
«Αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών,
ηκολούθησαν αυτώ» (Ματθ. 4:20)
Όταν κανένας μιλάει για τους Αγίους μας και ιδιαίτερα για τους Αγίους Αποστόλους, σ’ οποιαδήποτε εποχή και αν έζησαν, τους θεωρεί πολλές φορές σαν όντα υπερκόσμια. Με υπεργήινη δύναμη. Ξένα προς την κοινωνία της εποχής τους. Άτομα απόκοσμα, που ζούσαν αφοσιωμένα στον Θεό, κλεισμένα στον εαυτό τους, άσχετα προς τον πόνο και τον παλμό των συγχρόνων τους. Σαν να ζούσαν σε μιαν άλλη σφαίρα.
Άλλη όμως είναι η πραγματικότητα. Γήινοι κι αυτοί, είχαν τις ίδιες δυσκολίες, τους ίδιους πειρασμούς, τις ίδιες δοκιμασίες με τους συνανθρώπους τους. Ίσως, μάλιστα, συχνά πολύ μεγαλύτερες. Ζούσαν κάτω από τις ίδιες συνθήκες, τις οικογενειακές, τις κοινωνικές, τις εθνικές. Και αυτό είναι το περίεργο και θαυμαστό. Ότι μέσα σε τέτοιες συνθήκες, που μπορούσαν να χαρακτηρισθούν πολλές φορές καταθλιπτικές και αντιπνευματικές, τρομερά υλιστικές και ειδωλολατρικές, εχθρικές και τυραννικές ακόμη, αυτοί αναδείχθηκαν προσωπικότητες ηθικές και θρησκευτικές, οδηγοί πνευματικοί. Δεν κατόρθωσε το περιβάλλον τους, οσοδήποτε κι αν ήταν αντίθετο προς την πίστη και τις αρχές τους, να τους αφομοιώσει. Αντιθέτως αυτοί με την βαθιά πνευματική τους καλλιέργεια, με τη σταθερή και ακλόνητη πίστη τους, με την αγάπη τους την έμπρακτη, έγιναν φάροι προς τους οποίους έστρεψαν το βλέμμα και την προσοχή οι σύγχρονοί τους. Μαγνήτες που είλκυσαν πολλές ψυχές κοντά τους και τους έδειξαν τον δρόμο προς τον Χριστό. Έγιναν έτσι στυλώματα για εκείνους που λύγιζαν στον δρόμο τους. Στήριξαν οικογένειες. Εξυγίαναν κοινωνίες και τις έσυραν μαζί τους σ’ έναν καινούργιο κόσμο, γεμάτο ηθική καθαρότητα. Ενέπνευσαν ιδανικά. Οδήγησαν στην πρόοδο και την ανωτερότητα την ανθρωπότητα με τη δράση και τη φωτεινή τους μορφή, την ανθρώπινη και ουράνια ταυτοχρόνως. «Ουράνιοι άνθρωποι και επίγειοι άγγελοι» χαρακτηρίστηκαν. Κι ήταν πραγματικά η παρουσία τους στον κόσμο μας μια ακτίνα από τον ουρανό. Ήταν ακόμη μια απόδειξη για το πόσο ουράνιος και αγγελικός μπορεί να γίνει ο άνθρωπος.
Και δεν περιορίστηκαν σε μια ζωή ατομικής ευσέβειας και αρετής· αναδείχθηκαν και εργάτες του καλού ακαταπόνητοι στην κοινωνία. Όχι με λόγια, με έργα κυρίως. Με την προσωπική τους πρώτα προσφορά. «Αφέντες τα δίκτυα» ο Πέτρος και ο Ανδρέας, «αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών» ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, «ηκολούθησαν αυτώ» (Ματθ. 4:20). Και μετά από αυτούς μια σειρά αδιάκοπη ανθρώπων του Θεού έδωσαν ό,τι υλικό αγαθό είχαν. Χρήματα, περιουσίες, κοσμήματα, θέσεις, υγεία, μέλλον περίλαμπρο, δεν τα λογάριασαν. Γνήσιοι μαθητές Εκείνου, είχαν νιώσει βαθιά πως «ο Θεός αγάπη εστί» (Α’ Ιω. 4:16). Με την αγάπη που φλόγιζε και τις δικές τους καρδιές, τα πάντα προσέφεραν, τα πάντα θυσίασαν, και τη ζωή τους ακόμη. Κι αυτοί που φύγανε στην έρημο, για να ασκηθούν και να ενωθούν πιο πολύ με τον Χριστό – κι έχουν κατηγορηθεί σαν απόκοσμοι και ακοινώνητοι – ήταν, σαν τον Θεό μας, περισσότερο από τους άλλους επιεικείς προς τους αμαρτωλούς, περισσότερο φιλάνθρωποι, έσκυβαν με πιο πολλή συμπάθεια προς την ανθρώπινη αδυναμία. Στον εαυτό τους μόνο ήταν αυστηροί και σκληροί. Αυτοί προπαντός εφάρμοσαν κατά γράμμα τον λόγο του Χριστού: «ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι» (Λουκ. 3:11).
