Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου19 Μαΐου

Των Αγίων Πατρικίου, Ακακίου, Μενάνδρου, Πολυαίνου, Μέμνονος, Ακολούθου, Κυριακής, Θεοτίμης

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΠατρίκιοςΤω αυτώ μηνί ΙΘ’, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Πατρικίου και των συν αυτώ Ακακίου, Μενάνδρου, και Πολυαίνου.

Εις τον Πατρίκιον.

Εφεύρε Πατρίκιος εκτμηθείς κλέος,
Υπέρ κλέος παν πατρικίων γηΐνων.

Εις τον Ακάκιον.

Καλού μετέσχες Ακάκιε του τέλους,
Αθλητικόν γαρ τούτο σοι δια ξίφους.

Εις τον Μένανδρον και Πολύαινον.

Πολύαινος Μένανδρος εκτετμημένοι,
Πολλών επαίνων αξιούσθων αξίως.

Εννεακαιδεκάτη τάμε Πατρίκιον ξίφος οξύ.

Ούτος ο Άγιος Πατρίκιος, δια μεν την αρετήν και σοφίαν οπού είχεν εκ νεαράς ηλικίας, έγινε της Προύσης Επίσκοπος. Δια δε την εις Χριστόν πίστιν και τον διάπυρον ζήλον του εδιαβάλθη, και διαβαλθείς, επιάσθη από τους ειδωλολάτρας. Όθεν παρασταθείς εις τον άρχοντα Ιουλιανόν τον Υπατικόν, ήλεγξε την πλάνην και ματαιότητα των ειδώλων. Ο δε άρχων, αφ’ ου εδοκίμασε με πολλά και διάφορα βάσανα δια να τον πείση να αρνηθή τον Χριστόν, επρόβαλε και τούτο, ότι τα θερμά νερά ζεσταίνονται και αναδίδουν από την γην με την πρόνοιαν των θεών, δια την ευεργεσίαν και ωφέλειαν των ανθρώπων. Τότε ο Άγιος ανταπεκρίθη, ναι δια την ευεργεσίαν των ανθρώπων αναδίδονται τα θερμά νερά, όμως όχι με την πρόνοιαν των ψευδοθεών, αλλά με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος εδιώρισε δύω τόπους. Και ο μεν ένας τόπος, είναι γεμάτος από πολλά αγαθά, τα οποία έχουν να απολαύσουν οι δίκαιοι. Ο δε άλλος τόπος, είναι γεμάτος από σκότος και φωτίαν, εις τον οποίον έχουν να κολάζωνται οι αμαρτωλοί μετά την ανάστασιν. Και ότι μεν έβαλεν ο Θεός φωτίαν, όχι μόνον εις όλην την υπ’ ουρανόν κτίσιν, αλλά και εις αυτόν ακόμη τον ουρανόν, φανερόν είναι. Ο γαρ Θεός δημιουργήσας τον ουρανόν και την γην έβαλεν εις αυτά και νερόν και φωτίαν. Και άλλο μεν είναι το νερόν, το οποίον ευρίσκεται επάνω εις την γην όπερ λέγεται θάλασσα, άλλο δε είναι το ευρισκόμενον υποκάτω της γης, το οποίον λέγεται άβυσσος. Από το νερόν δε εκείνο της αβύσσου αναβαίνουν, ωσάν σίφωνες, η βρύσες και τα πηγάδια προς πόσιν και χρείαν εδικήν μας. Από δε την φωτίαν πάλιν, οπού ευρίσκεται υποκάτω της γης, αναβρύουν τα ζεστά νερά. Και όσα μεν νερά πλησιάζουν κοντά εις την φωτίαν, αυτά ευγαίνουν ζεστά. Όσα δε είναι μακράν της φωτίας, αυτά ευγαίνουν ψυχρά. Η δε φωτία οπού είναι εις τα κατώτερα μέρη της γης, αυτή έχει να κολάζη, ως λέγουσι, τους ασεβείς. Καθώς και το κατώτατον νερόν, το οποίον είναι παγωμένον και ονομάζεται τάρταρος, αυτό θέλει κολάζει αιωνίως τους ανθρώπους και δαίμονας, οπού εθεοποίησαν οι Έλληνες, και τους τούτων λατρευτάς Έλληνας.

