Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου16 Απριλίου

Των Αγίων Αγάπης, Ειρήνης, Χιονίας, Φίληκος Επισκόπου, Ιαννουαρίου Πρεσβυτέρου, Φουρτουνάτου, Σεπτεμίνου, Ειρήνης κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Αγίες Αγάπη, Ειρήνη, ΧιονίαΤω αυτώ μηνί Ις’, μνήμη των Αγίων Μαρτύρων παρθένων και αυταδέλφων Αγάπης, Ειρήνης, και Χιονίας.

Εις την Αγάπην και Χιονίαν.

Χιών το πυρ ην της Χιονίας τάχα,
Ου συμμετασχείν ηγάπησεν Αγάπη.

Εις την Ειρήνην.

Βέλος σε πέμπει προς τον ειρήνης τόπον,
Αφ’ αιμάτων σων εκμεθυσθέν Ειρήνη.

Χιονίην Αγάπην εκκαιδεκάτη κατέκαυσαν.

Κατά τον καιρόν εκείνον, κατά τον οποίον ο Άγιος Μάρτυς Χρυσόγονος (1) απεκεφαλίσθη υπό του Διοκλητιανού εν έτει σϞε’ [295], δια την εις Χριστόν ομολογίαν, κοντά εις την λίμνην εκείνην, εις την οποίαν έμενον αι τρεις αύται αδελφαί, η Αγάπη, η Ειρήνη και η Χιονία, ομού με τον δούλον του Θεού Ζώϊλον, τότε λέγω εφάνη ο ρηθείς Άγιος Χρυσόγονος εις τον Ζώϊλον, λέγων αυτώ εν τω ύπνω, ότι η Αγία Αναστασία η Φαρμακολυτρία (ήτις εορτάζεται κατά την εικοστήν δευτέραν του Δεκεμβρίου) μέλλει να συναγωνισθή μαζί με τας Αγίας τρεις αδελφάς ταύτας, εις τον αγώνα του μαρτυρίου. Ταύτα δε μαθούσα η Αναστασία, επήγεν εις τας Αγίας ταύτας, και τας εχαιρέτησε, και υπηρέτει αυτάς. Τούτο δε ακούσας ο Διοκλητιανός, επίασεν αυτάς, και τας παρέδωκεν εις τον άρχοντα της χώρας, από τον οποίον εβασανίσθησαν. Έπειτα παρεδόθησαν εις άλλον άρχοντα Σισίνιον ονομαζόμενον, ο οποίος την μεν Αγίαν Αγάπην και Χιονίαν, έβαλεν εις την φωτίαν, την δε Αγίαν Ειρήνην, εσαΐτευσεν ένας στρατιώτης, τεντώσας το τόξον του, και ρίψας την σαΐταν κατ’ επάνω της, και έτζι αι μακάριαι τρεις αδελφαί απήλθον στεφανηφορούσαι εις τα Ουράνια.

(1) Ούτος εορτάζεται κατά την εικοστήν δευτέραν του Δεκεμβρίου.

*

Τη αυτή ημέρα των Αγίων Μαρτύρων Φίληκος Επισκόπου, Ιαννουαρίου Πρεσβυτέρου, Φουρτουνάτου, και Σεπτεμίνου.

Τετράς αθλητών συγκεκομμένων ξίφει,
Νυν συγχορεύει μυριάσιν Αγγέλων.

