Μαρτυρία και διδαχή

Πολλώ μάλλον έκραζε – Κυριακή ΙΔ’ Λουκά

«Και οι προάγοντες επετίμων αυτώ ίνα σιωπήση· αυτός δε
πολλώ μάλλον έκραζεν· υιέ Δαυίδ, ελέησόν με» (Λουκ. 18:39)

Όταν ξαφνικά βρεθούμε μπροστά σε κάποιον κίνδυνο ή σ’ ένα πρόβλημα σοβαρό, αυθόρμητα σχεδόν καταφεύγουμε στο Θεό. Μέσα στις θλίψεις ιδιαίτερα. Για να επαναλαμβάνεται πάντοτε αυτό που έλεγε ο Δαβίδ «εν θλίψει επεκαλεσάμην τον Κύριον».

Είναι δείγμα και αυτό της εμφύτου τάσεως της ανθρώπινης ψυχής προς το Δημιουργό της. Σαν το νήπιο που δε γνωρίζει άλλη καταφυγή εκτός από της μητέρας του την αγκαλιά. Σαν το παιδάκι που μόνο στου πατέρα του τη δύναμη έχει εμπιστοσύνη.

Μόλις όμως περάσει η πρώτη εντύπωση, έρχεται ο πειρασμός της δυσπιστίας και ολιγοπιστίας. Ακόμη και η πεποίθηση στις δικές μας δυνάμεις. Ή η ελπίδα σε βοήθεια άλλων ανθρώπων. Υποχωρεί η σκέψη και η εξάρτηση από το Θεό στη συνείδησή μας. Επικρατούν καθαρά υλιστικές σκέψεις και λογισμοί.

Προπαντός όταν η συμπεριφορά των ανθρώπων γύρω μας μάς παγώνει τη ζεστασιά της πίστεως και την ασφάλεια της εμπιστοσύνης στο Θεό. Όταν οι γνωστοί μας δεν υπολογίζουν το Χριστό αλλά σκέπτονται και ενεργούν σαν να είναι ψέμα η ύπαρξη του πνευματικού κόσμου και η αλήθεια του Ευαγγελίου όχι η μοναδική.

Τότε κλονιζόμαστε, κάνουμε υπολογισμούς, πάμε να στηριχτούμε σε εγκόσμια στηρίγματα. Αλλά τα εγκόσμια είναι τόσο περαστικά, αβέβαια, απατηλά και ανίσχυρα.

Αυτό μας συμβαίνει πιο πολύ όταν συνηθίζουμε τα προβλήματα και τις ανησυχίες μας, όσο κι αν είναι μεγάλα, όταν παρατείνεται ο πόνος. Ή όταν αντιμετωπίζουμε τα συνηθισμένα καθημερινά μας προβλήματα. Αφήνουμε να μας απασχολούν, να ερευνάμε την εξεύρεση λύσεων, έστω και αν δεν εξαρτάται τίποτε από εμάς ή μοιρολατρικά να αδρανούμε λέγοντας πως δεν υπάρχει διέξοδος σ’ αυτό που μας βασανίζει.

Συμβαίνει βέβαια να θυμούμαστε καμιά φορά και το Θεό. Αλλά τυπικά και επιπόλαια. Θ’ ανάψουμε ένα κερί στο Ναό. Θα πάμε να προσκυνήσουμε βιαστικά στη λάρνακα του Αγίου μας. Ίσως για το καλό θα ζητήσουμε να γίνει και μια Παράκληση ή και μια Θεία Λειτουργία. Τυπικά όμως. Με τα χείλη και το νου. Χωρίς να συμμετέχει η καρδιά.

Μερικοί παραγγέλλουν μάλιστα να τελέσει ο ιερέας μια λειτουργία και οι ίδιοι –αν και κατοικούν στο ίδιο μέρος– δε μετέχουν σ’ αυτήν. Παραπονούνται εντούτοις. Και Παράκληση έκαμα και τάμα πήγα και λειτουργία παράγγειλα να κάμει ο ιερέας. Μα δε μας ακούει ο Θεός.

Δε λείπουν βέβαια οι περιπτώσεις που, για να μη μας ειρωνευτούν οι γνωστοί, αποφεύγουμε και αυτήν την τυπική ενέργεια και τη θεωρούμε αναχρονιστική.

Οι Ναοί περιμένουν. Η Θεία Λειτουργία και οι ιερές ακολουθίες τελούνται. Οι λειτουργοί του Κυρίου δέονται. Τα προβλήματα πληθαίνουν. Οι θλίψεις μάς μελαγχολούν. Ο πόνος μάς πιέζει τα στήθη. Αλλά πολλοί δεν αξιοποιούν του Κυρίου Ιησού την παρουσία και την αγάπη. Δεν καταφεύγουν στο έλεός Του. Δεν προσφεύγουν να δεχτούν τη χάρη Του. Γι’ αυτό και σηκώνοντας μόνοι το βάρος μένουν πάντα σκυφτοί, ανικανοποίητοι, με συντροφιά την αθυμία και την απογοήτευση.

Δεν αντιμετωπίζονται έτσι τα προβλήματα όμως. Ούτε με το να αποκλείουμε του Κυρίου την παρουσία και του Ευαγγελίου την επίδραση. Γιατί υπάρχουν και εκείνοι που, ενώ τόσο πολύ έντονα διαπίστωσαν το ανώφελο της καταφυγής σε θεωρίες, στηρίγματα και ιδεολογίες και κατασκευάσματα ανθρώπινα, δε θέλουν με κανέναν τρόπο να καταφύγουν στον Κύριο Ιησού Χριστό.

