Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου11 Οκτωβρίου

Των Αγίων Φιλίππου του Αποστόλου, Θεοφάνους του Γραπτού, Ζηναΐδος και Φιλονίλλης των Μαρτύρων κ.α.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Τω αυτώ μηνί ΙΑ’, μνήμη του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου, ενός των επτά Διακόνων.

Ων περ διηκόνησας εν γη πραγμάτων,
Εν ουρανοίς Φίλιππε μισθόν λαμβάνεις.

Λειτουργός λάβε μισθόν εν ενδεκάτη γε Φίλιππος.

Ούτος ήτον από την Καισάρειαν της Παλαιστίνης, τέσσαρας θυγατέρας έχων προφητευούσας (από τας οποίας ήτον η Ερμιόνη και η Ευτυχίς, και όρα εις την δ’ του Σεπτεμβρίου κατά την οποίαν εορτάζονται), καθώς περί τούτου αναφέρει ο θείος Λουκάς εις διάφορα μέρη των Πράξεων. Και Ευαγγελιστήν αυτόν ονομάζει, λέγων. «Τη επαύριον εξελθόντες οι περί τον Παύλον, ήλθομεν εις Καισάρειαν. Και εισελθόντες εις τον οίκον Φιλίππου του Ευαγγελιστού (του όντος εκ των επτά) εμείναμεν παρ’ αυτώ. Τούτω δε ήσαν θυγατέρες παρθένοι τέσσαρες προφητεύουσαι» (Πραξ. κα’, 8). Μαρτυρεί δε ο αυτός, και ότι ο Απόστολος ούτος κατεστάθη Διάκονος υπό των Αποστόλων επάνω εις τας χρείας και τραπέζας των πτωχών και χηρών, μαζί με τον Στέφανον και τους άλλους πέντε (Πραξ. ς’). Ούτος εγέμωσε την Σαμάρειαν από το κήρυγμα του Ευαγγελίου, και τον Σίμωνα Μάγον εβάπτισε, με το να υπεκρίθη εκείνος, ότι εδέχθη την πίστιν του Χριστού. Αρπαγείς δε από Άγγελον Κυρίου, έφθασεν εις τον δρόμον τον Ευνούχον της βασιλίσσης Κανδάκης, και κατηχήσας αυτόν, εβάπτισεν (1). Έπειτα πάλιν εφέρθη από τον Άγγελον εις την Άζωτον, και εφώτισεν αυτήν με την διδασκαλίαν του Ευαγγελίου. Μετά ταύτα επήγεν εις την Τράλλην, την ευρισκομένην εν τη Μικρά Ασία, και δια της διδασκαλίας του έπεισεν όλους τους εκεί ευρισκομένους να πιστεύσουν εις τον Χριστόν. Εις αυτήν δε την πόλιν κτίσας και Εκκλησίαν, προς Κύριον εξεδήμησεν.

(1) Σημείωσαι, ότι ο Ευνούχος ούτος, κατ’ άλλους μεν, επήγεν εις την Ευδαίμονα Αραβίαν, κηρύττων το Ευαγγέλιον, κατ’ άλλους δε, εις την Ταπροβάνην. Και κατ’ άλλους εις την Μερόην της Αιγύπτου. Εις αυτάς γαρ τας χώρας εβασίλευε κατ’ αυτούς η Κανδάκη. Ο δε θείος Ειρηναίος, βιβλ. γ’, και ο Ευσέβιος, βιβλ. β’ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, κεφαλ. α’, και ο Ιερώνυμος εις τον Ησαΐαν, κεφ. να’, και επιστολή ργ’, ούτοι, λέγω, θέλουσιν, ότι ο Ευνούχος ούτος εχρημάτισεν ο πρώτος Απόστολος των Αιθιόπων. Και αύτη η γνώμη κρατεί και παρά τοις Αβυσσηνοίς άχρι της σήμερον. (Όρα εις την νεοτύπωτον Εκατονταετηρίδα.)

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Μαρτύρων γυναικών Ζηναΐδος και Φιλονίλλης των αυταδέλφων.

Ειρηνικώς ύπνωσαν ειρήνης φίλαι,
Ζηναίς άμα και Φιλονίλλα δύω.

Αύται αι Άγιαι γυναίκες ήτον από την Ταρσόν της Κιλικίας, συγγενείς Παύλου του Αποστόλου. Αφήσασαι δε την πατρίδα των, και αρνηθείσαι τα υπάρχοντά των, εμεταχειρίζοντο, κατά μεν το φαινόμενον, την ιατρικήν τέχνην. Κατά δε το πράγμα και την αλήθειαν, εποίουν έργον αποστολικόν κηρύττουσαι τον Χριστόν. Επήγαν λοιπόν εις την πόλιν, Δημητριάδα καλουμένην. Και εμβαίνουσαι μέσα εις ένα σπήλαιον, ενήστευον και αγρύπνουν, και ιάτρευον κάθε ασθένειαν πολυχρόνιον, και κάθε μαλακίαν, ήτοι αρρωστίαν ολιγοχρόνιον. Ενεργούσαν δε και άλλα διάφορα θαύματα. Όθεν διαλάμψασαι με ζωήν ενάρετον, με λόγον ευαγγελικόν, και με θαύματα, και πολλούς απίστους επιστρέψασαι εις την πίστιν του Χριστού, εν ειρήνη προς Κύριον εξεδήμησαν.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών και Ομολογητής Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Επίσκοπος Νικαίας, ο ποιητής μεν πολλών Κανόνων, αδελφός δε του Αγίου Θεοδώρου του Γραπτού, εν ειρήνη τελειούται.

Ο γραπτός εν γη την θέαν Θεοφάνης,
Και κλήσιν εστίν εκθανών γραπτός πόλω.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον υιοί γονέων ευσεβών, οι οποίοι εκατοίκουν εις την Παλαιστίνην, και επιμελούντο την αρετήν της φιλοξενίας, εν έτει ωη’ [808]. Από δε την φιλομαθή και σπουδαίαν γνώμην των γονέων τους, έμαθον και οι υιοί των ούτοι όλην την σοφίαν, τόσον την εσωτερικήν και ιεράν, όσον και την εξωτερικήν των Ελλήνων. Έπειτα έγιναν Μοναχοί. Και επειδή έζων ζωήν οσίαν και ενάρετον, δια τούτο εχειροτονήθησαν Ιερείς. Όταν δε ο δυσσεβής Θεόφιλος ο εικονομάχος ελύσσαζεν εναντίον των αγίων εικόνων, και εμπόδιζε να μη προσκυνή τινας αυτάς, εν έτει ωκθ’ [829], τότε απεστάλθησαν οι δύω ούτοι πάνσοφοι αδελφοί προς αυτόν, από τον τότε Πατριάρχην της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ. Και παρασταθέντες έμπροσθεν εις το πρόσωπον εκείνου, ήλεγξαν αυτόν, και τον ωνόμασαν μισόχριστον και θεομάχον. Όθεν κατά προσταγήν του, βάλλονται και οι δύω μέσα εις την φυλακήν, και εκεί μένουσι καιρόν πολύν. Έπειτα εκβάλλονται από την φυλακήν, και δέρνονται εις όλον το σώμα. Μετά ταύτα δε εγράφησαν επάνω εις το πρόσωπόν τους με σίδηρον πυρωμένον, στίχοι ίαμβοι. Οίτινες εφανέροναν την αιτίαν, δια την οποίαν τους εκαταδίκασεν ο βασιλεύς (2). Και ο μεν Άγιος Θεόδωρος, βάλλεται πάλιν εις την φυλακήν. Και μετά την φυλακήν εξορίζεται. Και εν τη εξορία τελειόνοι τον δρόμον της ζωής του. Ο δε Άγιος ούτος Θεοφάνης, εξορίζεται εις την Θεσσαλονίκην (3), και μετά τον θάνατον του Θεοφίλου, ανακαλείται από την εξορίαν υπό Θεοδώρας της βασιλίσσης (ήτις συνέστησε την Ορθοδοξίαν) και υπό του υιού της Μιχαήλ, του ευσεβώς βασιλεύσαντος εν έτει ωμβ’ [842], ανακαλεσθείς δε, χειροτονείται Μητροπολίτης της Νικαίας από τον άγιον Πατριάρχην της Κωνσταντινουπόλεως Μεθόδιον, ο οποίος κατήργησε την χριστομάχον αίρεσιν των εικονομάχων. Θεοφιλώς λοιπόν και θεαρέστως ποιμάνας το ποίμνιόν του ο μακάριος, ευγαίνει από την παρούσαν ζωήν.

(2) Τους ιαμβικούς τούτους στίχους όρα κατά την εικοστήν εβδόμην του Δεκεμβρίου, ότε ξεχωριστά εορτάζεται ο Άγιος Θεόδωρος ο Γραπτός, ο του Θεοφάνους τούτου αδελφός. Όρα και εις την δεκάτην ογδόην του Δεκεμβρίου, όταν αναφέρωνται οι δύω ούτοι, ο Θεόδωρος και ο Θεοφάνης, μετά Μιχαήλ του Συγγέλου. Όρα και κατά την δεκάτην τετάρτην του Ιουνίου εις το Συναξάριον του Αγίου Μεθοδίου Κωνσταντινουπόλεως.

(3) Σημείωσαι, ότι ο Άγιος ούτος Θεοφάνης, κατά τινας, εμελούργησε τα τροπάρια των Αίνων του Αγίου Δημητρίου. Ων το πρώτον, προς αυτόν αποτείνεται τον μέγαν Δημήτριον. Ήτοι το «Δεύρο Μάρτυς Χριστού προς ημάς, σου δεομένους συμπαθούς επισκέψεως. Και ρύσαι κεκακωμένους τυραννικαίς απειλαίς, και δεινή μανία της αιρέσεως». Των εικονομάχων δηλ., καθώς ο αυτός εμελούργησε Θεοφάνης και τον κανόνα του Αγίου Δημητρίου. Όρα και εις την ενδεκάτην του Νοεμβρίου εις το Συναξάριον του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου. Ουκ ορθώς δε γράφεται εν τω δευτέρω τόμω της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Μελετίου, ότι άλλος είναι Θεοφάνης ο Γραπτός, και άλλος ο Θεοφάνης Νικαίας. Εις γαρ και ο αυτός εστιν.

