
Ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος στην Υπαπαντή του Κυρίου, όταν ο Κύριος ήταν σαράντα ημερών και πήρε το Θείο Βρέφος στην αγκαλιά του, προφήτευσε και είπε ότι Αυτός θα είναι «εις σημείον αντιλεγόμενον και εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών». Δηλαδή οι άνθρωποι, όσον αφορά το Πρόσωπο του Χριστού, άλλοι θα σώζονται εις ανάστασιν και άλλοι εις πτώσιν. Άλλοι θα σώζονται και άλλοι θα χάνονται εξαιτίας της στάσεώς του απέναντί Του. Και αυτοί που θα πιστεύουν, θα σώζονται, και αυτοί που δεν θα πιστεύουν, θα χάνονται.
Βλέπουμε ότι αυτή η προφητεία επαλήθευσε δια μέσου των αιώνων και επαληθεύει μέχρι σήμερα.
Οι άνθρωποι αντιλέγουν για το Πανάγιο Πρόσωπο του Κυρίου. Και άλλοι τον πιστεύουμε ως Θεάνθρωπο και άλλοι απιστούν. Είναι και αυτή η προφητεία μία απόδειξη, μία επισφράγιση της αλήθειας του Ευαγγελίου του Χριστού.
Έτσι λοιπόν μεταξύ αυτών που αντέλεγαν στην θεότητα του Κυρίου είναι οι διάφοροι αιρετικοί δια μέσου των αιώνων. Η παρουσία των αιρετικών άρχισε ήδη από την εποχή των αγίων Αποστόλων. Όπως σπέρνουμε τον σπόρο και μαζί βγαίνουν και τα ζιζάνια, έτσι, όπως σπείρεται ο σπόρος του λόγου του Θεού, έβγαιναν και τα ζιζάνια, οι αιρέσεις, τα οποία έσπερνε ο εχθρός της σωτηρίας μας, ο διάβολος.
Και η Εκκλησία ήδη από της εποχής των αγίων Αποστόλων ελάμβανε μέτρα κατά των αιρέσεων για να διασφαλίσει την αληθινή, την Ορθόδοξη πίστη στο Πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Και γνωρίζουμε όλοι μας, ότι το έτος 48 μ.Χ. συνεκλήθη η Αποστολική Σύνοδος στα Ιεροσόλυμα, στην οποία συμμετείχαν οι Απόστολοι και αποφάσισαν ορισμένα πράγματα εναντίον των αιρετικών.
Εν συνεχεία έγιναν και σύνοδοι, τοπικές και οικουμενικές σύνοδοι, και όλες αυτές ήσαν σύνοδοι με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος με σκοπό να διασφαλίσουν την αλήθεια περί του Προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Όπως γνωρίζετε, επτά Σύνοδοι είναι ανεγνωρισμένες. Είναι και η ογδόη που έγινε επί αγίου Φωτίου, και μέλλει να αναγνωρισθεί. Μεγάλη θεολογική σημασία έχει η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη στην πόλη Χαλκηδόνα, κοντά στην Κωνσταντινούπολη το 451 μ.Χ. Και συμμετείχαν 630 Πατέρες από όλη την τότε Χριστιανική Οικουμένη.
Αυτή η Σύνοδος λοιπόν, την οποία τιμούμε και εορτάζουμε σήμερα, δογμάτισε, όχι κάτι καινούργιο, αλλά αυτό το οποίο πίστευαν πάντοτε οι Χριστιανοί. Απλώς το διετύπωσε και το διευκρίνισε σαφέστερα, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Αλλά όχι δύο Χριστοί, ένας Χριστός Θεός και ένας Χριστός άνθρωπος, αλλά δύο φύσεις ενωμένες σε ένα Πρόσωπο, σε ένα Χριστό. Δηλαδή σ’ ένα Πρόσωπο, σε μία Υπόσταση, διότι Πρόσωπο και Υπόσταση είναι συνώνυμα. Αυτός λοιπόν στο ένα Πρόσωπο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, Θεός και άνθρωπος μαζί.
Αυτό βέβαια είναι ένα μεγάλο μυστήριο. Πώς έγινε αυτή η ένωση Θεού και ανθρώπου! Αυτό είναι μυστήριο «το μόνον καινόν υπό την ήλιον». Δεν έγινε ποτέ σε άλλον άνθρωπο, ούτε θα ξαναγίνει.
Αυτό έγινε διότι ο άπειρος Θεός από αγάπη για τους ανθρώπους, απέστειλε τον Μονογενή Του Υιό, τον Λόγο του Θεού, ο Οποίος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, εμάς όλους δηλαδή, για να μας σώσει, να μας θεώσει και να μας αποκαταστήσει στην δόξα που είχε ο άνθρωπος προ της αμαρτίας.
Έπρεπε λοιπόν η Εκκλησία να προφυλάξει τους Χριστιανούς από τις αιρέσεις, και μάλιστα από την αίρεση του Νεστορίου, αρχιεπισκόπου τότε της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος έλεγε ότι έχουμε δύο Χριστούς, ή από την αίρεση του αρχιμανδρίτου Ευτυχούς, ο οποίος έλεγε ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού σιγά σιγά απερροφήθη από την θεία φύση κι έτσι έμεινε ο Χριστός ως Θεός μόνο και όχι και ως άνθρωπος, μείωνε δηλαδή την ανθρώπινη φύση, καθώς και από άλλους αιρετικούς, όπως τον Διόσκορο και τον Σεβήρο οι οποίοι έλεγαν μεν ότι είναι ο Χριστός Θεάνθρωπος, αλλά ότι οι δύο φύσεις συγχέονται. Και δεν είναι αληθινά δύο φύσεις, αλλά στην πραγματικότητα είναι μία φύση.