Ο δε Άγιος Πιόνιος (1) λέγει, ότι εγώ επεριπάτησα την Ιουδαίαν, και περάσας τον Ιορδάνην, είδον την γην των Σοδόμων, η οποία μαρτυρεί πόσον φοβερά είναι η οργή και ο θυμός του Θεού, δια τας αρσενοκοιτίας και τας άλλας κακίας, οπού έκαμνον οι Σοδομίται. Είδον ακόμη εις άλλα μέρη καπνόν, οπού ανέβαινεν υποκάτω από την γην. Ομοίως είδον γην όλην κατακεκαυμένην και υστερημένην από κάθε καρπόν και υγρασίαν. Τούτο δε είναι δυνατόν να ιδή και να βεβαιωθή τινας, και από την φωτίαν εκείνην οπού αναβρύει υποκάτω από την γην εις το εν Σικελία ευρισκόμενον βουνόν της Αίτνης (2). Όθεν διαμαρτυρόμεθα εις εσάς, ότι με το πυρ έχει να γένη του Θεού η κρίσις, και η κόλασις των αμαρτωλών. Εγώ δε είδον και εις την Νεάπολιν την εν Ιταλία ευρισκομένην, ότι προ εξ μιλίων της πόλεως είναι ένα βουνόν φαραγγώδες, το οποίον ανέβλυσε φωτίαν, ήτις ωσάν νερόν, ανέβη τριακοσίας οργυίας επάνω εις την κορυφήν του βουνού, και εκατέβη καίουσα τον τόπον έως εις εξ μίλια. Όθεν κατέκαυσε την γην και τας πέτρας, έως οπού Στέφανος ο τότε οσιώτατος Επίσκοπος, ευγήκε με λιτανείας συν παντί τω λαώ, και επαρακάλεσε περί τούτου τον Θεόν, και ούτως η φωτία εστάθη. Αφ’ ου δε ταύτα εδιηγήθη ο Άγιος Πατρίκιος, επρόσταξεν ο άρχων, και εβάλθη ο του Χριστού Αρχιερεύς μέσα εις τα θερμά νερά, τα οποία έβλαψαν τους στρατιώτας, οπού έβαλον τον Άγιον εις αυτά, και ουχί τον Άγιον. Ούτος γαρ ευγήκεν εξ αυτών αβλαβής. Τελευταίον δε, απεκεφαλίσθη ομού με τον Ακάκιον και Μένανδρον και Πολύαινον, και ούτως έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους της αθλήσεως. Τελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον Ναόν της Υπεραγίας Θεοτόκου τον λεγόμενον Κύρου (3).

(1) Σημείωσαι, ότι παρά τω χειρογράφω Συναξαριστή ούτως ευρίσκονται εδώ προστεθειμένα, και φαίνεται ότι εδιηγήθη και ταύτα ο Άγιος Πατρίκιος φέρων εκ τούτων μαρτυρίας των λόγων του.

(2) Όθεν ο θείος Γρηγόριος ο Διάλογος, στόμα του Άδου ονομάζει το της Αίτνης βουνόν, οπού ξερνά αεννάως φωτίαν, δια να δείξη, ότι η φωτία η εν τοις κόλποις της γης φυλαγμένη, είναι ετοιμασμένη δια να κατακαίη τους ασεβείς και αμαρτωλούς εν τω Άδη. Όθεν και ο Ησαΐας τούτο βεβαιών είπεν· «Ο γαρ σκώληξ αυτών (των αμαρτωλών) ου τελευτήσει, και το πυρ αυτών ου σβεσθήσεται» (Ησ. ξς’, 24). Ο δε Κορυφαίος Πέτρος καθαρώτερα περί τούτου λέγει· «Οι δε νυν ουρανοί και η γη, τω αυτώ λόγω τεθησαυρισμένοι εισί πυρί, τηρούμενοι εις ημέραν κρίσεως και απωλείας των ασεβών ανθρώπων» (Β’ Πέτρ. γ’, 7). Του οποίου ρητού την ερμηνείαν όρα εις την νεοτύπωτον ερμηνείαν των Καθολικών Επιστολών, και εκεί θέλεις εύρης πολλά, συμβάλλοντα εις την παρούσαν υπόθεσιν.