Κατά τον όγδοον χρόνον της βασιλείας Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, εν έτει σϞδ’ [294], ευγήκε δόγμα και προσταγή να καίωνται εις κάθε πόλιν και χώραν όλα τα βιβλία των Χριστιανών. Τότε λοιπόν απεστάλη εις την πόλιν ονομαζομένην του Βιουκάν, ένας παμμίαρος ηγεμών, Μαγνιανός ονόματι, ο οποίος παραστήσας έμπροσθέν του Φίληκα τον Επίσκοπον, και Ιαννουάριον τον Πρεσβύτερον, και Φουρτουνάτον και Σεπτεμίνον, ανέγνωσεν εις αυτούς του βασιλέως το πρόσταγμα, και εζήτει από αυτούς να του δώσουν τα βιβλία οπού έχουσιν. Ο δε αγιώτατος Φίληξ απεκρίθη προς αυτόν. Είναι γεγραμμένον ω ηγεμών ότι «μη δώτε τα άγια τοις κυσί, μηδέ ρίψητε τους μαργαρίτας έμπροσθεν των χοίρων» (Ματθ. ζ’, 6). Ματαίως λοιπόν κοπιάζεις εις το να ζητής τα βιβλία από λόγου μας, καν και έχης βασιλικά προστάγματα. Ο άρχων είπεν, άφες τας μωρολογίας ταύτας και κάμε το θέλημα των βασιλέων, επειδή έχω να σε στείλω δεμένον εις τον ανθύπατον. Ο Άγιος απεκρίθη. Εκείνος οπού είμαι τώρα εις εσένα, αυτός ο ίδιος θέλω ευρεθώ και εις όλους, και εις αυτόν τον βασιλέα σου, ήτοι αμετάβλητος είμαι από την γνώμην ταύτην. Τότε ο ηγεμών έκλεισε τον Άγιον εις την φυλακήν, και άφησεν αυτόν ανεπιμέλητον εις τρεις ημέρας. Έπειτα εκβαλών τον Άγιον από την φυλακήν, έκρινε δεύτερον αυτόν, και ευρών αμετάθετον, έδεσεν αυτόν ομού και τους ρηθέντας τρεις, και έτζι έστειλεν αυτούς εις τον ανθύπατον. Ο δε ανθύπατος εξετάσας αυτούς, τους έβαλεν εις την φυλακήν. Αφ’ ου δε επέρασαν ένδεκα ημέραι, εύγαλε τους Μάρτυρας από την φυλακήν, και τους έδεσεν. Είτα τους έστειλεν εις τον έπαρχον των Πραιτωρίων, ο οποίος δεξάμενος αυτούς και πολλά φοβερίσας, ως είδεν αυτούς αμεταβλήτους, τους έρριψεν εις μίαν δεινοτάτην φυλακήν, και εκεί τους εφύλαττε με μεγάλην σιγουρότητα και ασφάλειαν.

Αφ’ ου δε επέρασαν δεκατέσσαρες ημέραι, εύγαλε τους Αγίους από την φυλακήν και τους έκρινε δεύτερον. Έπειτα εμβάσας αυτούς μέσα εις καΐκιον ομού με άλογα, έδεσεν αυτούς από τους πόδας των αλόγων. Εκυλίοντο λοιπόν οι σεβασμιώτατοι άνδρες εις τα ποδάρια των αλόγων τέσσαρας ημέρας, χωρίς να φάγουν, ή να πίουν, ευχαριστούντες τω Θεώ. Όταν δε έφθασαν εις λιμένα μιας πόλεως, εδεξιώθησαν κρυφίως από τους εκεί Χριστιανούς. Από εκεί δε, επήγαν εις την πόλιν Ταυρομενήν, και από εκεί πλεύσαντες εν τη Λυκαονία, επήγαν εις πόλιν καλουμένην Αίλουροι. Τότε ο ασεβής έπαρχος σπλαγχνισθείς, έλυσε τους Αγίους από τα δεσμά, και με πραείαν φωνήν τους ερώτα, παρακινών να δώσουν τα βιβλία και να θυσιάσουν εις τα είδωλα. Οι δε Άγιοι αντιστέκοντο εις αυτόν λέγοντες, ότι μήτε βιβλία δίδουσι, μήτε εις τα είδωλα θυσιάζουσιν. Όθεν επρόσταξεν να αποκεφαλίσουν αυτούς, οι δε Άγιοι προσευχηθέντες, απεκεφαλίσθησαν, και ούτως ανήλθον στεφανηφόροι εις τα Ουράνια.

*

Άγιοι ΜάρτυρεςΜνήμη των Αγίων Μαρτύρων Λεωνίδου, Χαρίσσης (2), Νίκης, Γαληνής, Καλλίδος, Νουνεχίας, Βασιλίσσης, και Θεοδώρας.

Εις τον Λεωνίδην.

Κόλποις θαλάσσης εκδοθείς Λεωνίδης,
Φθάνει κολυμβών Αβραάμ κόλπων άχρι.

Εις την Χάρισσαν.

Θάλασσαν η Χάρισσα φρίττειν ουκ έχω,
Ήτις θάλασσαν προξενεί μοι χαρίτων.

Εις την Γαληνήν και Νίκην.

Βυθώ Γαληνή και Νίκη βεβλημέναι,
Νίκην εφεύρον και γαλήνην εκ σάλου.

Εις την Καλλίδα.

