Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου5 Μαρτίου

Των Αγίων Κόνωνος του εν Ισαυρία, Κόνωνος του κηπουρού, Μάρκου του ασκητού, Ευλογίου, Ευλαμπίου κ.ά.

 Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΚόνωνΤω αυτώ μηνί Ε’, μνήμη του Αγίου Οσιομάρτυρος Κόνωνος του εν Ισαυρία.

Ήκεις προς αυτόν τον Θεόν θεός θέσει,
Εις γην αφείς σου την κόνιν Κόνων πάτερ.

Πέμπτη καρτερόφρων ψυχήν ο Κόνων αφέηκεν.

Ούτος ήτον κατά τους χρόνους των Αγίων Αποστόλων, καταγόμενος μεν, από ένα χωρίον ονομαζόμενον Βυδανή, το οποίον ήτον μακράν από την πόλιν Ισαυρίαν δεκαοκτώ στάδια, ήτοι δύω μίλια και ολίγον περισσότερον, υιός δε υπάρχων γονέων, Νέστορος και Νάδας. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν, έλαβε δια γάμου γυναίκα ονόματι Άνναν, με παρακίνησιν των γονέων του. Ο δε Άγιος έπεισε την γυναίκα του, να προτιμήση την παρθενίαν περισσότερον από τον γάμον. Και λοιπόν εσυζούσε με εκείνην, όχι ωσάν με σύζυγον, αλλά ωσάν με αδελφήν και κοινωνόν της παρθενίας και καθαρότητος. Εις τούτο γαρ ωδηγήθη ο Άγιος από τον Αρχάγγελον και αρχιστράτηγον Μιχαήλ, ο οποίος, λέγεται, ότι εφάνη εις αυτόν με λαμπρόν φόρεμα, και τον εδίδαξε την εις τον Χριστόν πίστιν, και βαπτίσας αυτόν εις το όνομα της Αγίας και ζωαρχικής Τριάδος, τον εκοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια. Όστις και μέχρι τέλους της ζωής του Αγίου, δεν έλειπεν από το να συμπαραστέκεται με αυτόν αοράτως, και να του χαρίζη την ενέργειαν των παραδόξων θαυμάτων, δια μέσου των οποίων ο Άγιος και την γυναίκα του Άνναν έπεισε να παρθενεύη, και τους γονείς του επίστρεψεν εις την πίστιν του Χριστού και εβάπτισε.

Λέγεται δε, ότι Νέστωρ ο πατήρ του Αγίου τούτου, εκρατήθη από τους ειδωλολάτρας, διατί ωμολόγει Θεόν τον Χριστόν, και ηξιώθη τέλους μαρτυρικού. Επειδή δε ηκολούθησε ζήτησις και φιλονεικία μεταξύ του Αγίου Κόνωνος και των ειδωλολατρών, ποίος άράγε Θεός είναι μεγαλίτερος, ο υπό του Αγίου πιστευόμενος, ή υπό των ειδωλολατρών: δια τούτο, εις καιρόν οπού οι ειδωλολάτραι έμελλον να υπάγουν μακράν εις ένα σπήλαιον σκοτεινόν, και εκεί να κάμουν εορτήν εις τον ψευδώνυμον θεόν τους, απεφασίσθη τούτο με συμφωνίαν, ήγουν, ότι, όποιος από τα δύω μέρη φθάση προτίτερα εις το σπήλαιον, τούτου ο Θεός είναι μεγαλίτερος. Και οι μεν ειδωλολάτραι καβαλικεύσαντες εις άλογα, έτρεχον δια να φθάσουν πρότερον. Ο δε Άγιος, και μόλον οπού ήτον πεζός, έφθασεν όμως πρώτος εκεί, και τόσον υπερέβαλεν εκείνους εις τον δρόμον, ώστε οπού, όταν αυτός εγύριζεν οπίσω από το σπήλαιον, τότε εσυναπάντησεν εκείνους, οπού έτρεχον με πολύν ιδρώτα και λαχανίασμα. Οι δε Έλληνες, εθαύμασαν μεν δια το παράδοξον τούτο, σκληροί δε πάλιν μένοντες, εζήτησαν να μάθουν και από το ίδιον είδωλον του δαίμονος, ποίος είναι θεός μεγαλίτερος. Τότε ο Άγιος επρόσταξε το είδωλον να κατέβη κάτω συν τω του ειδώλου δαιμονίω. Και λοιπόν εκατέβη το δαιμόνιον, και πλησιάσαν εις τους πόδας του Αγίου, εφώναξεν, ένας Θεός είναι ο Χριστός, ο υπό σου κηρυττόμενος. Τότε οι Έλληνες επίστευσαν εις τον Χριστόν, και εφώναξαν και αυτοί, «Ένας είναι ο Θεός του Κόνωνος», και «ο Θεός του Κόνωνος ενίκησεν». Όθεν αι τοιαύται φωναί κηρύττονται μεγαλοφώνως από τους Ισαύρους μέχρι της σήμερον, όταν τελείται η μνήμη του Αγίου τούτου Κόνωνος. Λέγουσι δε, ότι ο θείος Κόνων ούτος, τόσην πολλήν δύναμιν και εξουσίαν έλαβεν υπό Θεού κατά των δαιμόνων, ώστε οπού, άλλους μεν δαίμονας, έστελνεν εις το να γεωργούν, άλλους δε, εις το να φυλάττουν τους καρπούς, άλλους δε, έκλεισε μέσα εις αγγεία πήλινα, και έβαλε βούλλας επάνω εις αυτά, τα οποία έκρυψε και κατέχωσε μέσα εις τα θεμέλια του οίκου του.

Ο δε τρόπος του μαρτυρίου αυτού έγινεν έτζι: όταν ο ηγεμών Μάγνος έχων βασιλικάς προσταγάς, επήγεν εις την Ισαυρίαν, τότε και ο Άγιος ούτος Κόνων επιάσθη και εφέρθη εις αυτόν. Όθεν ομολογήσας τον Χριστόν, και μη πεισθείς να θυσιάση εις τα είδωλα, εδάρθη δυνατά και εδέθη. Τούτο δε μαθόν το πλήθος του λαού, έτρεξε, δια να γλυτώση μεν αυτόν, να θανατώση δε τον ηγεμόνα, επειδή και όλοι εφωτίσθησαν από τον Άγιον, και έλαβον την επίγνωσιν της αληθείας, πιστεύσαντες εις τον Ιησούν Χριστόν. Ο δε ηγεμών μαθών τούτο, έφυγε. Λύσαντες δε τον Άγιον από τα δεσμά, και αποσφογγίσαντες το σώμα του από τα αίματα, τον επήγαν εις τον οίκον του. Εκεί δε ο Άγιος διαπεράσας χρόνους δύω, απήλθε προς Κύριον. Λέγουσι δε, ότι αφ’ ου ο Άγιος ετελεύτησεν, ηθέλησαν οι Χριστιανοί να κάμουν Εκκλησίαν τον οίκον του, και σκάπτοντες, ευρήκαν τα πήλινα αγγεία εκείνα, μέσα εις τα οποία ήτον κλεισμένα τα πονηρά πνεύματα. Και επειδή ανοίχθη ένα από τα αγγεία εκείνα, (ενόμιζον γαρ οι κατασκευάζοντες την Εκκλησίαν, ότι αυτό έχει μέσα χρυσίον, δια το βάρος οπού είχεν) ευθύς, λέγω, οπού ανοίχθη ένα αγγείον, ευγήκαν τα δαιμόνια εις είδος φωτίας. Και οι μεν κτίζοντες την Εκκλησίαν, έπεσον κατά γης, το δε κτίριον της Εκκλησίας, εκρημνίσθη, τα δε ξύλα και τα σχοινία, εκάησαν, και τινάς δεν εδύνετο να πλησιάση εις τον τόπον εκείνον, ύστερα από την δύσιν του ηλίου. Πλην μετά ολίγον καιρόν, ελευθερώθη ο τόπος από την ενόχλησιν των δαιμόνων, δια πρεσβειών του Αγίου Κόνωνος, και δια νηστείας και προσευχής των εκείσε Χριστιανών.

 *

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Κόνωνος του κηπουρού.

Ήλων τύπους φέροντι Κυρίω Κόνων,
Ήλων τύπους πρόσεισιν εις πόδας φέρων.

Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Δεκίου του βασιλέως, εν έτει σνα’ [251], καταγόμενος από την πόλιν Ναζαρέτ. Φεύγωντας δε από την πατρίδα του, επήγεν εις την πόλιν Μάνδρων, την ευρισκομένην εις την επαρχίαν της Παμφυλίας, και ευρίσκετο εις ένα τόπον, ονομαζόμενον Κάρμηλα, ή Κάρμενα, καλλιεργώντας ένα κήπον, τον οποίον ποτίζωντας και φυτεύωντας με διάφορα λάχανα, εξ εκείνου επορίζετο τα αναγκαία της ζωής. Ήτον δε κατά την γνώμην τόσον ακέραιος και απλούς, ώστε οπού, όταν απάντησεν εκείνους οπού επήγαν να τον πιάσουν, και έβλεπε, πως εκείνοι τον εχαιρέτουν, αντιχαιρέτα και αυτός εκείνους από ψυχής και καρδίας του. Και αφ’ ου εφανέρωσαν εις αυτόν εκείνοι, ότι ο ηγεμών Πούπλιος τον καλεί δια να υπάγη εις αυτόν, απεκρίθη ο Άγιος με απλότητα. Ποίαν χρείαν έχει εμένα ο ηγεμών, μάλιστα οπού είμαι Χριστιανός; ας καλή τους εδικούς του ομόφρονας και τους κοινωνούς της θρησκείας του. Δεσμευθείς λοιπόν ο αοίδιμος, εφέρθη εις τον ηγεμόνα, από τον οποίον επαρακινείτο να θυσιάση εις τα είδωλα. Ο δε Άγιος αναστενάξας από βαθέων καρδίας, ύβρισε μεν, τον τύραννον, εβεβαίωσε δε, την εις Χριστόν πίστιν με την ομολογίαν του, ειπών, ότι δεν είναι δυνατόν να σαλευθή από αυτήν, καν και μυρίας λάβη βασάνους. Όθεν δια την αιτίαν ταύτην, εκαρφώθη εις τους πόδας, και αναγκάσθη να τρέχη ογλίγωρα έμπροσθεν εις την καρότζαν του ηγεμόνος. Λειποθυμήσας δε εις τον δρόμον, και πεσών επάνω εις τα γόνατα, επροσευχήθη, και ούτω παρέδωκε την Αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού.

 *

Ο Όσιος Πατήρ ημών Μάρκος ο ασκητής και Θαυματουργός, εν ειρήνη τελειούται.

Σιγάς ο Μάρκος τω τεθνηκότων νόμω,
Αλλ’ ου σιγή δώσω σε και τεθνηκότα.

Ούτος ο Όσιος Μάρκος ήκμαζε κατά το υλ’ [430] έτος από Χριστού, και έγινεν εις όλα φιλόπονος, έδωκε γαρ τον εαυτόν του εις την μελέτην των θείων Γραφών, και ενταυτώ έφθασε και εις το άκρον της ασκήσεως και αρετής. Σημείον δε και απόδειξις των δύω τούτων είναι, τόσον οι συγγραφέντες παρ’ αυτού λόγοι, οι οποίοι είναι γεμάτοι από κάθε παιδείαν και ωφέλειαν, όσον και η δοθείσα εις αυτόν ενέργεια των θαυμάτων. Από τα θαύματα δε ταύτα, είναι αναγκαίον εδώ να διηγηθώμεν ένα. Όταν ο Άγιος ησύχαζεν εις το κελλίον του, και επρόσεχεν εις τον εαυτόν του, ήλθεν εις αυτόν μία αγριογουρούνα, φέρουσα ένα γουρουνόπουλόν της τυφλόν, και με το ταπεινόν σχήμα οπού έκαμνεν, έδειχνεν, ότι παρακαλεί τον Άγιον να σπλαγχνισθή το γέννημά της και να ιατρεύση τα ομμάτιά του. Ο δε Άγιος πτύσας εις τα τυφλά του ομμάτια, και προσευχηθείς, έκαμεν αυτά υγιή.

