
Είναι μεγάλο πράγμα ο άνθρωπος· είναι η κορωνίδα της δημιουργίας, είναι ακριβώς αυτός που επλάσθη «κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσιν». Είναι μεγάλο πράγμα, αλλά εφόσον έχει μέσα του τη χάρη του Θεού, εφόσον έχει μέσα του τον Θεό, εφόσον έχει αληθινή κοινωνία με τον Θεό· όχι απλώς να θυμάται τον Θεό ή απλώς να κάνει καμιά προσευχή στον Θεό, αλλά να έχει αληθινή επικοινωνία με τον Θεό. Όντως δηλαδή να αισθάνεται ότι οδηγείται, ότι άγεται από τον Θεό, ότι ο Θεός τού δίνει ζωή, ότι εμπνέεται από τον Θεό, ότι είναι μέσα του ο Θεός.
Αυτή η σχέση, αυτή η κοινωνία χάλασε με την πτώση, με την αμαρτία. Χάλασε τελείως και δεν διορθωνόταν με τίποτε. Άπαξ και αμάρτησαν οι πρωτόπλαστοι, έχασαν όλη εκείνη τη χάρη που είχαν και μέσα τους και εξωτερικά, που ήταν σαν ένδυμα· γι’ αυτό αισθάνθηκαν μετά ότι ήταν γυμνοί (βλ. Γεν. 3:7).
Βλέπετε, τώρα υπάρχει μια τέτοια τάση· μέσα στην όλη αδιαντροπιά που έχουν οι άνθρωποι, υπάρχει η τάση να ξεγυμνωθούν. Είναι μια αδιαντροπιά, είναι όμως, θα μπορούσαμε να πούμε, και μια βαθύτερη δαιμονική πέρα για πέρα τάση, που έχει ο άνθρωπος, να υποκαταστήσει τα του Θεού. Ο Θεός ενδύει, ντύνει τον άνθρωπο με τη χάρη του, και είναι ο άνθρωπος άγγελος. Ο άνθρωπος το πετάει αυτό το ένδυμα, δεν το θέλει και αυτονομείται. Και τρόπον τινά με την τάση του αυτή, με όλη την αδιαντροπιά του θέλει να πει: «Δεν χρειάζομαι αυτό το ένδυμα το δικό σου. Μπορώ εγώ χωρίς το ένδυμα το δικό σου, χωρίς τη χάρη· μπορώ δηλαδή να ζω γυμνός». Μπορεί να είναι κάτι τέτοιο· δηλαδή μια δαιμονική τάση, και όχι μόνο μια βάναυση αδιαντροπιά. Έτσι θα χαθούν πολλοί άνθρωποι.
Έχει γίνει πολύ μεγάλο κακό στον σημερινό άνθρωπο. Και ίσως ο Θεός επιτρέψει να έρθουν συμφορές που θα συνετίσουν τον άνθρωπο· όσους θα συνετίσουν. Αλλιώς ο άνθρωπος, καθώς τόσο πολύ έχει αυτονομηθεί και τόσο περί πολλού έχει τον εαυτό του και έχει θεοποιήσει τον εαυτό του, δεν μπορεί να καταλάβει τίποτε από τα του Θεού. Και αν αναφερθεί στον Θεό και αν προσευχηθεί και αν έχει μια κάποια σχέση με τον Θεό, το κάνει αυτό με όλο το αγέρωχο ύφος που έχει, με όλη την υπερηφάνειά του, με όλο τον εγωισμό του, με όλη την αδιαντροπιά του. Δεν επηρεάζεται από τίποτε.
