
Ο όσιος πατήρ ημών Σεραπίων καταγόταν από μία ευγενή, ταταρική οικογένεια του Καζάν. Το 1552, μετά την άλωση της πόλης από τον τσάρο Ιβάν Δ’ τον Τρομερό, οδηγήθηκε στην Μόσχα, όπου έλαβε το άγιο Βάπτισμα με το όνομα Σέργιος. Αφού πέρασε ένα διάστημα στην υπηρεσία του βογιάρου Ζαχαρία Πλέσκεφ, που είχε νυμφευθεί μία πριγκήπισσα ταταρικής καταγωγής, ο Σέργιος διαπνεόμενος από διάπυρη πίστη αποφάσισε να απαρνηθεί τον κόσμο και την ματαιότητά του και επισκέφθηκε διάφορα μοναστήρια. Φθάνοντας στο ερημονήσι της λίμνης Κόγια (περί το 1559), στην περιοχή Αρχαγγέλου, έγινε μαθητής του ερημίτη Νήφωνος, συμμετέχοντας στα ασκητικά ανδραγαθήματά του.
Μετά από δεκαοκτώ χρόνια, η φήμη των δύο ερημιτών είχε απλωθεί στην περιοχή και πολλοί μαθητές είχαν προσέλθει κοντά τους. Όταν έφθασαν σε αριθμό ικανό για να περάσουν στον κοινοβιακό βίο, ο Νήφων μετέβη στην Μόσχα προς εξεύρεσιν γης για την ίδρυση μονής. Εκεί παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό (1564) και ο Σεραπίων υποχρεώθηκε να αναλάβει εν μέσω πολλών δυσκολιών την καθοδήγηση της αδελφότητος.
Το 1584 μετέβη στην Μόσχα και έλαβε από τον τσάρο και τον μητροπολίτη την άδεια να ιδρύσει την Μονή των Θεοφανείων. Το 1590 ανήγειρε το Καθολικό και μετέβη στην Μόσχα για να λάβει το αντιμήνσιον από τον πατριάρχη Ιώβ [19 Ιουν.]. Εν συνεχεία προσφέρθηκαν στην μονή δωρεές και προνόμια από τους τσάρους Θεόδωρο Ιβάνοβιτς, Μπόρις Γκουντούνωφ και Βασίλειο Σουίσκυ. Στο μοναστήρι ζούσαν περίπου σαράντα μοναχοί και θεωρούσαν τον πνευματικό πατέρα τους Σεραπίωνα ως ζώσα εικόνα του πληρώματος των αρετών.
Φθάνοντας σε βαθιά γεράματα, ο όσιος υπέδειξε ως διάδοχό του τον Αβραάμ και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην ησυχία, μέχρι την μακαρία κοίμησή του στις 27 Ιουνίου 1611. Στα μετέπειτα χρόνια, η μονή του οσίου Σεραπίωνος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον εκκλησιαστικό βίο της περιοχής.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος δέκατος, Ιούνιος. Ίνδικτος, Αθήναι 2008, σελ. 320.
Ο όσιος Σεραπίων της λίμνης Κόγια