Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου9 Σεπτεμβρίου

Των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, Σεβηριανού, Θεοφάνους, Χαρίτωνος· μνήμη της Γ' Οικουμενικής Συνόδου

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

9-9 (1)Τω αυτώ μηνί Θ’, η Σύναξις των δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης.

Ιωακείμ τέρφθητι συν τη συζύγω,
Τεκόντες άμφω ψυχικήν τέρψιν κτίσει.

Η δ’ ενάτη τοκέων Θεομήτορος εύρε σύναξιν.

Τούτων των Αγίων την μνήμην εορτάζομεν σήμερον, διατί αυτοί έγιναν πρόξενοι της παγκοσμίου χαράς, με το μέσον της αυτών θυγατρός και Κυρίας ημών Θεοτόκου. Η γαρ μνήμη της αυτών τελειώσεως, εορτάζεται κατά την εικοστήν πέμπτην του Ιουλίου μηνός (1).

(1) Εις την σημερινήν μνήμην των Αγίων Θεοπατόρων εγκώμιον έχει Κοσμάς ο Βεστίτωρ, ου η αρχή· «Η χθες της Θεοτόκου». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη του Βατοπαιδίου Μονή, εν τη των Ιβήρων, και εν τη του Διονυσίου.)

 

 

 

 

 

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Σεβηριανού.

Σεβηριανός καν λίθων αλγή βάρει,
Χαίρει κρεμασθείς, ως αποσπών γης πόδας.

Ούτος ο Άγιος εκατοίκει εις την Σεβάστειαν κατά τους χρόνους Λικινίου του βασιλέως και Λυσίου του δουκός εν έτει τιε’ [315], περιβόητος μεν ων πανταχού δια την αρετήν, και την προς Χριστόν πίστιν αυτού, εκ του τάγματος δε υπάρχων των λεγομένων σενατόρων: ήτοι των βασιλικών συμβούλων και συγκλητικών. Όταν ουν ήλθεν εις την Σεβάστειαν ο δουξ Λυσίας, όστις και τους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας εθανάτωσε με πικρόν θάνατον, τότε εμηνύθη εις αυτόν και δια τον Άγιον τούτον Σεβηριανόν: ότι δηλαδή αυτός διδάσκει πολλούς Έλληνας να γίνωνται Χριστιανοί. Και ότι αυτός εστάθη ο αίτιος δια της διδασκαλίας του, να δείξουν εις το μαρτύριον τόσην γενναιότητα οι προ ολίγου αθλήσαντες Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Και ότι αυτός, με το να ήναι πλούσιος, περιποιείται τους εν φυλακαίς ευρισκομένους Χριστιανούς με πλουσίας δεξιώσεις, και έτζι τους κατασταίνει πλέον απειθείς εις τους βασιλικούς ορισμούς. Όθεν παρευθύς αποστέλλονται άνθρωποι δια να τον φέρουν. Αλλ’ ο Άγιος επρόφθασε προ του να υπάγουν οι άνθρωποι, και παρεστάθη μόνος του εις τον Λυσίαν. Και εις αυτόν παρρησιάζει την εις Χριστόν πίστιν με θάρρος μεγάλον.

Και λοιπόν, ευθύς προστάζει ο ηγεμών να δείρουσι τον Άγιον με ωμά νεύρα. Ο δε Άγιος ανδρειότερος γενόμενος, εκίνησε τον ηγεμόνα εις περισσότερον θυμόν με τας σοφάς αποκρίσεις του. Όθεν κρεμασθείς από ένα ξύλον, ξέεται με σιδηρένια ονύχια. Οι δε ξέοντες δήμιοι εσυναλλάζοντο ένας μετά τον άλλον, και ακολούθως επροξένουν εις τον μάρτυρα του Χριστού δριμυτέρους τους πόνους. Τόσον οπού, και αυτός ο ηγεμών Λυσίας εξεπλάγη, και εθαύμασε την υπομονήν του γενναίου ανδρός. Δια τούτο και επρόσταξε, να παύσουν μεν από το να τιμωρούν αυτόν, να τον ρίψουν δε εις την φυλακήν. Ο δε Μάρτυς φερόμενος εις την φυλακήν δια μέσου της πόλεως, παρρησία εσυμβούλευεν όλον τον ακολουθούντα λαόν, δια να κάμνη, όσα είναι ψυχωφελή και σωτήρια.