Βυθός θαλάσσης λαμβάνει την Καλλίδα,
Κάλλους ερώσαν ψυχεραστού Νυμφίου.

Εις την Νουνεχίαν.

Ευρούσα κέρδος εκ βυθού σωτηρίαν,
Το νουνεχές σου δεικνύεις Νουνεχία.

Εις την Βασίλισσαν και Θεοδώραν.

Γαστήρ θαλάσσης λαμβάνει κόρας δύω,
Λίχνην φυγούσας δυσσεβείας γαστέρα.

Ούτος ο Άγιος Μάρτυς Λεωνίδης μετά των ειρημένων Αγίων γυναικών, ήτον από την Ελλάδα, ήτοι από τον Μορέαν (λέγεται γαρ Ελλάς εν μέρος του Μορέως). Και ο μεν θείος Λεωνίδης επιάσθη εις την Τροιζηνίαν, η οποία είναι εν τη Πελοποννήσω εις τον Σαρωνικόν αιγιαλόν αντικρύ των Αθηνών, ήτις κοινώς τώρα λέγεται Φανάρι, ή κατ’ άλλους Πεδιάδα, επισκοπή ούσα του Κορίνθου. Ούτος, λέγω, έξαρχος ων πνευματικού χορού, επιάσθη κατά τας εορτασίμους ημέρας της αγίας του Χριστού Αναστάσεως. Πιασθείσαι δε και αι Άγιαι γυναίκες αύται, εφέρθησαν εις την Κόρινθον προς τον ηγεμόνα αυτής, Βενούστον ονόματι, ο οποίος βλέπωντας τον Άγιον Λεωνίδην, πως ήτον ασάλευτος εις την του Χριστού πίστιν, επρόσταξε να κρεμάσουν αυτόν, και να τον ξεσχίζουσιν. Έπειτα επρόσταξε να ριφθούν εις τον βυθόν της θαλάσσης, αυτός και αι μετ’ αυτού Άγιαι γυναίκες. Εκεί δε ριπτομένων των Αγίων, λέγουσιν, ότι η μακαρία Χάρισσα έψαλλε, καθώς ποτε και η Προφήτις Μαριάμ έψαλλε, δια τον καταποντισμόν των Αιγυπτίων, και ταύτα έλεγεν· «Εν μίλιον έδραμον Κύριε, στράτευμα με εδίωξε Κύριε, και ουκ ηρνησάμην σε, σώσον μου το πνεύμα». Αι δε άλλαι γυναίκες συνεβοήθουν αυτή και συνέψαλλον, έως οπού έφθασαν εις την θάλασσαν. Εμβαίνουσαι δε εις καΐκι, έψαλλον την αυτήν ωδήν, έως οπού έφθασαν τριάκοντα στάδια, ήτοι τέσσαρα μίλια και ολίγον παρακάτω. Είτα έδεσαν αυτάς με πέτρας, και έρριψαν εις τον βυθόν της θαλάσσης προ μιας ημέρας του Πάσχα, ήτοι κατά το μέγα Σάββατον, και ούτως έλαβον αι μακάριαι παρά Κυρίου τους στεφάνους της αθλήσεως.

(2) Εν δε τοις Μηναίοις γράφεται Χαριέσσης.

*

Αγία ΕιρήνηΜνήμη της Αγίας Μάρτυρος Ειρήνης.

Ειρηνικώς ζήσασα Μάρτυς Ειρήνη,
Ουκ ειρηνικώς αλλ’ εκ του ξίφους θνήσκεις.

Αύτη ήτον κατά τον καιρόν του Πάσχα εν τη χώρα της Ελλάδος, ήτοι εν τω Μορέα, όταν και ο Άγιος Λεωνίδης εμαρτύρησε, και αι συν αυτώ Άγιαι γυναίκες, ως ανωτέρω είπομεν. Αύτη λοιπόν δοξολογούσα τον Θεόν μετά των τότε Χριστιανών εις μίαν ξεχωριστήν Εκκλησίαν, εφανερώθη εις τον άρχοντα, και πιασθείσα, εβάλθη εις την φυλακήν. Έπειτα εύγαλαν αυτήν από την φυλακήν και έκοψαν την γλώσσαν της, και εξερρίζωσαν τα οδόντιά της. Τελευταίον δε την απεκεφάλισαν, και ούτως ανέβη η μακαρία στεφανηφόρος εις τα Ουράνια.

