Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου7 Σεπτεμβρίου

Των Αγίων Σώζοντος, Ευόδου και Ονησιφόρου των Αποστόλων, Ευψυχίου, Λουκά Ηγουμένου της Μονής του Βαθέος Ρύακος

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

7-9 (1)Τω αυτώ μηνί Ζ’, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Σώζοντος.

Αντείχε Σώζων σώματος προς αικίας,
Προς τον μόνον σώζοντα την ψυχήν βλέπων.

Εβδομάτη Σώζων θάνε τυπτόμενος χρόα λαμπρόν.

Ούτος εκατάγετο από την Λυκαονίαν (ήτις είναι μέρος της Καππαδοκίας: ήτοι Καραμανίας, και νεύει προς νότον κατά την Κιλικίαν) ακμάσας εν έτει σπη’ [288]. Νέος δε ώντας κατά την ηλικίαν, έγινε βοσκός αλόγων προβάτων. Αλλ’ εις τον αυτόν καιρόν ήτον και βοσκός λογικών ανθρώπων, επειδή με τον λόγον και διδασκαλίαν του, πολλούς απίστους έφερεν εις την λογικήν μάνδραν του Χριστού. Λαβών δε θάρρος εις την ψυχήν του από μίαν θείαν οπτασίαν οπού είδεν, ήτις επαρακίνει αυτόν να παρρησιασθή ότι είναι Χριστιανός, και άλλα τινά εκ της οπτασίας εκείνης διδαχθείς, καταβαίνει εις την Πομπηούπολιν της Κιλικίας. Όθεν μη υποφέρωντας να βλέπη την πλάνην, οπού είχον εις τα είδωλα οι πολίται εκείνης, πηγαίνει κρυφίως εις τον ναόν των ειδώλων, και κόπτει το δεξιόν χέρι ενός χρυσού ειδώλου, οπού ήτον εκεί. Και πωλήσας αυτό, πολλούς πτωχούς εβοήθησεν. Επειδή δε εκ της αιτίας ταύτης πολλοί άνθρωποι αδίκως εσυκοφαντούντο και εβασανίζοντο ανελεημόνως, ως κλέψαντες του ειδώλου το χέρι: τούτου χάριν ο ανδρειότατος Σώζων, ένα μεν, σπλαγχνισθείς τους αδίκως πάσχοντας· άλλο δε, θέλωντας να παρρησιάση την ευσέβειαν, φανερόνοι αυτός ο ίδιος τον εαυτόν του εις τους υπηρέτας του ναού, ομολογήσας, ότι αυτός είναι οπού έκαμε το τόλμημα τούτο.

Ευθύς λοιπόν φέρεται εις το κριτήριον, και παραστέκεται έμπροσθεν του ηγεμόνος της Κιλικίας, ονομαζομένου Μαξιμιανού. Διαλεχθείς δε με αυτόν, και αποκριθείς με πολλάς σοφάς αποκρίσεις εις όσα ερωτήθη· προς τούτοις δε και τον θυμόν του ηγεμόνος ανάψας με τους ελέγχους: τούτου χάριν πρώτον μεν, ξέεται με σιδηρά ονύχια, ώστε οπού έφθασεν η βάσανος έως και εις αυτά τα κόκκαλα. Έπειτα δε, υποδεθείς με υποδήματα σιδηρένια, τα οποία είχον περασμένα καρφία, αναγκάζεται να περιπατή με αυτά. Τούτο δε χαίρωντας εποίησεν ο γενναιότατος αθλητής, εις τρόπον οπού, όλη η εκεί πλησίον γη εκοκκίνησεν από το τρέξιμον των αιμάτων του. Και τέλος πάντων, τόσον πολύν δαρμόν έλαβεν ο αοίδιμος, ώστε οπού κατετζακίσθησαν μεν όλαι αι αρμονίαι του σώματός του, εφάνηκαν δε και αυτά τα εσωτερικά σπλάγχνα του. Και έτζι χαίρωντας παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού, και έλαβε παρ’ αυτού τον του μαρτυρίου αμάραντον στέφανον.

Μετά δε τον θάνατόν του, άναψαν οι δήμιοι φωτίαν μεγάλην, ίνα κατακαύσουν, όσα μέλη του Μάρτυρος έμειναν. Αλλά τότε γίνεται παραδόξως μία φοβερά βροντή από τους ουρανούς, και μαζί με την βροντήν γίνεται και ραγδαία βροχή ομού και χάλαζα. Ταύτα δε γενόμενα, τους μεν δημίους διεσκόρπισαν εις ένα και άλλο μέρος· τινές δε φιλομάρτυρες Χριστιανοί λαβόντες ευκαιρίαν, εσυμμάζωξαν τα μαρτυρικά λείψανα, τα οποία έλαμπαν την νύκτα με λαμπρότατον και παράδοξον φως. Και ούτως ενταφίασαν αυτά φιλοτίμως και ευλαβώς εις δόξαν Θεού, και εις τιμήν του Μάρτυρος (1).

(1) Σημείωσαι, ότι το Μαρτύριον του Αγίου Σώζοντος συνέγραψεν ελληνιστί ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Μαξιμιανού της Κιλικίας». (Σώζεται δε εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων και εν άλλαις.)

*

7-9 (2)Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Αποστόλων Ευόδου και Ονησιφόρου.

Εις τον Εύοδον.

Οδόν τρέχων Εύοδος ευθείαν λόγου,
Και πάντας αυτήν εκδιδάσκων ην τρέχειν.

Εις τον Ονησιφόρον.

Φέρειν όνησιν πάσιν Ονησιφόρος,
Φερωνύμως έσπευδε κηρύττων Λόγον.

Ο Άγιος Απόστολος Εύοδος ήτον ένας από τους Εβδομήκοντα Αποστόλους, και έγινεν Επίσκοπος εις την μεγάλην Αντιόχειαν ύστερον από τον Απόστολον Πέτρον. Αυτός λοιπόν, αφ’ ου έγινε κήρυξ μεγαλόφωνος του Ευαγγελίου, και έλαμψεν εις όλας τας αρετάς, απήλθε προς Κύριον. Ο δε Άγιος Ονησιφόρος, τον οποίον αναφέρει ο Απόστολος Παύλος εν τη προς Τιμόθεον δευτέρα επιστολή λέγων· «Δώη Κύριος έλεος τω Ονησιφόρου οίκω, ότι πολλάκις με ανέψυξε και την άλυσίν μου ουκ επησχύνθη» (Β’ Τιμ. α’, 16), ούτος, λέγω, έγινεν Επίσκοπος Κολοφώνος: ήτοι του νυν τουρκιστί λεγομένου Σουγαντζικίου, του εν τη Μικρά Ασία ευρισκομένου. Φανείς δε επιτήδειος εις τους λόγους και ανδρειότατος, και μέχρις αίματος στερεώσας την του Χριστού πίστιν, μετέβη εις ουρανούς. Και τώρα συναγάλλεται εις τας αιωνίους μονάς, μαζί με τον χορόν των Αποστόλων και των κηρύκων της πίστεως (2).

(2) Όρα περί του Ονησιφόρου τούτου και εις το Συναξάριον της Αγίας Θέκλης, κατά την εικοστήν τετάρτην του παρόντος μηνός. Σημείωσαι δε, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις η μνήμη και το Συναξάριον του Αγίου Ιερομάρτυρος Στεφάνου Πάπα Ρώμης. Ταύτα γαρ γράφονται κατά την τρίτην του Αυγούστου.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Ευψύχιος ξίφει τελειούται.

Εύψυχος Ευψύχιος ην προς το ξίφος,
Χαίρων ότι πλάσαντι την ψυχήν θύει.

Ούτος ήτον γέννημα και θρέμμα της πόλεως Καισαρείας. Επειδή δε ο πατήρ του απέθανεν, αυτός εβαπτίσθη και εδέχθη την εις Χριστόν πίστιν. Και διαμοιράσας εις τους πτωχούς όλα του τα υπάρχοντα, εκήρυττεν εις όλους τους απίστους τον Χριστόν. Δια τούτο πιάνεται από τον άρχοντα της Καππαδοκίας, εις τους χρόνους του βασιλέως Αδριανού εν έτει ριζ’ [117], και αφ’ ου εξέσθη εις τας πλευράς, ρίπτεται εις την φυλακήν. Άγγελος δε Κυρίου φανείς, ιάτρευσεν αυτόν. Όθεν πάλιν κρεμάται και ξέεται δυνατά. Και τελευταίον αποκεφαλισθείς, αντί δια αίμα, ευγάνει γάλα και ύδωρ. Και έτζι λαμβάνει παρά Κυρίου τον στέφανον της αθλήσεως.

*

Μνήμη του Οσίου Λουκά, του εκ της Λυκαόνων επαρχίας, τρίτου δε Ηγουμένου όντος της Μονής του Σωτήρος, της επιλεγομένης του Βαθέος Ρύακος (3).

Πάσης υπήρξας αρετής Λουκά τύπος,
Πάσης αποστάς προσπαθείας γηΐνης.

(3) Σημείωσαι, ότι η Μονή του Βαθέος Ρύακος ευρίσκεται κοντά εις τα Μουντανία, ως λέγουσί τινες.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

7-9 (1)Τῷ αὐτῷ μηνὶ Ζ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Σώζοντος.

Ἀντεῖχε Σώζων σώματος πρὸς αἰκίας,
Πρὸς τὸν μόνον σῴζοντα τὴν ψυχὴν βλέπων.

Ἑβδομάτῃ Σώζων θάνε τυπτόμενος χρόα λαμπρόν.

Οὗτος ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Λυκαονίαν (ἥτις εἶναι μέρος τῆς Καππαδοκίας: ἤτοι Καραμανίας, καὶ νεύει πρὸς νότον κατὰ τὴν Κιλικίαν) ἀκμάσας ἐν ἔτει σπη΄ [288]. Νέος δὲ ὤντας κατὰ τὴν ἡλικίαν, ἔγινε βοσκὸς ἀλόγων προβάτων. Ἀλλ’ εἰς τὸν αὐτὸν καιρὸν ἦτον καὶ βοσκὸς λογικῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ μὲ τὸν λόγον καὶ διδασκαλίαν του, πολλοὺς ἀπίστους ἔφερεν εἰς τὴν λογικὴν μάνδραν τοῦ Χριστοῦ. Λαβὼν δὲ θάρρος εἰς τὴν ψυχήν του ἀπὸ μίαν θείαν ὀπτασίαν ὁποῦ εἶδεν, ἥτις ἐπαρακίνει αὐτὸν νὰ παρρησιασθῇ ὅτι εἶναι Χριστιανός, καὶ ἄλλα τινὰ ἐκ τῆς ὀπτασίας ἐκείνης διδαχθείς, καταβαίνει εἰς τὴν Πομπηούπολιν τῆς Κιλικίας. Ὅθεν μὴ ὑποφέρωντας νὰ βλέπῃ τὴν πλάνην, ὁποῦ εἶχον εἰς τὰ εἴδωλα οἱ πολῖται ἐκείνης, πηγαίνει κρυφίως εἰς τὸν ναὸν τῶν εἰδώλων, καὶ κόπτει τὸ δεξιὸν χέρι ἑνὸς χρυσοῦ εἰδώλου, ὁποῦ ἦτον ἐκεῖ. Καὶ πωλήσας αὐτό, πολλοὺς πτωχοὺς ἐβοήθησεν. Ἐπειδὴ δὲ ἐκ τῆς αἰτίας ταύτης πολλοὶ ἄνθρωποι ἀδίκως ἐσυκοφαντοῦντο καὶ ἐβασανίζοντο ἀνελεημόνως, ὡς κλέψαντες τοῦ εἰδώλου τὸ χέρι: τούτου χάριν ὁ ἀνδρειότατος Σώζων, ἕνα μέν, σπλαγχνισθεὶς τοὺς ἀδίκως πάσχοντας· ἄλλο δέ, θέλωντας νὰ παρρησιάσῃ τὴν εὐσέβειαν, φανερόνοι αὐτὸς ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν του εἰς τοὺς ὑπηρέτας τοῦ ναοῦ, ὁμολογήσας, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁποῦ ἔκαμε τὸ τόλμημα τοῦτο.

