Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου25 Μαρτίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΚΕ’, ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας (1).
Ήγγειλεν Υιόν Άγγελος τη Παρθένω,
Πατρός μεγίστης Άγγελον βουλής μέγαν.
Γήθεο τη Μαρίη έφατ’ Άγγελος εικάδι πέμπτη.
Ο φιλάνθρωπος και ελεήμων Θεός, ο πάντοτε φροντίζων δια το γένος των ανθρώπων ως Πατήρ φιλόστοργος, θεωρών το πλάσμα των χειρών αυτού, οπού κατετυραννείτο από τον Διάβολον, και κατεσύρετο εις τα πάθη της ατιμίας, και εις την ειδωλολατρείαν υπέκειτο, ηθέλησε να αποστείλη τον Υιόν του τον μονογενή, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, δια να λυτρώση αυτό από τας χείρας του Διαβόλου. Επειδή δε ηθέλησε να μη ηξεύρη το μυστήριον τούτο, όχι μόνον ο Σατανάς, αλλ’ ουδέ αυταί αι Ουράνιαι Δυνάμεις (2), δια τούτο ενεπιστεύθη το μυστήριον αυτό εις ένα Αρχάγγελον, ήτοι εις τον ενδοξότατον Γαβριήλ. Προοικονόμησε δε να γεννηθή και η Αγία Παρθένος Μαρία, και να φυλαχθή καθαρά, ως αξία του τοιούτου μεγάλου μυστηρίου και παγκοσμίου καλού. Όθεν ελθών ο Άγγελος εις πόλιν Ναζαρέτ, είπεν αυτή· «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου». Η δε Παρθένος ύστερον από άλλα λόγια, είπε τελευταίον προς τον Άγγελον· «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Και ευθύς με τον λόγον τούτον συνέλαβεν υπερφυώς εν τη αχράντω κοιλία της, τον Υιόν και Λόγον του Θεού, την ενυπόστατον σοφίαν και δύναμιν αυτού, με την επισκίασιν αυτού του ιδίου Λόγου του Θεού, και με την επέλευσιν του Παναγίου Πνεύματος. Από τότε λοιπόν ετελέσθησαν οικονομικώς άπαντα τα μυστήρια του Θεού Λόγου δια την ημετέραν σωτηρίαν και απολύτρωσιν (3). (Όρα εις τον Θησαυρόν του πεζογράφου Δαμασκηνού, και εις τον Μηνιάτην, και εις την Σάλπιγγα, και εις την Σαγήνην, και εις τον Κωφόν, και εις την Κατήχησιν του Στουδίτου.)
(1) Σημείωσαι, ότι εις τον Ευαγγελισμόν εγκώμια έπλεξαν ο Χρυσόστομος δύω, ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Βασιλικών μυστηρίων εορτήν εορτάζομεν σήμερον», του δε ετέρου, αύτη· «Πάλιν χαράς ευαγγέλια». Ανδρέας ο Κρήτης, ου η αρχή· «Επέστη σήμερον η πάντων χαρά». Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ου η αρχή· «Νυν η της Βασιλίδος Βασιλική». Γρηγόριος ο Νεοκαισαρείας, ου η αρχή· «Εορτάς μεν απάσας και υμνωδίας». Γερμανός ο Κωνσταντινουπόλεως, ου η αρχή· «Της παρούσης τιμίας και Βασιλικής». Θεόδωρος ο Μονερημήτης, ου η αρχή· «Όταν η χειμέριος της ειδωλολατρείας». (Σώζονται πάντες εν τω Κοινοβίω του Διονυσίου.) Έχει εγκώμιον εις την αυτήν εορτήν και ο Πρόκλος, και Ιωσήφ ο Βρυέννιος. Και ο Νύσσης δε θείος Γρηγόριος λόγον σύντομον ομού και γλαφυρόν συνέθετο εις τον Ευαγγελισμόν, όστις σώζεται μεν εν τη Ιερά Μονή του Σταυρονικήτα, χειρόγραφος, ου σώζεται δε εν τοις τετυπωμένοις τρισί τόμοις του Αγίου, ου η αρχή· «Τη προτέρα Κυριακή την Ορθόδοξον ταύτην Εκκλησίαν, Ουράνιον χορείαν εκάλεσεν ο Μέγας Βασίλειος». Αλλά και Ιωάννης ο πάνσοφος και Γεωμέτρης, λόγον προσφωνητικόν και χαριστήριον συνέθετο εις τον Ευαγγελισμόν, ου η αρχή· «Χαίρετε, τούτο μοι το βραχύ και μέγα του λόγου προοίμιον, χαίρετε». Και ο ύπατος των φιλοσόφων Ψελλός, ου η αρχή· «Αρχή μεν των όντων Θεός». (Σώζονται και οι δύω εν τω δευτέρω Πανηγυρικώ της Ιεράς Μονής του Βατοπαιδίου, και εν τη Μονή του Παντοκράτορος.) Γρηγόριος ο Παλαμάς, ου η αρχή· «Ο μεν ψαλμωδός Προφήτης». Γερμανός ο Κωνσταντινουπόλεως λόγον δεύτερον, ου η αρχή· «Επ’ όρους υψηλού ανάβηθι ο ευαγγελιζόμενος». (Σώζονται εν τω δευτέρω Πανηγυρικώ της του Βατοπαιδίου.) Εν δε τη Λαύρα και εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων σώζεται και έτερος λόγος Γρηγορίου Νεοκαισαρείας, ου η αρχή· «Σήμερον αγγελική παρατάξει». Εν τω περιωνύμω δε Ναώ του Πρωτάτου σώζεται και εις λόγος Σωφρονίου Ιεροσολύμων, ου η αρχή· «Ευαγγέλια αδελφοί ευαγγέλια· και πάλιν ερώ ευαγγέλια». Αλλά και ο Φώτιος λόγον συνέθετο εις την αυτήν εορτήν, ου η αρχή· «Φαιδρά της παρούσης ημέρας καθέστηκεν η πανήγυρις, και λαμπράν την χαράν τοις πέρασιν αποφέρεται». Ομοίως και Θεοφάνης ο Κεραμεύς ο Ταυρομενίας Επίσκοπος, ου η αρχή· «Σήμερον η Εκκλησία δαδουχείται μυστικώς και πυρσεύεται». (Σώζεται εν τω Πρωτάτω.)
(2) Ο δε θεοφόρος Μάξιμος εν τη μβ’ ερωτήσει ούτως επί λέξεως λέγει· «Επειδή τινες απορούσιν, ότι πώς λαθείν λέγεται τας Ουρανίους Δυνάμεις η του Κυρίου Ενανθρώπησις, οπόταν ευρίσκωμεν, ότι και αι προφητείαι αι προ του Κυρίου, δι’ Αγγέλων γεγόνασι, και την σύλληψιν της Παρθένου ο Γαβριήλ ευαγγελίζεται, και τους ποιμένας Άγγελοι μυσταγωγούσιν; απόκρισις. Ότι μεν ήδεισαν οι Άγγελοι την μέλλουσαν έσεσθαι επί σωτηρία των ανθρώπων του Κυρίου ενανθρώπησιν, ου δει αμφιβάλλειν. Εκείνο δε έλαθεν αυτούς, η ακατάληπτος του Κυρίου σύλληψις, και ο τρόπος. Πώς όλος εν τω Πατρί ων, και όλος ων εν πάσι, και πάντα πληρών, όλος ην εν τη γαστρί της Παρθένου».
