Δυο μοναχές από αριστοκρατικό γένος ασκήτευαν στο σπίτι τους που δεν ήταν μακριά από το μοναστήρι του αγίου Βενεδίκτου. Τα σχετικά με το σπίτι τους τα φρόντιζε κάποιος άνθρωπος πρόθυμος και ευλαβής, τον οποίο εκείνες, από έπαρση για την καταγωγή τους, καθημερινά τον έβριζαν και τον πρόσβαλλαν χωρίς λόγο.
Εκείνος λοιπόν, μη αντέχοντας άλλο τον αφόρητο εξευτελισμό από αυτές, πήγε στον άνθρωπο του Θεού, τον Βενέδικτο, και του είπε για τις προσβολές τους. Αυτός μήνυσε σε αυτές: «Να διορθωθείτε και να σωφρονίσετε τη γλώσσα σας· γιατί, αν δεν διορθωθείτε, σας κάνω ακοινώνητες».
Αυτό βέβαια το είπε όχι επιβάλλοντας δεσμό, αλλά μόνο ως απειλή, θέλοντας να τις διορθώσει. Εκείνες όμως δεν έδωσαν καμία σημασία στη συμβουλή του αγίου και δεν θέλησαν να αφήσουν την αφροσύνη τους.
Μετά από λίγες μέρες ήρθε το τέλος και των δύο και τις έθαψαν μέσα στην εκκλησία. Κάθε φορά όμως που γινόταν θεία Λειτουργία και ο διάκονος φώναζε κατά τη συνήθεια: «Όποιος δεν κοινωνεί, να βγει από την εκκλησία», η παραμάνα των μοναχών που είπαμε, η οποία συνήθιζε να προσφέρει για χάρη τους το πρόσφορο για τη θεία Λειτουργία, έβλεπε αυτές τις δύο μοναχές να βγαίνουν από την εκκλησία.
Καθώς λοιπόν πολλές φορές το είδε αυτό να γίνεται, να βγαίνουν δηλαδή εκείνες με την εκφώνηση του διακόνου και να μην μπορούν να παραμένουν μέσα, θυμήθηκε εκείνο που μήνυσε σε αυτές ο άνθρωπος του Θεού, όταν ακόμη ζούσαν, και απείλησε να τις στερήσει από τα άγια μυστήρια, αν δεν διορθωθούν. Πήγε λοιπόν γρήγορα στον άγιο Βενέδικτο, έπεσε στα πόδια του και του διηγήθηκε τη φρικτή εκείνη οπτασία.
Ο άγιος, παρακινημένος από την έμφυτη συμπάθειά του, πήρε ένα πρόσφορο, το έδωσε στην παραμάνα και της είπε: «Πήγαινε, και φρόντισε να προσφερθεί αυτό το πρόσφορο στη θεία Λειτουργία για χάρη τους, και στο εξής δεν θα είναι ακοινώνητες».
Όταν λοιπόν το πρόσφορο προσφέρθηκε στη θεία Λειτουργία για χάρη τους, και ενώ ο διάκονος κατά τη συνήθεια φώναζε να βγουν από την εκκλησία όσοι δεν κοινωνούν, η παραμάνα δεν τις είδε πλέον να βγαίνουν από την εκκλησία.
Από αυτό πιστεύουμε, Πέτρε, χωρίς καμία αμφιβολία, πως όταν το πρόσφορο προσφέρθηκε για χάρη τους στη θεία Λειτουργία, αμέσως αξιώθηκαν να λάβουν τη συγχώρηση, και λύθηκαν από τον δεσμό μέσω του αγίου Βενεδίκτου.
Πέτρος: Είναι άξιο θαυμασμού το ότι ο σεβάσμιος αυτός άνθρωπος, ενώ ζούσε ακόμη σωματικά, μπόρεσε να λύσει ψυχές.
Γρηγόριος: Μήπως, Πέτρε, σωματικά δεν ζούσαν ακόμη αυτοί, στους οποίους είπε ο Θεός: «Ό,τι θα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένο και στον ουρανό, και ό,τι θα λύσετε στη γη, θα είναι λυμένο και στον ουρανό»; (Ματθ. 18:18) Αυτού τη θέση κατέχουν τώρα όσοι με την πίστη και τις αρετές τους κοσμούν τους θρόνους των αγίων αποστόλων και ποιμένων. Για να γίνει όμως άξιος τόσης δόξας ο γήινος άνθρωπος, κατέβηκε από τον ουρανό στη γη ο δημιουργός του ουρανού και της γης. Και για να μπορέσει η σάρκα (ο άνθρωπος) να κρίνει ακόμη και πνεύματα (ψυχές), αξιώθηκε να λάβει αυτό το χάρισμα από τον δημιουργό, ο οποίος, ενώ ήταν Θεός, έγινε σάρκα (άνθρωπος) για χάρη των ανθρώπων –η αδυναμία μας όμως έμεινε έξω από αυτόν, επειδή δεν αδυνάτισε από αυτήν η δύναμη του Θεού.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Δ’, Υπόθεση ΛΕ’ (35), σελ. 326, και ΛΘ’ (39), σελ. 351. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2010.