*

Μνήμη των Αγίων Πατριαρχών Νεκταρίου, Αρσακίου (4) και Σισινίου.

Εις τον Νεκτάριον.

Ο Νεκτάριος ου το του μύθου Λόγε,
Αληθινόν δε, σης τρυφής νέκταρ πίνει.

Εις τον Αρσάκιον.

Τον Χριστόν εν γη Αρσάκιος δοξάσας,
Προς αυτόν ελθών, αντεδοξάσθη πλέον.

Εις τον Σισίνιον.

Ασινές ήραν πνεύμα του Σισινίου,
Ου σινιασθέν μηχαναίς των δαιμόνων.

(4) Σημείωσαι, ότι εν τω χειρογράφω Συναξαριστή, ου γράφεται ο Αρσάκιος, ειμή οι δύω μόνοι. Ο Αρσάκιος δε ούτος, ήτον αδελφός του Αγίου Νεκταρίου του προ του Χρυσοστόμου πατριαρχεύσαντος. Άνθρωπος γέρων, όστις επατριάρχευσε δύω μόνους χρόνους. Πολλοί δε των Επισκόπων δεν ήθελον να συγκοινωνήσωσι με αυτόν, δια την άδικον εξορίαν του Χρυσοστόμου, ως λέγει ο Μελέτιος. Ο δε Νεκτάριος ήτον Πατριάρχης επί του Μεγάλου Θεοδοσίου, παρών εν τη Δευτέρα Οικουμενική Συνόδω τη συγκροτηθείση εν έτει τπα’ [381], όστις επατριάρχευσε χρόνους δεκαπέντε. Και μετ’ αυτόν εγένετο Πατριάρχης ο θείος Χρυσόστομος. Ο δε Σισίνιος έγινε Πατριάρχης μετά τον Αττικόν. Και αφ’ ου επατριάρχευσε χρόνους δύω, έγινε Πατριάρχης ο κακόφρων Νεστόριος, κατά τον αυτόν Μελέτιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

* * *

7η Οικουμενική Σύνοδος[Οκτωβρίου 11-17]

Κυριακή μετά την ενδεκάτην του παρόντος μηνός, μνήμην επιτελούμεν των Αγίων Πατέρων της αγίας και Οικουμενικής Εβδόμης Συνόδου των εν Νικαία συνελθόντων το δεύτερον, επί των ευσεβών και φιλοχρίστων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ειρήνης, κατά των δυσσεβώς και αμαθώς και απερισκέπτως την Εκκλησίαν του Θεού ειδωλολατρείν ειπόντων, και τας σεπτάς και αγίας εικόνας καταβαλόντων.

Υπέρμαχοι σοι τοις λόγων όπλοις Λόγε,
Εχθρούς τροπούνται των σεβαστών εικόνων.

Η αγία αύτη και Οικουμενική Εβδόμη Σύνοδος, έγινεν εν Νικαία το δεύτερον, κατά τους χρόνους Κωνσταντίνου βασιλέως και Ειρήνης της μητρός αυτού, εν έτει ψπγ’ [783]. Πατέρες δε ήτον εις αυτήν, ορθόδοξοι μεν, τριακόσιοι πεντήκοντα. Προσετέθησαν δε και άλλοι δεκαεπτά, εικονομάχοι μεν όντες πρότερον, ύστερον δε μετανοήσαντες και προσδεχθέντες από αυτήν. Ώστε οπού όλοι ήσαν τριακόσιοι εξηνταεπτά. Υπερέχοντες δε και πρόκριτοι από αυτούς ήσαν, Ταράσιος ο Κωνσταντινουπόλεως, Πέτρος Αρχιπρεσβύτερος Ρώμης, και Πέτρος άλλος Πρεσβύτερος και αυτός, και Ηγούμενος της εν Ρώμη Μονής του Αγίου Σάββα, επέχοντες τον τόπον του Πάπα Αδριανού, Θωμάς ο σύγγελος και Ιερομόναχος, και Ιωάννης Ιερομόναχος, τον τόπον αναπληρούντες των Αποστολικών θρόνων, ήτοι αντί του Αλεξανδρείας Απολιναρίου, Αντιοχείας Θεοδωρήτου, και Ιεροσολύμων Ηλία (1). Ούτοι λοιπόν εσυνάχθησαν κατά των Εικονομάχων. Όθεν ανεθεμάτισαν εγγράφως κάθε αίρεσιν, και όλους τους εξάρχους των αιρέσεων. Έπειτα ανεθεμάτισαν και όλους τους εικονομάχους, εγγράφως αποφασίσαντες, ότι όποιος δεν προσκυνεί τας αγίας εικόνας, είναι ξένος και χωρισμένος από την πίστιν των ορθοδόξων Χριστιανών. Και ότι η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει. Και ότι ο προσκυνών και τιμών την εικόνα, προσκυνεί εν αυτή του εγγραφομένου την υπόστασιν. Και ούτω διαταξάμενοι και διορίσαντες, και την ορθόδοξον πίστιν στερεώσαντες, ανεχώρησαν ο καθ’ ένας εις την Επισκοπήν του (2).

