Ο π. Αβέρκιος (όνομα που πήρε ο άγιος Παΐσιος με τη ρασοευχή), ενώ ζητούσε ησυχαστική ζωή, έκανε υπακοή και βρέθηκε σε ιδιόρρυθμο Μοναστήρι (τη Μονή Φιλοθέου). Έλαβε το υπεύθυνο διακόνημα του δοχειάρη και του τραπεζάρη. Δηλαδή μοίραζε τρόφιμα και κρασί […]
Διηγήθηκε ο άγιος Παΐσιος: «Στο κελλί μου για προσκέφαλο είχα ένα κούτσουρο από καστανιά. Για κρεββάτι δυο σανίδες με κενό στην μέση, για να μην ακουμπά η σπονδυλική στήλη και θερμαίνεται. Έκανα ενάτες συνέχεια. Μάλιστα ένα είδος από τα εποχιακά, ντομάτες, μαρούλια, λάχανα, τα έτρωγα για πολύ καιρό, μέχρι που τα βαριόταν ο οργανισμός μου και δεν τα έτρωγα πια με επιθυμία. Καθε νύχτα αγρυπνία. Κοιμόμουν λίγο. Στην Εκκλησία δεν καθόμουν στο στασίδι, για να μη με πιάνη ο ύπνος». «Και ενώ από την άσκηση», έλεγε, «είχα γίνει πετσί και κόκκαλο, σαν σκελετός, ένα βράδυ αισθάνθηκα τον πειρασμό σαν γυναικεία... Διαβάστε τη συνέχεια