(3) Περί του Ναού τούτου όρα εις την υποσημείωσιν του Συναξαρίου Ρωμανού του Μελωδού, κατά την πρώτην του Οκτωβρίου.

*

Άγιος ΜέμνωνΤη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου πατρός ημών Μέμνονος του Θαυματουργού.

Υπνοί τι μικρόν αρπαγήν την εσχάτην,
Την εις απαντήν του Θεού Μέμνων μένων.

Ούτος ο εν Αγίοις πατήρ ημών, αποταξάμενος τον κόσμον και τα εν κόσμω δια την αγάπην του Θεού, δικαίως και ευαρέστως διεπέρασε την ζωήν του με υπακοήν και υποταγήν, δια τούτο έγινε και ηγούμενος Μοναχών. Επειδή δε απόκτησε πραότητα και αγάπην, δια τούτο έγινε και θαυματουργός. Διότι μίαν φοράν έπεσον ακρίδες εις τα χωράφια του Μοναστηρίου, όθεν ποιήσας ευχήν ο Άγιος, τας εδίωξεν όλας ωσάν να ήτον πυρ, και τας έπνιξεν εις τον ποταμόν. Ούτος ο Άγιος ανέβλυσε νερόν δια προσευχής του εις τόπον άνυδρον, το οποίον έως της σήμερον αναβρύει εις δόξαν Χριστού. Ούτος εφάνη μίαν φοράν εις μερικούς ναύτας, οπού εν καιρώ φορτούνας τον επικαλέσθηκαν και εζήτουν την βοήθειάν του. Επιστάς γαρ εις αυτούς, εκυβέρνα το καράβι τους, και επροθυμοποίει τους ναύτας. Όθεν εις ολίγην ώραν αβλαβείς αυτούς εις τον λιμένα διέσωσε. Με τοιαύτα θαυμάσια διαπεράσας ο αοίδιμος την ζωήν του, εχάριζε σωτηρίαν εις εκείνους οπού τον επικαλούντο. Ευαρεστήσας λοιπόν τον Θεόν μέχρι τέλους, απήλθε προς αυτόν, φέρων μαζί του της αρετής τον πλούτον και τα εφόδια.

 

 

*

Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Ακολούθου.

Ο Μάρτυς Ακόλουθος ως προς παστάδα,
Επηκολούθει τοις άγουσι προς φλόγα.

Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού, εν έτει σϞ’ [290], καταγόμενος από την Θηβαΐδα της Αιγύπτου, της εν Ερμουπόλει. Δια δε την πίστιν και ομολογίαν του Χριστού, εφέρθη εις τον εκεί ευρισκόμενον ηγεμόνα. Και επειδή ούτε με κολακείας εδελεάσθη, ούτε με φοβερισμούς εδειλίασε, δια τούτο πρώτον μεν εκρέμασαν από τον λαιμόν του μίαν πέτραν βαρείαν. Έπειτα δε έλαβεν απόφασιν να θανατωθή με φωτίαν, και έτζι βαλθείς εις αυτήν ο αοίδιμος, τον του μαρτυρίου εκομίσατο στέφανον.

*

Η Αγία Μάρτυς Κυριακή πυρί τελειούται.

Αιώνιον φεύγουσα πυρ εχεφρόνως,
Κυριακή πρόσκαιρον ηδέως φέρει.

*

Η Αγία Μάρτυς Θεοτίμη ξίφει τελειούται.

Τιμή Θεός πέφυκε τη Θεοτίμη,
Ην τιμίαν τίθησι Μάρτυρα ξίφος.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

  

 

Άγιος ΠατρίκιοςΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΘ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Πατρικίου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ Ἀκακίου, Μενάνδρου, καὶ Πολυαίνου.

Εἰς τὸν Πατρίκιον.

Ἐφεῦρε Πατρίκιος ἐκτμηθεὶς κλέος,
Ὑπὲρ κλέος πᾶν πατρικίων γηΐνων.

Εἰς τὸν Ἀκάκιον.

Καλοῦ μετέσχες Ἀκάκιε τοῦ τέλους,
Ἀθλητικὸν γὰρ τοῦτό σοι διὰ ξίφους.

Εἰς τὸν Μένανδρον καὶ Πολύαινον.

Πολύαινος Μένανδρος ἐκτετμημένοι,
Πολλῶν ἐπαίνων ἀξιούσθων ἀξίως.

Ἐννεακαιδεκάτῃ τάμε Πατρίκιον ξίφος ὀξύ.

Οὗτος ὁ Ἅγιος Πατρίκιος, διὰ μὲν τὴν ἀρετὴν καὶ σοφίαν ὁποῦ εἶχεν ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας, ἔγινε τῆς Προύσης Ἐπίσκοπος. Διὰ δὲ τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν καὶ τὸν διάπυρον ζῆλόν του ἐδιαβάλθη, καὶ διαβαλθείς, ἐπιάσθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας. Ὅθεν παρασταθεὶς εἰς τὸν ἄρχοντα Ἰουλιανὸν τὸν Ὑπατικόν, ἤλεγξε τὴν πλάνην καὶ ματαιότητα τῶν εἰδώλων. Ὁ δὲ ἄρχων, ἀφ’ οὗ ἐδοκίμασε μὲ πολλὰ καὶ διάφορα βάσανα διὰ νὰ τὸν πείσῃ νὰ ἀρνηθῇ τὸν Χριστόν, ἐπρόβαλε καὶ τοῦτο, ὅτι τὰ θερμὰ νερὰ ζεσταίνονται καὶ ἀναδίδουν ἀπὸ τὴν γῆν μὲ τὴν πρόνοιαν τῶν θεῶν, διὰ τὴν εὐεργεσίαν καὶ ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων. Τότε ὁ Ἅγιος ἀνταπεκρίθη, ναὶ διὰ τὴν εὐεργεσίαν τῶν ἀνθρώπων ἀναδίδονται τὰ θερμὰ νερά, ὅμως ὄχι μὲ τὴν πρόνοιαν τῶν ψευδοθεῶν, ἀλλὰ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐδιώρισε δύω τόπους. Καὶ ὁ μὲν ἕνας τόπος, εἶναι γεμάτος ἀπὸ πολλὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα ἔχουν νὰ ἀπολαύσουν οἱ δίκαιοι. Ὁ δὲ ἄλλος τόπος, εἶναι γεμάτος ἀπὸ σκότος καὶ φωτίαν, εἰς τὸν ὁποῖον ἔχουν νὰ κολάζωνται οἱ ἁμαρτωλοὶ μετὰ τὴν ἀνάστασιν. Καὶ ὅτι μὲν ἔβαλεν ὁ Θεὸς φωτίαν, ὄχι μόνον εἰς ὅλην τὴν ὑπ’ οὐρανὸν κτίσιν, ἀλλὰ καὶ εἰς αὐτὸν ἀκόμη τὸν οὐρανόν, φανερὸν εἶναι. Ὁ γὰρ Θεὸς δημιουργήσας τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἔβαλεν εἰς αὐτὰ καὶ νερὸν καὶ φωτίαν. Καὶ ἄλλο μὲν εἶναι τὸ νερόν, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται ἐπάνω εἰς τὴν γῆν ὅπερ λέγεται θάλασσα, ἄλλο δὲ εἶναι τὸ εὑρισκόμενον ὑποκάτω τῆς γῆς, τὸ ὁποῖον λέγεται ἄβυσσος. Ἀπὸ τὸ νερὸν δὲ ἐκεῖνο τῆς ἀβύσσου ἀναβαίνουν, ὡσὰν σίφωνες, ᾑ βρύσες καὶ τὰ πηγάδια πρὸς πόσιν καὶ χρείαν ἐδικήν μας. Ἀπὸ δὲ τὴν φωτίαν πάλιν, ὁποῦ εὑρίσκεται ὑποκάτω τῆς γῆς, ἀναβρύουν τὰ ζεστὰ νερά. Καὶ ὅσα μὲν νερὰ πλησιάζουν κοντὰ εἰς τὴν φωτίαν, αὐτὰ εὐγαίνουν ζεστά. Ὅσα δὲ εἶναι μακρὰν τῆς φωτίας, αὐτὰ εὐγαίνουν ψυχρά. Ἡ δὲ φωτία ὁποῦ εἶναι εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς, αὐτὴ ἔχει νὰ κολάζῃ, ὡς λέγουσι, τοὺς ἀσεβεῖς. Καθὼς καὶ τὸ κατώτατον νερόν, τὸ ὁποῖον εἶναι παγωμένον καὶ ὀνομάζεται τάρταρος, αὐτὸ θέλει κολάζει αἰωνίως τοὺς ἀνθρώπους καὶ δαίμονας, ὁποῦ ἐθεοποίησαν οἱ Ἕλληνες, καὶ τοὺς τούτων λατρευτὰς Ἕλληνας.