 

 

 

 

 

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Μιχαήλ ο Βουρλιώτης, ο εν Σμύρνη μαρτυρήσας εν έτει ͵αψοβ’ [1772], ξίφει τελειούται.

Βαφείς Μιχαήλ τω λύθρω σων αιμάτων,
Λευκός δέδειξαι ως χιών αθληφόρε (3).

(3) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Αγίες Αγάπη, Ειρήνη, ΧιονίαΤ ατ μην Ις΄, μνήμη τν γίων Μαρτύρων παρθένων κα αταδέλφων γάπης, Ερήνης, κα Χιονίας.

Ες τν γάπην κα Χιονίαν.

Χιν τ πρ ν τς Χιονίας τάχα,
Ο συμμετασχεν γάπησεν γάπη.

Ες τν Ερήνην.

Βέλος σε πέμπει πρς τν ερήνης τόπον,
φ’ αμάτων σν κμεθυσθν Ερήνη.

Χιονίην γάπην κκαιδεκάτ κατέκαυσαν.

Κατ τν καιρν κενον, κατ τν ποον γιος Μάρτυς Χρυσόγονος (1) πεκεφαλίσθη π το Διοκλητιανο ν τει σϞε΄ [295], δι τν ες Χριστν μολογίαν, κοντ ες τν λίμνην κείνην, ες τν ποίαν μενον α τρες αται δελφαί, γάπη, Ερήνη κα Χιονία, μο μ τν δολον το Θεο Ζώϊλον, τότε λέγω φάνη ηθες γιος Χρυσόγονος ες τν Ζώϊλον, λέγων ατ ν τ πν, τι γία ναστασία Φαρμακολυτρία (τις ορτάζεται κατ τν εκοστν δευτέραν το Δεκεμβρίου) μέλλει ν συναγωνισθ μαζ μ τς γίας τρες δελφς ταύτας, ες τν γνα το μαρτυρίου. Τατα δ μαθοσα ναστασία, πγεν ες τς γίας ταύτας, κα τς χαιρέτησε, κα πηρέτει ατάς. Τοτο δ κούσας Διοκλητιανός, πίασεν ατάς, κα τς παρέδωκεν ες τν ρχοντα τς χώρας, π τν ποον βασανίσθησαν. πειτα παρεδόθησαν ες λλον ρχοντα Σισίνιον νομαζόμενον, ποος τν μν γίαν γάπην κα Χιονίαν, βαλεν ες τν φωτίαν, τν δ γίαν Ερήνην, σαΐτευσεν νας στρατιώτης, τεντώσας τ τόξον του, κα ίψας τν σαΐταν κατ’ πάνω της, κα τζι α μακάριαι τρες δελφα πλθον στεφανηφοροσαι ες τ Οράνια.

(1) Οτος ορτάζεται κατ τν εκοστν δευτέραν το Δεκεμβρίου.

*

Τ ατ μέρ τν γίων Μαρτύρων Φίληκος πισκόπου, αννουαρίου Πρεσβυτέρου, Φουρτουνάτου, κα Σεπτεμίνου.

Τετρς θλητν συγκεκομμένων ξίφει,
Νν συγχορεύει μυριάσιν γγέλων.