Εὐθὺς λοιπὸν φέρεται εἰς τὸ κριτήριον, καὶ παραστέκεται ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος τῆς Κιλικίας, ὀνομαζομένου Μαξιμιανοῦ. Διαλεχθεὶς δὲ μὲ αὐτόν, καὶ ἀποκριθεὶς μὲ πολλὰς σοφὰς ἀποκρίσεις εἰς ὅσα ἐρωτήθη· πρὸς τούτοις δὲ καὶ τὸν θυμὸν τοῦ ἡγεμόνος ἀνάψας μὲ τοὺς ἐλέγχους: τούτου χάριν πρῶτον μέν, ξέεται μὲ σιδηρᾶ ὀνύχια, ὥστε ὁποῦ ἔφθασεν ἡ βάσανος ἕως καὶ εἰς αὐτὰ τὰ κόκκαλα. Ἔπειτα δέ, ὑποδεθεὶς μὲ ὑποδήματα σιδηρένια, τὰ ὁποῖα εἶχον περασμένα καρφία, ἀναγκάζεται νὰ περιπατῇ μὲ αὐτά. Τοῦτο δὲ χαίρωντας ἐποίησεν ὁ γενναιότατος ἀθλητής, εἰς τρόπον ὁποῦ, ὅλη ἡ ἐκεῖ πλησίον γῆ ἐκοκκίνησεν ἀπὸ τὸ τρέξιμον τῶν αἱμάτων του. Καὶ τέλος πάντων, τόσον πολὺν δαρμὸν ἔλαβεν ὁ ἀοίδιμος, ὥστε ὁποῦ κατετζακίσθησαν μὲν ὅλαι αἱ ἁρμονίαι τοῦ σώματός του, ἐφάνηκαν δὲ καὶ αὐτὰ τὰ ἐσωτερικὰ σπλάγχνα του. Καὶ ἔτζι χαίρωντας παρέδωκε τὴν ἁγίαν του ψυχὴν εἰς χεῖρας Θεοῦ, καὶ ἔλαβε παρ’ αὐτοῦ τὸν τοῦ μαρτυρίου ἀμάραντον στέφανον.

Μετὰ δὲ τὸν θάνατόν του, ἄναψαν οἱ δήμιοι φωτίαν μεγάλην, ἵνα κατακαύσουν, ὅσα μέλη τοῦ Μάρτυρος ἔμειναν. Ἀλλὰ τότε γίνεται παραδόξως μία φοβερὰ βροντὴ ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, καὶ μαζὶ μὲ τὴν βροντὴν γίνεται καὶ ῥαγδαία βροχὴ ὁμοῦ καὶ χάλαζα. Ταῦτα δὲ γενόμενα, τοὺς μὲν δημίους διεσκόρπισαν εἰς ἕνα καὶ ἄλλο μέρος· τινὲς δὲ φιλομάρτυρες Χριστιανοὶ λαβόντες εὐκαιρίαν, ἐσυμμάζωξαν τὰ μαρτυρικὰ λείψανα, τὰ ὁποῖα ἔλαμπαν τὴν νύκτα μὲ λαμπρότατον καὶ παράδοξον φῶς. Καὶ οὕτως ἐνταφίασαν αὐτὰ φιλοτίμως καὶ εὐλαβῶς εἰς δόξαν Θεοῦ, καὶ εἰς τιμὴν τοῦ Μάρτυρος (1).

(1) Σημείωσαι, ὅτι τὸ Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου Σώζοντος συνέγραψεν ἑλληνιστὶ ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Μαξιμιανοῦ τῆς Κιλικίας». (Σῴζεται δὲ ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις.)

*

7-9 (2)Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Εὐόδου καὶ Ὀνησιφόρου.

Εἰς τὸν Εὔοδον.

Ὁδὸν τρέχων Εὔοδος εὐθεῖαν λόγου,
Καὶ πᾶντας αὐτὴν ἐκδιδάσκων ἦν τρέχειν.

Εἰς τὸν Ὀνησιφόρον.

Φέρειν ὄνησιν πᾶσιν Ὀνησιφόρος,
Φερωνύμως ἔσπευδε κηρύττων Λόγον.

Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Εὔοδος ἦτον ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, καὶ ἔγινεν Ἐπίσκοπος εἰς τὴν μεγάλην Ἀντιόχειαν ὕστερον ἀπὸ τὸν Ἀπόστολον Πέτρον. Αὐτὸς λοιπόν, ἀφ’ οὗ ἔγινε κήρυξ μεγαλόφωνος τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ἔλαμψεν εἰς ὅλας τὰς ἀρετάς, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον. Ὁ δὲ Ἅγιος Ὀνησιφόρος, τὸν ὁποῖον ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον δευτέρᾳ ἐπιστολῇ λέγων· «Δῴη Κύριος ἔλεος τῷ Ὀνησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπῃσχύνθη» (Β΄ Τιμ. α΄, 16), οὗτος, λέγω, ἔγινεν Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος: ἤτοι τοῦ νῦν τουρκιστὶ λεγομένου Σουγαντζικίου, τοῦ ἐν τῇ Μικρᾷ Ἀσίᾳ εὑρισκομένου. Φανεὶς δὲ ἐπιτήδειος εἰς τοὺς λόγους καὶ ἀνδρειότατος, καὶ μέχρις αἵματος στερεώσας τὴν τοῦ Χριστοῦ πίστιν, μετέβη εἰς οὐρανούς. Καὶ τώρα συναγάλλεται εἰς τὰς αἰωνίους μονάς, μαζὶ μὲ τὸν χορὸν τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν κηρύκων τῆς πίστεως (2).

(2) Ὅρα περὶ τοῦ Ὀνησιφόρου τούτου καὶ εἰς τὸ Συναξάριον τῆς Ἁγίας Θέκλης, κατὰ τὴν εἰκοστὴν τετάρτην τοῦ παρόντος μηνός. Σημείωσαι δέ, ὅτι περιττῶς γράφεται ἐδῶ παρὰ τοῖς Μηναίοις ἡ μνήμη καὶ τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Στεφάνου Πάπα Ῥώμης. Ταῦτα γὰρ γράφονται κατὰ τὴν τρίτην τοῦ Αὐγούστου.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐψύχιος ξίφει τελειοῦται.

Εὔψυχος Εὐψύχιος ἦν πρὸς τὸ ξίφος,
Χαίρων ὅτι πλάσαντι τὴν ψυχὴν θύει.

Οὗτος ἦτον γέννημα καὶ θρέμμα τῆς πόλεως Καισαρείας. Ἐπειδὴ δὲ ὁ πατήρ του ἀπέθανεν, αὐτὸς ἐβαπτίσθη καὶ ἐδέχθη τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν. Καὶ διαμοιράσας εἰς τοὺς πτωχοὺς ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, ἐκήρυττεν εἰς ὅλους τοὺς ἀπίστους τὸν Χριστόν. Διὰ τοῦτο πιάνεται ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Καππαδοκίας, εἰς τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἀδριανοῦ ἐν ἔτει ριζ΄ [117], καὶ ἀφ’ οὗ ἐξέσθη εἰς τὰς πλευράς, ῥίπτεται εἰς τὴν φυλακήν. Ἄγγελος δὲ Κυρίου φανείς, ἰάτρευσεν αὐτόν. Ὅθεν πάλιν κρεμᾶται καὶ ξέεται δυνατά. Καὶ τελευταῖον ἀποκεφαλισθείς, ἀντὶ διὰ αἷμα, εὐγάνει γάλα καὶ ὕδωρ. Καὶ ἔτζι λαμβάνει παρὰ Κυρίου τὸν στέφανον τῆς ἀθλήσεως.

*

Μνήμη τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ, τοῦ ἐκ τῆς Λυκαόνων ἐπαρχίας, τρίτου δὲ Ἡγουμένου ὄντος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος, τῆς ἐπιλεγομένης τοῦ Βαθέος Ῥύακος (3).

Πάσης ὑπῆρξας ἀρετῆς Λουκᾶ τύπος,
Πάσης ἀποστὰς προσπαθείας γηΐνης.

(3) Σημείωσαι, ὅτι ἡ Μονὴ τοῦ Βαθέος Ῥύακος εὑρίσκεται κοντὰ εἰς τὰ Μουντανία, ὡς λέγουσί τινες.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

Των Αγίων Σώζοντος, Ευόδου και Ονησιφόρου των Αποστόλων, Ευψυχίου, Λουκά Ηγουμένου της Μονής του Βαθέος Ρύακος

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.