Ὁ δὲ Ἅγιος Πιόνιος (1) λέγει, ὅτι ἐγὼ ἐπεριπάτησα τὴν Ἰουδαίαν, καὶ περάσας τὸν Ἰορδάνην, εἶδον τὴν γῆν τῶν Σοδόμων, ἡ ὁποία μαρτυρεῖ πόσον φοβερὰ εἶναι ἡ ὀργὴ καὶ ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ τὰς ἀρσενοκοιτίας καὶ τὰς ἄλλας κακίας, ὁποῦ ἔκαμνον οἱ Σοδομῖται. Εἶδον ἀκόμη εἰς ἄλλα μέρη καπνόν, ὁποῦ ἀνέβαινεν ὑποκάτω ἀπὸ τὴν γῆν. Ὁμοίως εἶδον γῆν ὅλην κατακεκαυμένην καὶ ὑστερημένην ἀπὸ κάθε καρπὸν καὶ ὑγρασίαν. Τοῦτο δὲ εἶναι δυνατὸν νὰ ἰδῇ καὶ νὰ βεβαιωθῇ τινας, καὶ ἀπὸ τὴν φωτίαν ἐκείνην ὁποῦ ἀναβρύει ὑποκάτω ἀπὸ τὴν γῆν εἰς τὸ ἐν Σικελίᾳ εὑρισκόμενον βουνὸν τῆς Αἴτνης (2). Ὅθεν διαμαρτυρόμεθα εἰς ἐσᾶς, ὅτι μὲ τὸ πῦρ ἔχει νὰ γένῃ τοῦ Θεοῦ ἡ κρίσις, καὶ ἡ κόλασις τῶν ἁμαρτωλῶν. Ἐγὼ δὲ εἶδον καὶ εἰς τὴν Νεάπολιν τὴν ἐν Ἰταλίᾳ εὑρισκομένην, ὅτι πρὸ ἓξ μιλίων τῆς πόλεως εἶναι ἕνα βουνὸν φαραγγῶδες, τὸ ὁποῖον ἀνέβλυσε φωτίαν, ἥτις ὡσὰν νερόν, ἀνέβη τριακοσίας ὀργυίας ἐπάνω εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ βουνοῦ, καὶ ἐκατέβη καίουσα τὸν τόπον ἕως εἰς ἓξ μίλια. Ὅθεν κατέκαυσε τὴν γῆν καὶ τὰς πέτρας, ἕως ὁποῦ Στέφανος ὁ τότε ὁσιώτατος Ἐπίσκοπος, εὐγῆκε μὲ λιτανείας σὺν παντὶ τῷ λαῷ, καὶ ἐπαρακάλεσε περὶ τούτου τὸν Θεόν, καὶ οὕτως ἡ φωτία ἐστάθη. Ἀφ’ οὗ δὲ ταῦτα ἐδιηγήθη ὁ Ἅγιος Πατρίκιος, ἐπρόσταξεν ὁ ἄρχων, καὶ ἐβάλθη ὁ τοῦ Χριστοῦ Ἀρχιερεὺς μέσα εἰς τὰ θερμὰ νερά, τὰ ὁποῖα ἔβλαψαν τοὺς στρατιώτας, ὁποῦ ἔβαλον τὸν Ἅγιον εἰς αὐτά, καὶ οὐχὶ τὸν Ἅγιον. Οὗτος γὰρ εὐγῆκεν ἐξ αὐτῶν ἀβλαβής. Τελευταῖον δέ, ἀπεκεφαλίσθη ὁμοῦ μὲ τὸν Ἀκάκιον καὶ Μένανδρον καὶ Πολύαινον, καὶ οὕτως ἔλαβον οἱ μακάριοι τοὺς στεφάνους τῆς ἀθλήσεως. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις καὶ ἑορτὴ εἰς τὸν Ναὸν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τὸν λεγόμενον Κύρου (3).