(1) Όρα περί της Συνόδου ταύτης εν τω ημετέρω Κανονικώ εις τα προλεγόμενα των Κανόνων της Ζ’ Συνόδου. Σημειούμεν δε ενταύθα, ότι τα τροπάρια οπού ψάλλονται εν τω εσπερινώ της Κυριακής ταύτης των Πατέρων της Ζ’ Συνόδου, δεν είναι αρμόδια να ψάλλωνται. Καθότι αυτά μεν διαλαμβάνουσι περί των επτά Οικουμενικών Συνόδων. Εν τη Κυριακή δε ταύτη, ουχί πάσαι αι επτά Σύνοδοι εορτάζονται, αλλά μόνη η Ζ’. Όθεν αρμοδιώτερον είναι να ψάλλωνται κατά την δεκάτην έκτην του Ιουλίου, ότε αι εξ Σύνοδοι ομού εορτάζονται, ως είπομεν εκεί. Αγκαλά και εκεί έπρεπε να εορτάζωνται ομού και αι επτά, και ουχί αι εξ μόνον. Το δε να ψάλλωνται κατά την Κυριακήν ταύτην, εν τη λιτή μεν το «Αποστολικών παραδόσεων», εν τοις από στίχου δε, δοξαστικόν το «Την ετήσιον μνήμην των θεοφόρων Πατέρων, των εκ πάσης της Οικουμένης συναθροισθέντων, εν τη λαμπρά πόλει Νικαέων» κτ., ταύτα λέγω είναι πάντη ανάρμοστα να ψάλλωνται εν αυτή. Καθότι, το μεν της Λιτής, αναφέρει μόνον τας τέσσαρας Συνόδους. Το δε δοξαστικόν, αναφέρει μόνον την πρώτην Σύνοδον. Περί δε της εβδόμης, ούτε το ένα, ούτε το άλλο, το σύνολον αναφέρουσιν. Όθεν θαυμάζω, πώς ούτως ατάκτως εβάλθησαν!

(2) Σημείωσαι, ότι εν τω πρώτω Πανηγυρικώ της Ιεράς Μονής του Βατοπαιδίου σώζεται εις λόγος προς τους Αγίους τούτους Πατέρας, Μακαρίου ιερομονάχου του Μακρή, ου η αρχή· «Των εν οσιότητι διαλαμψάντων».

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΑ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Φιλίππου, ἑνὸς τῶν ἑπτὰ Διακόνων.

Ὧν περ διηκόνησας ἐν γῇ πραγμάτων,
Ἐν οὐρανοῖς Φίλιππε μισθὸν λαμβάνεις.

Λειτουργὸς λάβε μισθὸν ἐν ἑνδεκάτῃ γε Φίλιππος.

Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Καισάρειαν τῆς Παλαιστίνης, τέσσαρας θυγατέρας ἔχων προφητευούσας (ἀπὸ τὰς ὁποίας ἦτον ἡ Ἑρμιόνη καὶ ἡ Εὐτυχίς, καὶ ὅρα εἰς τὴν δ΄ τοῦ Σεπτεμβρίου κατὰ τὴν ὁποίαν ἑορτάζονται), καθὼς περὶ τούτου ἀναφέρει ὁ θεῖος Λουκᾶς εἰς διάφορα μέρη τῶν Πράξεων. Καὶ Εὐαγγελιστὴν αὐτὸν ὀνομάζει, λέγων. «Τῇ ἐπαύριον ἐξελθόντες οἱ περὶ τὸν Παῦλον, ἤλθομεν εἰς Καισάρειαν. Καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον Φιλίππου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ (τοῦ ὄντος ἐκ τῶν ἑπτά) ἐμείναμεν παρ’ αὐτῷ. Τούτῳ δὲ ἦσαν θυγατέρες παρθένοι τέσσαρες προφητεύουσαι» (Πράξ. κα΄, 8). Μαρτυρεῖ δὲ ὁ αὐτός, καὶ ὅτι ὁ Ἀπόστολος οὗτος κατεστάθη Διάκονος ὑπὸ τῶν Ἀποστόλων ἐπάνω εἰς τὰς χρείας καὶ τραπέζας τῶν πτωχῶν καὶ χηρῶν, μαζὶ μὲ τὸν Στέφανον καὶ τοὺς ἄλλους πέντε (Πράξ. ς΄). Οὗτος ἐγέμωσε τὴν Σαμάρειαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τὸν Σίμωνα Μάγον ἐβάπτισε, μὲ τὸ νὰ ὑπεκρίθη ἐκεῖνος, ὅτι ἐδέχθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Ἁρπαγεὶς δὲ ἀπὸ Ἄγγελον Κυρίου, ἔφθασεν εἰς τὸν δρόμον τὸν Εὐνοῦχον τῆς βασιλίσσης Κανδάκης, καὶ κατηχήσας αὐτόν, ἐβάπτισεν (1). Ἔπειτα πάλιν ἐφέρθη ἀπὸ τὸν Ἄγγελον εἰς τὴν Ἄζωτον, καὶ ἐφώτισεν αὐτὴν μὲ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Εὐαγγελίου. Μετὰ ταῦτα ἐπῆγεν εἰς τὴν Τράλλην, τὴν εὑρισκομένην ἐν τῇ Μικρᾷ Ἀσίᾳ, καὶ διὰ τῆς διδασκαλίας του ἔπεισεν ὅλους τοὺς ἐκεῖ εὑρισκομένους νὰ πιστεύσουν εἰς τὸν Χριστόν. Εἰς αὐτὴν δὲ τὴν πόλιν κτίσας καὶ Ἐκκλησίαν, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησεν.

