Αγιολόγιο - Εορτολόγιο

Ο όσιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης

Ο όσιος πατήρ ημών Θεόφιλος γεννήθηκε στην Μακεδονία από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, οι οποίοι εξ απαλών ονύχων ενθάρρυναν την κλίση του προς τα ιερά γράμματα. Έγινε γρήγορα εξαίρετος καλλιγράφος και επιδιδόμενος καθημερινά στην μελέτη της Αγίας Γραφής οι αρετές του έδωσαν πλούσιους καρπούς «ως το ξύλον το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων» (Ψαλμ. 1:3).

Απαρνήθηκε πολύ νωρίς την πατρίδα του, τους γονείς και όλα τα αγαθά του και εκάρη μοναχός με το όνομα Θεοδόσιος (1504), ενώ λίγο μετά χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Ρενδίνης (Καρδίτσας) Ακάκιο, με τον οποίο συνδεόταν παιδιόθεν (1506). Πέρασε λίγους μήνες ως περιπλανώμενος διδάσκαλος του λόγου του Θεού, πράγμα αναγκαίο κατά τους σκοτεινούς εκείνους χρόνους της Τουρκοκρατίας, και εισήλθε κατόπιν στην Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους, όπου ετέθη στην υπηρεσία του επισκόπου Μηθύμνης Μαλαχία, ο οποίος εφησύχαζε εκεί.

Μετά τον θάνατο του τελευταίου αναχώρησε από το Άγιον Όρος συντροφεύοντας τον επίσκοπο Ακάκιο που εστάλη από τον άγιο πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα [11 Αυγ.] στον πατριάρχη Αλεξανδρείας Ιωακείμ (1487-1567), ο οποίος χάρις στις θαυματουργικές δυνάμεις του κατόρθωσε να κάνει σεβαστά τα δικαιώματα των χριστιανών στους Μαμελούκους.

Μετά από παραμονή στο Σινά (1509) και προσκύνημα στους Αγίους Τόπους (1510), κατά την διάρκεια του οποίου ο Ακάκιος βρήκε τον θάνατο, ο Θεόφιλος επέστρεψε στον Άθω και έγινε δεκτός στην Μονή Ιβήρων, όπου σαν εργατική μέλισσα βάλθηκε να τρυγήσει στην ψυχή του όλες τις αρετές που παρατηρούσε στους άλλους μοναχούς. Ασκώντας το διακόνημα του καλλιγράφου αντέγραψε εκεί με τέχνη και φροντίδα όλα τα λειτουργικά βιβλία που χρησιμοποιούνταν στις ιερές Ακολουθίες (*).

Καθώς είναι αδύνατο να παραμείνει στα σκοτάδια αυτός που κρατά έναν λύχνο αναμμένο, η φήμη των αρετών του απλώθηκε σύντομα και πολλοί ήσαν εκείνοι που προσέτρεχαν σ’ αυτόν για να τεθούν υπό την πνευματική καθοδήγησή του, ιδιαιτέρως οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης που στερούνταν τότε τέτοιους ποιμένες.

Προφασιζόμενος ασθένεια αποσύρθηκε στην ησυχία, αφού έλαβε το Μεγάλο Σχήμα με το όνομα Θεόφιλος (περί το 1516), και τούτο παρά τα κελεύσματα του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Θεοκλήτου, ο οποίος περνώντας από την Θεσσαλονίκη θέλησε να τον αναβιβάσει στο επισκοπικό αξίωμα.

Εγκαταστάθηκε αρχικά σε ένα κελλί στην περιοχή των Ιβήρων, κατόπιν σε ένα άλλο, κοντά στις Καρυές, όπου συνδέθηκε με στενή φιλία με τον μελλοντικό πρώτο Σεραφείμ, τον βιογράφο του (1522). Διψώντας όμως για πληρέστερη ησυχία, αποσύρθηκε κατόπιν σε ένα πιο απομονωμένο κελλί, αφιερωμένο στον άγιο Βασίλειο, που βρισκόταν στην περιοχή της Μονής Παντοκράτορος (πριν το 1535).

Το ανακαίνισε και εγκαταβίωσε εκεί με έναν μαθητή, τον Ισαάκ, τηρώντας αυστηρή ερημητική τάξη: τρεφόμενος με τις Γραφές και τα κείμενα των θεοφόρων Πατέρων και επιδιδόμενος κυρίως στην νοερά προσευχή, σε σημείο που αναλωμένος ολόκληρος από την αγάπη του Θεού δεν ζούσε πια αυτός, αλλά ο Χριστός εν αυτώ (Γαλ. 2:20).

Έχοντας φτάσει με την προσκαρτέρηση στα ασκητικά έργα και την προσευχή στο μέτρο ηλικίας του πληρώματος του Χριστού (Εφ. 4:13) έλαβε πληροφορία για την ημέρα της εκδημίας του, κι έτσι είχε τον χρόνο να συντάξει την Διαθήκη του. Την Πέμπτη κάλεσε τους ιερείς που τελούσαν το Ευχέλαιο και ζήτησε ταπεινά συγχώρεση από όλους.

Αφού παρέμεινε εν σιωπή την επόμενη ημέρα, μετέλαβε των αχράντων Μυστηρίων και κάλεσε κατόπιν τον μαθητή του, τον οποίο και διέταξε να μην ειδοποιήσει κανένα για τον θάνατό του και να πάει να πετάξει το σώμα του στο δάσος για να το φάνε τα αγρίμια. Αφού ξάπλωσε γαλήνια στο στρώμα, είπε: «Κύριε, δέξου το πνεύμα μου», και εκοιμήθη τον ύπνο των αγίων την Κυριακή 8 Ιουλίου του 1548, με την ανατολή του ηλίου.

Ο Ισαάκ υπάκουσε στις εντολές του πνευματικού πατέρα του και πήγε να πετάξει το σώμα του οσίου στο δάσος· οι μοναχοί όμως της Μονής Παντοκράτορος το πληροφορήθηκαν, ερεύνησαν το δάσος, βρήκαν το άγιο λείψανο και το μετέφεραν στην μονή.

Με πολλές δυσκολίες ο Ισαάκ κατάφερε να πάρει πίσω το λείψανο του οσίου και το κατέθεσε στο παρεκκλήσι του κελλιού τους, όπου δεν άργησε να αναδίδει ευώδες βάλσαμο, απόδειξη του θεάρεστου βίου του εν αγίοις πατρός ημών Θεοφίλου.

 

(*) Είναι γνωστός ως ένας από τους καλύτερους καλλιγράφους και αντιγραφείς της εποχής του. Άφησε έναν κατάλογο με τριάντα ένα χειρόγραφα που είχε αντιγράψει· σώζονται όμως και άλλα χειρόγραφα προερχόμενα απ’ αυτόν, κυρίως λειτουργικά, με μία αφιέρωση στα κυριότερα μοναστήρια της εποχής εκείνης, εκτός Άθω.

 

Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος ενδέκατος, Ιούλιος. Ίνδικτος, Αθήναι 2008.

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο όσιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.