Αφ’ ου δε επέρασαν πέντε ημέραι, εκαλέσθη ο Μάρτυς εις το βήμα. Και επειδή ήλεγξε πάλιν τον ηγεμόνα με τας σοφωτάτας αυτού αντιρρήσεις, δια τούτο συντρίβεται κατά το στόμα με πέτρας, και προστάζεται δια της φωνής των διαλαλητών, να μη προφέρη συχνάκις τον Χριστόν με την γλώσσαν του. Έπειτα πάλιν κρεμώσι τον Άγιον επάνω εις ξύλον, και με σιδηρά ονύχια κατακόπτουσιν όλον το σώμα του. Μετά ταύτα ανέβασαν αυτόν επάνω εις ένα τείχος υψηλόν, και δένουσι δύω μεγαλωτάτας και βαρυτάτας πέτρας, την μίαν μεν, από τον τράχηλόν του, την δε άλλην, από τους πόδας του. Είτα ζώνουσι σχοινίον από την μέσην του, και ούτω κρεμώσιν αυτόν από το τείχος. Και αφ’ ου και εκεί κρεμάμενος έδειξε μίαν θαυμαστήν γενναιότητα, και εξέπληξε τον τύραννον με τα σοφά του λόγια, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού. Και το μεν μαρτυρικόν αυτού λείψανον πέρνοντες οι Χριστιανοί, έφερον αυτό με τιμήν εις την εδικήν του πατρίδα Σεβάστειαν. Ο δε Θεός, τοιούτον παράδοξον και γλυκύτατον θαύμα ετέλεσεν.

Εις καιρόν οπού εφέρετο το λείψανον του Αγίου εις την Σεβάστειαν, και όλοι οι εν τη Σεβαστεία Χριστιανοί ευγήκαν με προθυμίαν δια να το προϋπαντήσουν, τότε έτυχε να αποθάνη ένας δούλος του Μάρτυρος. Η δε γυνή του αποθανόντος, επειδή δεν εδύνετο να εύγη και αυτή δια να προϋπαντήση το άγιον λείψανον, ένα μεν, διατί έκλαιε και ωδύρετο πικρώς τον νεκρόν άνδρα της· και άλλο δε, διατί μόνη μείνασα, δεν είχε κανένα να την συλλυπηθή και να την παρηγορήση. Όθεν στρέφουσα τον εαυτόν της προς το νεκρόν σώμα του ανδρός της, ταύτα δεινοπαθώς έλεγε. Σηκώσου, ω άνδρα μου, σηκώσου δια να εύγωμεν να προϋπαντήσωμεν τον αγαπητόν μας αυθέντην, όστις έρχεται δια του αγίου λειψάνου του. Επρόσθεττε δε και άλλα τοιαύτα παρακινητικά λόγια, συνομιλούσα με τον άνδρα της, ωσάν να ήτον ζωντανός. Και, ω του παραδόξου θαύματος! εν ω έλεγε ταύτα, βλέπει και σηκόνεται ο νεκρός. Όστις ρίψας τα επάνω του ευρισκόμενα σάβανα και νεκροτάφια, και ζώσας την μέσην του, ευθύς έτρεξε και επροϋπάντα το του Μάρτυρος και αυθέντου του λείψανον, εις τρόπον ότι εξεπλάγησαν δια το τοιούτον θαυμάσιον όλοι οι εκεί ευρεθέντες. Μάλιστα δε και εξαιρέτως εκείνοι, οπού είδον με τους οφθαλμούς των, ότι τη αληθεία απέθανε. Ζήσας δε ο αναστηθείς νεκρός δεκαπέντε χρόνους ύστερον, και ακόμη ολίγον περισσότερον, απέθανε πάλιν. Το δε πάντιμον λείψανον του Αγίου Σεβηριανού ενταφιάσθη εις ένα τόπον, ο οποίος εφανερώθη παρά Θεού ύστερον με τοιούτον τρόπον. Κατά θείαν δύναμιν εφάνη ένας αετός, όστις εβάσταζεν ένα στέφανον ωραιότατον, πλεγμένον από διάφορα ευωδέστατα άνθη. Τούτον δε τον στέφανον έρριψεν επάνω εις τον τόπον εκείνον, εις τον οποίον ευλαβώς και ιερώς, ως ιερόν και πάσης ευλαβείας άξιον, ήτον ενταφιασμένον το του Μάρτυρος λείψανον. Από το σημείον δε τούτο μαθόντες οι Χριστιανοί τον τόπον, έσκαψαν και ευρήκαν το λείψανον του Αγίου (2).