(1) Σημείωσαι, ὅτι παρὰ τῷ χειρογράφῳ Συναξαριστῇ οὕτως εὑρίσκονται ἐδῶ προστεθειμένα, καὶ φαίνεται ὅτι ἐδιηγήθη καὶ ταῦτα ὁ Ἅγιος Πατρίκιος φέρων ἐκ τούτων μαρτυρίας τῶν λόγων του.

(2) Ὅθεν ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, στόμα τοῦ ᾍδου ὀνομάζει τὸ τῆς Αἴτνης βουνόν, ὁποῦ ξερνᾷ ἀεννάως φωτίαν, διὰ νὰ δείξῃ, ὅτι ἡ φωτία ἡ ἐν τοῖς κόλποις τῆς γῆς φυλαγμένη, εἶναι ἑτοιμασμένη διὰ νὰ κατακαίῃ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς ἐν τῷ ᾍδῃ. Ὅθεν καὶ ὁ Ἡσαΐας τοῦτο βεβαιῶν εἶπεν· «Ὁ γὰρ σκώληξ αὐτῶν (τῶν ἁμαρτωλῶν) οὐ τελευτήσει, καὶ τὸ πῦρ αὐτῶν οὐ σβεσθήσεται» (Ἡσ. ξς΄, 24). Ὁ δὲ Κορυφαῖος Πέτρος καθαρώτερα περὶ τούτου λέγει· «Οἱ δὲ νῦν οὐρανοὶ καὶ ἡ γῆ, τῷ αὐτῷ λόγῳ τεθησαυρισμένοι εἰσὶ πυρί, τηρούμενοι εἰς ἡμέραν κρίσεως καὶ ἀπωλείας τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων» (Β΄ Πέτρ. γ΄, 7). Τοῦ ὁποίου ῥητοῦ τὴν ἑρμηνείαν ὅρα εἰς τὴν νεοτύπωτον ἑρμηνείαν τῶν Καθολικῶν Ἐπιστολῶν, καὶ ἐκεῖ θέλεις εὕρῃς πολλά, συμβάλλοντα εἰς τὴν παροῦσαν ὑπόθεσιν.

(3) Περὶ τοῦ Ναοῦ τούτου ὅρα εἰς τὴν ὑποσημείωσιν τοῦ Συναξαρίου Ῥωμανοῦ τοῦ Μελῳδοῦ, κατὰ τὴν πρώτην τοῦ Ὀκτωβρίου.

*

Άγιος ΜέμνωνΤῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Μέμνονος τοῦ Θαυματουργοῦ.

Ὑπνοῖ τι μικρὸν ἁρπαγὴν τὴν ἐσχάτην,
Τὴν εἰς ἀπαντὴν τοῦ Θεοῦ Μέμνων μένων.

