Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου14 Ιουλίου

Των Αγίων Ακύλα Αποστόλου, Ιούστου, Ονησίμου, Ιωσήφ Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΑκύλαςΤω αυτώ μηνί ΙΔ’, μνήμη του Αγίου Αποστόλου Ακύλα.

Ήπλωσεν ως δίκτυον ο Παύλος λόγους,
Ήγρευσε δ’ ως θήραμα θείον Ακύλαν.

Ακύλαν δεκάτη γε τετάρτη τύμβος έκρυψεν.

Τούτου τους επαίνους αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς εν ταις Πράξεσιν εν κεφαλαίω ιη’, 2, επειδή γαρ αυτός εστάθη μαθητής και ξενοδόχος του Αποστόλου Παύλου εν έτει ξε’ [65]. Από αυτόν έμαθε τα θεία. Όθεν και την πλάνην του Διαβόλου αποστραφείς, έγινε κήρυξ και μάρτυς των του Χριστού παθημάτων, διο και παρ’ αυτού έλαβε τον άφθαρτον στέφανον. (Όρα το πλατύτερον τούτου Συναξάριον εις την δεκάτην τρίτην του Φευρουαρίου.)

 

 

*

Τη αυτή ημέρα του Αγίου Μάρτυρος Ιούστου.

Μη θύμα βαλείν εις το βωμού πυρ θέλων,
Εις πυρ Ιούστος θύμα βάλλεται ξένον.

Ούτος εκατάγετο από την πόλιν της Ρώμης, στρατιώτης ων εις τόπον καλούμενον Νούμερα, υποκάτω εις τον Κλαύδιον τριβούνον. Γυρίζωντας δε μίαν φοράν από τον πόλεμον των βαρβάρων, εναντίον των οποίων επολέμησε μαζί με τους συστρατιώτας του, ήλθεν εις έκστασιν, και βλέπει ένα σταυρόν κρυσταλλοειδή, από δε τον σταυρόν ευγήκε φωνή, η οποία τον εδίδαξε το της ευσεβείας μυστήριον. Όθεν πηγαίνωντας εις την Ρώμην, εμοίρασε τα υπάρχοντά του εις τους πτωχούς, και κατ’ ιδίαν ευρισκόμενος, ευφραίνετο διατί απόκτησε την πίστιν του Χριστού. Αφ’ ου δε εφανερώθη εις τον τριβούνον Κλαύδιον, ότι ο Άγιος επίστευσεν εις τον Χριστόν, επήρεν αυτόν εκείνος και τον εσυμβούλευε να λυπηθή την νεότητά του, και να παραιτήση την πίστιν του Χριστού. Επειδή όμως δεν εδυνήθη να τον πείση, δια τούτο έστειλεν αυτόν με γράμματα εις τον ηγεμόνα Μαγνέντιον. Ο δε ηγεμών ερώτησε τον Μάρτυρα, και ευρών αυτόν επιμένοντα εις την πίστιν του Χριστού, τούτου χάριν επρόσταξε να δείρουν αυτόν με νεύρα ωμά. Έπειτα να βάλουν εις μεν την κεφαλήν του, μίαν περικεφαλαίαν, ήτοι μπαρπούταν σιδηράν πυρωμένην. Εις δε τας μασχάλας του, να βάλουν μπάλλας σιδηράς αναμμένας, και εις τας χείρας του να προσαρμόσουν άλλας χείρας σιδηράς, και ούτω να απλώσουν αυτόν επάνω εις μίαν σκάραν πεπυρακτωμένην. Ταύτα δε πάντα υπέμεινε γενναίως ο Άγιος δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν. Ύστερον εβάλθη εις ένα καμίνι, και εκεί παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, χωρίς να καή ούτε μία από τας τρίχας του. Τελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Ορφανοτροφείω.

*

Μνήμη του Οσίου πατρός ημών και Θαυματουργού Ονησίμου.

Ελαφρόν ήρα φορτίον σον ηδέως,
Μεθ’ ου σος Ονήσιμος ήκω σοι Λόγε.