Κατ τν γδοον χρόνον τς βασιλείας Διοκλητιανο κα Μαξιμιανο, ν τει σϞδ΄ [294], εγκε δόγμα κα προσταγ ν καίωνται ες κάθε πόλιν κα χώραν λα τ βιβλία τν Χριστιανν. Τότε λοιπν πεστάλη ες τν πόλιν νομαζομένην το Βιουκν, νας παμμίαρος γεμών, Μαγνιανς νόματι, ποος παραστήσας μπροσθέν του Φίληκα τν πίσκοπον, κα αννουάριον τν Πρεσβύτερον, κα Φουρτουνάτον κα Σεπτεμνον, νέγνωσεν ες ατος το βασιλέως τ πρόσταγμα, κα ζήτει π ατος ν το δώσουν τ βιβλία πο χουσιν. δ γιώτατος Φίληξ πεκρίθη πρς ατόν. Εναι γεγραμμένον γεμν τι «μ δτε τ για τος κυσί, μηδ ίψητε τος μαργαρίτας μπροσθεν τν χοίρων» (Ματθ. ζ΄, 6). Ματαίως λοιπν κοπιάζεις ες τ ν ζητς τ βιβλία π λόγου μας, κν κα χς βασιλικ προστάγματα. ρχων επεν, φες τς μωρολογίας ταύτας κα κάμε τ θέλημα τν βασιλέων, πειδ χω ν σ στείλω δεμένον ες τν νθύπατον. γιος πεκρίθη. κενος πο εμαι τώρα ες σένα, ατς διος θέλω ερεθ κα ες λους, κα ες ατν τν βασιλέα σου, τοι μετάβλητος εμαι π τν γνώμην ταύτην. Τότε γεμν κλεισε τν γιον ες τν φυλακήν, κα φησεν ατν νεπιμέλητον ες τρες μέρας. πειτα κβαλν τν γιον π τν φυλακήν, κρινε δεύτερον ατόν, κα ερν μετάθετον, δεσεν ατν μο κα τος ηθέντας τρες, κα τζι στειλεν ατος ες τν νθύπατον. δ νθύπατος ξετάσας ατούς, τος βαλεν ες τν φυλακήν. φ’ ο δ πέρασαν νδεκα μέραι, εγαλε τος Μάρτυρας π τν φυλακήν, κα τος δεσεν. Ετα τος στειλεν ες τν παρχον τν Πραιτωρίων, ποος δεξάμενος ατος κα πολλ φοβερίσας, ς εδεν ατος μεταβλήτους, τος ρριψεν ες μίαν δεινοτάτην φυλακήν, κα κε τος φύλαττε μ μεγάλην σιγουρότητα κα σφάλειαν.

φ’ ο δ πέρασαν δεκατέσσαρες μέραι, εγαλε τος γίους π τν φυλακν κα τος κρινε δεύτερον. πειτα μβάσας ατος μέσα ες καΐκιον μο μ λογα, δεσεν ατος π τος πόδας τν λόγων. κυλίοντο λοιπν ο σεβασμιώτατοι νδρες ες τ ποδάρια τν λόγων τέσσαρας μέρας, χωρς ν φάγουν, ν πίουν, εχαριστοντες τ Θε. ταν δ φθασαν ες λιμένα μις πόλεως, δεξιώθησαν κρυφίως π τος κε Χριστιανούς. π κε δέ, πγαν ες τν πόλιν Ταυρομενήν, κα π κε πλεύσαντες ν τ Λυκαονί, πγαν ες πόλιν καλουμένην Αλουροι. Τότε σεβς παρχος σπλαγχνισθείς, λυσε τος γίους π τ δεσμά, κα μ πραεαν φωνν τος ρώτα, παρακινν ν δώσουν τ βιβλία κα ν θυσιάσουν ες τ εδωλα. Ο δ γιοι ντιστέκοντο ες ατν λέγοντες, τι μήτε βιβλία δίδουσι, μήτε ες τ εδωλα θυσιάζουσιν. θεν πρόσταξεν ν ποκεφαλίσουν ατούς, ο δ γιοι προσευχηθέντες, πεκεφαλίσθησαν, κα οτως νλθον στεφανηφόροι ες τ Οράνια.

*

Άγιοι ΜάρτυρεςΜνήμη τν γίων Μαρτύρων Λεωνίδου, Χαρίσσης (2), Νίκης, Γαληνς, Καλλίδος, Νουνεχίας, Βασιλίσσης, κα Θεοδώρας.

Ες τν Λεωνίδην.

Κόλποις θαλάσσης κδοθες Λεωνίδης,
Φθάνει κολυμβν βραμ κόλπων χρι.

Ες τν Χάρισσαν.

Θάλασσαν Χάρισσα φρίττειν οκ χω,
τις θάλασσαν προξενε μοι χαρίτων.

Ες τν Γαληνν κα Νίκην.

Βυθ Γαλην κα Νίκη βεβλημέναι,
Νίκην φερον κα γαλήνην κ σάλου.

Ες τν Καλλίδα.

Βυθς θαλάσσης λαμβάνει τν Καλλίδα,
Κάλλους ρσαν ψυχεραστο Νυμφίου.

Ες τν Νουνεχίαν.

Εροσα κέρδος κ βυθο σωτηρίαν,
Τ νουνεχές σου δεικνύεις Νουνεχία.

Ες τν Βασίλισσαν κα Θεοδώραν.

Γαστρ θαλάσσης λαμβάνει κόρας δύω,
Λίχνην φυγούσας δυσσεβείας γαστέρα.