(3) Σημειούμεν ενταύθα, ότι εάν τύχη η εορτή του Ευαγγελισμού κατά την Μεγάλην Εβδομάδα, εις οίνον μόνον και έλαιον γίνεται κατάλυσις, ουχί δε και εις οψάριον δια το αιδέσιμον των παθών του Κυρίου, καθώς πάντα τα Τυπικά συμφώνως διορίζουσι. Καν και ο θείος Νικηφόρος εν τω πέμπτω αυτού Κανόνι λέγη, ότι ανίσως τύχη ο Ευαγγελισμός τη Μεγάλη Πέμπτη, ή τη Μεγάλη Παρασκευή, δεν αμαρτάνομεν ανίσως καταλύσωμεν κρασί και οψάρια. Αληθώς μέγας Πατήρ της Εκκλησίας είναι ο θείος Νικηφόρος. Επειδή όμως όλα τα Τυπικά ούτως αποφασίζουν, και Άγιοι και Πατέρες της Εκκλησίας είναι εκείνοι, οπού έγραψαν τα Τυπικά, και αρχαιότεροι ακόμη και του θείου Νικηφόρου, ο,τι λογής είναι ο Σάββας, ο θείος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο Χαρίτων, ο Ευθύμιος, ο Κυριακός, και άλλοι όμοιοι, δια τούτο προτιμώμεν την κοινήν των Πατέρων ομοφωνίαν. Και μάλιστα διατί υποπτεύομεν, μήπως ήναι κανενός κοιλιοδούλου προσθήκη τα οψάρια. Επειδή δύσκολα πιστεύομεν, ότι ένας τοιούτος Άγιος να ειπή εναντία της εκκλησιαστικής Διατάξεως. Όρα δε και πως ο Άγιος δεν λέγει αποφαντικώς εις τον ανωτέρω Κανόνα, ότι να εσθίεται οψάριον, αλλ’ υποθετικώς, ότι εάν φάγη τινάς οψάριον εν τη εορτή ταύτη τυχούση τη Μεγάλη Πέμπτη και Μεγάλη Παρασκευή, δεν αμαρτάνει. Και δεν είπεν ότι καλώς ποιεί, αλλ’ ότι δεν αμαρτάνει. Πολύ δε διαφέρει το πρώτον από το δεύτερον. Εγώ είχον υποσημείωσιν εις τον ανωτέρω πέμπτον Κανόνα του Αγίου Νικηφόρου, τον περιεχόμενον εν τω ημετέρω Πηδαλίω μετά των λοιπών τριάκοντα επτά Κανόνων του αυτού Αγίου. Αλλ’ ο νοθεύσας το ιερόν Πηδάλιον, και πολλάς ατόπους προσθήκας και αφαιρέσεις εν αυτώ ποιησάμενος, αυτός κακώς αφαίρεσε και την υποσημείωσιν εκείνην, δια να δώση άδειαν να καταλύουν οι Χριστιανοί οψάρια εν τη αυτή εορτή του Ευαγγελισμού, τυχούση κατά την Μεγάλην Εβδομάδα. Όρα δε και εις το τριακοστόν όγδοον κεφάλαιον του Καθολικού και τετυπωμένου Τυπικού, όπου αυτολεξεί γράφεται ταύτα· «Ιστέον δε ότι η εορτή της υπεραγίας Θεοτόκου του Ευαγγελισμού, ει τύχοι τη Μεγάλη Εβδομάδι, εν η αν ημέρα επιστή, γίνεται παράκλησις τοις αδελφοίς, επί μεταλήψει οίνου και ελαίου, ιχθύος δε ου».
Και τούτο δε προσημειούμεν, ότι η εορτή αύτη του Ευαγγελισμού, ουδέ ποτε μετατίθεται εις άλλην ημέραν. Αλλά εις όποιαν ημέραν τύχη, εις εκείνην και εορτάζεται. Καθώς άπαντα τα Τυπικά συμφώνως διορίζουσι. Και ο ανωτέρω δε Κανών του Αγίου Νικηφόρου, και οι λόγοι των Διδασκάλων παλαιών τε και νεωτέρων οι εις την εορτήν ταύτην πεπονημένοι, και μάλιστα του Βρυεννίου Ιωσήφ, τούτο βεβαιούσι. Επειδή γαρ η εορτή του Ευαγγελισμού είναι αρχή και κεφαλή όλων των Δεσποτικών εορτών, εάν αύτη μετατεθή, είναι ανάγκη να συμμετατεθούν και αι άλλαι Δεσποτικαί εορταί, και η των Χριστού Γεννών δηλαδή, και η των Θεοφανείων, και η της Υπαπαντής, και καθεξής όλαι αι άλλαι. Και ούτω να γένη μία μεγάλη σύγχυσις εις όλον τον κύκλον των εορτών. Όθεν οι ταύτην μετατιθέντες, κακώς ποιούσιν. Ευηγγελίσθη δε η Θεοτόκος εν ημέρα Δευτέρα, ή κατ’ άλλους εν Κυριακή.
*
Τη αυτή ημέρα ο Όσιος Πατήρ ημών Σεννούφιος ο Σημειοφόρος εν ειρήνη τελειούται.
Το σήμα κρύπτει σώμα του Σεννουφίου,
Σημεία του δείξαντος εν βίω ξένα.
*
Αι Άγιαι Μάρτυρες Πελαγία και Θεοδοσία ξίφει τελειούνται.
Θεοδοσία και Πελαγία ξίφει,
Πέλαγος εύρον δωρεών Θεού Λόγου.