Ούτος ο Άγιος Ονήσιμος είναι άλλος από τον Απόστολον Ονήσιμον τον μαθητήν του Αποστόλου Παύλου, και άλλος από τον Μάρτυρα Ονήσιμον. Ούτος λοιπόν ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει τγ’ [303], καταγόμενος εκ Καισαρείας της Παλαιστίνης, από χωρίον καλούμενον, Καρυΐνην. Άδεται δε λόγος, ότι οι γονείς τούτου έλαβον από θείον Άγγελον το Άγιον Βάπτισμα, και ευηγγελίσθησαν πως έχουν να γεννήσουν τούτον τον Άγιον, και πως μέλλει να ονομασθή ο υιός των, Ονήσιμος. Εκ νεαράς δε ηλικίας παραιτήσας τους γονείς του ο Όσιος, επήγεν εις ένα Μοναστήριον της Εφέσου, εις το οποίον ευρίσκοντο Μοναχοί οκτακόσιοι. Οι δε γονείς του κλαίοντες και θρηνούντες δια την αναχώρησίν του, από τα πολλά δάκρυα ετυφλώθησαν. Επειδή δε δια τον διωγμόν του Διοκλητιανού, άφησαν οι Μοναχοί το Μοναστήριον εκείνο, και ανεχώρησαν, δια τούτο και ούτος ο Άγιος ανεχώρησε και επήγεν εις το οσπήτιον των γονέων του, δεν εγνωρίσθη όμως εις αυτούς, αλλά έγραψεν εις ένα χαρτί με συντομίαν τα περί αυτού, και απόθεσεν αυτό εις το παράθυρον του οσπητίου. Αυτός δε πηγαίνωντας εις την Μαγνησίαν, εσύστησε Μοναστήριον, και εκεί φέρωντας τους γονείς του, ιάτρευσε τους οφθαλμούς των. Όθεν διαπεράσας θεαρέστως το υπόλοιπον της ζωής του, προς Κύριον εξεδήμησε.

*

Ο Άγιος Ιωσήφ ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και Ομολογητής, ο αδελφός του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, εν ειρήνη τελειούται (1).

Αφείς Ιωσήφ καθέδραν την γηΐνην,
Παρίσταται νυν τω θρόνω του Κυρίου.

Ούτος ο μακάριος Ιωσήφ ήτον κατά τους χρόνους Θεοφίλου του εικονομάχου, εν έτει ωκθ’ [829], υιός μεν, γονέων ευσεβών και θεοφιλών, Φωτεινού και Θεοκτίστης ονομαζομένων, αδελφός δε, του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου και ομολογητού. Ούτος λοιπόν δια την αξιέπαινον αυτού πολιτείαν, κοινή ψήφω έγινεν Αρχιεπίσκοπος της μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης. Διατρίψας δε εκεί πολύν καιρόν, εγύρισεν εις την Κωνσταντινούπολιν με βασιλικήν προσταγήν. Όθεν επαραστάθη μαζί με τον αδελφόν του Άγιον Θεόδωρον, ενώπιον του δυσσεβούς Θεοφίλου, και μη φοβηθείς αυτόν, μηδέ πεισθείς εις το να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων και σεβασμίων εικόνων, τούτου χάριν, ο μεν Άγιος Θεόδωρος ο αυτάδελφός του, εξωρίσθη εις την λίμνην της εν Βυθινία ευρισκομένης Απολλωνιάδος, ο δε μακάριος ούτος Ιωσήφ, πρώτον μεν εδοκίμασε διαφόρους φυλακάς και κακοπαθείας, έπειτα πάλιν ηναγκάσθη από τον δυσσεβή Θεόφιλον να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων εικόνων. Επειδή δε πάλιν τα αυτά απελογήθη ως και το πρότερον, δια τούτο εδοκίμασε δεύτερον μεγαλιτέρας και δεινοτέρας κακοπαθείας από τας προτέρας, και εκλείσθη μέσα εις φυλακάς σκοτεινοτέρας από τας πρώτας, εις τας οποίας πολλά και ανυπόφορα βάσανα υπέμεινεν ο μακάριος, αγκαλά και την προτέραν ζωήν του επέρασε χωρίς καμμίαν άνεσιν. Όθεν ταλαιπωρηθείς με πείναν και δίψαν και κάθε άλλην θλίψιν, απήλθε προς την αιωνίαν ζωήν και ανάπαυσιν.

(1) Σημείωσαι, ότι ο εις το Τριώδιον συνεχώς αναφερόμενος κύριος Ιωσήφ, ούτος είναι ο αυτάδελφος του Αγίου Θεοδώρου, και ουχί ο υμνογράφος Ιωσήφ. Οι δύω γαρ ούτοι αυτάδελφοι συνέγραψαν το βιβλίον του Τριωδίου. Τούτου δε του Ιωσήφ ευρίσκονται και λόγοι τινές πανηγυρικοί εις διαφόρους εορτάς, εν χειρογράφοις σωζόμενοι.

