«οι δε Φαρισαίοι έλεγον· εν τω άρχοντι
των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια»
(Μτ 9:34)
Ο Κύριός μας καθώς βρισκόταν στην Καπερναούμ, μετά τη θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός και την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, θεράπευσε, όπως ακούσαμε κατά την ανάγνωση της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, δύο τυφλούς και κατόπιν ένα κωφάλαλο δαιμονισμένο.
Τα θαύματα του Χριστού, τα οποία, όπως σημειώνει ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, και εύκολα και γρήγορα γίνονταν και πάμπολα και ανιάτων ασθενειών θεραπείες ήταν, προκαλούσαν αφ’ ενός μεν τον θαυμασμό του απλού λαού, ο οποίος έλεγε· «ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ», αφ’ ετέρου δε τον φθόνο των Φαρισαίων οι οποίοι έλεγαν· «με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμονίων διώχνει τα δαιμόνια».
Η άγνοια είναι μεγάλο κακό. Ακόμη όμως μεγαλύτερο είναι το να γνωρίζει κάποιος την αλήθεια και να την διαστρέφει· καταστροφικό δε τις φανερές ενέργειες του Θεού να τις θεωρεί ενέργειες του σατανά.
Ο άγιος Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα δική του, προκειμένου να τον καταστήσει μέτοχο της δικής του ζωής και τελειότητας. Όμως ο άνθρωπος με την παρέμβαση του μισόκαλου διαβόλου αμάρτησε, έπεσε, και έτσι διακόπηκε η πορεία του προς την τελειότητα. Έγινε δούλος του πονηρού και έκτοτε ζει την δουλεία αυτή ως φθορά και θάνατο, της ψυχής και του σώματος.
Από αυτά τα έργα του διαβόλου ήλθε να γλυτώσει τον άνθρωπο ο Κύριος. Και τα θαύματα του Χριστού, ιδιαίτερα δε οι εκδιώξεις των δαιμόνων και η απαλλαγή από τα δεινά που προκαλούσαν αυτοί, αυτό το λυτρωτικό μήνυμα έδιναν.
Όμως, αυτό το τόσο σημαντικό για σωτηρία του ταλαίπωρου ανθρώπου μήνυμα, έρχονταν και διέστρεφαν και τελικά αχρήστευαν –τουλάχιστον για τον εαυτό τους– οι Φαρισαίοι, καθώς έλεγαν ότι ο Χριστός είχε τον Βεελζεβούλ, και ότι διά του άρχοντος των δαιμονίων έβγαζε τα δαιμόνια.
Αλλά ο Κύριος διέλυσε ως ιστό αράχνης την πλάνη τους, προβάλλοντας το λογικό επιχείρημα, ότι δεν είναι δυνατόν ο Σατανάς να εκδιώκει τον Σατανά. Όπως όταν ένα βασίλειο ή μια οικογένεια χωριστεί σε αντιμαχόμενα μέρη θα διαλυθεί, έτσι και ο Σατανάς, εάν ξεσηκώθηκε κατά του εαυτού του και χωρίστηκε σε αντιμαχόμενες μερίδες, θα αυτοδιαλυθεί. Για να μπει κανείς στο σπίτι του ισχυρού και να αρπάξει τα υπάρχοντά του, πρέπει πρώτα να τον δέσει και έτσι να μπορέσει να λεηλατήσει το σπίτι του. Παρόμοια και ο Χριστός με το να διώχνει τα δαιμόνια από τους ανθρώπους και να τους ελευθερώνει από τη δουλεία του διαβόλου, ο οποίος με κάθε τρόπο προσπαθεί να κρατήσει τη λεία του, δείχνει ότι είναι ισχυρότερός του και τον έχει νικήσει κατά κράτος. Όταν δε μια τέτοια ενέργεια του Χριστού, μια τέτοια αντίθεση προς τον διάβολο, την αποδίδει κανείς στον ίδιο τον διάβολο και ονομάζει Βεελζεβούλ το Πανάγιο Πνεύμα του Χριστού, του οποίου η αγιότητα αντιτίθεται και διώχνει κάθε σατανική δύναμη, τότε πραγματικά υβρίζει το Πνεύμα το Άγιο.
Όλο το έργο του Χριστού έγινε για να ξαναπάρει ο άνθρωπος το Άγιο Πνεύμα, και όλο το έργο του Χριστού στον κάθε άνθρωπο επιτελείται διά του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως κάποιος παίρνει τέτοια βλάσφημη στάση απέναντι στο Άγιο Πνεύμα, όταν έτσι αντιπίπτει, εναντιώνεται «τω Πνεύματι τω αγίω» δια του οποίου δίδεται η άφεση των αμαρτιών, ποια ελπίδα σωτηρίας απομένει πλέον γι’ αυτόν; Προφανώς καμία. Με αυτή την έννοια, η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος είναι αμαρτία που δεν μπορεί να συγχωρεθεί και ο υβριστής αυτός θα είναι ένοχος αιωνίου κρίσεως.