Οὗτος ὁ ἐν Ἁγίοις πατὴρ ἡμῶν, ἀποταξάμενος τὸν κόσμον καὶ τὰ ἐν κόσμῳ διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, δικαίως καὶ εὐαρέστως διεπέρασε τὴν ζωήν του μὲ ὑπακοὴν καὶ ὑποταγήν, διὰ τοῦτο ἔγινε καὶ ἡγούμενος Μοναχῶν. Ἐπειδὴ δὲ ἀπόκτησε πρᾳότητα καὶ ἀγάπην, διὰ τοῦτο ἔγινε καὶ θαυματουργός. Διότι μίαν φορὰν ἔπεσον ἀκρίδες εἰς τὰ χωράφια τοῦ Μοναστηρίου, ὅθεν ποιήσας εὐχὴν ὁ Ἅγιος, τὰς ἐδίωξεν ὅλας ὡσὰν νὰ ἦτον πῦρ, καὶ τὰς ἔπνιξεν εἰς τὸν ποταμόν. Οὗτος ὁ Ἅγιος ἀνέβλυσε νερὸν διὰ προσευχῆς του εἰς τόπον ἄνυδρον, τὸ ὁποῖον ἕως τῆς σήμερον ἀναβρύει εἰς δόξαν Χριστοῦ. Οὗτος ἐφάνη μίαν φορὰν εἰς μερικοὺς ναύτας, ὁποῦ ἐν καιρῷ φορτούνας τὸν ἐπικαλέσθηκαν καὶ ἐζήτουν τὴν βοήθειάν του. Ἐπιστὰς γὰρ εἰς αὐτούς, ἐκυβέρνα τὸ καράβι τους, καὶ ἐπροθυμοποίει τοὺς ναύτας. Ὅθεν εἰς ὀλίγην ὥραν ἀβλαβεῖς αὐτοὺς εἰς τὸν λιμένα διέσωσε. Μὲ τοιαῦτα θαυμάσια διαπεράσας ὁ ἀοίδιμος τὴν ζωήν του, ἐχάριζε σωτηρίαν εἰς ἐκείνους ὁποῦ τὸν ἐπικαλοῦντο. Εὐαρεστήσας λοιπὸν τὸν Θεὸν μέχρι τέλους, ἀπῆλθε πρὸς αὐτόν, φέρων μαζί του τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον καὶ τὰ ἐφόδια.

 

 

*

Μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀκολούθου.

Ὁ Μάρτυς Ἀκόλουθος ὡς πρὸς παστάδα,
Ἐπηκολούθει τοῖς ἄγουσι πρὸς φλόγα.

Οὗτος ὁ Ἅγιος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞ΄ [290], καταγόμενος ἀπὸ τὴν Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου, τῆς ἐν Ἑρμουπόλει. Διὰ δὲ τὴν πίστιν καὶ ὁμολογίαν τοῦ Χριστοῦ, ἐφέρθη εἰς τὸν ἐκεῖ εὑρισκόμενον ἡγεμόνα. Καὶ ἐπειδὴ οὔτε μὲ κολακείας ἐδελεάσθη, οὔτε μὲ φοβερισμοὺς ἐδειλίασε, διὰ τοῦτο πρῶτον μὲν ἐκρέμασαν ἀπὸ τὸν λαιμόν του μίαν πέτραν βαρεῖαν. Ἔπειτα δὲ ἔλαβεν ἀπόφασιν νὰ θανατωθῇ μὲ φωτίαν, καὶ ἔτζι βαλθεὶς εἰς αὐτὴν ὁ ἀοίδιμος, τὸν τοῦ μαρτυρίου ἐκομίσατο στέφανον.

*

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Κυριακὴ πυρὶ τελειοῦται.

Αἰώνιον φεύγουσα πῦρ ἐχεφρόνως,
Κυριακὴ πρόσκαιρον ἡδέως φέρει.

*

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Θεοτίμη ξίφει τελειοῦται.

Τιμὴ Θεὸς πέφυκε τῇ Θεοτίμῃ,
Ἣν τιμίαν τίθησι Μάρτυρα ξίφος.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Πατρικίου, Ακακίου, Μενάνδρου, Πολυαίνου, Μέμνονος, Ακολούθου, Κυριακής, Θεοτίμης

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.