
Αυτός που υπηρετεί, οφείλει να το κάνει με επιμέλεια και με όλη του τη δύναμη, γνωρίζοντας ότι αυτό που κάνει είναι έργο Θεού, και να μην αμελεί καθόλου, ούτε να παραλείπει και να δείχνει ραθυμία από τεμπελιά ή λύπη ή επειδή θύμωσε ή λογόφερε με κάποιους αδελφούς. Γιατί όλα τα της μονής είναι αφιερωμένα στον Θεό, και αυτός που υπηρετεί με αμέλεια διατρέχει μεγάλο και φοβερό κίνδυνο ως καταφρονητής του Θεού, ο οποίος είπε: «Εφόσον τα κάνατε για έναν από αυτούς τους άσημους, για εμένα τα κάνατε»· και επίσης: «Εφόσον δεν τα κάνατε, ούτε για εμένα τα κάνατε» (Ματθ. 25:40,45). Είτε λοιπόν με επιμέλεια υπηρετεί κανείς, είτε με αμέλεια, η υπηρεσία του αναφέρεται στον Θεό.
Άκουσε τι λέει ο προφήτης Ιερεμίας γι’ αυτούς που υπηρετούν με αμέλεια: «Είναι καταραμένος ο άνθρωπος που κάνει το έργο του Κυρίου με αμέλεια» (Ιερ. 31:10). Ας φροντίσουμε λοιπόν, αδελφοί, να μείνουμε έξω από αυτή την τόσο φριχτή κατάρα, και ας κάνουμε την υπηρεσία μας στην εντέλεια, με κάθε επιμέλεια και προθυμία, ως υπηρέτες του Χριστού, ώστε και την ευλογία να λάβουμε ως μαθητές του Ευλογημένου, ο οποίος είπε: «Όποιος θέλει να με υπηρετεί, ας με ακολουθεί· και όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι και ο δικός μου υπηρέτης. Γιατί όποιον με υπηρετεί, θα τον τιμήσει ο Πατέρας μου» (Ιω. 12, 26). Επίσης είπε: «Εγώ όμως είμαι ανάμεσά σας σαν τον υπηρέτη. Γιατί ο Υιός του ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρα για όλους» (Λουκ. 22:27, Ματθ. 20:28). Το ίδιο λοιπόν ζητά και από τους μαθητές του λέγοντας: «Όποιος θέλει να είναι ο πρώτος, να γίνει ο τελευταίος από όλους και ο δούλος όλων και ο υπηρέτης όλων» (Πρβ. Μαρκ. 9:35).
Ας ακούσουμε τι λέει και ο απόστολος: «Να, τώρα είναι ο καιρός της χάρης, τώρα είναι η ημέρα της σωτηρίας. Καμία αφορμή προσκόμματος δεν δίνουμε σε κανέναν, για να μη δυσφημιστεί η υπηρεσία μας. Αντίθετα, με κάθε τρόπο συσταίνουμε τους εαυτούς μας ως υπηρέτες του Θεού: με τη μεγάλη μας υπομονή, με τις θλίψεις, τις δυσχέρειες, τις αγρυπνίες, τις στερήσεις, τους κόπους· με τη μακροθυμία, την ανυπόκριτη αγάπη, το κήρυγμα της αλήθειας. Ως δούλοι του Χριστού κάνουμε το θέλημά του ολόψυχα και υπηρετούμε με καλή διάθεση, σαν να το κάνουμε στον Κύριο και όχι σε ανθρώπους» (Β’ Κορ. 6:2-7, Εφ. 6:6-7).
Και σε άλλο σημείο συμβουλεύει: «Αδελφοί, να γίνεστε σταθεροί, αμετακίνητοι, κάνοντας πάντοτε με όλο και πιο πολύ ζήλο το έργο του Κυρίου, αφού ξέρετε ότι ο κόπος σας, χάρη στον Κύριο, δεν είναι μάταιος. Γιατί δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε να ξεχάσει το έργο σας και την αγάπη που δείξατε στο όνομά του με τις υπηρεσίες που προσφέρατε και που προσφέρετε στους αγίους αδελφούς» (Α’ Κορ. 15:58, Εβρ. 6:10).
Και για τον εαυτό του λέει: «Τώρα πηγαίνω στην Ιερουσαλήμ εκτελώντας υπηρεσία προς τους αγίους αδελφούς. Αλλά αγωνιστείτε μαζί μου με τις προσευχές, για να γίνει η υπηρεσία μου ευπρόσδεκτη από αυτούς» (Ρωμ. 15:25,30-31).
Ας σκεφτούμε λοιπόν, αδελφοί: αν εκείνοι, οι φωτοδότες της οικουμένης και στύλοι της Εκκλησίας, με τόσον αγώνα και πόθο υπηρετούσαν τους φτωχούς των Ιεροσολύμων, πόσο περισσότερο οφείλουμε εμείς να υπηρετούμε με προθυμία και ζήλο τους εν Κυρίω αδελφούς μας και να αγωνιζόμαστε με κάθε τρόπο να τους περιποιούμαστε, πιστεύοντας ότι μέσω αυτών υπηρετούμε τον Θεό;
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση Η’ (8), σελ. 89. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2003.