Αυτά λοιπόν η Εκκλησία τα διεκήρυξε και τα διασάφησε στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο και τώρα οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, όλοι μας, πιστεύουμε ότι ο Ιησούς Χριστός έχει δύο φύσεις, την θεία και την ανθρώπινη. Και επειδή έχει αυτές τις δύο φύσεις, μας σώζει. Αν ήταν μόνο Θεός, δεν θα μας έσωζε. Αν ήταν μόνον άνθρωπος, πάλι δεν θα μας έσωζε. Έπρεπε να είναι Θεός και άνθρωπος, ώστε η θεία φύση να σώζει την ανθρώπινη φύση.
Τώρα όποιος ενωθεί με τον Χριστό, δηλαδή με την ανθρώπινη φύση του, σώζεται, λόγω της ενώσεως των δύο φύσεων, θείας και ανθρώπινης.
Αυτό το δόγμα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου έχει πολύ μεγάλη σημασία, διότι σώζει και την ελευθερία του ανθρώπου. Δεν καταργείται ο άνθρωπος. Έτσι βλέπουμε ότι η σωτηρία του ανθρώπου είναι συνέργεια. Ούτε ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνος του, χωρίς την ελευθερία του, χωρίς την θέλησή του, ούτε ο Θεός μπορεί να σώσει τον άνθρωπο, εάν ο άνθρωπος δεν το θέλει. Αλλά ούτε ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνος του. Χρειαζόμαστε λοιπόν συνέργεια Θεού και ανθρώπου, ανθρώπου και θείας Χάριτος. Αυτό μας εξασφαλίζει το δόγμα της εν Χαλκηδόνι Δ’ Οικουμενικής Συνόδου και άλλα πολλά που δεν είναι του παρόντος να τα αναπτύξουμε.
Είμαστε ευγνώμονες στους Πατέρες της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου και των Πατέρων όλων των Συνόδων, οι οποίοι με πολύ κόπο και με θυσίες και με αγώνες διετύπωσαν τα δόγματα της ευσεβείας και σήμερα εμείς είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί. Γι’ αυτό από ευγνωμοσύνη τιμούμε σήμερα τους Πατέρες. Εορτάζουμε και τις άλλες συνόδους – και την Πρώτη και την Εβδόμη και τις άλλες – διότι ξέρουμε ότι αυτές διεφύλαξαν την πίστη μας.
Σήμερα δεν κινδυνεύουμε τόσο από μία αίρεση συγκεκριμένη, όσο από μία παναίρεση, ότι δηλαδή, δεν έχει μεγάλη σημασία το δόγμα. Δεν έχει σημασία τι πιστεύει ο άνθρωπος, ούτε έχει μεγάλη σημασία τι είναι ο Χριστός. Σημασία έχει να πιστεύεις κάπου. Και όπου και να πιστεύεις είναι το ίδιο. Είτε στον Βούδα πιστεύεις, είτε στον Μωάμεθ πιστεύεις, είτε στον Χριστό πιστεύεις, καλό είναι. Αρκεί να πιστεύεις κάπου.
Ε, αυτή είναι η χειρότερη αίρεση. Γιατί αλίμονο αν μπορεί κανείς να σωθεί από τον Βούδα, από τον Μωάμεθ ή δεν ξέρω από ποιον άλλον. Τότε για ποιο λόγο να σαρκωθεί ο Θεός, ο Θεός να γίνει άνθρωπος; Για ποιο λόγο ο Χριστός να έλθει στην γη, να κηρύξει το Ευαγγέλιο, να σταυρωθεί, να ταφεί, να αναστηθεί και να στείλει το Άγιο Πνεύμα;
Ας μείνουμε λοιπόν εμείς πιστοί στην πίστη των Πατέρων μας, των Αγίων της Εκκλησίας μας, σ’ αυτή την πίστη η οποία έσωσε τον κόσμο μέχρι σήμερα.
Και μεταξύ των αγίων που εφύλαξαν την πίστη και επίστευσαν βαθειά είναι και ο εορταζόμενος άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, μεγάλος διδάσκαλος της Εκκλησίας, μεγάλος φωστήρ, σοφός άνθρωπος με σοφία κοσμική, αλλά περισσότερο με σοφία θεϊκή. Και παρέδωσε στην Εκκλησία πολύτιμα βιβλία, όπως είναι ο Αόρατος Πόλεμος, τα Πνευματικά Γυμνάσματα και άλλα τα οποία ωφελούν μέχρι σήμερα εκείνους που τα διαβάζουν προς ψυχική τους ωφέλεια.
Για όλα αυτά ευχαριστούμε τον Θεό και Τον παρακαλούμε να μας βοηθεί και εμάς σε μία εποχή συγχύσεως και πολλών πλανών, να μείνουμε σταθεροί στην πίστη του Ευαγγελίου, στην πίστη των αγίων Πατέρων μας. Αμήν.
Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης (†)