Το αποφασίζουν μόνοι τους: Δεν μπορεί να γίνει αυτό. Δεν υπάρχει λύση. Και υπολογίζοντας αποκλειστικά τη δική τους λογική θεωρούν ανώφελο ή και κουτό να καταφύγουν στο Θεό. Για να παραπαίουν πάντοτε, να αποτυγχάνουν και να απογοητεύονται. Κι όσο δε μετανιώνουν και κρατιούνται μακριά από το Χριστό, πιο πολύ θα αστοχούν και θα απελπίζονται παρασύροντας και άλλους μαζί τους στο δικό τους αστόχημα.

Ιδέτε όμως τον τυφλό της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Είχε συνειδητοποιήσει το πρόβλημά του. Το αίτημά του ήταν σαφές. Τον απασχολούσε. Είχε επίσης συνειδητοποιήσει πως μόνο ο Χριστός θα μπορούσε να το ικανοποιήσει. Και μόλις πληροφορήθηκε ότι «Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται» (Λουκ. 18:37), τρέχει. Φωνάζει με όλη τη δύναμη της καρδιάς του προς τον Κύριο. Ζητεί το έλεός Του.

Οι άλλοι Τον εμποδίζουν. Αλλά εκείνος «πολλώ μάλλον έκραζε». Τι τον ενδιέφερε τι έλεγαν οι άλλοι; Αυτός το ήξερε. Το πίστευε. Δε θα έχανε την ευκαιρία. «Πολλώ μάλλον έκραζε». Περισσότερο επέμενε και εδέετο. Και ο Κύριος που προσέχει τη φωνή των πιστών, τον άκουσε και τον ελέησε. Τον θεράπευσε.

Πιστεύουμε, αδερφοί μου, πως μόνον ο Θεός μπορεί να θεραπεύσει τις πληγές μας και να ικανοποιήσει τους πόθους μας; Πρώτ’ απ’ όλα ας καταφύγουμε σ’ Εκείνον.

Ας λένε πολλοί: «Μην ενεργείς εσύ και περίμενε να σε σώσει ο Θεός». Θα κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας. Μα δε θα πάψουμε να στηρίζουμε σ’ Εκείνον τις ελπίδες μας. Από Αυτόν να περιμένουμε το λυτρωμό ή το δώρημα. Έτσι θα αποδώσουν και οι δικές μας προσπάθειες.

Ας μας ειρωνεύονται ή ας μας εμποδίσουν οι άλλοι. Εμείς να μην αποκάμουμε. Να επιμένουμε πιο πολύ στις δεήσεις μας προς τον Κύριο. Ας αργεί να απαντήσει στις ικεσίες μας ο Χριστός. Ας φαίνεται πως δεν ακούει. Δοκιμάζει την πίστη μας. Και δίνει απάντηση στις προσευχές μας άμεση πολλές φορές. Και με γεγονότα και παρεμβάσεις που δεν τις υπολογίζουμε.

Άλλο ζητάμε κι Αυτός μας χορηγεί κάτι που δεν το φανταζόμαστε ούτε το ζητήσαμε. Είναι εντούτοις αυτό η πιο σωστή λύση. Η πιο ταιριαστή απάντηση. Κάτι πολύ περισσότερο από ό,τι νομίζαμε εμείς ως λύση. Γιατί είναι η λύση που κρίνει καλή και συμφέρουσα στις ψυχές μας Εκείνος. Γιατί είναι δοσμένη από την απέραντη αγάπη και παντογνωσία Του.

Πόσο μικροί είμαστε και πόσο περιορισμένα, κοντόφθαλμα, βλέπουμε! Κι αν μπορούμε να ελέγξουμε κάπως τη δική μας πορεία, είναι αδύνατο να προσδιορίσουμε και καθορίσουμε τις ενέργειες των άλλων, από τους οποίους εξαρτάται πολλές φορές η ζωή μας. Μόνον Εκείνος, ο Κύριος, τα βλέπει όλα, τα ξέρει όλα. Μόνον Αυτός μπορεί να μας φωτίσει για να αντιληφθούμε την πραγματικότητα και να παρέμβει στη ζωή μας.

Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν όσα προβλήματα μας απασχολούν. Τον πόνο και τα όνειρα και τους πόθους μας ας τα παρουσιάσουμε μπρος στα μάτια του Κυρίου. Γνωρίζει τα κατάβαθα της καρδιάς μας Εκείνος. Ξέρει τι ζητάμε και τι έχουμε ανάγκη. Τι μας ωφελεί και τι πραγματικά μας συμφέρει.

Θέλει όμως να Του τα εκθέσουμε κι εμείς. Με υπευθυνότητα και σωστά τοποθετημένη αγάπη για τον εαυτό μας. Με συναίσθηση της αδυναμίας μας αλλά και με αποφασιστικότητα ν’ αγωνιστούμε. Με πλήρη εμπιστοσύνη στην αγάπη Του.

Θέλει να μας δει να καταφεύγουμε και να «βοώμεν εν όλη καρδία» προς Αυτόν και να μην αποκάμουμε. Καθώς ο τυφλός, που παρά τις εναντιότητες που συνάντησε «πολλώ μάλλον έκραζε».

Οι Ναοί με την κατανυκτική τους ατμόσφαιρα, αδερφοί μου, οι ήσυχες γωνιές του σπιτιού μας μάς περιμένουν. Περιμένουν να μας δεχτούν. Όχι τυπικά. Περιμένουν ν’ αφήσουμε την ψυχή μας να ξεχειλίζει και να βοά προς τον Κύριο.

 

Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Α’.

 

 

 

 

 

 

 

 

Πολλώ μάλλον έκραζε – Κυριακή ΙΔ’ Λουκά

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.