Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου8 Ιουνίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί Η’, η ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Στρατηλάτου (1).
Νεκρόν με Θεόδωρον η πατρίς δέχου,
Ον ζώντα πλουτεί Μαρτύρων πατρίς πόλος.
Όλβιον ογδοάτη Θεοδώρου σώμα κομίσθη.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους Λικινίου του βασιλέως, εν έτει τκ’ [320], και εκατάγετο μεν από τα Ευχάϊτα, τα οποία κοινώς λέγονται Εφλεέμ, ευρισκόμενα εν τη Γαλατία. Εκατοίκει δε εις την Ηράκλειαν την ευρισκομένην εις την Μαύρην Θάλασσαν. Ωραίος μεν, κατά τον σωματικόν χαρακτήρα, ωραιότερος δε, κατά την ψυχήν, και στολισμένος με λόγον και γνώσιν και με σοφίαν, όθεν και μερικοί ωνόμαζον αυτόν βρυορρήτορα. Ούτος λοιπόν αφ’ ου εδοκίμασε κάθε βάσανον και τιμωρίαν, ετελείωσε το μαρτύριον. Και η μεν αγία του ψυχή, απήλθε νικηφόρος εις τα Ουράνια. Το δε άγιον αυτού λείψανον, έμεινεν εις την γην, και αναβλύζει ρείθρα ιαμάτων εις τους μετά πίστεως αυτώ προστρέχοντας. Τούτου δε του αγίου λειψάνου την μετακομιδήν εορτάζομεν σήμερον. Μετετέθη γαρ τούτο από την Ηράκλειαν εις τα Ευχάϊτα, και απετέθη εις την γονικήν οικίαν του Αγίου, καθώς αυτός ο ίδιος Μάρτυς παρήγγειλε περί τούτου εις τον ταχυγράφον του Αύγαρον, προ του να τον αποκεφαλίσουν, και όρα πλατύτερον εις το Συναξάριον του Αγίου, το ευρισκόμενον κατά την ογδόην του Φευρουαρίου. Εν δε τη Μεγίστη Λαύρα σώζεται Μαρτύριον τούτου ελληνικόν, ου η αρχή· «Ώσπερ φαίνει ο ήλιος τοις ορώσιν».
(1) Σημείωσαι, ότι εις τον Άγιον τούτον Θεόδωρον εγκώμιον έπλεξεν ο σοφώτατος πρωτασηκρήτης Ευθύμιος ο Ζυγαδηνός, το οποίον σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, και εν τω τετάρτω πανηγυρικώ της Ιεράς Μονής του Βατοπαιδίου, ούτινος η αρχή εστιν αύτη· «Των του Θεού δώρων επώνυμον μάρτυρα». Εν άλλοις δε το ανωτέρω εγκώμιον επιγράφεται «Ευθυμίου Πρωτασηκρήτου» χωρίς το, Ζυγαδηνού, όπερ μετέφρασεν εις το απλούν η εμή αδυναμία και ευρίσκεται εις το κατά τας Καρεάς κελλίον των Αγίων Θεοδώρων.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Νικάνδρου και Μαρκιανού.
Του Μαρκιανού τω ξίφει τετμημένου,
Νίκανδρος είπεν, ακόλουθός ειμί σοι.