*
Δήμιός τις τον Χριστόν επιγνούς, και εν ζοφώδει φρουρά βληθείς, τελειούται.
Ειρκτήν σκοτεινήν δήμιος κατεκρίθη,
Γνους Χριστόν εξάγοντα φως από σκότους.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΕ΄, ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ᾈειπαρθένου Μαρίας (1).
Ἤγγειλεν Υἱὸν Ἄγγελος τῇ Παρθένῳ,
Πατρὸς μεγίστης Ἄγγελον βουλῆς μέγαν.
Γήθεο τῇ Μαρίῃ ἔφατ’ Ἄγγελος εἰκάδι πέμπτῃ.
Ὁ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός, ὁ πάντοτε φροντίζων διὰ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ὡς Πατὴρ φιλόστοργος, θεωρῶν τὸ πλάσμα τῶν χειρῶν αὑτοῦ, ὁποῦ κατετυραννεῖτο ἀπὸ τὸν Διάβολον, καὶ κατεσύρετο εἰς τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, καὶ εἰς τὴν εἰδωλολατρείαν ὑπέκειτο, ἠθέλησε νὰ ἀποστείλῃ τὸν Υἱόν του τὸν μονογενῆ, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, διὰ νὰ λυτρώσῃ αὐτὸ ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ Διαβόλου. Ἐπειδὴ δὲ ἠθέλησε νὰ μὴ ἠξεύρῃ τὸ μυστήριον τοῦτο, ὄχι μόνον ὁ Σατανᾶς, ἀλλ’ οὐδὲ αὐταὶ αἱ Οὐράνιαι Δυνάμεις (2), διὰ τοῦτο ἐνεπιστεύθη τὸ μυστήριον αὐτὸ εἰς ἕνα Ἀρχάγγελον, ἤτοι εἰς τὸν ἐνδοξότατον Γαβριήλ. Προοικονόμησε δὲ νὰ γεννηθῇ καὶ ἡ Ἁγία Παρθένος Μαρία, καὶ νὰ φυλαχθῇ καθαρά, ὡς ἀξία τοῦ τοιούτου μεγάλου μυστηρίου καὶ παγκοσμίου καλοῦ. Ὅθεν ἐλθὼν ὁ Ἄγγελος εἰς πόλιν Ναζαρέτ, εἶπεν αὐτῇ· «Χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Ἡ δὲ Παρθένος ὕστερον ἀπὸ ἄλλα λόγια, εἶπε τελευταῖον πρὸς τὸν Ἄγγελον· «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου». Καὶ εὐθὺς μὲ τὸν λόγον τοῦτον συνέλαβεν ὑπερφυῶς ἐν τῇ ἀχράντῳ κοιλίᾳ της, τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐνυπόστατον σοφίαν καὶ δύναμιν αὐτοῦ, μὲ τὴν ἐπισκίασιν αὐτοῦ τοῦ ἰδίου Λόγου τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τὴν ἐπέλευσιν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἀπὸ τότε λοιπὸν ἐτελέσθησαν οἰκονομικῶς ἅπαντα τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ Λόγου διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν καὶ ἀπολύτρωσιν (3). (Ὅρα εἰς τὸν Θησαυρὸν τοῦ πεζογράφου Δαμασκηνοῦ, καὶ εἰς τὸν Μηνιάτην, καὶ εἰς τὴν Σάλπιγγα, καὶ εἰς τὴν Σαγήνην, καὶ εἰς τὸν Κωφόν, καὶ εἰς τὴν Κατήχησιν τοῦ Στουδίτου.)
