Μαρτυρία και διδαχή

«Μακάριόν εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» – Κυριακή 318 Πατέρων Α’ Οικ. Συνόδου

Δεν είναι λόγος του Παύλου αλλά του ίδιου του Κυρίου ο παραπάνω. Αλλά πού και πότε τον είπε ο Κύριος; Στα Ευαγγέλια δεν υπάρχει. Αλλά δεν πρέπει να νομίζουμε ότι όλοι οι λόγοι και όλα τα έργα του Κυρίου καταγράφηκαν στα Ευαγγέλια. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης δύο φορές βεβαιώνει ότι εκτός από όσα είναι γραμμένα, «έστι και άλλα πολλά όσα εποίησεν ο Ιησούς» (Ιω. 21:25), τα οποία ήταν αδύνατο να καταγραφούν πλήρως. Άλλωστε, όταν ομιλούσε ο Παύλος, τα Ευαγγέλια δεν είχαν γραφεί ακόμη και όλη η διδασκαλία του Κυρίου μεταδιδόταν από στόμα σε στόμα. Από την προφορική λοιπόν παράδοση ανέσυρε ο Παύλος και μας διέσωσε τον σπουδαιότατο αυτό λόγο του Κυρίου.

«Μακάριόν εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν». Παράδοξη και ακατανόητη φαίνεται σε πολλούς η γνώμη αυτή. Διότι το φρόνημα του κόσμου είναι τελείως διαφορετικό. «Ανόητος ο διδούς, ευτυχής δ’ ο λαμβάνων», έλεγε ένας αρχαίος ποιητής. Και σήμερα, αν θέσουμε το σχετικό ερώτημα, θα λάβουμε ασφαλώς από τους περισσοτέρους την απάντηση ότι ευτυχέστερος είναι αυτός που λαμβάνει. Και όμως ο Κύριος βεβαιώνει το αντίθετο, ότι αυτός που δίνει είναι ευτυχέστερος. Η προσεκτική δε μελέτη και εμβάθυνση θα μας αποδείξει ότι ο Κύριος – όπως πάντα – έχει δίκαιο.

Για να αποκλείσουμε κάθε παρεξήγηση, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Κύριος δεν χαρακτηρίζει ως δυστυχισμένο αυτόν που λαμβάνει ούτε αποκλείει την κάθε είδους λήψη. Αυτό δεν θα ήταν λογικό· διότι, αν κανένας δεν λάμβανε, τότε σε ποιον θα δίναμε; Άλλωστε όλοι λαμβάνουμε συνεχώς τα δώρα του Θεού, τα οποία άφθονα εκείνος μας παρέχει. Εννοεί όμως ο Κύριος ότι αυτός που δίνει βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση από τον λήπτη και επομένως είναι ευτυχέστερος. Και να γιατί.

Πρώτον, διότι με το να δίνει καταπολεμά την πλεονεξία, την νοσηρή αγάπη προς τον πλούτο, για την οποία ο Κύριος συνέστησε: «Οράτε και φυλάσσεσθε από πάσης πλεονεξίας» (Λουκ. 12:15), διότι μας εκθέτει σε πολλούς κινδύνους και δοκιμασίες, όπως και ο Παύλος βεβαιώνει: «Οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν» (Α’ Τιμ. 6:9). Γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται ως «ρίζα πάντων των κακών η φιλαργυρία, ής τινες ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως και εαυτούς περιέπειραν οδύναις πολλαίς» (Α’ Τιμ. 6:10). Το να δίνουμε χαρίζει την θεραπεία και την απαλλαγή από τις οδύνες αυτές. Όταν δίνουμε συνεχώς, δεν κινδυνεύουμε ούτε σε έριδες, ούτε σε δοκιμασίες, ούτε σε απογοητεύσεις να εκπέσουμε.

Δεύτερον, διότι μας προφυλάσσει από την αγνωμοσύνη και αχαριστία. Να εξηγούμαστε: όχι εκείνη που θα συναντήσουμε όταν δίνουμε, διότι αυτή, όσο κι αν είναι πικρή, δεν μας βλάπτει· αλλά εκείνη, στην οποία εμείς κινδυνεύουμε να πέσουμε, όταν συνεχώς λαμβάνουμε.

Τρίτον, διότι μας εξασφαλίζει την ευλογία του Θεού και την αιώνια ανταπόδοση. Όταν δίνουμε, καταθέτουμε τα χρήματά μας στην ασφαλέστερη τράπεζα, η οποία δεν κινδυνεύει ποτέ να χρεωκοπήσει και η οποία θα μας δώσει τον μεγαλύτερο και πιο σίγουρο τόκο. Αποταμιεύουμε «θησαυρούς εν ουρανώ» (Ματθ. 6:20), τους οποίους κανείς δεν μπορεί να μας αφαιρέσει. Καταθέτουμε, για να απολάβουμε «αντί των επιγείων τα επουράνια, αντί των φθαρτών τα άφθαρτα, αντί των προσκαίρων τα αιώνια» (Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου).

Τέταρτο, και σπουδαιότερο, διότι μας εξομοιώνει με τον Θεό, κάτι που είναι ο σκοπός της γεννήσεως και της υπάρξεώς μας. Έχουμε πλασθεί κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσιν. Αλλά το κύριο χαρακτηριστικό του Θεού είναι ότι πάντοτε δίνει σε όλους, ενώ ουδέποτε και από κανέναν δεν λαμβάνει, διότι δεν έχει καμία ανάγκη. Εμείς δεν μπορούμε βέβαια να ομοιάσουμε απόλυτα προς τον Θεό, διότι μόνο εκείνος είναι ανενδεής· μπορούμε όμως να τον ομοιάσουμε εν μέρει, δίνοντας ανάλογα με τις δυνάμεις μας.

Αλλά λένε μερικοί: Εγώ είμαι φτωχός και δεν μπορώ να δώσω. Άρα δεν μπορώ να είμαι μακάριος. Ας προσέξουμε. Ο Κύριος δεν είπε ότι είναι ευτυχής μόνο αυτός που δίνει, ούτε – πολύ περισσότερο – μόνο αυτός που δίνει χρήματα. Υπάρχουν και άλλοι τρόποι προσφοράς: λόγοι καλοί, παρηγορία και ενίσχυση, συμπαράσταση σε ασθενείς, προσφορά αίματος, προσφορά άλλων υπηρεσιών, τις οποίες και ο φτωχός μπορεί να κάνει. Ο Θεός δεν μετρά την αξία του αγαθού που κάνουμε ανάλογα με το μέγεθός του, αλλά ανάλογα με τη διάθεση, με την οποία το προσφέρουμε. Αυτήν κυρίως εκτιμά ο Θεός, όπως δίδαξε ο Κύριος με την αφορμή του διλέπτου της χήρας.

Ο απόστολος Παύλος βεβαιώνει ότι επιφυλάσσεται «δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν» (Ρωμ. 2:10). Εργάζεται δε χωρίς αμφιβολία το αγαθό εκείνος που δίνει με αγαθή καρδιά, και μπορεί να ελπίζει στην αμοιβή του από τον Θεό. Ας δίνουμε λοιπόν πρόθυμα και με ευχαρίστηση σε όσους έχουν ανάγκη, για να απολάβουμε κι εμείς δόξα και τιμή και ειρήνη παρά Θεού και στην παρούσα ζωή, αλλά προπαντός στη μέλλουσα.

 

Από το βιβλίο: Πρωτοπρεσβ. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη (†), ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2024, σελ. 85.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

«Μακάριόν εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» – Κυριακή 318 Πατέρων Α’ Οικ. Συνόδου

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.