» κανένας δεν θα σωθεί, αλλά μπορούμε να πάθουμε πολύ λιγότερα, αν προλαβαίνουμε και ταπεινωνόμαστε· πολύ λιγότερα. Αν ο Θεός έχει κανονίσει να περάσει η ψυχή εκατό πειρασμούς, αν η ψυχή προλάβει και ταπεινωθεί, ο Θεός θα αφήσει μόνο τους είκοσι· οι άλλοι ογδόντα δεν θα χρειάζονται πλέον.
Όταν πιστεύει κανείς ειλικρινά και εμπιστεύεται τον εαυτό του ολόκληρο στον Θεό, φτάνει στην αμεριμνησία μετά. Χίλια προβλήματα να έχει, δεν υποφέρει· λέει: «Ξέρει ο Θεός, δεν είμαι εγώ που θα τα λύσω!» Αν εμείς λύναμε μόνοι μας τα προβλήματά μας, τι χρειάζεται ο Θεός; Αν προσπαθούμε να βρούμε τις λύσεις σε όλα τα θέματά μας, καταργούμε τον Θεό, ξέρετε. Γιατί γινόμαστε εμείς θεοί και κυβερνούμε εμείς και τον εαυτό μας και τον κόσμο· και φυσικά βλέπετε πού φτάσαμε. Και δεν υπάρχει πιο μακάρια κατάσταση από το να είναι κανείς αμέριμνος· μέσα στα βάσανά του, μέσα στα προβλήματά του, να έχει και αμεριμνησία ταυτόχρονα.
Λογαριάζουμε μόνοι μας και όσο λογαριάζουμε τόσο περισσότερα λάθη κάνουμε. Αλλά πρέπει να βρούμε έναν τρόπο, και ο τρόπος είναι ακριβώς αυτός: Κατ’ αρχήν να προβληματιστούμε. Θυμάστε, ο πάτερ Συμεών πολλές φορές έλεγε να ανησυχήσουμε, γιατί αυτό που τον ενοχλούσε, αυτό που τον πονούσε πολύ ήταν το ότι δεν ανησυχούμε την καλή ανησυχία για το ότι δεν πάμε καλά, δεν είμαστε χριστιανοί της πίστεως· ζούμε σαν αβάπτιστοι, και καθώς η αμαρτία σήμερα ισοπέδωσε τα πάντα, μπήκαμε και εμείς μέσα σ’ αυτό το λούκι και όλοι λέμε: «Τι μπορώ να κάνω εγώ τώρα;» Ο Θεός όμως δεν θα μας κρίνει με βάση τη δική μας λογική και το δικό μας φρόνημα και τα δικά μας τα μυαλά, ο Θεός θα μας κρίνει με βάση τις δικές του εντολές.
Είμαστε και βιαστικοί, είμαστε και ανυπόμονοι και θέλουμε να επιτύχουμε αποτέλεσμα με τη δική μας την τακτική και προοπτική. Μας λείπει πολύ το στοιχείο της υπομονής, πάρα πολύ. Διάβαζα συμπτωματικά ένα χαριτωμένο περιστατικό που το διηγήθηκε ένας γιατρός που πήγαινε στο Άγιον Όρος και συνάντησε μέσα στο πλοιάριο έναν μοναχό· ο μοναχός αυτός είχε το χάρισμα της σιωπής, δεν μιλούσε καθόλου, αλλά καθώς τον έβλεπε τον γιατρό πολύ στενοχωρημένο, πολύ προβληματισμένο, έσπασε τη σιωπή του και του λέει: «Κάτι πρέπει να έχεις, είσαι στενοχωρημένος!» Έδωσε λοιπόν κουράγιο στον γιατρό, και αυτός του εξέθεσε το πρόβλημά του. Και του απαντά ο μοναχός: «Θα σου πω τρία πράγματα να έχεις υπ’ όψιν σου». «Τι, γέροντα;» «Το ένα», λέει, «να κάνεις υπομονή». Είπε ο γιατρός: «Α, αυτό εντάξει, από την κατασκευή μου είμαι άνθρωπος υπομονετικός και μπορώ να το κάνω». «Το δεύτερο, αν τσακίσει η πρώτη σου υπομονή, να κάνεις δεύτερη υπομονή». «Ε», λέει, «αφού μπορώ να κάνω την πρώτη, θα κάνω και τη δεύτερη. Το τρίτο», λέει, «γέροντα;» «Το τρίτο», λέει, «βάλε υπομονή». Και λέει ο γιατρός: «Εκείνη την ώρα λυπήθηκα λίγο, γιατί περίμενα να πει κάτι άλλο, αλλά και από την άλλη μεριά χάρηκα πάρα πολύ, γιατί λύθηκε το πρόβλημά μου». Δεν χρειαζόταν δηλαδή να κάνει κανένα θαύμα ο Θεός για να λυθεί το πρόβλημα το σοβαρό που είχε, απλά λίγη υπομονή να κάνει· και πήρε το μάθημά του με την τριπλή υπομονή.
Θα σας αναφέρω κάτι που άκουσα, αν θυμάμαι καλά, σε ένα μάθημα, την Ηθική, που το διδασκόμασταν στην πέμπτη τάξη του τότε εξατάξιου γυμνασίου. Εκεί ανέφερε, θυμάμαι, σε ένα κεφάλαιο ότι η υπομονή είναι η συνισταμένη όλων των αρετών, γιατί η υπομονή έχει μέσα της ταπείνωση, έχει ελπίδα, έχει αγάπη· δεν μπορεί να υπομένει κάποιος άνθρωπος χωρίς ταπείνωση και αγάπη, είναι αδύνατον· δηλαδή θα κάνει μια καταναγκαστική υπομονή που δεν θα είναι υπομονή, και γι’ αυτό τελικά θα οδηγήσει σε έκρηξη. Μέσα του θα έχει πολύ αρνητική κατάσταση και αντί να ηρεμεί η ύπαρξή του, θα αγριεύει ακόμη πιο πολύ. Μόνο ο ταπεινός είναι πράος και ειρηνικός, καθώς ελπίζει στη λύση του προβλήματος άνωθεν, και γι’ αυτό ακριβώς και υπομένει και περιμένει. Πιστεύει ότι ο Θεός θα το λύσει πολύ καλύτερα από ό,τι ο ίδιος το προγραμματίζει. Και έχουμε πολλές φορές τέτοιες εμπειρίες και λέμε: «Δόξα τω Θεώ, που πρόλαβε ο Θεός και άλλαξε σχέδιο». Τι θα γινόταν, αν γινόταν όπως το θέλαμε εμείς; Θα καταποντιζόμασταν! Όλα αυτά φυσικά με την προοπτική της σωτηρίας της ψυχής μας· δεν μιλάμε δηλαδή εδώ πέρα μόνο για θέματα που βολεύουν την πρακτική, την καθημερινή ζωή.
Από το βιβλίο: Φιλοθέης μοναχής, Προσεγγίζοντας τη διδαχή του πατρός Συμεών.
Συνάξεις κυριών. Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2016, σελ. 67 (αποσπάσματα).
Στο βιβλίο αυτό η Γερόντισσα Φιλοθέη (του Ι. Γυν. Ησυχαστηρίου “Το Γενέσιον της Θεοτόκου” Πανοράματος Θεσσαλονίκης) είχε ως οδηγό τη διδαχή τού μακαριστού π. Συμεών Κραγιοπούλου, ο οποίος υπήρξε μέχρι την κοίμησή του (30.9.2015) ο πνευματικός πατέρας του Ι. Ησυχαστηρίου.