
Αν θα μας έλεγαν ποτέ πώς με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο αντιμαχόμαστε το έργο του Θεού ή το θέλημα του Θεού συνειδητά και συστηματικά, είμαι βέβαιος πως κανένας σχεδόν δε θα το δεχόταν. Θα διαμαρτυρόμαστε αμέσως και έντονα. Ίσως θα έφτανε η ευθιξία μας σε σημείο να αντιδράσουμε με αγανάκτηση. Εγώ θεομάχος; Εγώ αντίθετος στου Θεού τη διδασκαλία; Τουναντίον μάλιστα. Αγωνιζόμαστε συνήθως να στηρίξουμε τις αντιλήψεις μας πάνω στο θείο θέλημα. Διακηρύττουμε πως οι γνώσεις ή η συμπεριφορά μας απηχούν το γνήσιο Ευαγγελικό πνεύμα. Αγωνιζόμαστε να αποδείξουμε πως ό,τι λέμε είναι η αυθεντική ερμηνεία της Χριστιανικής Διδασκαλίας. Και η ζωή μας, οι εκδηλώσεις μας, όσο κι αν παρεξηγούνται, δικαιολογούνται τάχα πλήρως από την Αγία Γραφή. Και με τη νοοτροπία αυτή φτάνουν πολλοί να υποστηρίζουν απίθανες και εκπληκτικές θεωρίες ως χριστιανικές αντιλήψεις. Άλλοι ασυναίσθητα και άλλοι με πλήρη συναίσθηση και σκοπιμότητα παρουσιάζουν ένα περίεργο και αγνώριστο Χριστιανισμό.
Οι παντός είδους και προελεύσεως αιρετικοί κατά κανόνα με κάθε τρόπο πάνε να μας πείσουν πως η αιρετική τους διδασκαλία είναι η αυθεντική ερμηνεία της Αγίας Γραφής. Όσο περισσότερο είναι αλλοιωμένη από αυτούς η αλήθεια, τόσο πιο πολύ με επιμονή και φανατισμό υποστηρίζουν τη θεωρία τους. Συνθέτουν και εφαρμόζουν σχέδιο συκοφαντήσεως της αλήθειας. Ενεργούν καλά οργανωμένη προπαγάνδα, για να κλονίσουν την πίστη των άλλων και επιβάλλουν τη νοθευμένη δική τους πίστη. Εξαπολύουν ομάδες ή μεμονωμένα άτομα καλά διαφωτισμένα και με μια θελκτική ευφράδεια και με έντυπα προσπαθούν να πείσουν ανθρώπους ακατατόπιστους. Να τους προσηλυτίσουν. Οι Χιλιαστές π.χ. έχουν αναδειχτεί δάσκαλοι στο είδος αυτό της δραστηριότητας. Το ίδιο οι Αντβεντιστές, οι Ευαγγελικοί, οι όμοιοί τους! Πόσο πρέπει να προσέχουμε, για να μην πέσουν θύματα αυτής της έντεχνης προπαγάνδας οι άνθρωποί μας! Και πόσο αποφασιστικά να αντιδρούμε στην παρουσία αυτών των μελιστάλακτων εχθρών της χριστιανικής πίστεως! Η αλήθεια δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από αυτούς. Οι ακατατόπιστοι όμως χριστιανοί υπάρχει κίνδυνος να παρασυρθούν.
Χρυσή είναι η τομή που ακολουθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία μας στο θέμα αυτό. Σεβόμενη την ανθρώπινη ελευθερία διαφωτίζει τους πιστούς της, ευαγγελίζεται την αλήθεια στους αλλόθρησκους ή τους άπιστους, δίνει λόγο για την αλήθεια σε καθέναν που το ζητεί. Δεν κρύβει το Ευαγγέλιο. Δε φοβάται από τον έλεγχο της αλήθειας που διδάσκει από οπουδήποτε κι αν προέρχεται. Αλλά και δεν επιδίδεται σε προσηλυτισμό. Ούτε διακατέχεται από φανατισμό. Με ηρεμία και με τη βεβαιότητα που χαρίζει η γνώση και η κατοχή της αλήθειας πορεύεται σταθερά τον ιστορικό της δρόμο. Γνωρίζει πως η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού. «Θεού οικοδομή». Και όποιος βάλει κατά της Αγίας μας Εκκλησίας και της αλήθειας, που ως θησαυρό διαφυλάττει, βάλλει κατά του Θεού. Ποιος μπορεί να κλονίσει το Θεό; Όποιος μάχεται την αλήθεια θα χάσει τελικά.
