
Ο μεγαλομάρτυρας Ιεραπόστολος του Χριστού και Εθναπόστολος της πατρίδας, που αξιώθηκε και του προφητικού χαρίσματος, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, στο θέμα της Ιερωσύνης είναι σαφής και απόλυτος. Την θεωρεί σαν το πιο ψηλό υπούργημα και αξίωμα πάνω στη γη: «…οι κοσμικοί να τιμάτε τους Ιερείς σας· και αν τύχει ένας ιερεύς και ένας βασιλεύς τον ιερέα να προτιμήσεις, και αν τύχει ένας ιερεύς και ένας άγγελος τον Ιερέα να προτιμήσεις, διότι ο Ιερεύς είναι ανώτερος από τους Αγγέλους…»
Φυσικά ο Άγιος δεν αφήνει την άποψη του αυτή μετέωρη. Προχωρεί και την δικαιολογεί «…οι παπάδες είναι ανώτεροι και από τους Αγγέλους και από τους βασιλείς. Εγώ, αδελφοί μου, η γνώμη μου έτσι με λέγει να κάμω. Εάν απαντώ ένα παπά και ένα βασιλέα, με φαίνεται εύλογο τον παπά να βάλω να καθίσει υψηλότερα από τον βασιλέα· και εάν απαντήσω ένα παπά και ένα Άγγελο, πρώτα θα χαιρετήσω τον παπά και έπειτα τον Άγγελο. Διότι, αδελφοί μου, είναι ανώτερος και από το άγιο Ποτήριο, διότι το άγιο Ποτήριο είναι άψυχο, μα ο ιερεύς μεταλαμβάνει τα άχραντα Μυστήρια καθ’ εκάστην ημέρα, το τίμιον σώμα και αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού…».
Οι ουράνιες δυνάμεις συνοδεύουν και συμπαραστέκονται στον ιερέα κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας. Τον βοηθούν στην τέλεση των αγίων μυστηρίων. Όταν στη Μικρά Είσοδο της Λειτουργίας μεταφέρει το Ευαγγέλιο, προσεύχεται μυστικά ο ιερέας λέγοντας: «Δέσποτα Κύριε ο Θεός ημών, ο καταστήσας εν ουρανοίς τάγματα και στρατιάς αγγέλων και αρχαγγέλων εις λειτουργίαν της σης δόξης, ποίησον συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σην αγαθότητα».
Θα μπορούσε κανείς άπειρα να αναφέρει για την ιερότητα του αξιώματος του ιερέως. Επιγραμματικά αναφέρω του ιερού Χρυσοστόμου τη διατύπωση: «Μέσος του Θεού και της των ανθρώπων φύσεως έστηκεν ο ιερεύς, τας εκείθεν τιμάς κατάγων προς ημάς και τας παρ’ ημών ικετηρίους ανάγων εκεί».
Εάν όλα αυτά ισχύουν για την ιερωσύνη, τι μπορεί να πει κανείς για την Αρχιερωσύνη! Όπου ο Επίσκοπος κατέχει «τύπον και τόπον Χριστού». Μέσα στην Εκκλησία, που είναι ο ίδιος «ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας», συνεχίζεται πάντοτε το απολυτρωτικό έργο που ο Χριστός εγκαινίασε με τη θυσία του στο Γολγοθά. Ταμειούχος και παροχέας της λυτρωτικής Χάριτος του Θεού, η Εκκλησία διά του Επισκόπου.
Ο Επίσκοπος προΐσταται κάθε λειτουργικής συνάξεως και εξ ονόματός του τελείται κάθε λειτουργική σύναξη όταν απουσιάζει.
Αυτός κατέχει όλο το πλήρωμα της ιερωσύνης και δύναται να τελεί όλα τα μυστήρια και όλες τις αγιαστικές πράξεις και ιερουργίες της Εκκλησίας.
Αυτός έχει το χάρισμα και τη δύναμη να συγχωρεί ή να δεσμεύει τις αμαρτίες των ανθρώπων. Ακόμη, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δύναται και μετά θάνατον να λύει τυμπανιαίους και αλυώτους.
Αυτός έχει το χάρισμα να ορθοτομεί το λόγο της αλήθειας του Χριστού και να καθοδηγεί στην πίστη. Ακόμη, άγρυπνος σκοπός (επί + σκοπός), προφυλάσσει το ποίμνιο από λύκους βαρείς (τους αιρετικούς) και γενικά από όσους επιβουλεύονται τα παιδιά του Θεού.
Αυτός μεταδίδει την ιερωσύνη με τις χειροτονίες, διαιωνίζοντας έτσι την αποστολική διαδοχή που ο ίδιος κατέχει, εξασφαλίζοντας έτσι τη συνέχεια της Εκκλησίας επί της γης.
Μπροστά σ’ αυτό το αξίωμα, τη θέση και την τιμή που εμπιστεύτηκε ο Θεός στον Επίσκοπο, ποια η δική μας στάση;
Ασφαλώς πρέπει να το θεωρούμε σαν τη μεγαλύτερη ευλογία όταν ένας Επίσκοπος επισκέπτεται την ενορία μας για τέλεση της θείας Λειτουργίας. Εάν δεν επιτρέπεται η απουσία από τη λειτουργική σύναξη παρά για ισχυρούς λόγους, πολύ περισσότερο δεν συγχωρείται απουσία από αρχιερατική Λειτουργία…
Το πιο σημαντικό, να αποφεύγουμε την κριτική και το χειρότερο, την ιεροκατηγορία σε βάρος των Αρχιερέων και γενικά των κληρικών. Αυτοί είναι πατέρες μας και, όπως λέγει η Γραφή, όποιος κακολογεί τον πατέρα του είναι άξιος θανάτου. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός συμβουλεύει «να μην κατηγορείτε τους παπάδες σας, να μην τους υβρίζετε και να μην τους παραμελείτε, διότι βάζετε φωτιά και καίεσθε».
Από το βιβλίο: «Πρωτοπρεσβύτερος π. Ευέλθων Χαραλάμπους. Ο χαρισματικός και αναστάσιμος καλός ποιμένας και Σαμαρείτης της Εκκλησίας του Χριστού». Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 93.