(2) Σημείωσαι, ότι τον Βίον του Αγίου Σεβηριανού συνέγραψεν ο Μεταφραστής ελληνιστί. Ευρίσκεται δε εν τη Ιερά Λαύρα και εν τη Μονή των Ιβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Λικινίου του δυσσεβούς βασιλεύοντος».

*

9-9 (2)Μνήμη της αγίας και Οικουμενικής Τρίτης Συνόδου των Αγίων διακοσίων Πατέρων, των επί της βασιλείας Θεοδοσίου του μικρού εν Εφέσω συναχθέντων, και καθελόντων τον δυσσεβή Νεστόριον.

Άνθρωπον απλούν ου Θεάνθρωπον Λόγον,
Ο Νεστόριος Χριστόν ερρέτω λέγων.

Αύτη η αγία και Οικουμενική Σύνοδος συνεκροτήθη κατά τους χρόνους Θεοδοσίου του μικρού, εν έτει από Χριστού υλα’ [431], εναντίον του Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου· όστις ήτον ανθρωπολάτρης και ασεβής, διαιρών εις δύω τον ένα Χριστόν. Έλεγε γαρ, ότι ο Χριστός είναι ψιλός άνθρωπος, και όχι Θεός σεσαρκωμένος.

 

 

 

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοφάνους του Ομολογητού, του προ του Διοκλητιανού ασκήσαντος και ομολογήσαντος.

Φανείς Θεού μέγιστος αστήρ καθάπερ,
Την νύκτα λύεις Θεόφανες της πλάνης.

Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Κάρου και Καρίνου των βασιλέων, εν έτει σπγ’ [283], και εγεννήθη από γονείς Έλληνας. Επίστευσε δε τω Χριστώ με παράδοξον τρόπον, όταν ήτον πολλά νέος κατά την ηλικίαν. Βλέπωντας γαρ μίαν φοράν ένα παιδίον, οπού εκινδύνευε να αποθάνη από την ψύχραν, εύγαλε τα εδικά του φορέματα, και ένδυσε με αυτά το παιδίον. Επειδή δε ο πατήρ του ερώτησεν αυτόν, πού είναι, τέκνον μου, τα ιμάτιά σου; σοφώς απεκρίθη ο Άγιος, ότι ένδυσα τον Χριστόν με αυτά. Ο δε πατήρ του πάλιν ερώτησεν αυτόν. Και ποίος είναι ο Χριστός; ημείς γαρ οι Έλληνες, τον Ερμήν, και τον Απόλλωνα σεβόμεθα. Τότε ο Άγιος αρνήθη τον πατέρα του, ως ασεβή και Έλληνα. Όθεν Άγγελος Κυρίου φανείς, επήρεν αυτόν και τον ανεβίβασεν επάνω εις το όρος το καλούμενον Διαβηνόν. Και παρέδωκεν αυτόν εις ένα ασκητήν, όστις είχε χρόνους εβδομήκοντα πέντε εν τη ασκήσει. Όθεν τούτον παραλαβών ο ασκητής, τον εμαθήτευσε μαζί με την ασκητικήν πολιτείαν και τα ιερά γράμματα. Ετρέφοντο δε και οι δύω, ο τε διδάσκαλος και ο μαθητής υπό θείου Αγγέλου.

Επειδή δε ο ασκητής μετά πέντε χρόνους απήλθε προς Κύριον, έμεινεν ο μαθητής Θεοφάνης, μεταχειριζόμενος την αυτήν του διδασκάλου του άσκησιν. Και έτζι διεπέρασεν εν τη ασκήσει χρόνους πενηνταοκτώ. Έπειτα οδηγηθείς από θείον Άγγελον, ευγήκεν εκ του σπηλαίου του, καθεζόμενος επάνω εις ένα λεοντάρι και περιπατήσας με αυτό έως εις διάστημα εξήκοντα σταδίων: ήτοι οκτώ ήμισυ μιλίων (3). Περιερχόμενος δε εκήρυττε πανταχού την εις Χριστόν πίστιν. Όθεν επίασαν αυτόν Κάρος και Καρίνος οι βασιλείς, και έδωκαν εις το πρόσωπον αυτού ραπίσματα εκατόν. Έπειτα βασανίσαντες αυτόν με διαφόρους τιμωρίας, είδον ότι με τα θαύματα οπού έκαμνεν, επίστευον εις τον Χριστόν πολύ πλήθος Ελλήνων, και εβαπτίζοντο υπ’ αυτού. Δια τούτο καταισχυνθέντες, αφήκαν αυτόν να πολιτεύεται καθώς θέλει. Ο δε Άγιος πάλιν ανέβη εις το σπήλαιον εκείνο, όπου ήτον το πρότερον, και ζήσας ακόμη χρόνους δεκαεπτά, απήλθε προς Κύριον. Όλοι δε οι χρόνοι της ζωής του εστάθησαν εβδομηνταπέντε.

(3) Το γαρ ιταλικόν μίλιον, όπερ απλώς και κοινώς λέγεται μίλιον, περιέχει οκτώ στάδια, όθεν και οκτωστάδιον λέγεται, ήτοι περιέχει, χίλια μεν βήματα, πέντε δε χιλιάδες ποδάρια το κάθε μίλιον.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Χαρίτων ξίφει τελειούται· ου η σύναξις τελείται εν τω Δευτέρω.

Πολλή χάρις σοι χριστομάρτυς Χαρίτων,
Χριστού χάριν τράχηλον εκκεκομμένω (4).

(4) Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Στράτωνος, και το δίστιχον αυτού. Ταύτα γαρ εγράφησαν κατά την δεκάτην τρίτην του παρόντος Σεπτεμβρίου, όπου και το Συναξάριον αυτού γράφεται μετά Κρονίδους, Λεοντίου, και άλλων πολλών Μαρτύρων. Ομοίως περιττώς γράφεται εδώ η μνήμη και το δίστιχον Θεοδώρου, Αμμιανού και Ιουλιανού των Μαρτύρων. Τούτων γαρ η μνήμη και το δίστιχον και το Συναξάριον εγράφησαν κατά την τετάρτην του παρόντος Σεπτεμβρίου.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

9-9 (1)Τω αυτώ μηνί Θ’, η Σύναξις των δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης.

Ιωακείμ τέρφθητι συν τη συζύγω,
Τεκόντες άμφω ψυχικήν τέρψιν κτίσει.

Η δ’ ενάτη τοκέων Θεομήτορος εύρε σύναξιν.

Τούτων των Αγίων την μνήμην εορτάζομεν σήμερον, διατί αυτοί έγιναν πρόξενοι της παγκοσμίου χαράς, με το μέσον της αυτών θυγατρός και Κυρίας ημών Θεοτόκου. Η γαρ μνήμη της αυτών τελειώσεως, εορτάζεται κατά την εικοστήν πέμπτην του Ιουλίου μηνός (1).

(1) Εις την σημερινήν μνήμην των Αγίων Θεοπατόρων εγκώμιον έχει Κοσμάς ο Βεστίτωρ, ου η αρχή· «Η χθες της Θεοτόκου». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη του Βατοπαιδίου Μονή, εν τη των Ιβήρων, και εν τη του Διονυσίου.)

 

 

 

 

 

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Σεβηριανού.

Σεβηριανός καν λίθων αλγή βάρει,
Χαίρει κρεμασθείς, ως αποσπών γης πόδας.