(1) Σημείωσαι, ὅτι ὁ Εὐνοῦχος οὗτος, κατ’ ἄλλους μέν, ἐπῆγεν εἰς τὴν Εὐδαίμονα Ἀραβίαν, κηρύττων τὸ Εὐαγγέλιον, κατ’ ἄλλους δέ, εἰς τὴν Ταπροβάνην. Καὶ κατ’ ἄλλους εἰς τὴν Μερόην τῆς Αἰγύπτου. Εἰς αὐτὰς γὰρ τὰς χώρας ἐβασίλευε κατ’ αὐτοὺς ἡ Κανδάκη. Ὁ δὲ θεῖος Εἰρηναῖος, βιβλ. γ΄, καὶ ὁ Εὐσέβιος, βιβλ. β΄ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, κεφαλ. α΄, καὶ ὁ Ἱερώνυμος εἰς τὸν Ἡσαΐαν, κεφ. να΄, καὶ ἐπιστολῇ ργ΄, οὗτοι, λέγω, θέλουσιν, ὅτι ὁ Εὐνοῦχος οὗτος ἐχρημάτισεν ὁ πρῶτος Ἀπόστολος τῶν Αἰθιόπων. Καὶ αὕτη ἡ γνώμη κρατεῖ καὶ παρὰ τοῖς Ἀβυσσηνοῖς ἄχρι τῆς σήμερον. (Ὅρα εἰς τὴν νεοτύπωτον Ἑκατονταετηρίδα.)

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων γυναικῶν Ζηναΐδος καὶ Φιλονίλλης τῶν αὐταδέλφων.

Εἰρηνικῶς ὕπνωσαν εἰρήνης φίλαι,
Ζηναῒς ἅμα καὶ Φιλονίλλα δύω.

Αὗται αἱ Ἅγιαι γυναῖκες ἦτον ἀπὸ τὴν Ταρσὸν τῆς Κιλικίας, συγγενεῖς Παύλου τοῦ Ἀποστόλου. Ἀφήσασαι δὲ τὴν πατρίδα των, καὶ ἀρνηθεῖσαι τὰ ὑπάρχοντά των, ἐμεταχειρίζοντο, κατὰ μὲν τὸ φαινόμενον, τὴν ἰατρικὴν τέχνην. Κατὰ δὲ τὸ πρᾶγμα καὶ τὴν ἀλήθειαν, ἐποίουν ἔργον ἀποστολικὸν κηρύττουσαι τὸν Χριστόν. Ἐπῆγαν λοιπὸν εἰς τὴν πόλιν, Δημητριάδα καλουμένην. Καὶ ἐμβαίνουσαι μέσα εἰς ἕνα σπήλαιον, ἐνήστευον καὶ ἀγρύπνουν, καὶ ἰάτρευον κάθε ἀσθένειαν πολυχρόνιον, καὶ κάθε μαλακίαν, ἤτοι ἀρρωστίαν ὀλιγοχρόνιον. Ἐνεργοῦσαν δὲ καὶ ἄλλα διάφορα θαύματα. Ὅθεν διαλάμψασαι μὲ ζωὴν ἐνάρετον, μὲ λόγον εὐαγγελικόν, καὶ μὲ θαύματα, καὶ πολλοὺς ἀπίστους ἐπιστρέψασαι εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἐν εἰρήνῃ πρὸς Κύριον ἐξεδήμησαν.

*

Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν καὶ Ὁμολογητὴς Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ὁ Ἐπίσκοπος Νικαίας, ὁ ποιητὴς μὲν πολλῶν Κανόνων, ἀδελφὸς δὲ τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Ὁ γραπτὸς ἐν γῇ τὴν θέαν Θεοφάνης,
Καὶ κλῆσιν ἐστὶν ἐκθανὼν γραπτὸς πόλῳ.

