Κάποτε ήρθε στην Όπτινα ένας τεχνίτης και τοποθέτησε στον ναό ένα καινούργιο εικονοστάσι. Ετοιμαζόταν να φύγει, όταν ο όσιος Αμβρόσιος είδε με τα διορατικά του μάτια ένα φοβερό θέαμα: Σ’ ένα δάσος, κοντά στον δρόμο, δύο άνδρες, κρατώντας μαχαίρια, παραμόaνευαν […]
Ενώ ο Γέροντας Παΐσιος υποτασσόταν ταπεινά στις υποδείξεις των γιατρών, κάποια ημέρα κάλεσε τον γιατρό και του είπε: – Εδώ θα σταματήσουμε την θεραπεία. – Γιατί, Γέροντα; –Τώρα θα κάνεις υπακοή εσύ. Θα δώσεις εντολή να σταματήσουμε. Τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτε. Χθες θέλησα να προσευχηθώ γονατιστός και δεν μπόρεσα. Δεν μπορώ να δω κανέναν· έληξε η αποστολή μου. Αυτό ήταν. Εδώ θα με αφήσετε. Ύστερα ρώτησε: – Μπορώ να πίνω λίγο νερό ή στειμμένο καρπούζι; Τίποτε άλλο. Και θα σε παρακαλέσω, θα έρθεις άλλη μια φορά και μετά δεν θα ξανάρθεις. «Την τελευταία φορά που τον είδα», διηγείται ο θεράπων ιατρός... Διαβάστε τη συνέχεια