Ούτος ο Άγιος εκατοίκει εις την Σεβάστειαν κατά τους χρόνους Λικινίου του βασιλέως και Λυσίου του δουκός εν έτει τιε’ [315], περιβόητος μεν ων πανταχού δια την αρετήν, και την προς Χριστόν πίστιν αυτού, εκ του τάγματος δε υπάρχων των λεγομένων σενατόρων: ήτοι των βασιλικών συμβούλων και συγκλητικών. Όταν ουν ήλθεν εις την Σεβάστειαν ο δουξ Λυσίας, όστις και τους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας εθανάτωσε με πικρόν θάνατον, τότε εμηνύθη εις αυτόν και δια τον Άγιον τούτον Σεβηριανόν: ότι δηλαδή αυτός διδάσκει πολλούς Έλληνας να γίνωνται Χριστιανοί. Και ότι αυτός εστάθη ο αίτιος δια της διδασκαλίας του, να δείξουν εις το μαρτύριον τόσην γενναιότητα οι προ ολίγου αθλήσαντες Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Και ότι αυτός, με το να ήναι πλούσιος, περιποιείται τους εν φυλακαίς ευρισκομένους Χριστιανούς με πλουσίας δεξιώσεις, και έτζι τους κατασταίνει πλέον απειθείς εις τους βασιλικούς ορισμούς. Όθεν παρευθύς αποστέλλονται άνθρωποι δια να τον φέρουν. Αλλ’ ο Άγιος επρόφθασε προ του να υπάγουν οι άνθρωποι, και παρεστάθη μόνος του εις τον Λυσίαν. Και εις αυτόν παρρησιάζει την εις Χριστόν πίστιν με θάρρος μεγάλον.

Και λοιπόν, ευθύς προστάζει ο ηγεμών να δείρουσι τον Άγιον με ωμά νεύρα. Ο δε Άγιος ανδρειότερος γενόμενος, εκίνησε τον ηγεμόνα εις περισσότερον θυμόν με τας σοφάς αποκρίσεις του. Όθεν κρεμασθείς από ένα ξύλον, ξέεται με σιδηρένια ονύχια. Οι δε ξέοντες δήμιοι εσυναλλάζοντο ένας μετά τον άλλον, και ακολούθως επροξένουν εις τον μάρτυρα του Χριστού δριμυτέρους τους πόνους. Τόσον οπού, και αυτός ο ηγεμών Λυσίας εξεπλάγη, και εθαύμασε την υπομονήν του γενναίου ανδρός. Δια τούτο και επρόσταξε, να παύσουν μεν από το να τιμωρούν αυτόν, να τον ρίψουν δε εις την φυλακήν. Ο δε Μάρτυς φερόμενος εις την φυλακήν δια μέσου της πόλεως, παρρησία εσυμβούλευεν όλον τον ακολουθούντα λαόν, δια να κάμνη, όσα είναι ψυχωφελή και σωτήρια.

Αφ’ ου δε επέρασαν πέντε ημέραι, εκαλέσθη ο Μάρτυς εις το βήμα. Και επειδή ήλεγξε πάλιν τον ηγεμόνα με τας σοφωτάτας αυτού αντιρρήσεις, δια τούτο συντρίβεται κατά το στόμα με πέτρας, και προστάζεται δια της φωνής των διαλαλητών, να μη προφέρη συχνάκις τον Χριστόν με την γλώσσαν του. Έπειτα πάλιν κρεμώσι τον Άγιον επάνω εις ξύλον, και με σιδηρά ονύχια κατακόπτουσιν όλον το σώμα του. Μετά ταύτα ανέβασαν αυτόν επάνω εις ένα τείχος υψηλόν, και δένουσι δύω μεγαλωτάτας και βαρυτάτας πέτρας, την μίαν μεν, από τον τράχηλόν του, την δε άλλην, από τους πόδας του. Είτα ζώνουσι σχοινίον από την μέσην του, και ούτω κρεμώσιν αυτόν από το τείχος. Και αφ’ ου και εκεί κρεμάμενος έδειξε μίαν θαυμαστήν γενναιότητα, και εξέπληξε τον τύραννον με τα σοφά του λόγια, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού. Και το μεν μαρτυρικόν αυτού λείψανον πέρνοντες οι Χριστιανοί, έφερον αυτό με τιμήν εις την εδικήν του πατρίδα Σεβάστειαν. Ο δε Θεός, τοιούτον παράδοξον και γλυκύτατον θαύμα ετέλεσεν.