Ούτοι οι Άγιοι επειδή ωμολόγουν την εις Χριστόν πίστιν, δια τούτο εξετάσθησαν από τον ηγεμόνα Μάξιμον, και εβάλθησαν εις φυλακήν, και μετά ημέρας είκοσιν ευγήκαν από την φυλακήν. Έπειτα αναγκάσθησαν να αρνηθούν τον Χριστόν, και μη πεισθέντες, ξεσχίζονται με ονύχια σιδηρά, και κρεμώνται επάνω εις ορθά ξύλα, και κατακεντούνται με σίδηρα, και καίονται με φωτίαν. Ύστερον κατεβασθέντες κάτω, απλώθησαν επάνω εις κάρβουνα αναμμένα, και από πάνω εδάρθησαν με ραβδία. Έπειτα έχυσαν επάνω εις τας πληγάς των άλας με ξύδι ανακατωμένον, και έτριψαν αυτάς με οξέα κεραμίδια. Είτα ετζάκισαν με πέτρας τα στόματα και τα πρόσωπά των. Ηκολούθει δε η γυνή του Αγίου Νικάνδρου, θαρρύνουσα αυτόν, και προθυμότερον ποιούσα εις το μαρτύριον. Ηκολούθει δε και η γυνή του Αγίου Μαρκιανού, αλλά εποίει όλον το εναντίον. Κλαίουσα γαρ και δείχνουσα το παιδίον του, εσύντριβε την καρδίαν του αθλητού. Λαβών δε το παιδίον ο Μάρτυς, ασήκωσε τα ομμάτιά του εις τον ουρανόν και είπε· Κύριε, εσύ θέλεις φροντίσεις δια το παιδίον τούτο. Και ασπασθείς το παιδίον και την γυναίκα, έτρεξεν εις τον προκείμενον δρόμον του μαρτυρίου. Μετά ταύτα έκοψαν τας γλώσσας των αθλητών με μαχαίρια. Και τελευταίον απέκοψαν τας αγίας των κεφαλάς, και ούτως έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους του μαρτυρίου.
*
Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Καλλιόπης.
Κάλλη παραβλέπουσα των ποιημάτων,
Κτίστου τα κάλλη οπτάνη Καλλιόπη.
Αύτη ήτον κατά τους χρόνους Δεκίου του βασιλέως, εν έτει σν’ [250]. Διέλαμπε δε με κάλλος ψυχής, και με ωραιότητα σώματος. Όθεν πιασθείσα από τους ειδωλολάτρας αναγκάσθη να αρνηθή την πίστιν του Χριστού. Και επειδή εκράτει αυτήν δυνατά, δια τούτο έδειραν αυτήν ανελεήμονα, και έκοψαν τα βυζία της. Άγγελος δε Κυρίου παρασταθείς, ιάτρευσεν αυτά. Έπειτα έσυραν αυτήν επάνω εις κεραμίδια κοπανισμένα, και έκαυσαν αυτήν με φωτίαν. Είτα τας κεκαυμένας σάρκας της έπασαν με αλάτι, και έτριψαν αυτάς με πανία υφασμένα από γηδίσσας τρίχας. Τελευταίον δε απεκεφάλισαν αυτήν, και ούτως ανήλθεν η μακαρία νικηφόρος εις τα Ουράνια.
*
Η Οσία Μελάνεια, εν ειρήνη τελειούται.
Τρέψασα Μελάνεια πνεύμα παν μέλαν,
Λευκή το πνεύμα προς Θεόν χωρεί Λόγον.
*
Ο Όσιος Αθρέ, εν ειρήνη τελειούται.
Κάλλη τα της γης εμφρόνως διαπτύσας,
Αθρείς το κάλλος Αθρέ του σου Δεσπότου.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Νίκανδρος, ξίφει τελειούται.
Αλλ’ οίδα και Νίκανδρον άνδρα γεννάδαν,
Νίκης λαβόντα το στέφος δια ξίφους.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Μάρκος, ξίφει τελειούται.
Τμηθείς ο Μάρκος θυμιά τω Κυρίω,
Ατμόν προπέμπων εκ ζεόντων αιμάτων.
*
Ο Όσιος Ναυκράτιος, εν ειρήνη τελειούται (2).
Γην Ναυκράτιος εκπερών επιτρέπει,
Την ψυχικήν ναυν τω κυβερνήτη Λόγω.
(2) Ο Όσιος ούτος Ναυκράτιος φαίνεται να ήναι ο αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου και Γρηγορίου Νύσσης, όστις ήτον θαυμάσιος κατά την άσκησιν. Είχε δε έργον, το να ψαρεύη εις τας λίμνας και ποταμούς, και τα οψάρια να τα μοιράζη εις τους πτωχούς, καθώς διηγείται τον Βίον αυτού ο ρηθείς αδελφός του Γρηγόριος.
*
Η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, εν τω Σωσθενείω (3).
(3) Το Σωσθένειον τώρα ονομάζεται κοινώς Στενία, ή Στένη, η οποία ευρίσκεται εις το μέσον του καταστένου, όπου και λιμήν είναι ευρυχωρότατος.
*
Ο Άγιος Νεομάρτυς Θεοφάνης, ο μαρτυρήσας εν Κωνσταντινουπόλει κατά το έτος ͵αφνθ’ [1559], ογγίνοις (ήτοι τζεγγελίοις) τελειούται.
Ο Θεοφάνης ογγίνοις στέφος μέγα,
Εξηγόρασεν· ω συναλλαγής ξένης! (4)
(4) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Η΄, ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου (1).
Νεκρόν με Θεόδωρον ἡ πατρὶς δέχου,
Ὃν ζῶντα πλουτεῖ Μαρτύρων πατρὶς πόλος.
Ὄλβιον ὀγδοάτῃ Θεοδώρου σῶμα κομίσθη.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Λικινίου τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει τκ΄ [320], καὶ ἐκατάγετο μὲν ἀπὸ τὰ Εὐχάϊτα, τὰ ὁποῖα κοινῶς λέγονται Ἐφλεέμ, εὑρισκόμενα ἐν τῇ Γαλατίᾳ. Ἐκατοίκει δὲ εἰς τὴν Ἡράκλειαν τὴν εὑρισκομένην εἰς τὴν Μαύρην Θάλασσαν. Ὡραῖος μέν, κατὰ τὸν σωματικὸν χαρακτῆρα, ὡραιότερος δέ, κατὰ τὴν ψυχήν, καὶ στολισμένος μὲ λόγον καὶ γνῶσιν καὶ μὲ σοφίαν, ὅθεν καὶ μερικοὶ ὠνόμαζον αὐτὸν βρυορρήτορα. Οὗτος λοιπὸν ἀφ’ οὗ ἐδοκίμασε κάθε βάσανον καὶ τιμωρίαν, ἐτελείωσε τὸ μαρτύριον. Καὶ ἡ μὲν ἁγία του ψυχή, ἀπῆλθε νικηφόρος εἰς τὰ Οὐράνια. Τὸ δὲ ἅγιον αὐτοῦ λείψανον, ἔμεινεν εἰς τὴν γῆν, καὶ ἀναβλύζει ῥεῖθρα ἰαμάτων εἰς τοὺς μετὰ πίστεως αὐτῷ προστρέχοντας. Τούτου δὲ τοῦ ἁγίου λειψάνου τὴν μετακομιδὴν ἑορτάζομεν σήμερον. Μετετέθη γὰρ τοῦτο ἀπὸ τὴν Ἡράκλειαν εἰς τὰ Εὐχάϊτα, καὶ ἀπετέθη εἰς τὴν γονικὴν οἰκίαν τοῦ Ἁγίου, καθὼς αὐτὸς ὁ ἴδιος Μάρτυς παρήγγειλε περὶ τούτου εἰς τὸν ταχυγράφον του Αὔγαρον, πρὸ τοῦ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν, καὶ ὅρα πλατύτερον εἰς τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου, τὸ εὑρισκόμενον κατὰ τὴν ὀγδόην τοῦ Φευρουαρίου. Ἐν δὲ τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ σῴζεται Μαρτύριον τούτου ἑλληνικόν, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὥσπερ φαίνει ὁ ἥλιος τοῖς ὁρῶσιν».