Αφ’ ου δε επέρασαν ημέραι τινές, έφερεν εις τον Άγιον η αγριογουρούνα ένα δέρμα ενός μεγάλου κριου, ωσάν μισθόν και ευχαριστίαν της ιατρείας του τέκνου της. Ο δε Άγιος δεν έλαβεν αυτό, έως ου η γουρούνα έδειξε με κάποια σχήματα, ότι εις το εξής δεν θέλει βλάψει πρόβατα των πενήτων (1). Συμπεραίνομεν δε εκ τούτου, ότι αν ο Άγιος αυτός ήτον τόσον εύσπλαγχνος και συμπαθής εις την άλογον φύσιν των θηρίων, πόσον άράγε ήτον εύσπλαγχνος εις τους ανθρώπους; τους οποίους η της φύσεως κοινωνία απαιτεί, να σπλαγχνίζεται ο καθένας ως ομογενείς τε και ομοφύλους; Τόσην δε καθαρότητα είχεν ο Όσιος ούτος, ώστε οπού, ο Πρεσβύτερος της Σκήτεως ώμνυε και έλεγεν, ότι καμμίαν φοράν δεν εκοινώνησε τον Άγιον τούτον με τα ίδιά του χέρια, αλλ’ όταν επροσήρχετο δια να μεταλάβη, Άγγελος Κυρίου τον εμεταλάμβανε, του οποίου την χείρα έβλεπεν από τον αστράγαλον, βαστάζουσαν την λαβίδα, και μεταλαμβάνουσαν τον Όσιον. Απετάξατο δε ο Όσιος ούτος τω κόσμω και τοις εν κόσμω, όταν ήτον χρόνων τεσσαράκοντα. Διαπεράσας δε εις την άσκησιν χρόνους εξήκοντα, προς Κύριον εξεδήμησεν. Ήτον δε κατά το μέγεθος του σώματος κοντός, σπανός εις τα γένεια, και φαλακρός εις την κεφαλήν, είχεν όμως λάμπουσαν από τα έσω εις τα έξω, την χάριν του Αγίου Πνεύματος (2).

(1) Σημείωσαι, ότι ένα τοιούτον θαύμα αναγινώσκομεν, ότι έκαμε και ο Όσιος Μακάριος ο Αλεξανδρεύς, και όρα εις την δεκάτην ενάτην του Ιαννουαρίου μηνός, και εις το Λαυσαϊκόν.

(2) Ούτος ο Όσιος έγινε μαθητής Ιωάννου του Χρυσοστόμου, κατά τον Νικηφόρον Κάλλιστον, τομ. β’, βιβλ. ιδ’, κεφ. νγ’. Και πολλούς συνέγραψε λόγους, εξ ων τριάκοντα μνημονεύονται παρά του αυτού Νικηφόρου. Τώρα δε σώζονται μόνον λόγοι οκτώ, των ειρημένων έτεροι, ων και αυτός ο Νικηφόρος και ο Φώτιος μνημονεύει, αναγνώσει σ’, τρεις δε μόνοι αναφέρονται εν τη Φιλοκαλία, σελ. 91. Τόσον δε πολυωφελείς είναι οι λόγοι του Αγίου τούτου, ώστε οπού, επεκράτησε παροιμία παλαιά η λέγουσα· «Πάντα πώλησον και Μάρκον αγόρασον».

 *

Ο Άγιος Μάρτυς Ευλόγιος ο εν Παλαιστίνη, ξίφει τελειούται.

Τον Ευλόγιον ευλογεί πάσα κτίσις,
Κτίστου χάριν σου την κάραν τετμημένον.

 *

Ο Άγιος Μάρτυς Ευλάμπιος ο εν Παλαιστίνη, ξίφει τελειούται.

Τράχηλον Ευλάμπιος εκτμηθείς ξίφει,
Τραχηλιώσαν δυσσέβειαν αισχύνει.

 *

Ο Άγιος Μάρτυς Αρχέλαος και οι συν αυτώ εκατόν πεντήκοντα δύω Μάρτυρες, ξίφει τελειούνται.

Θεις πρώτος Αρχέλαος αυχένα ξίφει,
Άρχει τομής σοι λαέ θείε Κυρίου.

 *

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Βούλγαρις, ο εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας εν έτει ͵αψπδ’ [1784], ξίφει τελειούται.

Σταυρόν τι τυποίς ω Ιωάννη μάκαρ;
Ότι μαθητής ειμί φησι Κυρίου (3).

(3) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

 Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

 Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

 * * *

 

 

Άγιος ΚόνωνΤῷ αὐτῷ μηνὶ Ε΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ὁσιομάρτυρος Κόνωνος τοῦ ἐν Ἰσαυρίᾳ.

Ἥκεις πρὸς αὐτὸν τὸν Θεὸν θεὸς θέσει,
Εἰς γῆν ἀφείς σου τὴν κόνιν Κόνων πάτερ.

Πέμπτῃ καρτερόφρων ψυχὴν ὁ Κόνων ἀφέηκεν.

Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καταγόμενος μέν, ἀπὸ ἕνα χωρίον ὀνομαζόμενον Βυδανή, τὸ ὁποῖον ἦτον μακρὰν ἀπὸ τὴν πόλιν Ἰσαυρίαν δεκαοκτὼ στάδια, ἤτοι δύω μίλια καὶ ὀλίγον περισσότερον, υἱὸς δὲ ὑπάρχων γονέων, Νέστορος καὶ Νάδας. Ὅταν δὲ ἔφθασεν εἰς ἡλικίαν, ἔλαβε διὰ γάμου γυναῖκα ὀνόματι Ἄνναν, μὲ παρακίνησιν τῶν γονέων του. Ὁ δὲ Ἅγιος ἔπεισε τὴν γυναῖκά του, νὰ προτιμήσῃ τὴν παρθενίαν περισσότερον ἀπὸ τὸν γάμον. Καὶ λοιπὸν ἐσυζοῦσε μὲ ἐκείνην, ὄχι ὡσὰν μὲ σύζυγον, ἀλλὰ ὡσὰν μὲ ἀδελφὴν καὶ κοινωνὸν τῆς παρθενίας καὶ καθαρότητος. Εἰς τοῦτο γὰρ ὡδηγήθη ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελον καὶ ἀρχιστράτηγον Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος, λέγεται, ὅτι ἐφάνη εἰς αὐτὸν μὲ λαμπρὸν φόρεμα, καὶ τὸν ἐδίδαξε τὴν εἰς τὸν Χριστὸν πίστιν, καὶ βαπτίσας αὐτὸν εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ ζωαρχικῆς Τριάδος, τὸν ἐκοινώνησε τὰ ἄχραντα Μυστήρια. Ὅστις καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου, δὲν ἔλειπεν ἀπὸ τὸ νὰ συμπαραστέκεται μὲ αὐτὸν ἀοράτως, καὶ νὰ τοῦ χαρίζῃ τὴν ἐνέργειαν τῶν παραδόξων θαυμάτων, διὰ μέσου τῶν ὁποίων ὁ Ἅγιος καὶ τὴν γυναῖκά του Ἄνναν ἔπεισε νὰ παρθενεύῃ, καὶ τοὺς γονεῖς του ἐπίστρεψεν εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐβάπτισε.

Λέγεται δέ, ὅτι Νέστωρ ὁ πατὴρ τοῦ Ἁγίου τούτου, ἐκρατήθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας, διατὶ ὡμολόγει Θεὸν τὸν Χριστόν, καὶ ἠξιώθη τέλους μαρτυρικοῦ. Ἐπειδὴ δὲ ἠκολούθησε ζήτησις καὶ φιλονεικία μεταξὺ τοῦ Ἁγίου Κόνωνος καὶ τῶν εἰδωλολατρῶν, ποῖος ἆράγε Θεὸς εἶναι μεγαλίτερος, ὁ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου πιστευόμενος, ἢ ὑπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν: διὰ τοῦτο, εἰς καιρὸν ὁποῦ οἱ εἰδωλολάτραι ἔμελλον νὰ ὑπάγουν μακρὰν εἰς ἕνα σπήλαιον σκοτεινόν, καὶ ἐκεῖ νὰ κάμουν ἑορτὴν εἰς τὸν ψευδώνυμον θεόν τους, ἀπεφασίσθη τοῦτο μὲ συμφωνίαν, ἤγουν, ὅτι, ὅποιος ἀπὸ τὰ δύω μέρη φθάσῃ προτίτερα εἰς τὸ σπήλαιον, τούτου ὁ Θεὸς εἶναι μεγαλίτερος. Καὶ οἱ μὲν εἰδωλολάτραι καβαλικεύσαντες εἰς ἄλογα, ἔτρεχον διὰ νὰ φθάσουν πρότερον. Ὁ δὲ Ἅγιος, καὶ μὅλον ὁποῦ ἦτον πεζός, ἔφθασεν ὅμως πρῶτος ἐκεῖ, καὶ τόσον ὑπερέβαλεν ἐκείνους εἰς τὸν δρόμον, ὥστε ὁποῦ, ὅταν αὐτὸς ἐγύριζεν ὀπίσω ἀπὸ τὸ σπήλαιον, τότε ἐσυναπάντησεν ἐκείνους, ὁποῦ ἔτρεχον μὲ πολὺν ἱδρῶτα καὶ λαχανίασμα. Οἱ δὲ Ἕλληνες, ἐθαύμασαν μὲν διὰ τὸ παράδοξον τοῦτο, σκληροὶ δὲ πάλιν μένοντες, ἐζήτησαν νὰ μάθουν καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιον εἴδωλον τοῦ δαίμονος, ποῖος εἶναι θεὸς μεγαλίτερος. Τότε ὁ Ἅγιος ἐπρόσταξε τὸ εἴδωλον νὰ κατέβῃ κάτω σὺν τῷ τοῦ εἰδώλου δαιμονίῳ. Καὶ λοιπὸν ἐκατέβη τὸ δαιμόνιον, καὶ πλησιάσαν εἰς τοὺς πόδας τοῦ Ἁγίου, ἐφώναξεν, ἕνας Θεὸς εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ὑπὸ σοῦ κηρυττόμενος. Τότε οἱ Ἕλληνες ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ἐφώναξαν καὶ αὐτοί, «Ἕνας εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ Κόνωνος», καὶ «ὁ Θεὸς τοῦ Κόνωνος ἐνίκησεν». Ὅθεν αἱ τοιαῦται φωναὶ κηρύττονται μεγαλοφώνως ἀπὸ τοὺς Ἰσαύρους μέχρι τῆς σήμερον, ὅταν τελεῖται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου τούτου Κόνωνος. Λέγουσι δέ, ὅτι ὁ θεῖος Κόνων οὗτος, τόσην πολλὴν δύναμιν καὶ ἐξουσίαν ἔλαβεν ὑπὸ Θεοῦ κατὰ τῶν δαιμόνων, ὥστε ὁποῦ, ἄλλους μὲν δαίμονας, ἔστελνεν εἰς τὸ νὰ γεωργοῦν, ἄλλους δέ, εἰς τὸ νὰ φυλάττουν τοὺς καρπούς, ἄλλους δέ, ἔκλεισε μέσα εἰς ἀγγεῖα πήλινα, καὶ ἔβαλε βούλλας ἐπάνω εἰς αὐτά, τὰ ὁποῖα ἔκρυψε καὶ κατέχωσε μέσα εἰς τὰ θεμέλια τοῦ οἴκου του.

