Καταγόμενος από οικογένεια βογιάρων, ο όσιος Λαυρέντιος απαρνήθηκε την μάταιη δόξα του κόσμου τούτου για να ακολουθήσει την στενή οδό της δια Χριστόν σαλότητος στην Καλούγκα, την εποχή του ηγεμόνα Συμεών Ιβάνοβιτς (τέλη 15ου – αρχές 16ου αι.), με σκοπό να κηρύξει δια του βίου του τις ευαγγελικές αρχές.
Φορώντας μόνο ένα ιμάτιο και έναν δερμάτινο χιτώνα βάδιζε ανυπόδητος χειμώνα-καλοκαίρι και περνούσε τον περισσότερο χρόνο του προσευχόμενος στην πύλη ενός ναού που βρισκόταν σε έναν λόφο, ένα βέρστι περίπου απόσταση από την πόλη, κοντά στην καλύβα που είχε φτιάξει.
Όταν ερχόταν στην πόλη συνέβαλλε ενεργά με την προσευχή του στην ανακούφιση των δεινοπαθούντων και αρρώστων και επισκεπτόταν ελεύθερα τον ηγεμόνα στο παλάτι του. Επειδή προσέρχονταν ασταμάτητα πιστοί να ζητήσουν συμβουλές, είχε σκάψει μία σήραγγα από την εκκλησία μέχρι την καλύβα του, για να μπορεί να τους αποφεύγει.
Το 1512, οι Τάταροι της Κριμαίας επιτέθηκαν στην πόλη Καλούγκα και ο ηγεμόνας βγήκε να τους συναντήσει με ισχνές δυνάμεις. Την στιγμή που ο ηγεμόνας ξεκομμένος από τους ανθρώπους του βρισκόταν περικυκλωμένος από τους εχθρούς και σε μεγάλο κίνδυνο, ο όσιος Λαυρέντιος που βρισκόταν στο παλάτι αίφνης αναφώνησε: «Δώστε μου το τσεκούρι μου, γιατί τα σκυλιά πέσανε πάνω στον ηγεμόνα Συμεών και θα πάω να τον υπερασπισθώ». Λίγα λεπτά αργότερα φανερώθηκε στο πλευρό του ηγεμόνα κραδαίνοντας το τσεκούρι του και φωνάζοντας: «Μη φοβάσαι!» Αμέσως η μάχη έγειρε προς όφελος των ρωσικών στρατευμάτων που έτρεψαν τους Τατάρους σε φυγή.
Αφού διέλαμψε με τα θαύματά του, ο όσιος Λαυρέντιος παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Θεό, στις 10 Αυγούστου 1515, και ενταφιάσθηκε στον ναό που υπήρξε το θέατρο των ασκητικών αγώνων του και ο οποίος έγινε εν συνεχεία μοναστήρι αφιερωμένο στον όσιο Λαυρέντιο.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Αύγουστος, 10. Εκδόσεις Ορμύλια.
Ο όσιος Λαυρέντιος ο δια Χριστόν σαλός εν Καλούγκα