Οὗτοι οἱ Ἅγιοι ἦτον υἱοὶ γονέων εὐσεβῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκατοίκουν εἰς τὴν Παλαιστίνην, καὶ ἐπιμελοῦντο τὴν ἀρετὴν τῆς φιλοξενίας, ἐν ἔτει ωη΄ [808]. Ἀπὸ δὲ τὴν φιλομαθῆ καὶ σπουδαίαν γνώμην τῶν γονέων τους, ἔμαθον καὶ οἱ υἱοί των οὗτοι ὅλην τὴν σοφίαν, τόσον τὴν ἐσωτερικὴν καὶ ἱεράν, ὅσον καὶ τὴν ἐξωτερικὴν τῶν Ἑλλήνων. Ἔπειτα ἔγιναν Μοναχοί. Καὶ ἐπειδὴ ἔζων ζωὴν ὁσίαν καὶ ἐνάρετον, διὰ τοῦτο ἐχειροτονήθησαν Ἱερεῖς. Ὅταν δὲ ὁ δυσσεβὴς Θεόφιλος ὁ εἰκονομάχος ἐλύσσαζεν ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων, καὶ ἐμπόδιζε νὰ μὴ προσκυνῇ τινας αὐτάς, ἐν ἔτει ωκθ΄ [829], τότε ἀπεστάλθησαν οἱ δύω οὗτοι πάνσοφοι ἀδελφοὶ πρὸς αὐτόν, ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχην τῆς ἁγίας πόλεως Ἱερουσαλήμ. Καὶ παρασταθέντες ἔμπροσθεν εἰς τὸ πρόσωπον ἐκείνου, ἤλεγξαν αὐτόν, καὶ τὸν ὠνόμασαν μισόχριστον καὶ θεομάχον. Ὅθεν κατὰ προσταγήν του, βάλλονται καὶ οἱ δύω μέσα εἰς τὴν φυλακήν, καὶ ἐκεῖ μένουσι καιρὸν πολύν. Ἔπειτα ἐκβάλλονται ἀπὸ τὴν φυλακήν, καὶ δέρνονται εἰς ὅλον τὸ σῶμα. Μετὰ ταῦτα δὲ ἐγράφησαν ἐπάνω εἰς τὸ πρόσωπόν τους μὲ σίδηρον πυρωμένον, στίχοι ἴαμβοι. Οἵτινες ἐφανέροναν τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν τοὺς ἐκαταδίκασεν ὁ βασιλεύς (2). Καὶ ὁ μὲν Ἅγιος Θεόδωρος, βάλλεται πάλιν εἰς τὴν φυλακήν. Καὶ μετὰ τὴν φυλακὴν ἐξορίζεται. Καὶ ἐν τῇ ἐξορίᾳ τελειόνοι τὸν δρόμον τῆς ζωῆς του. Ὁ δὲ Ἅγιος οὗτος Θεοφάνης, ἐξορίζεται εἰς τὴν Θεσσαλονίκην (3), καὶ μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Θεοφίλου, ἀνακαλεῖται ἀπὸ τὴν ἐξορίαν ὑπὸ Θεοδώρας τῆς βασιλίσσης (ἥτις συνέστησε τὴν Ὀρθοδοξίαν) καὶ ὑπὸ τοῦ υἱοῦ της Μιχαήλ, τοῦ εὐσεβῶς βασιλεύσαντος ἐν ἔτει ωμβ΄ [842], ἀνακαλεσθεὶς δέ, χειροτονεῖται Μητροπολίτης τῆς Νικαίας ἀπὸ τὸν ἅγιον Πατριάρχην τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μεθόδιον, ὁ ὁποῖος κατήργησε τὴν χριστομάχον αἵρεσιν τῶν εἰκονομάχων. Θεοφιλῶς λοιπὸν καὶ θεαρέστως ποιμάνας τὸ ποίμνιόν του ὁ μακάριος, εὐγαίνει ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωήν.

(2) Τοὺς ἰαμβικοὺς τούτους στίχους ὅρα κατὰ τὴν εἰκοστὴν ἑβδόμην τοῦ Δεκεμβρίου, ὅτε ξεχωριστὰ ἑορτάζεται ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Γραπτός, ὁ τοῦ Θεοφάνους τούτου ἀδελφός. Ὅρα καὶ εἰς τὴν δεκάτην ὀγδόην τοῦ Δεκεμβρίου, ὅταν ἀναφέρωνται οἱ δύω οὗτοι, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Θεοφάνης, μετὰ Μιχαὴλ τοῦ Συγγέλου. Ὅρα καὶ κατὰ τὴν δεκάτην τετάρτην τοῦ Ἰουνίου εἰς τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου Κωνσταντινουπόλεως.

(3) Σημείωσαι, ὅτι ὁ Ἅγιος οὗτος Θεοφάνης, κατά τινας, ἐμελούργησε τὰ τροπάρια τῶν Αἴνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ὧν τὸ πρῶτον, πρὸς αὐτὸν ἀποτείνεται τὸν μέγαν Δημήτριον. Ἤτοι τὸ «Δεῦρο Μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους συμπαθοῦς ἐπισκέψεως. Καὶ ῥῦσαι κεκακωμένους τυραννικαῖς ἀπειλαῖς, καὶ δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως». Τῶν εἰκονομάχων δηλ., καθὼς ὁ αὐτὸς ἐμελούργησε Θεοφάνης καὶ τὸν κανόνα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ὅρα καὶ εἰς τὴν ἑνδεκάτην τοῦ Νοεμβρίου εἰς τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Οὐκ ὀρθῶς δὲ γράφεται ἐν τῷ δευτέρῳ τόμῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τοῦ Μελετίου, ὅτι ἄλλος εἶναι Θεοφάνης ὁ Γραπτός, καὶ ἄλλος ὁ Θεοφάνης Νικαίας. Εἷς γὰρ καὶ ὁ αὐτός ἐστιν.