(1) Σημείωσαι, ὅτι εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν ἐγκώμια ἔπλεξαν ὁ Χρυσόστομος δύω, ὧν τοῦ μὲν ἑνὸς ἡ ἀρχή ἐστιν αὕτη· «Βασιλικῶν μυστηρίων ἑορτὴν ἑορτάζομεν σήμερον», τοῦ δὲ ἑτέρου, αὕτη· «Πάλιν χαρᾶς εὐαγγέλια». Ἀνδρέας ὁ Κρήτης, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἐπέστη σήμερον ἡ πάντων χαρά». Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, οὗ ἡ ἀρχή· «Νῦν ἡ τῆς Βασιλίδος Βασιλική». Γρηγόριος ὁ Νεοκαισαρείας, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἑορτὰς μὲν ἁπάσας καὶ ὑμνῳδίας». Γερμανὸς ὁ Κωνσταντινουπόλεως, οὗ ἡ ἀρχή· «Τῆς παρούσης τιμίας καὶ Βασιλικῆς». Θεόδωρος ὁ Μονερημήτης, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὅταν ἡ χειμέριος τῆς εἰδωλολατρείας». (Σῴζονται πᾶντες ἐν τῷ Κοινοβίῳ τοῦ Διονυσίου.) Ἔχει ἐγκώμιον εἰς τὴν αὐτὴν ἑορτὴν καὶ ὁ Πρόκλος, καὶ Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος. Καὶ ὁ Νύσσης δὲ θεῖος Γρηγόριος λόγον σύντομον ὁμοῦ καὶ γλαφυρὸν συνέθετο εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν, ὅστις σῴζεται μὲν ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Σταυρονικήτα, χειρόγραφος, οὐ σῴζεται δὲ ἐν τοῖς τετυπωμένοις τρισὶ τόμοις τοῦ Ἁγίου, οὗ ἡ ἀρχή· «Τῇ προτέρᾳ Κυριακῇ τὴν Ὀρθόδοξον ταύτην Ἐκκλησίαν, Οὐράνιον χορείαν ἐκάλεσεν ὁ Μέγας Βασίλειος». Ἀλλὰ καὶ Ἰωάννης ὁ πάνσοφος καὶ Γεωμέτρης, λόγον προσφωνητικὸν καὶ χαριστήριον συνέθετο εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν, οὗ ἡ ἀρχή· «Χαίρετε, τοῦτό μοι τὸ βραχὺ καὶ μέγα τοῦ λόγου προοίμιον, χαίρετε». Καὶ ὁ ὕπατος τῶν φιλοσόφων Ψελλός, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἀρχὴ μὲν τῶν ὄντων Θεός». (Σῴζονται καὶ οἱ δύω ἐν τῷ δευτέρῳ Πανηγυρικῷ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου, καὶ ἐν τῇ Μονῇ τοῦ Παντοκράτορος.) Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὁ μὲν ψαλμῳδὸς Προφήτης». Γερμανὸς ὁ Κωνσταντινουπόλεως λόγον δεύτερον, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἐπ’ ὄρους ὑψηλοῦ ἀνάβηθι ὁ εὐαγγελιζόμενος». (Σῴζονται ἐν τῷ δευτέρῳ Πανηγυρικῷ τῆς τοῦ Βατοπαιδίου.) Ἐν δὲ τῇ Λαύρᾳ καὶ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τῶν Ἰβήρων σῴζεται καὶ ἕτερος λόγος Γρηγορίου Νεοκαισαρείας, οὗ ἡ ἀρχή· «Σήμερον ἀγγελικῇ παρατάξει». Ἐν τῷ περιωνύμῳ δὲ Ναῷ τοῦ Πρωτάτου σῴζεται καὶ εἷς λόγος Σωφρονίου Ἱεροσολύμων, οὗ ἡ ἀρχή· «Εὐαγγέλια ἀδελφοὶ εὐαγγέλια· καὶ πάλιν ἐρῶ εὐαγγέλια». Ἀλλὰ καὶ ὁ Φώτιος λόγον συνέθετο εἰς τὴν αὐτὴν ἑορτήν, οὗ ἡ ἀρχή· «Φαιδρὰ τῆς παρούσης ἡμέρας καθέστηκεν ἡ πανήγυρις, καὶ λαμπρὰν τὴν χαρὰν τοῖς πέρασιν ἀποφέρεται». Ὁμοίως καὶ Θεοφάνης ὁ Κεραμεὺς ὁ Ταυρομενίας Ἐπίσκοπος, οὗ ἡ ἀρχή· «Σήμερον ἡ Ἐκκλησία δαδουχεῖται μυστικῶς καὶ πυρσεύεται». (Σῴζεται ἐν τῷ Πρωτάτῳ.)