Αυτός ο αγώνας και η μάχη προέρχονται από αυτούς που αντιτίθενται στο Χριστό και την Εκκλησία Του την Ορθόδοξη. Αλλά υπάρχει και ένας διαφορετικός κίνδυνος. Να είμαστε μεν στηριγμένοι στην ορθή πίστη. Θεωρητικά να έχουμε υγιέστατες αντιλήψεις. Καμιά δογματική αμφισβήτηση και καμία αμφιβολία γύρω από την πίστη να μη μας κλονίζει. Στην πράξη όμως να αντιμαχόμαστε το έργο του Θεού. Να αντιστεκόμαστε στη χάρη Του.
Ο Κύριος ενεργεί μέσα στην Εκκλησία Του, μέσα στην κάθε ψυχή το έργο της σωτηρίας. Ίσως να μη το αντιλαμβανόμαστε μερικές φορές πως εργάζεται μέσα μας. Με τη συνείδηση, με τις αγαθές διαθέσεις, με τη χάρη Του που μας λούζει. Με ένα κήρυγμα, με τη Θεία Λατρεία, με μια συζήτηση ή ένα ανάγνωσμα. Μας μιλάει με όλους αυτούς τους τρόπους και χίλιους άλλους που η αγαθότητά Του χρησιμοποιεί. Και τις καλές και τις κακές στιγμές της ζωής μας για το σκοπό αυτό τις δίνει ή τις επιτρέπει. Τις χαρές και τις λύπες. Την πνευματική πρόοδο και τις πτώσεις. Ανάμεσα σε όλα με τη χάρη Του εργάζεται για την οικοδομή μας. Το τονίζει ο Απόστολος Παύλος. «Θεού γεώργιον, Θεού οικοδομή εστέ» (Α’ Κορ. 3:9). Και μας καλεί όλους να γίνουμε «Θεού συνεργοί». Να συνεργαστούμε με το Θεό στο έργο της σωτηρίας που επιτελεί Εκείνος μέσα στην Εκκλησία, μέσα στις ψυχές μας. Όταν δηλαδή Αυτός κρούει τη θύρα, να Του ανοίξουμε. Όταν μας καλεί στο Ναό, να τρέξουμε. Όταν μας νουθετεί με το λόγο Του, να Τον ακούσουμε. Όταν μας υποδεικνύει με τη συνείδηση ένα τρόπο συμπεριφοράς, να μην αντιδράσουμε. Εκείνος επιζητεί το καλό μας. «Θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α’ Τιμ. 2:4). Το θέλουμε κι εμείς; Αυτός ενεργεί. Συνεργαζόμαστε εμείς;
Θα έπρεπε να εξετάσουμε τον εαυτό μας. Ποια είναι η στάση μας απέναντι σ’ αυτό του Θεού το έργο; Μήπως αντιδρούμε; Δεχόμαστε το λόγο και τη χάρη Του; Ή προτιμάμε να ζήσουμε σύμφωνα με το δικό μας θέλημα; Δεν είναι ασυνήθιστο να υποθάλπουμε τις αδυναμίες μας, να αντιστεκόμαστε στην κλήση του Θεού. Πολλοί αυτή την απασχόληση για την πνευματική οικοδομή την περιγελούν. Αδιαφορούν για την ψυχική τους σωτηρία. Θεωρούν απασχόληση μόνο για καθυστερημένους ανθρώπους ή αποτυχημένους την ψυχική καλλιέργεια. Νομίζουν αδυναμία την αρετή και την καλοσύνη. Η προσευχή, η ενασχόληση με την Αγία Γραφή είναι για πολλούς κατώτερες ασχολίες. Μερικοί τις χαρακτηρίζουν ανώφελες ή και επικίνδυνες. Φοβούνται πως η απασχόληση με τα Θεία, καθώς λένε, αποκουτιαίνει τον άνθρωπο. Τον βγάζει έξω από τον σύγχρονο παλμό της ζωής. Σεμνότητα, πραότητα, ηθική καθαρότητα, οδηγούν μακριά από τα σύγχρονα ρεύματα. Κάνουν τον άνθρωπο δακτυλοδεικτούμενο. Γι’ αυτό τα αποφεύγουν συστηματικά. Αλλά δεν είναι αυτό αντίδραση στο έργο του Θεού; Δεν παίρνει έτσι ο άνθρωπος θέση αντίθετη στου Θεού το θέλημα; Δεν αποδιώχνει τη θεία χάρη που του προσφέρεται με περίσσεια; Να πώς γίνεται Θεομάχος λοιπόν ο άνθρωπος. Με μικροσυμβιβασμούς στην αρχή. Με συστηματικότερη αντίδραση κατόπιν. Όχι «συνεργός» δε γίνεται, αλλά καταλυτής και πολέμιος του έργου του Θεού καταντάει.
