
Διηγήθηκε ο γερω-Καλλίνικος ο Ησυχαστής: «Ήταν στο Ρωσσικό κάποιος μοναχός που είχε τη νοερά προσευχή. Κάποια φορά είπε στον υποτακτικό του να του κάνη ένα τσάι και να βάλη και δυο κουταλιές ζάχαρη. Το ήπιε και ύστερα πήγε να προσευχηθή. Αισθανόταν μεγάλη δυσκολία, ξηρασία, καμμία ενέργεια της ευχής. Προσπαθούσε, πέρασαν μερικές μέρες, ανησύχησε και ήρθε να με ρωτήση. Τον ρώτησα, τι έκανε πριν χάση την ευχή. Δεν έκανα τίποτε, είπε, και μου ανέφερε για το τσάι. Του είπα να πάη για έξι μήνες να κάνη κάποιες ασκήσεις και σε έξι μήνες να έρθη.
» Μετά από έξι μήνες ξαναγύρισε. Κατάλαβα τότε ότι η αιτία που έχασε την ευχή ήταν η ζάχαρη. Αυτός είχε την γλυκύτητα της θείας Χαριτος και έπρεπε να περιφρονή τις ανθρώπινες “γλυκύτητες”. Υποχώρησε όμως στην γλυκύτητα της ζάχαρης και ο Θεός του στέρησε για λίγο την θεία παρηγοριά. Άλλοι και ένα τσουβάλι ζάχαρη να φάνε δεν παθαίνουν τίποτε, ενώ αυτός αλλοιώθηκε, γιατί, ενώ είχε την θεία Χάρη, αναζήτησε κάτι άλλο».
Κρυφοί εργάτες της ευχής
Κάποιος μοναχός από την έρημο, όταν ήταν νέος, είχε πόθο να διδαχθή τη νοερά προσευχή. Πήγε στον γερω-Ιωσήφ, έπειτα πήγε στον γερω-Καλλίνικο τον Ησυχαστή, αλλά εκείνος δεν δίδασκε σε κανέναν. Έτσι έψαξε άλλους δασκάλους, οπότε βρήκε κάποιους πατέρες, που καλλιεργούσαν τη νοερά προσευχή. Αυτοί για να κρύβουν την εργασία τους έκαναν σαλότητες. Ενώ δεν κυνηγούσαν ούτε έτρωγαν κρέας, είχαν πάρει κάτι παλαιογκράδες και έδιναν την εντύπωση ότι είναι κυνηγοί.
Τους γνώρισε και είπε τον σκοπό του στον Γέροντα. Τον ρώτησαν πώς ζη, τι ακολουθία κάνει, και είπε ότι την μισή ακολουθία την διαβάζει και την μισή την κάνει με κομποσχοίνι. Είδε ο Γέροντας το ενδιαφέρον του για την ευχή και του έδωσε μερικές οδηγίες για να τις εφαρμόση. Προσπάθησε στο Κελλί του να κάνη ό,τι του είπε και μετά από καιρό ξαναπήγε. Τον ρώτησε ο Γέροντας τι έκανε και αν είδε τον φύλακα άγγελό του. Και όταν είπε «όχι», του απάντησε ότι δεν κάνει για νοερά προσευχή και να συνεχίση να κάνη την ακολουθία, όπως την έκανε.
Ο Γέροντας ήταν νηπτικός και διακριτικός. Κάποτε πήγε να λειτουργηθή σε κάποιο Κελλί. Εκεί οι πατέρες διάβαζαν τον Άγιο Εφραίμ και έκαναν δημόσια εξομολόγηση πριν από την θεία Κοινωνία. Τους είπε ότι δεν είναι σωστό αυτό, γιατί με την ακοή των αμαρτημάτων μολύνεται ο λογισμός τους και οι πατέρες το δέχθηκαν.
Από το βιβλίο: Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορειτική παράδοση, Άγιον Όρος 2011, σελ. 342.