
Η ψαλμωδία είναι έργο των ασωμάτων δυνάμεων, οι οποίες στέκονται μπροστά στον Θεό και τον λατρεύουν αδιάκοπα, σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής: «Υμνείτε τον Κύριο από τους ουρανούς όλοι οι άγγελοί του και όλες οι δυνάμεις του» (Ψαλμ. 148:1-2). Το έργο αυτό ταιριάζει και σε όλους τους ανθρώπους: «Καθετί που αναπνέει», λέει, «ας υμνήσει τον Κύριο» (Ψαλμ. 150:6). Κυρίως όμως ταιριάζει στους μοναχούς που διάλεξαν την αγγελική ζωή· γιατί λέει ο ψαλμωδός: «Εσείς που σέβεστε τον Κύριο, υμνήστε τον· όλοι οι απόγονοι του Ιακώβ, δοξάστε τον» (Ψαλμ. 21:24).
Η ψαλμωδία λοιπόν είναι θυσία διαρκής και θυσία ευχαριστήρια, σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής: «Η ευχαριστία, αυτή είναι η θυσία που θα με δοξάσει» (Ψαλμ. 49:23). Γι’ αυτό οι μοναχοί οφείλουμε διαρκώς και ασταμάτητα να προσφέρουμε στον Θεό τις κανονισμένες δοξολογίες, ακούγοντας τον Δαβίδ που μας προστάζει και λέει: «Ψάλτε· ψάλτε στον Θεό μας· ψάλτε στον Βασιλιά μας, ψάλτε· ψάλτε συνειδητά. Ψάλτε σε αυτόν με ωραία και δυνατή φωνή. Όλο χαρά θα είναι τα χείλη μου καθώς θα σου ψάλλω, και η ψυχή μου, την οποία λύτρωσες» (Ψαλμ. 46:7-8, 32:3, 70:23).
Λέει επίσης: «Ψάλτε στον Κύριο οι αφοσιωμένοι σε αυτόν. Υπηρετήστε με φόβο τον Κύριο και με τρόμο γιορτάστε γι’ αυτόν. Γιατί ο Κύριος πρέπει να υμνείται μέσα στη συνάθροιση των αφοσιωμένων σε αυτόν. Οι κάτοικοι της Σιών ας νιώθουν αγαλλίαση για τον Βασιλιά τους. Και εγώ θα υμνήσω και θα ψάλω με την ψυχή μου. Γιατί φλογίστηκε μέσα μου η καρδιά μου, και από τη μελέτη μου φούντωσε φωτιά. Έτσι θα σε ευλογώ σε όλη μου τη ζωή, Κύριε, και θα προσεύχομαι στο όνομά σου. Θα χορτάσει η ψυχή μου σαν από εκλεκτό συμπόσιο, και με χείλη χαρούμενα θα σε υμνήσει το στόμα μου. Γιατί εσύ ποτίζεις με τον χείμαρρο της τρυφής σου εκείνους που σου ψάλλουν» (Ψαλμ. 29:5, 2:11, 149:1, 149:2, 56:8, 38:4, 62:5-6, 35:9).
Τι χρειάζεται όμως να παραθέσουμε όλες τις μαρτυρίες του Δαβίδ σχετικά με την ψαλμωδία ή με τη χαρά και την ευφροσύνη που γεννιούνται στην καρδιά εκείνου που ψάλλει με κατάνυξη και προσοχή; Αυτό, όσοι το έχουν δοκιμάσει, το γνωρίζουν πολύ καλά.
Ας σταθούμε λοιπόν με ζωντάνια στην ψαλμωδία και την προσευχή, αγαπητοί, διώχνοντας τις εφόδους των λογισμών και των φροντίδων. Γιατί οι δαίμονες, όταν δουν κάποιον να ψάλλει ή να προσεύχεται με προθυμία, συνηθίζουν να του βάζουν σκέψεις μερικών πραγμάτων δήθεν αναγκαίων και να παρακινούν τον νου του να ασχοληθεί με αυτά, έτσι ώστε να πιαστεί ο νους μέσα στις σκέψεις αυτές και να χάσει τη γλυκύτητα της ψαλμωδίας.
Γι’ αυτό και ο Χριστός από το στόμα των νηπίων, δηλαδή αυτών που είναι άκακοι σαν τα νήπια, κάνει να βγει τέλειος ο ύμνος (Ψαλμ. 8:3, Ματθ. 21:16), ώστε με την ψαλμωδία να κατατροπώσει τον διάβολο που μας τυραννά, ο οποίος είναι εχθρός των αρετών και υπερασπιστής της κακίας. Και εμείς λοιπόν, όταν υμνούμε τον Κύριο με απλότητα, συντρίβουμε και καταστρέφουμε τα τεχνάσματα του διαβόλου. Ας είναι λοιπόν η ψαλμωδία αδιάκοπη· γιατί και μόνο που αναφέρουμε το όνομα του Θεού, φεύγουν οι δαίμονες.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση ΙΒ’ (12), σελ. 118. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2003.