Οτος γιος Μάρτυς Λεωνίδης μετ τν ερημένων γίων γυναικν, τον π τν λλάδα, τοι π τν Μορέαν (λέγεται γρ λλς ν μέρος το Μορέως). Κα μν θεος Λεωνίδης πιάσθη ες τν Τροιζηνίαν, ποία εναι ν τ Πελοποννήσ ες τν Σαρωνικν αγιαλν ντικρ τν θηνν, τις κοινς τώρα λέγεται Φανάρι, κατ’ λλους Πεδιάδα, πισκοπ οσα το Κορίνθου. Οτος, λέγω, ξαρχος ν πνευματικο χορο, πιάσθη κατ τς ορτασίμους μέρας τς γίας το Χριστο ναστάσεως. Πιασθεσαι δ κα α γιαι γυνακες αται, φέρθησαν ες τν Κόρινθον πρς τν γεμόνα ατς, Βενοστον νόματι, ποος βλέπωντας τν γιον Λεωνίδην, πς τον σάλευτος ες τν το Χριστο πίστιν, πρόσταξε ν κρεμάσουν ατόν, κα ν τν ξεσχίζουσιν. πειτα πρόσταξε ν ιφθον ες τν βυθν τς θαλάσσης, ατς κα α μετ’ ατο γιαι γυνακες. κε δ ιπτομένων τν γίων, λέγουσιν, τι μακαρία Χάρισσα ψαλλε, καθώς ποτε κα Προφτις Μαριμ ψαλλε, δι τν καταποντισμν τν Αγυπτίων, κα τατα λεγεν· «ν μίλιον δραμον Κύριε, στράτευμα μ δίωξε Κύριε, κα οκ ρνησάμην σε, σσόν μου τ πνεμα». Α δ λλαι γυνακες συνεβοήθουν ατ κα συνέψαλλον, ως πο φθασαν ες τν θάλασσαν. μβαίνουσαι δ ες καΐκι, ψαλλον τν ατν δήν, ως πο φθασαν τριάκοντα στάδια, τοι τέσσαρα μίλια κα λίγον παρακάτω. Ετα δεσαν ατς μ πέτρας, κα ρριψαν ες τν βυθν τς θαλάσσης πρ μις μέρας το Πάσχα, τοι κατ τ μέγα Σάββατον, κα οτως λαβον α μακάριαι παρ Κυρίου τος στεφάνους τς θλήσεως.

(2) ν δ τος Μηναίοις γράφεται Χαριέσσης.

*

Αγία ΕιρήνηΜνήμη τς γίας Μάρτυρος Ερήνης.

Ερηνικς ζήσασα Μάρτυς Ερήνη,
Οκ ερηνικς λλ’ κ το ξίφους θνήσκεις.

Ατη τον κατ τν καιρν το Πάσχα ν τ χώρ τς λλάδος, τοι ν τ Μορέ, ταν κα γιος Λεωνίδης μαρτύρησε, κα α σν ατ γιαι γυνακες, ς νωτέρω επομεν. Ατη λοιπν δοξολογοσα τν Θεν μετ τν τότε Χριστιανν ες μίαν ξεχωριστν κκλησίαν, φανερώθη ες τν ρχοντα, κα πιασθεσα, βάλθη ες τν φυλακήν. πειτα εγαλαν ατν π τν φυλακν κα κοψαν τν γλσσάν της, κα ξερρίζωσαν τ δόντιά της. Τελευταον δ τν πεκεφάλισαν, κα οτως νέβη μακαρία στεφανηφόρος ες τ Οράνια.

 

 

 

 

 

*

γιος Νεομάρτυς Μιχαλ Βουρλιώτης, ν Σμύρν μαρτυρήσας ν τει ͵αψοβ΄ [1772], ξίφει τελειοται.

Βαφες Μιχαλ τ λύθρ σν αμάτων,
Λευκς δέδειξαι ς χιν θληφόρε (3).

(3) Τ Μαρτύριον ατο ρα ες τ Νέον Μαρτυρολόγιον.

Τας τν σν γίων πρεσβείαις Χριστ Θες λέησον μς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Των Αγίων Αγάπης, Ειρήνης, Χιονίας, Φίληκος Επισκόπου, Ιαννουαρίου Πρεσβυτέρου, Φουρτουνάτου, Σεπτεμίνου, Ειρήνης κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.