*

Μνήμη τῶν Ἁγίων Πατριαρχῶν Νεκταρίου, Ἀρσακίου (4) καὶ Σισινίου.

Εἰς τὸν Νεκτάριον.

Ὁ Νεκτάριος οὐ τὸ τοῦ μύθου Λόγε,
Ἀληθινὸν δέ, σῆς τρυφῆς νέκταρ πίνει.

Εἰς τὸν Ἀρσάκιον.

Τὸν Χριστὸν ἐν γῇ Ἀρσάκιος δοξάσας,
Πρὸς αὐτὸν ἐλθών, ἀντεδοξάσθη πλέον.

Εἰς τὸν Σισίνιον.

Ἀσινὲς ἦραν πνεῦμα τοῦ Σισινίου,
Οὐ σινιασθὲν μηχαναῖς τῶν δαιμόνων.

(4) Σημείωσαι, ὅτι ἐν τῷ χειρογράφῳ Συναξαριστῇ, οὐ γράφεται ὁ Ἀρσάκιος, εἰμὴ οἱ δύω μόνοι. Ὁ Ἀρσάκιος δὲ οὗτος, ἦτον ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου τοῦ πρὸ τοῦ Χρυσοστόμου πατριαρχεύσαντος. Ἄνθρωπος γέρων, ὅστις ἐπατριάρχευσε δύω μόνους χρόνους. Πολλοὶ δὲ τῶν Ἐπισκόπων δὲν ἤθελον νὰ συγκοινωνήσωσι μὲ αὐτόν, διὰ τὴν ἄδικον ἐξορίαν τοῦ Χρυσοστόμου, ὡς λέγει ὁ Μελέτιος. Ὁ δὲ Νεκτάριος ἦτον Πατριάρχης ἐπὶ τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου, παρὼν ἐν τῇ Δευτέρᾳ Οἰκουμενικῇ Συνόδῳ τῇ συγκροτηθείσῃ ἐν ἔτει τπα΄ [381], ὅστις ἐπατριάρχευσε χρόνους δεκαπέντε. Καὶ μετ’ αὐτὸν ἐγένετο Πατριάρχης ὁ θεῖος Χρυσόστομος. Ὁ δὲ Σισίνιος ἔγινε Πατριάρχης μετὰ τὸν Ἀττικόν. Καὶ ἀφ’ οὗ ἐπατριάρχευσε χρόνους δύω, ἔγινε Πατριάρχης ὁ κακόφρων Νεστόριος, κατὰ τὸν αὐτὸν Μελέτιον.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

* * *

7η Οικουμενική Σύνοδος[Ὀκτωβρίου 11-17]

Κυριακῇ μετὰ τὴν ἑνδεκάτην τοῦ παρόντος μηνός, μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Ἑβδόμης Συνόδου τῶν ἐν Νικαίᾳ συνελθόντων τὸ δεύτερον, ἐπὶ τῶν εὐσεβῶν καὶ φιλοχρίστων βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης, κατὰ τῶν δυσσεβῶς καὶ ἀμαθῶς καὶ ἀπερισκέπτως τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ εἰδωλολατρεῖν εἰπόντων, καὶ τὰς σεπτὰς καὶ ἁγίας εἰκόνας καταβαλόντων.

Ὑπέρμαχοι σοὶ τοῖς λόγων ὅπλοις Λόγε,
Ἐχθροὺς τροποῦνται τῶν σεβαστῶν εἰκόνων.