(1) Σημείωσαι, ὅτι εἰς τὸν Ἅγιον τοῦτον Θεόδωρον ἐγκώμιον ἔπλεξεν ὁ σοφώτατος πρωτασηκρήτης Εὐθύμιος ὁ Ζυγαδηνός, τὸ ὁποῖον σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, καὶ ἐν τῷ τετάρτῳ πανηγυρικῷ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου, οὗτινος ἡ ἀρχή ἐστιν αὕτη· «Τῶν τοῦ Θεοῦ δώρων ἐπώνυμον μάρτυρα». Ἐν ἄλλοις δὲ τὸ ἀνωτέρω ἐγκώμιον ἐπιγράφεται «Εὐθυμίου Πρωτασηκρήτου» χωρὶς τὸ, Ζυγαδηνοῦ, ὅπερ μετέφρασεν εἰς τὸ ἁπλοῦν ἡ ἐμὴ ἀδυναμία καὶ εὑρίσκεται εἰς τὸ κατὰ τὰς Καρεὰς κελλίον τῶν Ἁγίων Θεοδώρων.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Νικάνδρου καὶ Μαρκιανοῦ.
Τοῦ Μαρκιανοῦ τῷ ξίφει τετμημένου,
Νίκανδρος εἶπεν, ἀκόλουθός εἰμί σοι.
Οὗτοι οἱ Ἅγιοι ἐπειδὴ ὡμολόγουν τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν, διὰ τοῦτο ἐξετάσθησαν ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Μάξιμον, καὶ ἐβάλθησαν εἰς φυλακήν, καὶ μετὰ ἡμέρας εἴκοσιν εὐγῆκαν ἀπὸ τὴν φυλακήν. Ἔπειτα ἀναγκάσθησαν νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστόν, καὶ μὴ πεισθέντες, ξεσχίζονται μὲ ὀνύχια σιδηρᾶ, καὶ κρεμῶνται ἐπάνω εἰς ὀρθὰ ξύλα, καὶ κατακεντοῦνται μὲ σίδηρα, καὶ καίονται μὲ φωτίαν. Ὕστερον κατεβασθέντες κάτω, ἁπλώθησαν ἐπάνω εἰς κάρβουνα ἀναμμένα, καὶ ἀπὸ πάνω ἐδάρθησαν μὲ ῥαβδία. Ἔπειτα ἔχυσαν ἐπάνω εἰς τὰς πληγάς των ἅλας μὲ ξύδι ἀνακατωμένον, καὶ ἔτριψαν αὐτὰς μὲ ὀξέα κεραμίδια. Εἶτα ἐτζάκισαν μὲ πέτρας τὰ στόματα καὶ τὰ πρόσωπά των. Ἠκολούθει δὲ ἡ γυνὴ τοῦ Ἁγίου Νικάνδρου, θαρρύνουσα αὐτόν, καὶ προθυμότερον ποιοῦσα εἰς τὸ μαρτύριον. Ἠκολούθει δὲ καὶ ἡ γυνὴ τοῦ Ἁγίου Μαρκιανοῦ, ἀλλὰ ἐποίει ὅλον τὸ ἐναντίον. Κλαίουσα γὰρ καὶ δείχνουσα τὸ παιδίον του, ἐσύντριβε τὴν καρδίαν τοῦ ἀθλητοῦ. Λαβὼν δὲ τὸ παιδίον ὁ Μάρτυς, ἀσήκωσε τὰ ὀμμάτιά του εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Κύριε, ἐσὺ θέλεις φροντίσεις διὰ τὸ παιδίον τοῦτο. Καὶ ἀσπασθεὶς τὸ παιδίον καὶ τὴν γυναῖκα, ἔτρεξεν εἰς τὸν προκείμενον δρόμον τοῦ μαρτυρίου. Μετὰ ταῦτα ἔκοψαν τὰς γλώσσας τῶν ἀθλητῶν μὲ μαχαίρια. Καὶ τελευταῖον ἀπέκοψαν τὰς ἁγίας των κεφαλάς, καὶ οὕτως ἔλαβον οἱ μακάριοι τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου.
*
Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Καλλιόπης.
Κάλλη παραβλέπουσα τῶν ποιημάτων,
Κτίστου τὰ κάλλη ὀπτάνῃ Καλλιόπη.