Ὁ δὲ τρόπος τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ ἔγινεν ἔτζι: ὅταν ὁ ἡγεμὼν Μάγνος ἔχων βασιλικὰς προσταγάς, ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἰσαυρίαν, τότε καὶ ὁ Ἅγιος οὗτος Κόνων ἐπιάσθη καὶ ἐφέρθη εἰς αὐτόν. Ὅθεν ὁμολογήσας τὸν Χριστόν, καὶ μὴ πεισθεὶς νὰ θυσιάσῃ εἰς τὰ εἴδωλα, ἐδάρθη δυνατὰ καὶ ἐδέθη. Τοῦτο δὲ μαθὸν τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ἔτρεξε, διὰ νὰ γλυτώσῃ μὲν αὐτόν, νὰ θανατώσῃ δὲ τὸν ἡγεμόνα, ἐπειδὴ καὶ ὅλοι ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὸν Ἅγιον, καὶ ἔλαβον τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας, πιστεύσαντες εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁ δὲ ἡγεμὼν μαθὼν τοῦτο, ἔφυγε. Λύσαντες δὲ τὸν Ἅγιον ἀπὸ τὰ δεσμά, καὶ ἀποσφογγίσαντες τὸ σῶμά του ἀπὸ τὰ αἵματα, τὸν ἐπῆγαν εἰς τὸν οἶκόν του. Ἐκεῖ δὲ ὁ Ἅγιος διαπεράσας χρόνους δύω, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον. Λέγουσι δέ, ὅτι ἀφ’ οὗ ὁ Ἅγιος ἐτελεύτησεν, ἠθέλησαν οἱ Χριστιανοὶ νὰ κάμουν Ἐκκλησίαν τὸν οἶκόν του, καὶ σκάπτοντες, εὑρῆκαν τὰ πήλινα ἀγγεῖα ἐκεῖνα, μέσα εἰς τὰ ὁποῖα ἦτον κλεισμένα τὰ πονηρὰ πνεύματα. Καὶ ἐπειδὴ ἀνοίχθη ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγγεῖα ἐκεῖνα, (ἐνόμιζον γὰρ οἱ κατασκευάζοντες τὴν Ἐκκλησίαν, ὅτι αὐτὸ ἔχει μέσα χρυσίον, διὰ τὸ βάρος ὁποῦ εἶχεν) εὐθύς, λέγω, ὁποῦ ἀνοίχθη ἕνα ἀγγεῖον, εὐγῆκαν τὰ δαιμόνια εἰς εἶδος φωτίας. Καὶ οἱ μὲν κτίζοντες τὴν Ἐκκλησίαν, ἔπεσον κατὰ γῆς, τὸ δὲ κτίριον τῆς Ἐκκλησίας, ἐκρημνίσθη, τὰ δὲ ξύλα καὶ τὰ σχοινία, ἐκάησαν, καὶ τινὰς δὲν ἐδύνετο νὰ πλησιάσῃ εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον, ὕστερα ἀπὸ τὴν δύσιν τοῦ ἡλίου. Πλὴν μετὰ ὀλίγον καιρόν, ἐλευθερώθη ὁ τόπος ἀπὸ τὴν ἐνόχλησιν τῶν δαιμόνων, διὰ πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Κόνωνος, καὶ διὰ νηστείας καὶ προσευχῆς τῶν ἐκεῖσε Χριστιανῶν.