(2) Ὁ δὲ θεοφόρος Μάξιμος ἐν τῇ μβ΄ ἐρωτήσει οὕτως ἐπὶ λέξεως λέγει· «Ἐπειδή τινες ἀποροῦσιν, ὅτι πῶς λαθεῖν λέγεται τὰς Οὐρανίους Δυνάμεις ἡ τοῦ Κυρίου Ἐνανθρώπησις, ὁπόταν εὑρίσκωμεν, ὅτι καὶ αἱ προφητεῖαι αἱ πρὸ τοῦ Κυρίου, δι’ Ἀγγέλων γεγόνασι, καὶ τὴν σύλληψιν τῆς Παρθένου ὁ Γαβριὴλ εὐαγγελίζεται, καὶ τοὺς ποιμένας Ἄγγελοι μυσταγωγοῦσιν; ἀπόκρισις. Ὅτι μὲν ᾔδεισαν οἱ Ἄγγελοι τὴν μέλλουσαν ἔσεσθαι ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦ Κυρίου ἐνανθρώπησιν, οὐ δεῖ ἀμφιβάλλειν. Ἐκεῖνο δὲ ἔλαθεν αὐτούς, ἡ ἀκατάληπτος τοῦ Κυρίου σύλληψις, καὶ ὁ τρόπος. Πῶς ὅλος ἐν τῷ Πατρὶ ὤν, καὶ ὅλος ὢν ἐν πᾶσι, καὶ πᾶντα πληρῶν, ὅλος ἦν ἐν τῇ γαστρὶ τῆς Παρθένου».
(3) Σημειοῦμεν ἐνταῦθα, ὅτι ἐὰν τύχῃ ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κατὰ τὴν Μεγάλην Ἑβδομάδα, εἰς οἶνον μόνον καὶ ἔλαιον γίνεται κατάλυσις, οὐχὶ δὲ καὶ εἰς ὀψάριον διὰ τὸ αἰδέσιμον τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, καθὼς πᾶντα τὰ Τυπικὰ συμφώνως διορίζουσι. Κᾂν καὶ ὁ θεῖος Νικηφόρος ἐν τῷ πέμπτῳ αὐτοῦ Κανόνι λέγῃ, ὅτι ἀνίσως τύχῃ ὁ Εὐαγγελισμὸς τῇ Μεγάλῃ Πέμπτῃ, ἢ τῇ Μεγάλῃ Παρασκευῇ, δὲν ἁμαρτάνομεν ἀνίσως καταλύσωμεν κρασὶ καὶ ὀψάρια. Ἀληθῶς μέγας Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ θεῖος Νικηφόρος. Ἐπειδὴ ὅμως ὅλα τὰ Τυπικὰ οὕτως ἀποφασίζουν, καὶ Ἅγιοι καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκεῖνοι, ὁποῦ ἔγραψαν τὰ Τυπικά, καὶ ἀρχαιότεροι ἀκόμη καὶ τοῦ θείου Νικηφόρου, ὅ,τι λογῆς εἶναι ὁ Σάββας, ὁ θεῖος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Χαρίτων, ὁ Εὐθύμιος, ὁ Κυριακός, καὶ ἄλλοι ὅμοιοι, διὰ τοῦτο προτιμῶμεν τὴν κοινὴν τῶν Πατέρων ὁμοφωνίαν. Καὶ μάλιστα διατὶ ὑποπτεύομεν, μήπως ᾖναι κᾀνενὸς κοιλιοδούλου προσθήκη τὰ ὀψάρια. Ἐπειδὴ δύσκολα πιστεύομεν, ὅτι ἕνας τοιοῦτος Ἅγιος νὰ εἰπῇ ἐναντία τῆς ἐκκλησιαστικῆς Διατάξεως. Ὅρα δὲ καὶ πῶς ὁ Ἅγιος δὲν λέγει ἀποφαντικῶς εἰς τὸν ἀνωτέρω Κανόνα, ὅτι νὰ ἐσθίεται ὀψάριον, ἀλλ’ ὑποθετικῶς, ὅτι ἐὰν φάγῃ τινας ὀψάριον ἐν τῇ ἑορτῇ ταύτῃ τυχούσῃ τῇ Μεγάλῃ Πέμπτῃ καὶ Μεγάλῃ Παρασκευῇ, δὲν ἁμαρτάνει. Καὶ δὲν εἶπεν ὅτι καλῶς ποιεῖ, ἀλλ’ ὅτι δὲν ἁμαρτάνει. Πολὺ δὲ διαφέρει τὸ πρῶτον ἀπὸ τὸ δεύτερον. Ἐγὼ εἶχον ὑποσημείωσιν εἰς τὸν ἀνωτέρω πέμπτον Κανόνα τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, τὸν περιεχόμενον ἐν τῷ ἡμετέρῳ Πηδαλίῳ μετὰ τῶν λοιπῶν τριάκοντα ἑπτὰ Κανόνων τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου. Ἀλλ’ ὁ νοθεύσας τὸ ἱερὸν Πηδάλιον, καὶ πολλὰς ἀτόπους προσθήκας καὶ ἀφαιρέσεις ἐν αὐτῷ ποιησάμενος, αὐτὸς κακῶς ἀφαίρεσε καὶ τὴν ὑποσημείωσιν ἐκείνην, διὰ νὰ δώσῃ ἄδειαν νὰ καταλύουν οἱ Χριστιανοὶ ὀψάρια ἐν τῇ αὐτῇ ἑορτῇ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τυχούσῃ κατὰ τὴν Μεγάλην Ἑβδομάδα. Ὅρα δὲ καὶ εἰς τὸ τριακοστὸν ὄγδοον κεφάλαιον τοῦ Καθολικοῦ καὶ τετυπωμένου Τυπικοῦ, ὅπου αὐτολεξεὶ γράφεται ταῦτα· «Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ ἑορτὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, εἰ τύχοι τῇ Μεγάλῃ Ἑβδομάδι, ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ ἐπιστῇ, γίνεται παράκλησις τοῖς ἀδελφοῖς, ἐπὶ μεταλήψει οἴνου καὶ ἐλαίου, ἰχθύος δὲ οὐ».
Καὶ τοῦτο δὲ προσημειοῦμεν, ὅτι ἡ ἑορτὴ αὕτη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, οὐδέ ποτε μετατίθεται εἰς ἄλλην ἡμέραν. Ἀλλὰ εἰς ὅποιαν ἡμέραν τύχῃ, εἰς ἐκείνην καὶ ἑορτάζεται. Καθὼς ἅπαντα τὰ Τυπικὰ συμφώνως διορίζουσι. Καὶ ὁ ἀνωτέρω δὲ Κανὼν τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, καὶ οἱ λόγοι τῶν Διδασκάλων παλαιῶν τε καὶ νεωτέρων οἱ εἰς τὴν ἑορτὴν ταύτην πεπονημένοι, καὶ μάλιστα τοῦ Βρυεννίου Ἰωσήφ, τοῦτο βεβαιοῦσι. Ἐπειδὴ γὰρ ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ εἶναι ἀρχὴ καὶ κεφαλὴ ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν, ἐὰν αὕτη μετατεθῇ, εἶναι ἀνάγκη νὰ συμμετατεθοῦν καὶ αἱ ἄλλαι Δεσποτικαὶ ἑορταί, καὶ ἡ τῶν Χριστοῦ Γεννῶν δηλαδή, καὶ ἡ τῶν Θεοφανείων, καὶ ἡ τῆς Ὑπαπαντῆς, καὶ καθεξῆς ὅλαι αἱ ἄλλαι. Καὶ οὕτω νὰ γένῃ μία μεγάλη σύγχυσις εἰς ὅλον τὸν κύκλον τῶν ἑορτῶν. Ὅθεν οἱ ταύτην μετατιθέντες, κακῶς ποιοῦσιν. Εὐηγγελίσθη δὲ ἡ Θεοτόκος ἐν ἡμέρᾳ Δευτέρᾳ, ἢ κατ’ ἄλλους ἐν Κυριακῇ.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Σεννούφιος ὁ Σημειοφόρος ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Τὸ σῆμα κρύπτει σῶμα τοῦ Σεννουφίου,
Σημεῖα τοῦ δείξαντος ἐν βίῳ ξένα.
*
Αἱ Ἅγιαι Μάρτυρες Πελαγία καὶ Θεοδοσία ξίφει τελειοῦνται.
Θεοδοσία καὶ Πελαγία ξίφει,
Πέλαγος εὗρον δωρεῶν Θεοῦ Λόγου.
*
Δήμιός τις τὸν Χριστὸν ἐπιγνούς, καὶ ἐν ζοφώδει φρουρᾷ βληθείς, τελειοῦται.
Εἱρκτὴν σκοτεινὴν δήμιος κατεκρίθη,
Γνοὺς Χριστὸν ἐξάγοντα φῶς ἀπὸ σκότους.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας• Σεννουφίου του Σημειοφόρου κ.ά.