Αδελφοί, διάκονοι, μάρτυρες. Ήταν οι χαρακτηριστικοί τους τίτλοι· φορείς της αγάπης και της ενότητας, της συνεργασίας και της ανεξικακίας· υπηρέτες και δούλοι του Χριστού. Οποιοδήποτε και αν ήταν το τέλος τους, «εν ειρήνη» ή μαρτυρικό, η ζωή και ο θάνατός τους ήταν μια μαρτυρία του Χριστού στον κόσμο μας. Μια υλοποίηση της ευαγγελικής αλήθειας. Δείγμα πως ο Χριστιανισμός δεν είναι ανεφάρμοστος. Πως δεν ενδιαφέρεται μόνο για την άλλη ζωή. Πως ο πραγματικός χριστιανός δεν είναι ξένος προς τον κόσμο, την κοινωνία. Αποξενώνεται από καθετί το υλικό. Κι αν έχει κάτι ακόμη, θεωρεί τον εαυτό του σαν διαχειριστή μιας ξένης περιουσίας. Ελεύθερος από τα γήινα και τα φθειρόμενα, δίνει όλη του την προσοχή στην εξυπηρέτηση των άλλων. Προσφέρει τις δυνάμεις, την υγεία, τις πνευματικές του ικανότητες, για να ζήσουν ευχάριστα, να ανακουφιστούν, να χαρούν, να σωθούν όλοι. Πιο πολύ ο πραγματικός χριστιανός απασχολείται με εκείνους που από κάποια αδυναμία δεν μπορούν μόνοι τους να αντιμετωπίσουν τη ζωή και τις δυσκολίες τους. Αφοσιώνεται σ’ αυτούς, θυσιάζεται ακόμη γι’ αυτούς.
Οι πραγματικοί χριστιανοί, οι γνήσιοι, οι Άγιοι, δεν γνώρισαν ποτέ ανάπαυση, ούτε σκέφτηκαν τον εαυτό τους, προκειμένου να υπηρετήσουν και ευεργετήσουν τους συνανθρώπους τους στις υλικές ή τις πνευματικές τους ανάγκες. Όλη τους τη καρδιά δοσμένη στους αδελφούς, που πονεμένοι ζούσαν γύρω τους. Ως επιβράβευση της βαθιάς τους επιθυμίας να σκορπίσουν αγάπη και να αναλωθούν αυτοί για τους άλλους, έλαβαν από τον Θεό τη χάρη της θαυματουργίας, για να ολοκληρώσουν έτσι την ευεργετική τους προσφορά. Και μετά τον θάνατό τους ακόμη δεν παύουν να παραστέκουν στις ανάγκες των ανθρώπων με τις θερμές τους ικεσίες προς τον Κύριο και με τα θαύματα που επιτελούνται διά μέσου των ιερών τους λειψάνων.
Eυεργετικά στοιχεία – Β’ Κυριακή Ματθαίου
Γι’ αυτούς που κατηγορούν τον Χριστιανισμό και την Εκκλησία μας σαν ξένο προς τη ζωή, η απάντηση είναι αυτή: Η ολοζώντανη παρουσία στη ζωή της ανθρωπότητας των εκλεκτών αυτών ψυχών που, και όταν ζούσαν και μετά τον θάνατό τους, με τα ίχνη που το πέρασμά τους από τη γη άφησε και με τη μέχρι θυσίας ολοκληρωτική προσφορά τους, ευεργέτησαν και ευεργετούν την ανθρωπότητα. Ο κόσμος τούς ειρωνευόταν και τους βλασφημούσε· εκείνοι ευλογούσαν, ανέχονταν, ευεργετούσαν. Ο κόσμος τούς κατεδίωκε. Αυτοί περισσότερο τον αγαπούσαν. Πρότυπα που προβάλλουν μπροστά μας, ιδιαίτερα αυτή την εποχή. Πρότυπα που περιμένουν να τα αντιγράψουμε. Όχι μόνο στην πίστη την ακλόνητη και την υποταγή στον Θεό. Αλλά και στην ευεργετική δραστηριότητα για την επούλωση των υλικών και πνευματικών πληγών της κοινωνίας μας.
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Γ’.