 *

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Κόνωνος τοῦ κηπουροῦ.

Ἥλων τύπους φέροντι Κυρίῳ Κόνων,
Ἥλων τύπους πρόσεισιν εἰς πόδας φέρων.

 Οὗτος ὁ Ἅγιος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Δεκίου τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει σνα΄ [251], καταγόμενος ἀπὸ τὴν πόλιν Ναζαρέτ. Φεύγωντας δὲ ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἐπῆγεν εἰς τὴν πόλιν Μάνδρων, τὴν εὑρισκομένην εἰς τὴν ἐπαρχίαν τῆς Παμφυλίας, καὶ εὑρίσκετο εἰς ἕνα τόπον, ὀνομαζόμενον Κάρμηλα, ἢ Κάρμενα, καλλιεργῶντας ἕνα κῆπον, τὸν ὁποῖον ποτίζωντας καὶ φυτεύωντας μὲ διάφορα λάχανα, ἐξ ἐκείνου ἐπορίζετο τὰ ἀναγκαῖα τῆς ζωῆς. Ἦτον δὲ κατὰ τὴν γνώμην τόσον ἀκέραιος καὶ ἁπλοῦς, ὥστε ὁποῦ, ὅταν ἀπάντησεν ἐκείνους ὁποῦ ἐπῆγαν νὰ τὸν πιάσουν, καὶ ἔβλεπε, πῶς ἐκεῖνοι τὸν ἐχαιρέτουν, ἀντιχαιρέτα καὶ αὐτὸς ἐκείνους ἀπὸ ψυχῆς καὶ καρδίας του. Καὶ ἀφ’ οὗ ἐφανέρωσαν εἰς αὐτὸν ἐκεῖνοι, ὅτι ὁ ἡγεμὼν Πούπλιος τὸν καλεῖ διὰ νὰ ὑπάγῃ εἰς αὐτόν, ἀπεκρίθη ὁ Ἅγιος μὲ ἁπλότητα. Ποίαν χρείαν ἔχει ἐμένα ὁ ἡγεμών, μάλιστα ὁποῦ εἶμαι Χριστιανός; ἂς καλῇ τοὺς ἐδικούς του ὁμόφρονας καὶ τοὺς κοινωνοὺς τῆς θρῃσκείας του. Δεσμευθεὶς λοιπὸν ὁ ἀοίδιμος, ἐφέρθη εἰς τὸν ἡγεμόνα, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἐπαρακινεῖτο νὰ θυσιάσῃ εἰς τὰ εἴδωλα. Ὁ δὲ Ἅγιος ἀναστενάξας ἀπὸ βαθέων καρδίας, ὕβρισε μέν, τὸν τύραννον, ἐβεβαίωσε δέ, τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν μὲ τὴν ὁμολογίαν του, εἰπών, ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σαλευθῇ ἀπὸ αὐτήν, κᾂν καὶ μυρίας λάβῃ βασάνους. Ὅθεν διὰ τὴν αἰτίαν ταύτην, ἐκαρφώθη εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἀναγκάσθη νὰ τρέχῃ ὀγλίγωρα ἔμπροσθεν εἰς τὴν καρότζαν τοῦ ἡγεμόνος. Λειποθυμήσας δὲ εἰς τὸν δρόμον, καὶ πεσὼν ἐπάνω εἰς τὰ γόνατα, ἐπροσευχήθη, καὶ οὕτω παρέδωκε τὴν Ἁγίαν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ.

 *

Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Μάρκος ὁ ἀσκητὴς καὶ Θαυματουργός, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Σιγᾷς ὁ Μάρκος τῷ τεθνηκότων νόμῳ,
Ἀλλ’ οὐ σιγῇ δώσω σε καὶ τεθνηκότα.

