Ο άγιος Φιλόθεος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη περί το 1300, από μητέρα εβραία που είχε ασπασθεί τη χριστιανική πίστη. Όταν μεγάλωσε, έλαβε λαμπρή μόρφωση κοντά στον διδάσκαλό του Θωμά Μάγιστρο (†1347) – τον οποίο υπηρετούσε ως μάγειρος για να πληρώνει τα δίδακτρα – και απεδείχθη ταλαντούχος τόσο στη θεολογική σκέψη, όσο και στη ρητορική τέχνη.
Απαρνήθηκε ενωρίς μια πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία, για να ακολουθήσει την ισάγγελο πολιτεία των μοναχών. Αρχικά πήγε στο όρος Σινά και κατόπιν στο Άγιον Όρος. Εκεί έμεινε αρχικά στη Μονή Βατοπαιδίου (1328), με τον όσιο Σάββα ως Γέροντα [4 Οκτ.], ενώ έπειτα μετακινήθηκε στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας (1331).
Την εποχή εκείνη, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς [14 Νοεμ.] αγωνιζόταν γενναίως εναντίον εκείνων που συκοφαντούσαν τους ησυχαστές και υποτιμούσαν την ορθόδοξη θεολογία του ακτίστου Φωτός. Ο Φιλόθεος έγινε ένθερμος υποστηρικτής του και υπέγραψε, μαζί με δεκαεννέα άλλους διακεκριμένους αγιορείτες πατέρες, τον περίφημο Αγιορειτικό Τόμο, που συνέταξε ο άγιος Γρηγόριος (1341).
Το έργο αυτό, με τρόπο σαφέστατο και αδιαμφισβήτητο, αναφερόταν στην πραγματική διάκριση μεταξύ της αμέθεκτης ουσίας του Θεού και των μεθεκτών και ακτίστων ενεργειών, οι οποίες καθιστούν τους αγίους κοινωνούς του θείου φωτός, που έλαμψε αισθητά στους τρεις Αποστόλους επί του όρους Θαβώρ την ημέρα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού.
Ο Φιλόθεος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο Άγιον Όρος· έμεινε μερικά χρόνια στη Θεσσαλονίκη, ως ηγούμενος της Μονής Φιλοκάλου (1340-1342), και μετά εκλήθη πάλι στον Άθωνα, για να διευθύνει τη Μεγίστη Λαύρα (1342-1347).
Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τον ρόλο που διαδραμάτισε στην ησυχαστική έριδα, ο πατριάρχης Ισίδωρος τον κατέστησε μητροπολίτη Ηρακλείας της Θράκης (1347). Ο Φιλόθεος ωστόσο δεν εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη, για να μπορεί να συνεχίσει τον δογματικό του αγώνα. Ως εκ τούτου, συμμετείχε στην ησυχαστική Σύνοδο του 1351 και συνέταξε τα Πρακτικά της.
Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, η πόλη της Ηρακλείας έπεσε θύμα του ανταγωνισμού Ενετών και Γενουατών, και μόνον χάρη στην παρέμβασή του απελευθερώθηκε ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων, που οι Γενουάτες είχαν ρίξει στις φυλακές.
Το 1353, όταν ανέλαβε την εξουσία ο Ματθαίος Καντακουζηνός, γιος του Ιωάννη Καντακουζηνού, ο πατριάρχης άγιος Κάλλιστος Α’ [20 Ιουν.] εκθρονίστηκε και διάδοχός του ορίσθηκε ο Φιλόθεος, λόγω της συνέσεως και του ορθοδόξου φρονήματός του. Δεν έμεινε όμως στο αξίωμα παρά μόνον έναν χρόνο, διότι μετά την άνοδο στον θρόνο του Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου και την παραίτηση του Ιωάννη ΣΤ’, εκθρονίσθηκε· τη θέση του ξαναπήρε ο Κάλλιστος, και ο Φιλόθεος διέμεινε στις Μονές του Αγίου Φωκά και του Ακαταλήπτου, όπου συνέγραψε θεολογικές πραγματείες κατά του νέου εχθρού των Ησυχαστών, Νικηφόρου Γρηγορά.