*

Οι Άγιοι Μάρτυρες Ακύλας και Ιλάριος λιθοβοληθέντες τελειούνται.

Τον Ιλάριον και τον Ακύλαν λίθοις,
Άνδρες πλάνοι κτείνουσιν οις θεοί λίθοι.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Πέτρος ο νέος (2), τους πόδας εκκοπείς, τελειούται.

Απροσκόπτως βαίνοντα τον θείον Πέτρον,
Εζημίωσαν των ποδών αφαιρέσει.

(2) Σημείωσαι, ότι εν άλλοις χειρογράφοις Συναξαρισταίς ο Πέτρος ούτος γράφεται Επίσκοπος Κρήτης.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Ηράκλειος, ροπάλοις τυπτόμενος, τελειούται.

Τας εκ ροπάλων Ηράκλειος αικίας,
Ως Ηρακλής ρόπαλον αυχήσει τάχα.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος ΑκύλαςΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΔ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀκύλα.

Ἥπλωσεν ὡς δίκτυον ὁ Παῦλος λόγους,
Ἤγρευσε δ’ ὡς θήραμα θεῖον Ἀκύλαν.

Ἀκύλαν δεκάτῃ γε τετάρτῃ τύμβος ἔκρυψεν.

Τούτου τοὺς ἐπαίνους ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἐν ταῖς Πράξεσιν ἐν κεφαλαίῳ ιη΄, 2, ἐπειδὴ γὰρ αὐτὸς ἐστάθη μαθητὴς καὶ ξενοδόχος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἐν ἔτει ξε΄ [65]. Ἀπὸ αὐτὸν ἔμαθε τὰ θεῖα. Ὅθεν καὶ τὴν πλάνην τοῦ Διαβόλου ἀποστραφείς, ἔγινε κήρυξ καὶ μάρτυς τῶν τοῦ Χριστοῦ παθημάτων, διὸ καὶ παρ’ αὐτοῦ ἔλαβε τὸν ἄφθαρτον στέφανον. (Ὅρα τὸ πλατύτερον τούτου Συναξάριον εἰς τὴν δεκάτην τρίτην τοῦ Φευρουαρίου.)

 

 

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἰούστου.

Μὴ θῦμα βαλεῖν εἰς τὸ βωμοῦ πῦρ θέλων,
Εἰς πῦρ Ἰοῦστος θῦμα βάλλεται ξένον.

Οὗτος ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν πόλιν τῆς Ῥώμης, στρατιώτης ὢν εἰς τόπον καλούμενον Νούμερα, ὑποκάτω εἰς τὸν Κλαύδιον τριβοῦνον. Γυρίζωντας δὲ μίαν φορὰν ἀπὸ τὸν πόλεμον τῶν βαρβάρων, ἐναντίον τῶν ὁποίων ἐπολέμησε μαζὶ μὲ τοὺς συστρατιώτας του, ἦλθεν εἰς ἔκστασιν, καὶ βλέπει ἕνα σταυρὸν κρυσταλλοειδῆ, ἀπὸ δὲ τὸν σταυρὸν εὐγῆκε φωνή, ἡ ὁποία τὸν ἐδίδαξε τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον. Ὅθεν πηγαίνωντας εἰς τὴν Ῥώμην, ἐμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά του εἰς τοὺς πτωχούς, καὶ κατ’ ἰδίαν εὑρισκόμενος, εὐφραίνετο διατὶ ἀπόκτησε τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐφανερώθη εἰς τὸν τριβοῦνον Κλαύδιον, ὅτι ὁ Ἅγιος ἐπίστευσεν εἰς τὸν Χριστόν, ἐπῆρεν αὐτὸν ἐκεῖνος καὶ τὸν ἐσυμβούλευε νὰ λυπηθῇ τὴν νεότητά του, καὶ νὰ παραιτήσῃ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐδυνήθη νὰ τὸν πείσῃ, διὰ τοῦτο ἔστειλεν αὐτὸν μὲ γράμματα εἰς τὸν ἡγεμόνα Μαγνέντιον. Ὁ δὲ ἡγεμὼν ἐρώτησε τὸν Μάρτυρα, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἐπιμένοντα εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, τούτου χάριν ἐπρόσταξε νὰ δείρουν αὐτὸν μὲ νεῦρα ὠμά. Ἔπειτα νὰ βάλουν εἰς μὲν τὴν κεφαλήν του, μίαν περικεφαλαίαν, ἤτοι μπαρποῦταν σιδηρᾶν πυρωμένην. Εἰς δὲ τὰς μασχάλας του, νὰ βάλουν μπάλλας σιδηρᾶς ἀναμμένας, καὶ εἰς τὰς χεῖράς του νὰ προσαρμόσουν ἄλλας χεῖρας σιδηρᾶς, καὶ οὕτω νὰ ἁπλώσουν αὐτὸν ἐπάνω εἰς μίαν σκάραν πεπυρακτωμένην. Ταῦτα δὲ πᾶντα ὑπέμεινε γενναίως ὁ Ἅγιος δοξάζων καὶ εὐχαριστῶν τὸν Θεόν. Ὕστερον ἐβάλθη εἰς ἕνα καμίνι, καὶ ἐκεῖ παρέδωκε τὴν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ, χωρὶς νὰ καῇ οὔτε μία ἀπὸ τὰς τρίχας του. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτοῦ Σύναξις καὶ ἑορτὴ ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ.

*

Μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν καὶ Θαυματουργοῦ Ὀνησίμου.

Ἐλαφρὸν ἦρα φορτίον σὸν ἡδέως,
Μεθ’ οὗ σὸς Ὀνήσιμος ἥκω σοι Λόγε.

Οὗτος ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολον Ὀνήσιμον τὸν μαθητὴν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καὶ ἄλλος ἀπὸ τὸν Μάρτυρα Ὀνήσιμον. Οὗτος λοιπὸν ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Διοκλητιανοῦ, ἐν ἔτει τγ΄ [303], καταγόμενος ἐκ Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, ἀπὸ χωρίον καλούμενον, Καρυΐνην. ᾌδεται δὲ λόγος, ὅτι οἱ γονεῖς τούτου ἔλαβον ἀπὸ θεῖον Ἄγγελον τὸ Ἅγιον Βάπτισμα, καὶ εὐηγγελίσθησαν πῶς ἔχουν νὰ γεννήσουν τοῦτον τὸν Ἅγιον, καὶ πῶς μέλλει νὰ ὀνομασθῇ ὁ υἱός των, Ὀνήσιμος. Ἐκ νεαρᾶς δὲ ἡλικίας παραιτήσας τοὺς γονεῖς του ὁ Ὅσιος, ἐπῆγεν εἰς ἕνα Μοναστήριον τῆς Ἐφέσου, εἰς τὸ ὁποῖον εὑρίσκοντο Μοναχοὶ ὀκτακόσιοι. Οἱ δὲ γονεῖς του κλαίοντες καὶ θρηνοῦντες διὰ τὴν ἀναχώρησίν του, ἀπὸ τὰ πολλὰ δάκρυα ἐτυφλώθησαν. Ἐπειδὴ δὲ διὰ τὸν διωγμὸν τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἄφησαν οἱ Μοναχοὶ τὸ Μοναστήριον ἐκεῖνο, καὶ ἀνεχώρησαν, διὰ τοῦτο καὶ οὗτος ὁ Ἅγιος ἀνεχώρησε καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ ὁσπήτιον τῶν γονέων του, δὲν ἐγνωρίσθη ὅμως εἰς αὐτούς, ἀλλὰ ἔγραψεν εἰς ἕνα χαρτὶ μὲ συντομίαν τὰ περὶ αὐτοῦ, καὶ ἀπόθεσεν αὐτὸ εἰς τὸ παράθυρον τοῦ ὁσπητίου. Αὐτὸς δὲ πηγαίνωντας εἰς τὴν Μαγνησίαν, ἐσύστησε Μοναστήριον, καὶ ἐκεῖ φέρωντας τοὺς γονεῖς του, ἰάτρευσε τοὺς ὀφθαλμούς των. Ὅθεν διαπεράσας θεαρέστως τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς του, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησε.

*

Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης καὶ Ὁμολογητής, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (1).

Ἀφεὶς Ἰωσὴφ καθέδραν τὴν γηΐνην,
Παρίσταται νῦν τῷ θρόνῳ τοῦ Κυρίου.

Οὗτος ὁ μακάριος Ἰωσὴφ ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου, ἐν ἔτει ωκθ΄ [829], υἱὸς μέν, γονέων εὐσεβῶν καὶ θεοφιλῶν, Φωτεινοῦ καὶ Θεοκτίστης ὀνομαζομένων, ἀδελφὸς δέ, τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καὶ ὁμολογητοῦ. Οὗτος λοιπὸν διὰ τὴν ἀξιέπαινον αὐτοῦ πολιτείαν, κοινῇ ψήφῳ ἔγινεν Ἀρχιεπίσκοπος τῆς μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης. Διατρίψας δὲ ἐκεῖ πολὺν καιρόν, ἐγύρισεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν μὲ βασιλικὴν προσταγήν. Ὅθεν ἐπαραστάθη μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφόν του Ἅγιον Θεόδωρον, ἐνώπιον τοῦ δυσσεβοῦς Θεοφίλου, καὶ μὴ φοβηθεὶς αὐτόν, μηδὲ πεισθεὶς εἰς τὸ νὰ ἀθετήσῃ τὴν προσκύνησιν τῶν ἁγίων καὶ σεβασμίων εἰκόνων, τούτου χάριν, ὁ μὲν Ἅγιος Θεόδωρος ὁ αὐτάδελφός του, ἐξωρίσθη εἰς τὴν λίμνην τῆς ἐν Βυθινίᾳ εὑρισκομένης Ἀπολλωνιάδος, ὁ δὲ μακάριος οὗτος Ἰωσήφ, πρῶτον μὲν ἐδοκίμασε διαφόρους φυλακὰς καὶ κακοπαθείας, ἔπειτα πάλιν ἠναγκάσθη ἀπὸ τὸν δυσσεβῆ Θεόφιλον νὰ ἀθετήσῃ τὴν προσκύνησιν τῶν ἁγίων εἰκόνων. Ἐπειδὴ δὲ πάλιν τὰ αὐτὰ ἀπελογήθη ὡς καὶ τὸ πρότερον, διὰ τοῦτο ἐδοκίμασε δεύτερον μεγαλιτέρας καὶ δεινοτέρας κακοπαθείας ἀπὸ τὰς προτέρας, καὶ ἐκλείσθη μέσα εἰς φυλακὰς σκοτεινοτέρας ἀπὸ τὰς πρώτας, εἰς τὰς ὁποίας πολλὰ καὶ ἀνυπόφορα βάσανα ὑπέμεινεν ὁ μακάριος, ἀγκαλὰ καὶ τὴν προτέραν ζωήν του ἐπέρασε χωρὶς κᾀμμίαν ἄνεσιν. Ὅθεν ταλαιπωρηθεὶς μὲ πεῖναν καὶ δίψαν καὶ κάθε ἄλλην θλίψιν, ἀπῆλθε πρὸς τὴν αἰωνίαν ζωὴν καὶ ἀνάπαυσιν.

(1) Σημείωσαι, ὅτι ὁ εἰς τὸ Τριῴδιον συνεχῶς ἀναφερόμενος κύριος Ἰωσήφ, οὗτος εἶναι ὁ αὐτάδελφος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, καὶ οὐχὶ ὁ ὑμνογράφος Ἰωσήφ. Οἱ δύω γὰρ οὗτοι αὐτάδελφοι συνέγραψαν τὸ βιβλίον τοῦ Τριῳδίου. Τούτου δὲ τοῦ Ἰωσὴφ εὑρίσκονται καὶ λόγοι τινες πανηγυρικοὶ εἰς διαφόρους ἑορτάς, ἐν χειρογράφοις σῳζόμενοι.

*

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀκύλας καὶ Ἱλάριος λιθοβοληθέντες τελειοῦνται.

Τὸν Ἱλάριον καὶ τὸν Ἀκύλαν λίθοις,
Ἄνδρες πλάνοι κτείνουσιν οἷς θεοὶ λίθοι.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πέτρος ὁ νέος (2), τοὺς πόδας ἐκκοπείς, τελειοῦται.

Ἀπροσκόπτως βαίνοντα τὸν θεῖον Πέτρον,
Ἐζημίωσαν τῶν ποδῶν ἀφαιρέσει.

(2) Σημείωσαι, ὅτι ἐν ἄλλοις χειρογράφοις Συναξαρισταῖς ὁ Πέτρος οὗτος γράφεται Ἐπίσκοπος Κρήτης.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἡράκλειος, ῥοπάλοις τυπτόμενος, τελειοῦται.

Τὰς ἐκ ῥοπάλων Ἡράκλειος αἰκίας,
Ὡς Ἡρακλῆς ῥόπαλον αὐχήσει τάχα.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Ακύλα Αποστόλου, Ιούστου, Ονησίμου, Ιωσήφ Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.