Δεν πάει δηλαδή στον Θεό με τη συναίσθηση τού τι έχει κάνει, και να ταπεινωθεί, να μετανοήσει, να ζητήσει το έλεος του Θεού, να ζητήσει συγχώρηση, να ζητήσει τακτοποίηση, και να πει: «Θεέ μου, μόνο εσύ μπορείς να τα ξαναφτιάξεις τα πράγματα. Εγώ το μόνο που έκανα είναι ότι τα χάλασα. Αλλά εσύ ως Θεός μπορείς να τα ξαναφτιάξεις». Δεν έχει τέτοια διάθεση ο άνθρωπος. Προσέξτε να δείτε. Και θα το πω ακόμη μια φορά, για να μη νομίζουμε ότι αυτά που λέμε αναφέρονται σε κάποιους άλλους. Εξ όσων καταλαβαίνω εγώ, μπορεί να κάνω λάθος, και οι πιο καλοί χριστιανοί δεν το βάζουν κάτω, και ούτε το καταλαβαίνουν αυτό. Έπαρση, έπαρση, έπαρση, εγωισμό, φιλαυτία, εγωλατρία, οίηση, φούσκωμα, θίξιμο και τέτοια πράγματα· και οι πιο καλοί χριστιανοί ακόμη.
Και νομίζουμε ότι κάτι θα γίνει με το να κάνουμε κάποια καμώματα, με το να τα βολεύουμε όπως εμείς κρίνουμε τα σχετικά με τον Θεό. Επειδή είμαστε έξυπνοι στην καθημερινή ζωή και βολεύουμε τις δουλειές μας, νομίζουμε ότι κάπως έτσι στα κλέφτικα και στα πονηρά και κατά πλάγιο τρόπο θα τα βολέψουμε και με τον Θεό. Δεν θα γίνει τίποτε. Ή ταπεινώνεσαι ενώπιον του Θεού, μετανοείς ενώπιον του Θεού και υποτάσσεσαι άνευ όρων ή χάνεσαι. Παρακαλώ να το προσέξουμε αυτό και μάλιστα να ρωτήσουμε τις ψυχές μας μήπως ακόμη δεν το έμαθαν αυτό το μάθημα. Αν προσέξουμε καλύτερα, θα δούμε ότι όλοι με κάποιους όρους πιστεύουμε, με κάποιους όρους δεχόμαστε τα του Θεού, με κάποιους όρους είμαστε ό,τι είμαστε. Όχι έτσι. Άνευ όρων να υπακούσεις, να υποταχθείς στον Θεό, να παραδοθείς σ’ αυτόν, να θελήσεις αυτός να ζήσει και να διαφεντεύει μέσα σου. Άνευ όρων. Και αν ψάξουμε και τον εαυτό μας, ψάξουμε και τους άλλους, άραγε θα βρούμε κανέναν σήμερα – όχι ότι δεν υπάρχουν, αλλά το τονίζουμε έτσι, για να φανεί το πράγμα – που με αυτόν τον τρόπο υποτάσσεται στον Θεό;
Ο καθένας, και ο πιο «καλός» ακόμη, την κρίσιμη ώρα θα αντιδράσει, θα θιγεί, θα χολωθεί, θα στενοχωρηθεί, θα αμυνθεί, θα δικαιολογηθεί. Και τι δεν θα κάνει! Ενώ είναι τόσο απλό να πει: «Να ‘ναι ευλογημένο, Θεέ μου, ό,τι θέλεις. Να ‘ναι ευλογημένο, Θεέ μου, όπως θέλεις». Και βέβαια μπορεί να πει ο άνθρωπος: «Να το πω, αλλά ο άλλος με πειράζει». Ναι, αλλά αυτόν τον άλλο ο Θεός τον αφήνει και σε πειράζει, ο Θεός τον αφήνει και σε αδικεί, τον αφήνει και σου δημιουργεί το όποιο θέμα. Υπάρχει τίποτε πάνω στη γη που γίνεται χωρίς να ξέρει ο Θεός και χωρίς να το επιτρέπει ο Θεός; Και ένα σπουργιτάκι δεν θα μπορέσει να το σκοτώσει ο κυνηγός, εάν δεν επιτρέψει ο Θεός (βλ. Ματθ. 10:29).
11-6-95
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου (†), “…ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον…”, Β’ έκδ., Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2016, σελ. 44.