Ἡ ἁγία αὕτη καὶ Οἰκουμενικὴ Ἑβδόμη Σύνοδος, ἔγινεν ἐν Νικαίᾳ τὸ δεύτερον, κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου βασιλέως καὶ Εἰρήνης τῆς μητρὸς αὐτοῦ, ἐν ἔτει ψπγ΄ [783]. Πατέρες δὲ ἦτον εἰς αὐτήν, ὀρθόδοξοι μέν, τριακόσιοι πεντήκοντα. Προσετέθησαν δὲ καὶ ἄλλοι δεκαεπτά, εἰκονομάχοι μὲν ὄντες πρότερον, ὕστερον δὲ μετανοήσαντες καὶ προσδεχθέντες ἀπὸ αὐτήν. Ὥστε ὁποῦ ὅλοι ἦσαν τριακόσιοι ἑξηνταεπτά. Ὑπερέχοντες δὲ καὶ πρόκριτοι ἀπὸ αὐτοὺς ἦσαν, Ταράσιος ὁ Κωνσταντινουπόλεως, Πέτρος Ἀρχιπρεσβύτερος Ῥώμης, καὶ Πέτρος ἄλλος Πρεσβύτερος καὶ αὐτός, καὶ Ἡγούμενος τῆς ἐν Ῥώμῃ Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἐπέχοντες τὸν τόπον τοῦ Πάπα Ἀδριανοῦ, Θωμᾶς ὁ σύγγελος καὶ Ἱερομόναχος, καὶ Ἰωάννης Ἱερομόναχος, τὸν τόπον ἀναπληροῦντες τῶν Ἀποστολικῶν θρόνων, ἤτοι ἀντὶ τοῦ Ἀλεξανδρείας Ἀπολιναρίου, Ἀντιοχείας Θεοδωρήτου, καὶ Ἱεροσολύμων Ἠλία (1). Οὗτοι λοιπὸν ἐσυνάχθησαν κατὰ τῶν Εἰκονομάχων. Ὅθεν ἀνεθεμάτισαν ἐγγράφως κάθε αἵρεσιν, καὶ ὅλους τοὺς ἐξάρχους τῶν αἱρέσεων. Ἔπειτα ἀνεθεμάτισαν καὶ ὅλους τοὺς εἰκονομάχους, ἐγγράφως ἀποφασίσαντες, ὅτι ὅποιος δὲν προσκυνεῖ τὰς ἁγίας εἰκόνας, εἶναι ξένος καὶ χωρισμένος ἀπὸ τὴν πίστιν τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Καὶ ὅτι ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει. Καὶ ὅτι ὁ προσκυνῶν καὶ τιμῶν τὴν εἰκόνα, προσκυνεῖ ἐν αὐτῇ τοῦ ἐγγραφομένου τὴν ὑπόστασιν. Καὶ οὕτω διαταξάμενοι καὶ διορίσαντες, καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν στερεώσαντες, ἀνεχώρησαν ὁ καθ’ ἕνας εἰς τὴν Ἐπισκοπήν του (2).

(1) Ὅρα περὶ τῆς Συνόδου ταύτης ἐν τῷ ἡμετέρῳ Κανονικῷ εἰς τὰ προλεγόμενα τῶν Κανόνων τῆς Ζ΄ Συνόδου. Σημειοῦμεν δὲ ἐνταῦθα, ὅτι τὰ τροπάρια ὁποῦ ψάλλονται ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Κυριακῆς ταύτης τῶν Πατέρων τῆς Ζ΄ Συνόδου, δὲν εἶναι ἁρμόδια νὰ ψάλλωνται. Καθότι αὐτὰ μὲν διαλαμβάνουσι περὶ τῶν ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἐν τῇ Κυριακῇ δὲ ταύτῃ, οὐχὶ πᾶσαι αἱ ἑπτὰ Σύνοδοι ἑορτάζονται, ἀλλὰ μόνη ἡ Ζ΄. Ὅθεν ἁρμοδιώτερον εἶναι νὰ ψάλλωνται κατὰ τὴν δεκάτην ἕκτην τοῦ Ἰουλίου, ὅτε αἱ ἓξ Σύνοδοι ὁμοῦ ἑορτάζονται, ὡς εἴπομεν ἐκεῖ. Ἀγκαλὰ καὶ ἐκεῖ ἔπρεπε νὰ ἑορτάζωνται ὁμοῦ καὶ αἱ ἑπτά, καὶ οὐχὶ αἱ ἓξ μόνον. Τὸ δὲ νὰ ψάλλωνται κατὰ τὴν Κυριακὴν ταύτην, ἐν τῇ λιτῇ μὲν τὸ «Ἀποστολικῶν παραδόσεων», ἐν τοῖς ἀπὸ στίχου δέ, δοξαστικὸν τὸ «Τὴν ἐτήσιον μνήμην τῶν θεοφόρων Πατέρων, τῶν ἐκ πάσης τῆς Οἰκουμένης συναθροισθέντων, ἐν τῇ λαμπρᾷ πόλει Νικαέων» κτ., ταῦτα λέγω εἶναι πάντῃ ἀνάρμοστα νὰ ψάλλωνται ἐν αὐτῇ. Καθότι, τὸ μὲν τῆς Λιτῆς, ἀναφέρει μόνον τὰς τέσσαρας Συνόδους. Τὸ δὲ δοξαστικόν, ἀναφέρει μόνον τὴν πρώτην Σύνοδον. Περὶ δὲ τῆς ἑβδόμης, οὔτε τὸ ἕνα, οὔτε τὸ ἄλλο, τὸ σύνολον ἀναφέρουσιν. Ὅθεν θαυμάζω, πῶς οὕτως ἀτάκτως ἐβάλθησαν!

(2) Σημείωσαι, ὅτι ἐν τῷ πρώτῳ Πανηγυρικῷ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου σῴζεται εἷς λόγος πρὸς τοὺς Ἁγίους τούτους Πατέρας, Μακαρίου ἱερομονάχου τοῦ Μακρῆ, οὗ ἡ ἀρχή· «Τῶν ἐν ὁσιότητι διαλαμψάντων».

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Φιλίππου του Αποστόλου, Θεοφάνους του Γραπτού, Ζηναΐδος και Φιλονίλλης των Μαρτύρων κ.α.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.