Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου8 Οκτωβρίου

Των Αγίων Πελαγίας της από Εταιρίδων, Πελαγίας της Παρθένου, Ταϊσίας

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Τω αυτώ μηνί Η’, μνήμη της Οσίας μητρός ημών Πελαγίας της από Εταιρίδων.

Αίσχους πλυθείσα και λιπούσα τον σάλον,
Προς όρμον ήκεις Ουρανού Πελαγία.

Ογδοάτη υπάλυξε βίου πέλαγος Πελαγία.

Αύτη ήτον από την πόλιν Αντιόχειαν, σχολάζουσα και καταγινομένη εις τους χορούς και εις τα θέατρα, και πόρνη ούσα δημοσία εν τη αυτή πόλει. Όθεν εκ της διαβολικής και αισχράς εργασίας ταύτης, εσυνάθροιζε πλούτον άμετρον. Αύτη λοιπόν κατηχηθείσα μίαν φοράν από τον Επίσκοπον Νόννον, άνδρα άγιον (1), και θερμώς μετανοήσασα δια τα πρότερα πονηρά έργα της, εβαπτίσθη. Ευθύς αποστρέφεται όλα τα εν κόσμω καλά και τερπνά, ωσάν σκύβαλα. Και ενδυθείσα τρίχινα φορέματα, ήτοι υφασμένα από γηδίσσας τρίχας, και εις σχήμα ανδρός μετασχηματισθείσα, επήγεν εις το όρος των Ελαιών, χωρίς να την ηξεύρη τινάς. Εκεί δε η αοίδιμος κλεισθείσα μέσα εις ένα κελλίον, διεπέρασε το υπόλοιπον της ζωής της ασκητικώς και θεαρέστως. Και ούτως εν ειρήνη ανεπαύθη η μακαρία. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον (2).)

(1) Τούτου η μνήμη εορτάζεται κατά την δεκάτην του Νοεμβρίου.

(2) Τον Βίον αυτής συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Γυναικείαν αρετήν». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.) Σημείωσαι, ότι ο θείος Χρυσόστομος, από το παράδειγμα της πόρνης ταύτης Πελαγίας, παρακινεί τους αμαρτωλούς να μη απελπίζωνται. Ούτω γαρ λέγει· «Μηδείς τοίνυν, καν εις έσχατον κατενεχθή κακίας, απογινωσκέτω την επί το βέλτιον μεταβολήν. Ράδιον γαρ εξ αυτών των βαράθρων της πονηρίας ανενεγκείν, και αγγελικόν επιδείξασθαι βίον. Ουκ ηκούσατε, πώς εκείνη η πόρνη, η εν τη ημετέρα λέγω πόλει (η Πελαγία αυτή δηλ.) πάντας απέκρυψεν εν ευλαβεία; Βουληθείσα γαρ και μεταβληθείσα, και την του Θεού χάριν επισπασαμένη, κατεφρόνησε των παρόντων απάντων. Και ρίψασα του Διαβόλου τας μαγγανείας, προς Ουρανόν ανέδραμε» (Λόγω Εις το μη προσηλώσθαι, ου η αρχή· «Φέρε δη και σήμερον του περί»).

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη της Αγίας Πελαγίας της Παρθένου.

Κρημνώ φυγούσα κρημνόν αισχύνης μέγαν,
Κρημνείς τον εχθρόν ευφυώς Πελαγία.

Αύτη ήτον κατά τους χρόνους Νουμεριανού βασιλέως, εν έτει σπδ’ [284], πατρίδα έχουσα την Αντιόχειαν της Συρίας, και καταγομένη από ένδοξον γένος. Μαθών δε ο άρχων της Αντιοχείας ότι ήτον Χριστιανή, έστειλε στρατιώτας δια να την πιάσουν. Οι δε στρατιώται πηγαίνοντες, επερικύκλωσαν το οσπήτιόν της, δια να αρπάσουν αυτήν. Μαθούσα δε τούτο η Αγία, εζήτησε να την προσμείνουν ολίγον. Οι δε στρατιώται επείσθησαν. Όθεν η μακαρία σταθείσα κατά ανατολάς, εις τον τόπον οπού επροσηύχετο, εσήκωσε τα χέρια ομού και ομμάτιά της εις τον ουρανόν, και επροσευχήθη πολλήν ώραν προς τον Θεόν, δεομένη να μη παραδοθή εις τους στρατιώτας. Αλλά αγνή και παρθένος να απέλθη εις αυτόν. Έπειτα κρημνίσασα μόνη τον εαυτόν της, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν της εις χείρας Θεού (3).

(3) Εις την Αγίαν ταύτην Πελαγίαν, εγκώμιον θαυμαστόν έπλεξεν ο ρητορικώτατος του Χρυσοστόμου κάλαμος, κείμενον εν τω ε’ τόμω της εν Ετόνη εκδόσεως, όπου και εγκωμιάζει αυτήν, δια την μεγάλην ανδρίαν οπού έδειξε, να κρημνισθή μόνη και να θανατώση τον εαυτόν της. Λέγει δε εκεί ο χρυσούς Άγιος, ότι απατήσασα τους στρατιώτας η Αγία, εζήτησεν άδειαν τάχα δια να αλλάξη τα φορέματά της. Και ότι «Θάνατος Μαρτύρων, νίκη εστί Μαρτύρων». Και ότι «δι’ αυτό μεν ουν τούτο μάλιστα το κείσθαι επί εδάφους, τιμιώτερον ην το αίμα της παρθένου. Αι γαρ δια Χριστόν ύβρεις, πλεονασμόν ημίν παρέχουσι τιμής». Και ότι «ο Χριστός παρήν τω σώματι της παρθένου. Ει γαρ δεσπόται τους επιεικεστέρους των οικετών, τελευτώντας προπέμπουσι και ουκ επαισχύνονται, πολλώ μάλλον ο Χριστός την δι’ αυτόν αφείσαν την ψυχήν, και τοσούτον αναδεξαμένην κίνδυνον, ουκ αν επησχύνθη τιμήσαι τη αυτού παρουσία». Και άλλα δε πολλά λέγει εκεί ο θείος Πατήρ, χρυσίου παντός τιμιώτερα.

*

Αγία ΤαϊσίαΗ Αγία Ταϊσία, η πρότερον πόρνη, εν ειρήνη τελειούται.

Εκ του ρύπου σμηχθείσα της ασωτίας,
Φαιδρά πρόσεισι τω Θεώ Ταϊσία.

Αύτη παιδιόθεν παρακινηθείσα από την μητέρα της, έγινεν εργαστήριον του Διαβόλου. Διδαχθείσα δε ύστερον από τον Όσιον Παφνούτιον τον Σιδώνιον, και πληροφορηθείσα βεβαίως, ότι είναι μετάνοια, και δίδεται συγχώρησις αμαρτιών παρά Κυρίου, δια τούτο εμοίρασεν όλα τα υπάρχοντά της εις τους πτωχούς. Των οποίων η τιμή ήτον τετρακόσιαι λίτραι χρυσίου. Έπειτα κλείσασα τον εαυτόν της μέσα εις ένα κελλίον, εστέναζεν εκ βάθους καρδίας και έλεγεν. «Ο πλάσας με, ελέησόν με». Και έτζι με τον λόγον αυτόν, διεπέρασε χρόνους τρεις. Είτα ευγήκεν από το κελλίον της, κατά προσταγήν του εκείσε αββά και προεστώτος, και μετά δεκαπέντε ημέρας, ετελειώθη εν Κυρίω (4).

(4) Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τω τετυπωμένω Συναξαριστή και τοις Μηναίοις, η μνήμη και το Συναξάριον του Αγίου Αρτέμονος Πρεσβυτέρου Λαοδικείας. Ταύτα γαρ γράφονται κατά την εικοστήν τετάρτην Μαρτίου. Ομοίως περιττώς γράφεται εδώ η μνήμη και το Συναξάριον της Αγίας Μάρτυρος Πελαγίας της από Ταρσού. Ταύτα γαρ γράφονται κατά την τετάρτην του Μαΐου.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Τῷ αὐτῷ μηνὶ Η΄, μνήμη τῆς Ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Πελαγίας τῆς ἀπὸ Ἑταιρίδων.

Αἴσχους πλυθεῖσα καὶ λιποῦσα τὸν σάλον,
Πρὸς ὅρμον ἥκεις Οὐρανοῦ Πελαγία.

Ὀγδοάτῃ ὑπάλυξε βίου πέλαγος Πελαγία.

Αὕτη ἦτον ἀπὸ τὴν πόλιν Ἀντιόχειαν, σχολάζουσα καὶ καταγινομένη εἰς τοὺς χοροὺς καὶ εἰς τὰ θέατρα, καὶ πόρνη οὖσα δημοσία ἐν τῇ αὐτῇ πόλει. Ὅθεν ἐκ τῆς διαβολικῆς καὶ αἰσχρᾶς ἐργασίας ταύτης, ἐσυνάθροιζε πλοῦτον ἄμετρον. Αὕτη λοιπὸν κατηχηθεῖσα μίαν φορὰν ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπον Νόννον, ἄνδρα ἅγιον (1), καὶ θερμῶς μετανοήσασα διὰ τὰ πρότερα πονηρὰ ἔργα της, ἐβαπτίσθη. Εὐθὺς ἀποστρέφεται ὅλα τὰ ἐν κόσμῳ καλὰ καὶ τερπνά, ὡσὰν σκύβαλα. Καὶ ἐνδυθεῖσα τρίχινα φορέματα, ἤτοι ὑφασμένα ἀπὸ γηδίσσας τρίχας, καὶ εἰς σχῆμα ἀνδρὸς μετασχηματισθεῖσα, ἐπῆγεν εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, χωρὶς νὰ τὴν ἠξεύρῃ τινάς. Ἐκεῖ δὲ ἡ ἀοίδιμος κλεισθεῖσα μέσα εἰς ἕνα κελλίον, διεπέρασε τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς της ἀσκητικῶς καὶ θεαρέστως. Καὶ οὕτως ἐν εἰρήνῃ ἀνεπαύθη ἡ μακαρία. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτῆς ὅρα εἰς τὸν Παράδεισον (2).)

(1) Τούτου ἡ μνήμη ἑορτάζεται κατὰ τὴν δεκάτην τοῦ Νοεμβρίου.

(2) Τὸν Βίον αὐτῆς συνέγραψεν ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Γυναικείαν ἀρετήν». (Σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις.) Σημείωσαι, ὅτι ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῆς πόρνης ταύτης Πελαγίας, παρακινεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς νὰ μὴ ἀπελπίζωνται. Οὕτω γὰρ λέγει· «Μηδεὶς τοίνυν, κᾂν εἰς ἔσχατον κατενεχθῇ κακίας, ἀπογινωσκέτω τὴν ἐπὶ τὸ βέλτιον μεταβολήν. Ῥάδιον γὰρ ἐξ αὐτῶν τῶν βαράθρων τῆς πονηρίας ἀνενεγκεῖν, καὶ ἀγγελικὸν ἐπιδείξασθαι βίον. Οὐκ ἠκούσατε, πῶς ἐκείνη ἡ πόρνη, ἡ ἐν τῇ ἡμετέρᾳ λέγω πόλει (ἡ Πελαγία αὐτὴ δηλ.) πᾶντας ἀπέκρυψεν ἐν εὐλαβείᾳ; Βουληθεῖσα γὰρ καὶ μεταβληθεῖσα, καὶ τὴν τοῦ Θεοῦ χάριν ἐπισπασαμένη, κατεφρόνησε τῶν παρόντων ἁπάντων. Καὶ ῥίψασα τοῦ Διαβόλου τὰς μαγγανείας, πρὸς Οὐρανὸν ἀνέδραμε» (Λόγῳ Εἰς τὸ μὴ προσηλῶσθαι, οὗ ἡ ἀρχή· «Φέρε δὴ καὶ σήμερον τοῦ περί»).

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς Ἁγίας Πελαγίας τῆς Παρθένου.

Κρημνῷ φυγοῦσα κρημνὸν αἰσχύνης μέγαν,
Κρημνεῖς τὸν ἐχθρὸν εὐφυῶς Πελαγία.

Αὕτη ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Νουμεριανοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει σπδ΄ [284], πατρίδα ἔχουσα τὴν Ἀντιόχειαν τῆς Συρίας, καὶ καταγομένη ἀπὸ ἔνδοξον γένος. Μαθὼν δὲ ὁ ἄρχων τῆς Ἀντιοχείας ὅτι ἦτον Χριστιανή, ἔστειλε στρατιώτας διὰ νὰ τὴν πιάσουν. Οἱ δὲ στρατιῶται πηγαίνοντες, ἐπερικύκλωσαν τὸ ὁσπήτιόν της, διὰ νὰ ἁρπάσουν αὐτήν. Μαθοῦσα δὲ τοῦτο ἡ Ἁγία, ἐζήτησε νὰ τὴν προσμείνουν ὀλίγον. Οἱ δὲ στρατιῶται ἐπείσθησαν. Ὅθεν ἡ μακαρία σταθεῖσα κατὰ ἀνατολάς, εἰς τὸν τόπον ὁποῦ ἐπροσηύχετο, ἐσήκωσε τὰ χέρια ὁμοῦ καὶ ὀμμάτιά της εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐπροσευχήθη πολλὴν ὥραν πρὸς τὸν Θεόν, δεομένη νὰ μὴ παραδοθῇ εἰς τοὺς στρατιώτας. Ἀλλὰ ἁγνὴ καὶ παρθένος νὰ ἀπέλθῃ εἰς αὐτόν. Ἔπειτα κρημνίσασα μόνη τὸν ἑαυτόν της, παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν της εἰς χεῖρας Θεοῦ (3).

(3) Εἰς τὴν Ἁγίαν ταύτην Πελαγίαν, ἐγκώμιον θαυμαστὸν ἔπλεξεν ὁ ῥητορικώτατος τοῦ Χρυσοστόμου κάλαμος, κείμενον ἐν τῷ ε΄ τόμῳ τῆς ἐν Ἐτόνῃ ἐκδόσεως, ὅπου καὶ ἐγκωμιάζει αὐτήν, διὰ τὴν μεγάλην ἀνδρίαν ὁποῦ ἔδειξε, νὰ κρημνισθῇ μόνη καὶ νὰ θανατώσῃ τὸν ἑαυτόν της. Λέγει δὲ ἐκεῖ ὁ χρυσοῦς Ἅγιος, ὅτι ἀπατήσασα τοὺς στρατιώτας ἡ Ἁγία, ἐζήτησεν ἄδειαν τάχα διὰ νὰ ἀλλάξῃ τὰ φορέματά της. Καὶ ὅτι «Θάνατος Μαρτύρων, νίκη ἐστὶ Μαρτύρων». Καὶ ὅτι «δι’ αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτο μάλιστα τὸ κεῖσθαι ἐπὶ ἐδάφους, τιμιώτερον ἦν τὸ αἷμα τῆς παρθένου. Αἱ γὰρ διὰ Χριστὸν ὕβρεις, πλεονασμὸν ἡμῖν παρέχουσι τιμῆς». Καὶ ὅτι «ὁ Χριστὸς παρῆν τῷ σώματι τῆς παρθένου. Εἰ γὰρ δεσπόται τοὺς ἐπιεικεστέρους τῶν οἰκετῶν, τελευτῶντας προπέμπουσι καὶ οὐκ ἐπαισχύνονται, πολλῷ μᾶλλον ὁ Χριστὸς τὴν δι’ αὐτὸν ἀφεῖσαν τὴν ψυχήν, καὶ τοσοῦτον ἀναδεξαμένην κίνδυνον, οὐκ ἂν ἐπῃσχύνθη τιμῆσαι τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ». Καὶ ἄλλα δὲ πολλὰ λέγει ἐκεῖ ὁ θεῖος Πατήρ, χρυσίου παντὸς τιμιώτερα.

*

Αγία ΤαϊσίαἩ Ἁγία Ταϊσία, ἡ πρότερον πόρνη, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Ἐκ τοῦ ῥύπου σμηχθεῖσα τῆς ἀσωτίας,
Φαιδρὰ πρόσεισι τῷ Θεῷ Ταϊσία.

Αὕτη παιδιόθεν παρακινηθεῖσα ἀπὸ τὴν μητέρα της, ἔγινεν ἐργαστήριον τοῦ Διαβόλου. Διδαχθεῖσα δὲ ὕστερον ἀπὸ τὸν Ὅσιον Παφνούτιον τὸν Σιδώνιον, καὶ πληροφορηθεῖσα βεβαίως, ὅτι εἶναι μετάνοια, καὶ δίδεται συγχώρησις ἁμαρτιῶν παρὰ Κυρίου, διὰ τοῦτο ἐμοίρασεν ὅλα τὰ ὑπάρχοντά της εἰς τοὺς πτωχούς. Τῶν ὁποίων ἡ τιμὴ ἦτον τετρακόσιαι λίτραι χρυσίου. Ἔπειτα κλείσασα τὸν ἑαυτόν της μέσα εἰς ἕνα κελλίον, ἐστέναζεν ἐκ βάθους καρδίας καὶ ἔλεγεν. «Ὁ πλάσας με, ἐλέησόν με». Καὶ ἔτζι μὲ τὸν λόγον αὐτόν, διεπέρασε χρόνους τρεῖς. Εἶτα εὐγῆκεν ἀπὸ τὸ κελλίον της, κατὰ προσταγὴν τοῦ ἐκεῖσε ἀββᾶ καὶ προεστῶτος, καὶ μετὰ δεκαπέντε ἡμέρας, ἐτελειώθη ἐν Κυρίῳ (4).

(4) Σημείωσαι, ὅτι περιττῶς γράφεται ἐδῶ παρὰ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ καὶ τοῖς Μηναίοις, ἡ μνήμη καὶ τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Ἀρτέμονος Πρεσβυτέρου Λαοδικείας. Ταῦτα γὰρ γράφονται κατὰ τὴν εἰκοστὴν τετάρτην Μαρτίου. Ὁμοίως περιττῶς γράφεται ἐδῶ ἡ μνήμη καὶ τὸ Συναξάριον τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Πελαγίας τῆς ἀπὸ Ταρσοῦ. Ταῦτα γὰρ γράφονται κατὰ τὴν τετάρτην τοῦ Μαΐου.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Πελαγίας της από Εταιρίδων, Πελαγίας της Παρθένου, Ταϊσίας

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.