
Στη θεία Λειτουργία, ακούγοντας το Χερουβικό και «τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες», έχουμε χρέος και καθήκον – μα και δικαίωμα! – να φθάσουμε σε αγγελική δορυφορία. Δεν χωράει αντίλογος και προφάσεις,
Δεν είναι δυνατό να ισχυρισθούν μερικοί «Εμείς είμαστε γέροντες. Πώς θα μπορέσουμε τώρα εξασθενημένοι να στρατολογηθούμε πάλι, και μάλιστα σε στρατιές ουράνιες, “με τους πυρίνους οι πήλινοι”;» (Κάθισμα Στ’ ωδής Τριαδικού Κανόνος πλ. Β’ ήχου).
Δεν είναι δυνατό μια άλλη κατηγορία να προβάλει λόγους υγείας: «Εμείς είμαστε άρρωστοι. Δεν έχουμε αλκή και σθένος για να φέρουμε όπλα».
Δεν είναι δυνατό το «έτερο ήμισυ» της ανθρωπότητας ν’ αντιτάξει «Εμείς είμαστε γυναίκες. Πώς θα σηκώσουμε πανοπλίες; Δεν γίνεται»!
Ο Χερουβικός ύμνος δεν αφήνει περιθώρια και δεν κάνει εξαιρέσεις. Απορρίπτει όλες τις ενστάσεις. Καλεί τους πάντες, νέους και γέρους, άνδρες και γυναίκες, υγιείς και ασθενείς, στην ισάγγελη δορυφορία. Και τούτο γιατί η κατάταξη δεν αφορά στο σώμα αλλά στην ψυχή, που είναι μία, που δεν γνωρίζει διαφορά ηλικίας ή φύλου. Και δεύτερο, ο ουράνιος στρατός διαφέρει ριζικά από τους εγκόσμιους στρατούς στη συγκρότησή του, στα πολεμικά του μέσα και στους σκοπούς του. Αυτά τα τρία καθιστούν υποχρεωτική τη θητεία. Αλίμονο αν δεν φιλοτιμούμαστε να δίνουμε το παρών όταν από αμέλεια ή οκνηρία ακούμε το Χερουβικό και αδρανούμε.
Αντίθετα μας προσδίδει τιμή η ομοίωση με τους κατακάθαρους φλογερούς αγγέλους και η συμψαλμωδία και η συνδοξολογία μαζί τους της Αγίας Τριάδος. Ύψιστη τιμή, ύψιστη συγκατάβαση του Θεού προς τους ανθρώπους αλλά και των αγγέλων προς τους ανθρώπους. Είμαστε άρα υπόδικοι όταν περιφρονούμε μια τέτοια δωρεά του Ουρανού.
Συμπερασματικά αποτελεί καθήκον και δικαίωμά μας η ευθυγράμμισή μας με τα παραγγέλματα του Χερουβικού.
Τελειώνοντας ας υπογραμμίσουμε την ικανότητα της θεσπέσιας Βυζαντινής Μουσικής μας να κατανύσσει και να λαξεύει και την πιο σκληρυμένη και ξηραμένη καρδιά. Φυτεύει τα ουρανομήκη νοήματα των ύμνων, ιδίως όταν εκτελείται από συγκροτημένους χορούς. Ανεβάζουν τόσο, που σκέφτεται κανείς πως δεν υπολείπονται και πολύ από τους αγγελικούς χορούς!
Το μυστικό έγκειται στο ότι η εκκλησιαστική μουσική, όπως και η ποίηση, γράφθηκαν κυρίως από αγίους, πρώτο· οι οποίοι εξωτερίκευσαν άγια βιώματά τους, δεύτερο· για να εξαγιάσουν τους πιστούς, τρίτο.
Όσα ειπώθηκαν θα έχουν πετύχει τον σκοπό τους αν μας έπεισαν ν’ ακούμε το Χερουβικό σαν προσκλητήριο σάλπισμα προς εξύψωση από το χαμηλό ζωικό επίπεδό μας σε αγγελοειδή τάξη· να ζυμώνουμε τον εσωτερικό μας κόσμο με την αγγελική αθωότητα και την υπακοή στο θείο θέλημα.
Ο λόγος δεν θ’ αποδειχθεί μάταιος αν μας άνοιξε τα μάτια ώστε να βλέπουμε την ατμόσφαιρα της Λειτουργίας όπως πραγματικά είναι, δηλαδή φορτισμένη από την παρουσία δυνάμεων που περικυκλώνουν τον Βασιλιά της δόξας· αν αποφασίσαμε να παραδίνουμε πια στα υπερφυή δρώμενα, στη θεία Λειτουργία, λευκό τον νου και την καρδιά μας, ώστε να εγγράφονται πάνω τους και να χαράζονται ανεξίτηλα βιώματα λατρείας και αφοσιώσεως στον γλυκύτατο Ιησού.
Και τότε αυτά τα βιώματα θα γίνονται φρουρός της καθαρότητας του πνεύματός μας μέχρι την επομένη Μυσταγωγία, οπότε θ’ ανανεώνονται. Έτσι σιγά-σιγά και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, πάντοτε, και όχι μόνο στη διάρκεια του εκκλησιασμού, η ζωή μας θ’ ανυψώνεται και θα κατατείνει προς την αγγελική κατάσταση. Αμήν!
Ιερομόναχος Ιουστίνος