Όταν δέκα χρόνια αργότερα (1364) εκοιμήθη ο άγιος Κάλλιστος, ζήτησαν από τον Φιλόθεο να αναλάβει ξανά τον Οικουμενικό Θρόνο, κι εκείνος απεδέχθη.
Η δεύτερη θητεία του ως πατριάρχου σηματοδοτήθηκε από την αποκατάσταση της δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί της Εκκλησίας της Σερβίας, η οποία είχε σχισματικά αποσπασθεί (1375), και από τη ζωηρή επιθυμία του αγίου Φιλοθέου να αρθεί το σχίσμα με τη δυτική Εκκλησία και να επανενωθούν οι δύο Εκκλησίες.
Την επιδίωξή του δεν υπαγόρευαν διπλωματικές σκοπιμότητες – όπως συνέβαινε με τον αυτοκράτορα Ιωάννη Ε’ ο οποίος εγκατέλειψε την ορθόδοξο πίστη για να ασπασθεί την πίστη των Λατίνων – αλλά πραγματική αγάπη προς την Αλήθεια.
Ο άγιος Φιλόθεος ξεκίνησε τις προκαταρκτικές συνομιλίες για τη σύγκληση μιας Οικουμενικής Συνόδου, αλλά λόγω της στάσης των Λατίνων απεσταλμένων οι συνομιλίες δεν έφεραν αποτέλεσμα.
Κατά την περίοδο αυτή, ανέπτυξε τη θεολογία των ακτίστων ενεργειών σε πολλά συγγράμματα και αντέκρουσε επιτυχώς τους ουμανιστές θεολόγους Πρόχορο και Δημήτριο τους Κυδωνιάτες, οι οποίοι είχαν ανακαλύψει στα γραπτά των σχολαστικών θεολόγων της Δύσεως μια φυσιοκρατική φιλοσοφία, που τους επέτρεπε να εκφράσουν πλήρως τον έρωτά τους για την κλασσική αρχαιότητα.
Ο άγιος Φιλόθεος συνέβαλε αποφασιστικά στην κατάταξη του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (1368) στον χορό των Αγίων, συντάσσοντας τον Βίο του και συνθέτοντας Ακολουθία στη μνήμη του.
Συγγραφέας πολυγραφότατος που μεριμνούσε για την ψυχική ωφέλεια του χριστεπωνύμου πληρώματος, ο άγιος Φιλόθεος έγραψε θαυμάσιους Βίους αγίων, που διέδωσαν την ησυχαστική πνευματικότητα στον λαό· κωδικοποίησε επίσης τη λατρευτική τάξη του καιρού του, η οποία εξακολουθεί να ισχύει μέχρι τις ημέρες μας.
Διακρίνοντας ότι η θεία Πρόνοια επεφύλασσε στην Εκκλησία της Ρωσίας σημαντικό ρόλο για τη διαφύλαξη της απειλούμενης χριστιανικής Αυτοκρατορίας, έστειλε στη Ρωσία τον προσφιλή μαθητή του άγιο Κυπριανό [16 Σεπτ.] και διατηρούσε αλληλογραφία με τον άγιο Σέργιο του Ραντονέζ [25 Σεπτ.], στον οποίο συνέστησε να υιοθετήσει στη Λαύρα του τον κοινοβιακό τρόπο ζωής.
Το 1376 ανήλθε στην εξουσία ο Ανδρόνικος Δ’ Παλαιολόγος, και ο άγιος Φιλόθεος πάλι εκθρονίσθηκε και εξορίσθηκε. Εξαντλημένος από τις κακουχίες και από μακρόχρονη ασθένεια, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο το 1379.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος δεύτερος, Οκτώβριος. Ίνδικτος, Αθήναι 2006, Οκτωβρίου ΙΑ’.