Αὕτη ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Δεκίου τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει σν΄ [250]. Διέλαμπε δὲ μὲ κάλλος ψυχῆς, καὶ μὲ ὡραιότητα σώματος. Ὅθεν πιασθεῖσα ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας ἀναγκάσθη νὰ ἀρνηθῇ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἐπειδὴ ἐκράτει αὐτὴν δυνατά, διὰ τοῦτο ἔδειραν αὐτὴν ἀνελεήμονα, καὶ ἔκοψαν τὰ βυζία της. Ἄγγελος δὲ Κυρίου παρασταθείς, ἰάτρευσεν αὐτά. Ἔπειτα ἔσυραν αὐτὴν ἐπάνω εἰς κεραμίδια κοπανισμένα, καὶ ἔκαυσαν αὐτὴν μὲ φωτίαν. Εἶτα τὰς κεκαυμένας σάρκας της ἔπασαν μὲ ἁλάτι, καὶ ἔτριψαν αὐτὰς μὲ πανία ὑφασμένα ἀπὸ γηδίσσας τρίχας. Τελευταῖον δὲ ἀπεκεφάλισαν αὐτήν, καὶ οὕτως ἀνῆλθεν ἡ μακαρία νικηφόρος εἰς τὰ Οὐράνια.
*
Ἡ Ὁσία Μελάνεια, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Τρέψασα Μελάνεια πνεῦμα πᾶν μέλαν,
Λευκὴ τὸ πνεῦμα πρὸς Θεὸν χωρεῖ Λόγον.
*
Ὁ Ὅσιος Ἀθρέ, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Κάλλη τὰ τῆς γῆς ἐμφρόνως διαπτύσας,
Ἀθρεῖς τὸ κάλλος Ἀθρὲ τοῦ σοῦ Δεσπότου.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νίκανδρος, ξίφει τελειοῦται.
Ἀλλ’ οἶδα καὶ Νίκανδρον ἄνδρα γεννάδαν,
Νίκης λαβόντα τὸ στέφος διὰ ξίφους.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μάρκος, ξίφει τελειοῦται.
Τμηθεὶς ὁ Μάρκος θυμιᾷ τῷ Κυρίῳ,
Ἀτμὸν προπέμπων ἐκ ζεόντων αἱμάτων.
*
Ὁ Ὅσιος Ναυκράτιος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (2).
Γῆν Ναυκράτιος ἐκπερῶν ἐπιτρέπει,
Τὴν ψυχικὴν ναῦν τῷ κυβερνήτῃ Λόγῳ.
(2) Ὁ Ὅσιος οὗτος Ναυκράτιος φαίνεται νὰ ᾖναι ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ Γρηγορίου Νύσσης, ὅστις ἦτον θαυμάσιος κατὰ τὴν ἄσκησιν. Εἶχε δὲ ἔργον, τὸ νὰ ψαρεύῃ εἰς τὰς λίμνας καὶ ποταμούς, καὶ τὰ ὀψάρια νὰ τὰ μοιράζῃ εἰς τοὺς πτωχούς, καθὼς διηγεῖται τὸν Βίον αὐτοῦ ὁ ῥηθεὶς ἀδελφός του Γρηγόριος.
*
Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἐν τῷ Σωσθενείῳ (3).
(3) Τὸ Σωσθένειον τώρα ὀνομάζεται κοινῶς Στενία, ἢ Στένη, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τὸ μέσον τοῦ καταστένου, ὅπου καὶ λιμὴν εἶναι εὐρυχωρότατος.
*
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Θεοφάνης, ὁ μαρτυρήσας ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ ἔτος ͵αφνθ΄ [1559], ὀγγίνοις (ἤτοι τζεγγελίοις) τελειοῦται.
Ὁ Θεοφάνης ὀγγίνοις στέφος μέγα,
Ἐξηγόρασεν· ὢ συναλλαγῆς ξένης! (4)
(4) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Μαρτυρολόγιον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *