Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου15 Μαΐου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΙΕ’, μνήμη του Οσίου πατρός ημών Παχωμίου.
Ο Παχώμιος λεπτύνων σαρκός πάχος,
Ψυχή συνήγε πριν μεταστήναι στέαρ (1).
Πέμπτη και δεκάτη Παχώμιον ένθεν άειραν.
Ούτος ο Όσιος πατήρ ημών Παχώμιος εκατάγετο από την Αίγυπτον της κάτω Θηβαΐδος, ζων κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου εν έτει τκγ’ [323], ήτον δε υιός γονέων ασεβών και προσκυνούντων τα είδωλα. Με τους οποίους πηγαίνωντας ο Άγιος μίαν φοράν εις τον ναόν των ειδώλων, ήκουσε του υπηρέτου του ναού να λέγη εις τους γονείς του, οπού επρόσφεραν θυσίαν εις τα είδωλα. Σηκώσατε από εδώ τον εχθρόν των θεών και διώξατε, έλεγε δε τούτο δια τον Παχώμιον. Εφοβείτο γαρ ως φαίνεται το δαιμόνιον, οπού εκατοίκει εις τον ναόν, την μέλλουσαν του Αγίου αρετήν. Πιών δε ο Άγιος από το κρασί, οπού επροσφέρθη εις τον δαίμονα, ευθύς το εξέρασεν. Όταν δε ο Άγιος έφθασεν εις ηλικίαν, συνηριθμήθη με τα βασιλικά στρατεύματα, και μετά ολίγον καιρόν αφήσας την στρατιωτικήν τάξιν, επήγεν εις την ανωτέραν Θηβαΐδα, και εν τω άμα έλαβε το Άγιον Βάπτισμα. Είτα ενδυθείς το μοναχικόν σχήμα, έτρεξεν εις την έρημον. Όταν λοιπόν επήγαινε κατά τον τόπον της Ταβεννησίας, ήλθεν εις αυτόν φωνή από τον Ουρανόν, η οποία εφανέρωνεν, ότι ο τόπος εκείνος ήτον επιτήδειος δια να κτισθή Μοναστήριον, και ότι έμελλε να συναχθή εις αυτό πλήθος Μοναχών. Όθεν εκεί έκτισε το Μοναστήριόν του ο Όσιος. Περνώντος δε του καιρού, έτρεξαν εις το Μοναστήριον πολλοί αδελφοί και έγιναν Μοναχοί, μαζί με τους οποίους ήτον και ο ηγιασμένος Θεόδωρος ο μαθητής αυτού, ο οποίος ήτον ζηλωτής του βίου και της αρετής του Οσίου Παχωμίου. Και τόσον πολλά εκαθαρίσθη δια της απαθείας και εις τόσον ύψος ανέβη θεωρίας, ώστε οπού, έβλεπε τας καθαράς ψυχάς των Αγίων, όταν ανέβαινον εις τον Ουρανόν, και έβλεπεν ως παρόντα εκείνα, οπού εγίνοντο εις μακρινά μέρη, και επρόλεγεν ως ενεστώτα εκείνα, οπού έμελλον να γένουν.
Προ του δε να αποθάνη ο Άγιος Παχώμιος, αριθμήθη το πλήθος των Μοναχών, οπού επρόστρεξαν εις αυτόν εν τη ερήμω, και ευρέθησαν Μοναχοί χίλιοι τετρακόσιοι. Από δε το τοσούτον πλήθος γίνεται φανερόν, ότι ο Παχώμιος ήτον βέβαια θείος άνδρας, και απλησίαστος εις την αρετήν, και δια τούτο ηκολούθησαν αυτώ τόσοι και τόσοι, όχι δια τρυφηλήν ζωήν, όχι δια προσπάθειαν σαρκός, εις τα οποία χαίροντες και γλυκαινόμενοι οι άνθρωποι, αναχωρούν από τους οίκους και συγγενείς των, αλλά ηκολούθησαν εις αυτόν, διατί εθαύμασαν την εγκράτειαν και τους ασκητικούς κόπους του, και διατί επόθουν να μιμηθούν και εκείνοι, όσον το δυνατόν τους, την ασώματον και αγγελικήν του ζωήν. Ούτω λοιπόν διαπεράσας ο αοίδιμος, εν ειρήνη εκοιμήθη, και ενταφιάσθη εις το εδικόν του Μοναστήριον. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις την Καλοκαιρινήν (2).)
(1) Ήτοι όσον ο Παχώμιος ελέπτυνε την παχύτητα της σαρκός, τόσον εσύναγε στέαρ: ήτοι δύναμιν εις την ψυχήν του, ταυτόν ειπείν δυνατήν αυτήν εποίει, κατά το ρητόν του Παύλου το λέγον· «Όταν ασθενώ, τότε δυνατός ειμι».
(2) Ο δε ελληνικός Βίος αυτού σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων, και εν άλλαις, ου η αρχή· «Όντως αληθής η θρυλλουμένη παροιμία». Ο δε σοφολογιώτατος διδάσκαλος Χριστοφόρος ο Προδρομίτης, άριστα ανεπλήρωσε την ασματικήν αυτού Ακολουθίαν.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου πατρός ημών Αχιλλίου Επισκόπου Λαρίσσης.
Λαλεί Λάρισσα σας αριστείας ξένας,
Μνήμην έχουσα και θανόντος σου πάτερ.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους Κωνσταντίνου του Μεγάλου, εν έτει τκ’ [320], γεννηθείς από ευσεβείς γονείς, οι οποίοι εμαθήτευσαν αυτόν την ευσέβειαν, και μαζί με την εξωτερικήν φιλοσοφίαν, εδίδαξαν αυτόν και την εσωτερικήν. Ούτος λοιπόν επειδή εστόλισε τον εαυτόν του με όλας τας αρετάς, και με την κατά Θεόν πολιτείαν, δια τούτο έγινεν από τους εγκατοίκους της Ελλάδος Αρχιερεύς της Λαρίσσης, της ευρισκομένης εν τη δευτέρα Θετταλία. Όταν δε συνεκροτήθη εις την Νίκαιαν η αγία και Οικουμενική Πρώτη Σύνοδος εν έτει τκε’ [325], τότε επήγεν εις αυτήν και ο θείος ούτος Αχίλλιος, και ήτον ένας από τους εκεί συναθροισθέντας θεοφόρους πατέρας. Αφ’ ου δε καθείλε τον Άρειον και τους συντρόφους του, εγύρισε πάλιν εις την Λάρισσαν. Ούτος ο Άγιος πολλούς μεν ναούς κατεκρήμνισε των ειδώλων, πολλάς δε Εκκλησίας έκτισεν εκ θεμελίων και με κάθε στολισμόν τας εστόλισεν. Ούτος και δαιμόνια εδίωξεν από τους ανθρώπους, και άλλα δε πάμπολλα θαύματα ποιήσας, εν ειρήνη ετελείωσε την ζωήν του.
*
Μνήμη του Οσίου πατρός ημών Βαρβάρου του μυροβλύτου (3).
Βάρβαρον ουχί, ευγενή δε δεικνύει,
Η μυρόβλυσις εκ τάφου του σου πάτερ.
(3) Ίσως ούτος είναι εκείνος οπού αναφέρει Ιωσήφ ο Βρυέννιος εν τω β’ τόμω αυτού.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΕ΄, μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Παχωμίου.
Ὁ Παχώμιος λεπτύνων σαρκὸς πάχος,
Ψυχῇ συνῆγε πρὶν μεταστῆναι στέαρ (1).
Πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ Παχώμιον ἔνθεν ἄειραν.
Οὗτος ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Παχώμιος ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον τῆς κάτω Θηβαΐδος, ζῶν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἐν ἔτει τκγ΄ [323], ἦτον δὲ υἱὸς γονέων ἀσεβῶν καὶ προσκυνούντων τὰ εἴδωλα. Μὲ τοὺς ὁποίους πηγαίνωντας ὁ Ἅγιος μίαν φορὰν εἰς τὸν ναὸν τῶν εἰδώλων, ἤκουσε τοῦ ὑπηρέτου τοῦ ναοῦ νὰ λέγῃ εἰς τοὺς γονεῖς του, ὁποῦ ἐπρόσφεραν θυσίαν εἰς τὰ εἴδωλα. Σηκώσατε ἀπὸ ἐδῶ τὸν ἐχθρὸν τῶν θεῶν καὶ διώξατε, ἔλεγε δὲ τοῦτο διὰ τὸν Παχώμιον. Ἐφοβεῖτο γὰρ ὡς φαίνεται τὸ δαιμόνιον, ὁποῦ ἐκατοίκει εἰς τὸν ναόν, τὴν μέλλουσαν τοῦ Ἁγίου ἀρετήν. Πιὼν δὲ ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὸ κρασί, ὁποῦ ἐπροσφέρθη εἰς τὸν δαίμονα, εὐθὺς τὸ ἐξέρασεν. Ὅταν δὲ ὁ Ἅγιος ἔφθασεν εἰς ἡλικίαν, συνηριθμήθη μὲ τὰ βασιλικὰ στρατεύματα, καὶ μετὰ ὀλίγον καιρὸν ἀφήσας τὴν στρατιωτικὴν τάξιν, ἐπῆγεν εἰς τὴν ἀνωτέραν Θηβαΐδα, καὶ ἐν τῷ ἅμα ἔλαβε τὸ Ἅγιον Βάπτισμα. Εἶτα ἐνδυθεὶς τὸ μοναχικὸν σχῆμα, ἔτρεξεν εἰς τὴν ἔρημον. Ὅταν λοιπὸν ἐπήγαινε κατὰ τὸν τόπον τῆς Ταβεννησίας, ἦλθεν εἰς αὐτὸν φωνὴ ἀπὸ τὸν Οὐρανόν, ἡ ὁποία ἐφανέρωνεν, ὅτι ὁ τόπος ἐκεῖνος ἦτον ἐπιτήδειος διὰ νὰ κτισθῇ Μοναστήριον, καὶ ὅτι ἔμελλε νὰ συναχθῇ εἰς αὐτὸ πλῆθος Μοναχῶν. Ὅθεν ἐκεῖ ἔκτισε τὸ Μοναστήριόν του ὁ Ὅσιος. Περνῶντος δὲ τοῦ καιροῦ, ἔτρεξαν εἰς τὸ Μοναστήριον πολλοὶ ἀδελφοὶ καὶ ἔγιναν Μοναχοί, μαζὶ μὲ τοὺς ὁποίους ἦτον καὶ ὁ ἡγιασμένος Θεόδωρος ὁ μαθητὴς αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος ἦτον ζηλωτὴς τοῦ βίου καὶ τῆς ἀρετῆς τοῦ Ὁσίου Παχωμίου. Καὶ τόσον πολλὰ ἐκαθαρίσθη διὰ τῆς ἀπαθείας καὶ εἰς τόσον ὕψος ἀνέβη θεωρίας, ὥστε ὁποῦ, ἔβλεπε τὰς καθαρὰς ψυχὰς τῶν Ἁγίων, ὅταν ἀνέβαινον εἰς τὸν Οὐρανόν, καὶ ἔβλεπεν ὡς παρόντα ἐκεῖνα, ὁποῦ ἐγίνοντο εἰς μακρινὰ μέρη, καὶ ἐπρόλεγεν ὡς ἐνεστῶτα ἐκεῖνα, ὁποῦ ἔμελλον νὰ γένουν.
Πρὸ τοῦ δὲ νὰ ἀποθάνῃ ὁ Ἅγιος Παχώμιος, ἀριθμήθη τὸ πλῆθος τῶν Μοναχῶν, ὁποῦ ἐπρόστρεξαν εἰς αὐτὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ, καὶ εὑρέθησαν Μοναχοὶ χίλιοι τετρακόσιοι. Ἀπὸ δὲ τὸ τοσοῦτον πλῆθος γίνεται φανερόν, ὅτι ὁ Παχώμιος ἦτον βέβαια θεῖος ἄνδρας, καὶ ἀπλησίαστος εἰς τὴν ἀρετήν, καὶ διὰ τοῦτο ἠκολούθησαν αὐτῷ τόσοι καὶ τόσοι, ὄχι διὰ τρυφηλὴν ζωήν, ὄχι διὰ προσπάθειαν σαρκός, εἰς τὰ ὁποῖα χαίροντες καὶ γλυκαινόμενοι οἱ ἄνθρωποι, ἀναχωροῦν ἀπὸ τοὺς οἴκους καὶ συγγενεῖς των, ἀλλὰ ἠκολούθησαν εἰς αὐτόν, διατὶ ἐθαύμασαν τὴν ἐγκράτειαν καὶ τοὺς ἀσκητικοὺς κόπους του, καὶ διατὶ ἐπόθουν νὰ μιμηθοῦν καὶ ἐκεῖνοι, ὅσον τὸ δυνατόν τους, τὴν ἀσώματον καὶ ἀγγελικήν του ζωήν. Οὕτω λοιπὸν διαπεράσας ὁ ἀοίδιμος, ἐν εἰρήνῃ ἐκοιμήθη, καὶ ἐνταφιάσθη εἰς τὸ ἐδικόν του Μοναστήριον. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὴν Καλοκαιρινήν (2).)
(1) Ἤτοι ὅσον ὁ Παχώμιος ἐλέπτυνε τὴν παχύτητα τῆς σαρκός, τόσον ἐσύναγε στέαρ: ἤτοι δύναμιν εἰς τὴν ψυχήν του, ταυτὸν εἰπεῖν δυνατὴν αὐτὴν ἐποίει, κατὰ τὸ ῥητὸν τοῦ Παύλου τὸ λέγον· «Ὅταν ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι».
(2) Ὁ δὲ ἑλληνικὸς Βίος αὐτοῦ σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τῶν Ἰβήρων, καὶ ἐν ἄλλαις, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὄντως ἀληθὴς ἡ θρυλλουμένη παροιμία». Ὁ δὲ σοφολογιώτατος διδάσκαλος Χριστοφόρος ὁ Προδρομίτης, ἄριστα ἀνεπλήρωσε τὴν ᾀσματικὴν αὐτοῦ Ἀκολουθίαν.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀχιλλίου Ἐπισκόπου Λαρίσσης.
Λαλεῖ Λάρισσα σὰς ἀριστείας ξένας,
Μνήμην ἔχουσα καὶ θανόντος σοῦ πάτερ.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, ἐν ἔτει τκ΄ [320], γεννηθεὶς ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐμαθήτευσαν αὐτὸν τὴν εὐσέβειαν, καὶ μαζὶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴν φιλοσοφίαν, ἐδίδαξαν αὐτὸν καὶ τὴν ἐσωτερικήν. Οὗτος λοιπὸν ἐπειδὴ ἐστόλισε τὸν ἑαυτόν του μὲ ὅλας τὰς ἀρετάς, καὶ μὲ τὴν κατὰ Θεὸν πολιτείαν, διὰ τοῦτο ἔγινεν ἀπὸ τοὺς ἐγκατοίκους τῆς Ἑλλάδος Ἀρχιερεὺς τῆς Λαρίσσης, τῆς εὑρισκομένης ἐν τῇ δευτέρᾳ Θετταλίᾳ. Ὅταν δὲ συνεκροτήθη εἰς τὴν Νίκαιαν ἡ ἁγία καὶ Οἰκουμενικὴ Πρώτη Σύνοδος ἐν ἔτει τκε΄ [325], τότε ἐπῆγεν εἰς αὐτὴν καὶ ὁ θεῖος οὗτος Ἀχίλλιος, καὶ ἦτον ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ συναθροισθέντας θεοφόρους πατέρας. Ἀφ’ οὗ δὲ καθεῖλε τὸν Ἄρειον καὶ τοὺς συντρόφους του, ἐγύρισε πάλιν εἰς τὴν Λάρισσαν. Οὗτος ὁ Ἅγιος πολλοὺς μὲν ναοὺς κατεκρήμνισε τῶν εἰδώλων, πολλὰς δὲ Ἐκκλησίας ἔκτισεν ἐκ θεμελίων καὶ μὲ κάθε στολισμὸν τὰς ἐστόλισεν. Οὗτος καὶ δαιμόνια ἐδίωξεν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἄλλα δὲ πάμπολλα θαύματα ποιήσας, ἐν εἰρήνῃ ἐτελείωσε τὴν ζωήν του.
*
Μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Βαρβάρου τοῦ μυροβλύτου (3).
Βάρβαρον οὐχί, εὐγενῆ δὲ δεικνύει,
Ἡ μυρόβλυσις ἐκ τάφου τοῦ σοῦ πάτερ.
(3) Ἴσως οὗτος εἶναι ἐκεῖνος ὁποῦ ἀναφέρει Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος ἐν τῷ β΄ τόμῳ αὐτοῦ.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Των Αγίων Παχωμίου, Αχιλλίου Επισκόπου Λαρίσσης, Βαρβάρου του μυροβλύτου