Θα ήταν καλά μάλιστα, αν περιοριζόταν στον εαυτό του μ’ αυτή τη στάση του. Αλλά από ενδιαφέρον δήθεν ασχολείται και με τους άλλους. Αντιστρατεύεται στο έργο του Θεού που γίνεται στις ψυχές των άλλων. Υπάρχουν μερικές ευλογημένες ψυχές που θέλουν να δεχτούν την παρουσία του Κυρίου στη ζωή τους. Ελκύονται από το λόγο Του. Πλησιάζουν στην Εκκλησία. Αρχίζουν να αγωνίζονται για τη δημιουργία ενός καλού χαρακτήρα. Μελετούν το θείο Νόμο. Επιζητούν καλές σχέσεις και συνεργασία με το Θεό. Προσέχουν στις εκφράσεις και εκδηλώσεις τους. Βλέπει κανένας σ’ αυτούς πως αρχίζει η οικοδομή του Θεού. Μόλις το διακρίνουν αυτό μερικοί αγανακτούν. Κρούουν τον κώδωνα του κίνδυνου. Σημαίνουν συναγερμό. Γίνεται επιστράτευση φίλων και γνωστών, για να αποτρέψουν τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Τί, θα θρησκεύει ο γιος; Θα πάει στην Εκκλησία η κόρη; Πω, πω, ντροπή για την οικογένεια. Οι ίδιοι οι γονείς τότε γίνονται Θεομάχοι. Από φόβο μήπως φτάσουν στην οικτρά κατάσταση – καθώς δε ντρέπονται να το ομολογήσουν – να αποκτήσει ίσως μοναχικές τάσεις το παιδί τους, αντιδρούν στη θρησκευτική αγωγή του. Προτιμούν να το δουν να πέφτει στα δίκτυα της ανηθικότητας – πρόοδος και συγχρονισμός δεν είναι αυτό; – παρά να υπάρξει ο κίνδυνος να γίνουν δημιουργικοί εργάτες της αρετής και της αγάπης. Στίγμα για την εκσυγχρονισμένη, τη μοντέρνα οικογένεια, το μέλος της που νιώθει την ανάγκη να ζήσει με συνέπεια τη ζωή της πίστεως της χριστιανικής. Αλλά δεν είναι και τούτο πόλεμος κατά του έργου του Θεού; Γκρέμισμα της οικοδομής που Εκείνος κτίζει;
Κοντά σ’ αυτό έρχεται η συστηματική προσπάθεια να μη μπαίνει βιβλίο θρησκευτικό στο σπίτι. Η ειρωνεία για κάθε εκδήλωση ενάρετη. Η αντίδραση – άμεση ή έμμεση – στο Κατηχητικό Σχολείο. Η προβολή του κακού. Η αδιαφορία για πράξεις ηρωικές και γενναίες, που ανεβάζουν όμως το επίπεδο του ανθρώπου ψηλότερα. Η παράβαση του καθήκοντος. Η αναίδεια και η ξετσιπωσιά στην εμφάνιση και τις εκδηλώσεις. Τί άλλο είναι όλα τούτα παρά αντίθεση, ενεργή και δυναμική στο έργο του Θεού; Χριστομάχοι και Θεομάχοι γίνονται όλοι αυτοί. Και δημοσιογράφοι γράφουν εναντίον του Χριστού, εναντίον της Εκκλησίας, ενάντια στη χριστιανική αγωγή. Κι έπειτα παραπονούνται ότι η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους. Δεν ενδιαφέρεται για την οικογένεια. Μα καιρός είναι να φέρουμε στ’ αυτιά μας εκείνο που ειπώθηκε στις πύλες της Δαμασκού. Ίσως σε πολλούς από μας απευθύνεται: «Τί με διώκεις; Σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26:14).
Ας την ακούσουμε τη φωνή αυτή, αδελφοί μου. Κι ας βγάλουμε, καθώς τότε ο Απόστολος Παύλος, τις συνέπειες. Ο Κύριος εργάζεται της πορείας μας προς την τελειότητα και της σωτηρίας το έργο. Μπορεί ο καθένας μας να το διακρίνει μέσα στην ψυχή του. Στη ζωή των διπλανών μας ανθρώπων. Αργά ίσως, αλλά σταθερά χτίζει τη θεϊκή οικοδομή «Θεού οικοδομή». Και μας καλεί «συνεργούς» Του. Μην περιφρονήσουμε την κλήση. Δε θα βλαβεί Εκείνος. Ο Χριστός. Θα χαρεί Αυτός και θα ωφεληθούμε αφάνταστα εμείς, αν ανταποκριθούμε. Μην αργοπορούμε. Μας περιμένει. Να κτίσει ο καθένας μέσα του Ναό για το Θεό. Να φτιάξει την καρδιά του κατοικητήριο για τον Κύριο Ιησού. Να συνεργαστούμε όλοι μαζί Του, για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις να στηθεί μέσα στην κοινωνία μας ο θρόνος Του. Να γίνει η κάθε μια ψυχή, να γίνει η κάθε οικογένεια, να γίνει όλων μας η ζωή, η κοινωνία μας «Θεού οικοδομή».
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Γ’, σελ. 124.