Αλλά και σήμερα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πλεονάζουν οι περιπτώσεις βλασφημίας του Αγίου Πνεύματος, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες φανερές ενέργειες του Πνεύματος του Θεού θεωρούνται δαιμονικές ή διαστρέφονται και περιφρονούνται.
Ας πάρουμε την περίπτωση των αιρέσεων. Επί δύο χιλιάδες χρόνια και συνεχώς η Ορθόδοξη Εκκλησία μας βγάζει αγίους. Αγίους, οι οποίοι έχουν φανερά τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, με την οποία αγαπούν, θαυματουργούν, διώχνουν δαιμόνια. Έτσι, με την παρουσία των αγίων αποδεικνύεται ότι μέσα στην Ορθοδοξία μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί, ότι σ’ αυτήν υπάρχει το Άγιο Πνεύμα που καθαρίζει, φωτίζει και θεώνει τον άνθρωπο, ότι σ’ αυτήν υπάρχει η αλήθεια ως δόγμα και τρόπος ζωής.
Τι μας λένε οι αιρετικοί με το να φεύγουν και να παραμένουν έξω από αυτή την αγιοτόκο Εκκλησία; Ότι το πνεύμα που υπάρχει και ενεργεί μέσα σ’ αυτή δεν είναι άγιο, δεν είναι το Πνεύμα της Αληθείας, αλλά πνεύμα πλάνης. Να η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, που τους καθιστά ενόχους κρίσεως αιωνίου, η αμαρτία που αν ριζώσει δεν εξαλείφεται. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος συνιστά: «Αιρετικό άνθρωπο μετά πρώτη και δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι ένας τέτοιος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει καταδικάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του».
Αλλά ας έλθουμε και στην περίπτωση αυτών που από περιφρόνηση μένουν μακριά από την Εκκλησία. Συνήθως πρόκειται για ανθρώπους που έχουν αρκετές γνώσεις, όχι όμως και θεολογικές. Έχουν αρκετή ευφυΐα, δεν καταλαβαίνουν όμως ορισμένα απλά και αυτονόητα. Βασικά έχουν πολλή υπερηφάνεια και δεν έχουν την καλή και ταπεινή διάθεση να μάθουν και να ζήσουν την αποκεκαλυμμένη από τον Θεό αλήθεια. Έχουν πολλή εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα και δεν βλέπουν την αδυναμία και το σκοτάδι τους. Περιφρονούν το λόγο της Εκκλησίας, που είναι λόγος του Αγίου Πνεύματος, θεωρώντας τον απλά λόγο ανθρώπων, και μάλιστα καθυστερημένων, και με την περιφρόνηση αυτή προφανώς βλασφημούν το Πνεύμα του Θεού. Έτσι αποκλείουν τον εαυτό τους από τη χάρη του Θεού, και τον στερούν από την δυνατότητα αφέσεως των αμαρτιών, καθαρισμού από τα πάθη, φωτισμού, αγιασμού και σωτηρίας.
Όμως και η καταφυγή σε μαγικές-δαιμονικές τέχνες, η επίκληση και η λατρεία του Σατανά δεν αποτελούν περιφρόνηση, άρνηση και έμπρακτη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, το οποίο πήραμε κατά το άγιο Βάπτισμα και το άγιο Χρίσμα; Και πώς είναι δυνατόν κάποιος που γεύθηκε τις δωρεές του Θεού και μετά αντί αυτών προτίμησε την κοινωνία με τον διάβολο, να μετανοήσει και να επιστρέψει στον Θεό; Είναι αδύνατον, μας λέγει ο Παύλος, εκείνους που άπαξ φωτίστηκαν και γεύτηκαν την επουράνιο δωρεά και έγιναν μέτοχοι Πνεύματος Αγίου, που γεύθηκαν τον καλό λόγο του Θεού και τις δυνάμεις του μέλλοντος αιώνος και κατόπιν εξέπεσαν, αυτούς είναι αδύνατον να τους επαναφέρει κανείς σε νέα μετάνοια.
Εμείς ίσως δεν έχουμε ξεφύγει σε κάποια αίρεση. Ίσως δεν καταφεύγουμε σε μαγικές τέχνες ή δεν περιφρονούμε γυμνή τη κεφαλή την Ορθόδοξη Εκκλησία μας την οποία ζωοποιεί το Πνεύμα του Θεού. Και πάλι όμως χρειάζεται προσοχή πολλή να μη καθιστούμε ανενεργή τη χάρη την οποία μέσα στην Εκκλησία με τα άγια Μυστήρια παίρνουμε, καλύπτοντάς την με την ικανοποίηση των παθών μας, με τις αμαρτίες μας. Χρειάζεται να μη λυπούμε το Πνεύμα το Άγιο, αλλά να συνεργαζόμαστε μ’ αυτό, για να αποκτήσουμε τους καρπούς του –την αγάπη, τη χαρά, την ειρήνη, τη μακροθυμία, τη χρηστότητα, την αγαθοσύνη την πίστη, την πραότητα, την εγκράτεια– για να μορφωθεί μέσα μας Χριστός, εις δόξαν αυτού και σωτηρία δική μας. Αμήν.
Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας