
Ένας φωτεινός αστέρας στην ασέληνη εποχή μας υπήρξε και ο οικονόμος π. Αιμιλιανός Δημοσθένους από το χωριό Κελλάκι, της Επαρχίας Λεμεσού της Κύπρου.
Από μικρός αγάπησε τον Θεό και την Εκκλησία και έγινε τηρητής του Ευαγγελίου. Ζούσε προσεκτικά και η μεγάλη του επιθυμία ήταν να υπηρετήση τον Θεό στο Άγιο Θυσιαστήριο. Υπηρέτησε την Εκκλησία ως έγγαμος ιερέας και ανεδείχθη άξιος λειτουργός του Υψίστου, διακριτικός Πνευματικός και ευεργετικός προς πάντας. Αναλώθηκε «ήδιστα ως κηρός τηκόμενος» στην λατρεία του Θεού και στην κατ’ ιδίαν προσευχή για την σωτηρία των ανθρώπων. Βοήθησε πλήθος ανθρώπων και δόξασε τον Θεό, όσον ολίγοι.
Υπήρξε ακτήμων και πτωχός από υλικά αγαθά αλλά πλούσιος σε αρετές· ολιγογράμματος αλλά με πολλά χαρίσματα. Συνδύαζε την απλότητα με την ευστροφία, την σοβαρότητα με την χαριτολογία, την νηπτικότητα με την δράση, την οικονομία με την ελεημοσύνη, την ησυχία με τον ιεραποστολικό ζήλο.
Είχε γνωρίσει και είχε επικοινωνία πνευματική με τους μεγάλους Αγίους της εποχής μας Παΐσιο, Ιάκωβο, Πορφύριο και με πολλούς εναρέτους Γέροντες, ιερείς, Επισκόπους και Μοναστήρια. Ήταν τακτικός προσκυνητής του Αγίου Όρους και των Αγίων Τόπων.
Επειδή αγάπησε μέχρι θυσίας εξαντλητικής τον άνθρωπο, του έδωσε ο Θεός την θεία χάρη με την οποία έγινε λιμάνι ασφαλείας για όσους κινδυνεύουν, παρηγοριά για τους πενθούντες, γιατρός για τους ασθενείς, στήριγμα για τις συζυγίες, οδηγός των νέων και ευλογία για όλη την κοινωνία.
Έζησε ασκητικά μέσα στον κόσμο. Όλη σχεδόν την ημέρα ήταν στην Εκκλησία και εξομολογούσε, έκανε τις Ακολουθίες, διάβαζε ευχές και προσευχόταν. Με την προσευχή του και τα χαρίσματά του, το διορατικό, το προορατικό και το θαυματουργικό βοήθησε και έσωσε πολλούς.
Ολόκληρη η ζωή του υπήρξε διδαχή Χριστού, που φωταγωγεί και εμάς σήμερα δείχνοντας τον δρόμο της σταυρικής θυσίας, την οποία ακολούθησε ο μακαριστός και αγαπητός σε όλους π. Αιμιλιανός. Η πλούσια θεία χάρη, που είχε, δεν στέρεψε με την κοίμησή του, αλλά με διαφόρους τρόπους βοηθάει τώρα όσους με πίστη τον επικαλούνται. Την ευχή του να έχωμε. Αμήν.
Από το βιβλίο: Ο πατήρ Αιμιλιανός Δημοσθένους. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», 2024, σελ. 17.