Εις καιρόν οπού εφέρετο το λείψανον του Αγίου εις την Σεβάστειαν, και όλοι οι εν τη Σεβαστεία Χριστιανοί ευγήκαν με προθυμίαν δια να το προϋπαντήσουν, τότε έτυχε να αποθάνη ένας δούλος του Μάρτυρος. Η δε γυνή του αποθανόντος, επειδή δεν εδύνετο να εύγη και αυτή δια να προϋπαντήση το άγιον λείψανον, ένα μεν, διατί έκλαιε και ωδύρετο πικρώς τον νεκρόν άνδρα της· και άλλο δε, διατί μόνη μείνασα, δεν είχε κανένα να την συλλυπηθή και να την παρηγορήση. Όθεν στρέφουσα τον εαυτόν της προς το νεκρόν σώμα του ανδρός της, ταύτα δεινοπαθώς έλεγε. Σηκώσου, ω άνδρα μου, σηκώσου δια να εύγωμεν να προϋπαντήσωμεν τον αγαπητόν μας αυθέντην, όστις έρχεται δια του αγίου λειψάνου του. Επρόσθεττε δε και άλλα τοιαύτα παρακινητικά λόγια, συνομιλούσα με τον άνδρα της, ωσάν να ήτον ζωντανός. Και, ω του παραδόξου θαύματος! εν ω έλεγε ταύτα, βλέπει και σηκόνεται ο νεκρός. Όστις ρίψας τα επάνω του ευρισκόμενα σάβανα και νεκροτάφια, και ζώσας την μέσην του, ευθύς έτρεξε και επροϋπάντα το του Μάρτυρος και αυθέντου του λείψανον, εις τρόπον ότι εξεπλάγησαν δια το τοιούτον θαυμάσιον όλοι οι εκεί ευρεθέντες. Μάλιστα δε και εξαιρέτως εκείνοι, οπού είδον με τους οφθαλμούς των, ότι τη αληθεία απέθανε. Ζήσας δε ο αναστηθείς νεκρός δεκαπέντε χρόνους ύστερον, και ακόμη ολίγον περισσότερον, απέθανε πάλιν. Το δε πάντιμον λείψανον του Αγίου Σεβηριανού ενταφιάσθη εις ένα τόπον, ο οποίος εφανερώθη παρά Θεού ύστερον με τοιούτον τρόπον. Κατά θείαν δύναμιν εφάνη ένας αετός, όστις εβάσταζεν ένα στέφανον ωραιότατον, πλεγμένον από διάφορα ευωδέστατα άνθη. Τούτον δε τον στέφανον έρριψεν επάνω εις τον τόπον εκείνον, εις τον οποίον ευλαβώς και ιερώς, ως ιερόν και πάσης ευλαβείας άξιον, ήτον ενταφιασμένον το του Μάρτυρος λείψανον. Από το σημείον δε τούτο μαθόντες οι Χριστιανοί τον τόπον, έσκαψαν και ευρήκαν το λείψανον του Αγίου (2).

(2) Σημείωσαι, ότι τον Βίον του Αγίου Σεβηριανού συνέγραψεν ο Μεταφραστής ελληνιστί. Ευρίσκεται δε εν τη Ιερά Λαύρα και εν τη Μονή των Ιβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Λικινίου του δυσσεβούς βασιλεύοντος».

*

9-9 (2)Μνήμη της αγίας και Οικουμενικής Τρίτης Συνόδου των Αγίων διακοσίων Πατέρων, των επί της βασιλείας Θεοδοσίου του μικρού εν Εφέσω συναχθέντων, και καθελόντων τον δυσσεβή Νεστόριον.

Άνθρωπον απλούν ου Θεάνθρωπον Λόγον,
Ο Νεστόριος Χριστόν ερρέτω λέγων.

Αύτη η αγία και Οικουμενική Σύνοδος συνεκροτήθη κατά τους χρόνους Θεοδοσίου του μικρού, εν έτει από Χριστού υλα’ [431], εναντίον του Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου· όστις ήτον ανθρωπολάτρης και ασεβής, διαιρών εις δύω τον ένα Χριστόν. Έλεγε γαρ, ότι ο Χριστός είναι ψιλός άνθρωπος, και όχι Θεός σεσαρκωμένος.

 

 

 

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοφάνους του Ομολογητού, του προ του Διοκλητιανού ασκήσαντος και ομολογήσαντος.

Φανείς Θεού μέγιστος αστήρ καθάπερ,
Την νύκτα λύεις Θεόφανες της πλάνης.

Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Κάρου και Καρίνου των βασιλέων, εν έτει σπγ’ [283], και εγεννήθη από γονείς Έλληνας. Επίστευσε δε τω Χριστώ με παράδοξον τρόπον, όταν ήτον πολλά νέος κατά την ηλικίαν. Βλέπωντας γαρ μίαν φοράν ένα παιδίον, οπού εκινδύνευε να αποθάνη από την ψύχραν, εύγαλε τα εδικά του φορέματα, και ένδυσε με αυτά το παιδίον. Επειδή δε ο πατήρ του ερώτησεν αυτόν, πού είναι, τέκνον μου, τα ιμάτιά σου; σοφώς απεκρίθη ο Άγιος, ότι ένδυσα τον Χριστόν με αυτά. Ο δε πατήρ του πάλιν ερώτησεν αυτόν. Και ποίος είναι ο Χριστός; ημείς γαρ οι Έλληνες, τον Ερμήν, και τον Απόλλωνα σεβόμεθα. Τότε ο Άγιος αρνήθη τον πατέρα του, ως ασεβή και Έλληνα. Όθεν Άγγελος Κυρίου φανείς, επήρεν αυτόν και τον ανεβίβασεν επάνω εις το όρος το καλούμενον Διαβηνόν. Και παρέδωκεν αυτόν εις ένα ασκητήν, όστις είχε χρόνους εβδομήκοντα πέντε εν τη ασκήσει. Όθεν τούτον παραλαβών ο ασκητής, τον εμαθήτευσε μαζί με την ασκητικήν πολιτείαν και τα ιερά γράμματα. Ετρέφοντο δε και οι δύω, ο τε διδάσκαλος και ο μαθητής υπό θείου Αγγέλου.

Επειδή δε ο ασκητής μετά πέντε χρόνους απήλθε προς Κύριον, έμεινεν ο μαθητής Θεοφάνης, μεταχειριζόμενος την αυτήν του διδασκάλου του άσκησιν. Και έτζι διεπέρασεν εν τη ασκήσει χρόνους πενηνταοκτώ. Έπειτα οδηγηθείς από θείον Άγγελον, ευγήκεν εκ του σπηλαίου του, καθεζόμενος επάνω εις ένα λεοντάρι και περιπατήσας με αυτό έως εις διάστημα εξήκοντα σταδίων: ήτοι οκτώ ήμισυ μιλίων (3). Περιερχόμενος δε εκήρυττε πανταχού την εις Χριστόν πίστιν. Όθεν επίασαν αυτόν Κάρος και Καρίνος οι βασιλείς, και έδωκαν εις το πρόσωπον αυτού ραπίσματα εκατόν. Έπειτα βασανίσαντες αυτόν με διαφόρους τιμωρίας, είδον ότι με τα θαύματα οπού έκαμνεν, επίστευον εις τον Χριστόν πολύ πλήθος Ελλήνων, και εβαπτίζοντο υπ’ αυτού. Δια τούτο καταισχυνθέντες, αφήκαν αυτόν να πολιτεύεται καθώς θέλει. Ο δε Άγιος πάλιν ανέβη εις το σπήλαιον εκείνο, όπου ήτον το πρότερον, και ζήσας ακόμη χρόνους δεκαεπτά, απήλθε προς Κύριον. Όλοι δε οι χρόνοι της ζωής του εστάθησαν εβδομηνταπέντε.

(3) Το γαρ ιταλικόν μίλιον, όπερ απλώς και κοινώς λέγεται μίλιον, περιέχει οκτώ στάδια, όθεν και οκτωστάδιον λέγεται, ήτοι περιέχει, χίλια μεν βήματα, πέντε δε χιλιάδες ποδάρια το κάθε μίλιον.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Χαρίτων ξίφει τελειούται· ου η σύναξις τελείται εν τω Δευτέρω.

Πολλή χάρις σοι χριστομάρτυς Χαρίτων,
Χριστού χάριν τράχηλον εκκεκομμένω (4).

(4) Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Στράτωνος, και το δίστιχον αυτού. Ταύτα γαρ εγράφησαν κατά την δεκάτην τρίτην του παρόντος Σεπτεμβρίου, όπου και το Συναξάριον αυτού γράφεται μετά Κρονίδους, Λεοντίου, και άλλων πολλών Μαρτύρων. Ομοίως περιττώς γράφεται εδώ η μνήμη και το δίστιχον Θεοδώρου, Αμμιανού και Ιουλιανού των Μαρτύρων. Τούτων γαρ η μνήμη και το δίστιχον και το Συναξάριον εγράφησαν κατά την τετάρτην του παρόντος Σεπτεμβρίου.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

Των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, Σεβηριανού, Θεοφάνους, Χαρίτωνος· μνήμη της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.