Οὗτος ὁ Ὅσιος Μάρκος ἤκμαζε κατὰ τὸ υλ΄ [430] ἔτος ἀπὸ Χριστοῦ, καὶ ἔγινεν εἰς ὅλα φιλόπονος, ἔδωκε γὰρ τὸν ἑαυτόν του εἰς τὴν μελέτην τῶν θείων Γραφῶν, καὶ ἐνταυτῷ ἔφθασε καὶ εἰς τὸ ἄκρον τῆς ἀσκήσεως καὶ ἀρετῆς. Σημεῖον δὲ καὶ ἀπόδειξις τῶν δύω τούτων εἶναι, τόσον οἱ συγγραφέντες παρ’ αὐτοῦ λόγοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι γεμάτοι ἀπὸ κάθε παιδείαν καὶ ὠφέλειαν, ὅσον καὶ ἡ δοθεῖσα εἰς αὐτὸν ἐνέργεια τῶν θαυμάτων. Ἀπὸ τὰ θαύματα δὲ ταῦτα, εἶναι ἀναγκαῖον ἐδῶ νὰ διηγηθῶμεν ἕνα. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἡσύχαζεν εἰς τὸ κελλίον του, καὶ ἐπρόσεχεν εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἦλθεν εἰς αὐτὸν μία ἀγριογουροῦνα, φέρουσα ἕνα γουρουνόπουλόν της τυφλόν, καὶ μὲ τὸ ταπεινὸν σχῆμα ὁποῦ ἔκαμνεν, ἔδειχνεν, ὅτι παρακαλεῖ τὸν Ἅγιον νὰ σπλαγχνισθῇ τὸ γέννημά της καὶ νὰ ἰατρεύσῃ τὰ ὀμμάτιά του. Ὁ δὲ Ἅγιος πτύσας εἰς τὰ τυφλά του ὀμμάτια, καὶ προσευχηθείς, ἔκαμεν αὐτὰ ὑγιῆ.

Ἀφ’ οὗ δὲ ἐπέρασαν ἡμέραι τινές, ἔφερεν εἰς τὸν Ἅγιον ἡ ἀγριογουροῦνα ἕνα δέρμα ἑνὸς μεγάλου κριοῦ, ὡσὰν μισθὸν καὶ εὐχαριστίαν τῆς ἰατρείας τοῦ τέκνου της. Ὁ δὲ Ἅγιος δὲν ἔλαβεν αὐτό, ἕως οὗ ἡ γουροῦνα ἔδειξε μὲ κᾄποια σχήματα, ὅτι εἰς τὸ ἑξῆς δὲν θέλει βλάψει πρόβατα τῶν πενήτων (1). Συμπεραίνομεν δὲ ἐκ τούτου, ὅτι ἂν ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦτον τόσον εὔσπλαγχνος καὶ συμπαθὴς εἰς τὴν ἄλογον φύσιν τῶν θηρίων, πόσον ἆράγε ἦτον εὔσπλαγχνος εἰς τοὺς ἀνθρώπους; τοὺς ὁποίους ἡ τῆς φύσεως κοινωνία ἀπαιτεῖ, νὰ σπλαγχνίζεται ὁ καθένας ὡς ὁμογενεῖς τε καὶ ὁμοφύλους; Τόσην δὲ καθαρότητα εἶχεν ὁ Ὅσιος οὗτος, ὥστε ὁποῦ, ὁ Πρεσβύτερος τῆς Σκήτεως ὤμνυε καὶ ἔλεγεν, ὅτι κᾀμμίαν φορὰν δὲν ἐκοινώνησε τὸν Ἅγιον τοῦτον μὲ τὰ ἴδιά του χέρια, ἀλλ’ ὅταν ἐπροσήρχετο διὰ νὰ μεταλάβῃ, Ἄγγελος Κυρίου τὸν ἐμεταλάμβανε, τοῦ ὁποίου τὴν χεῖρα ἔβλεπεν ἀπὸ τὸν ἀστράγαλον, βαστάζουσαν τὴν λαβίδα, καὶ μεταλαμβάνουσαν τὸν Ὅσιον. Ἀπετάξατο δὲ ὁ Ὅσιος οὗτος τῷ κόσμῳ καὶ τοῖς ἐν κόσμῳ, ὅταν ἦτον χρόνων τεσσαράκοντα. Διαπεράσας δὲ εἰς τὴν ἄσκησιν χρόνους ἑξήκοντα, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησεν. Ἦτον δὲ κατὰ τὸ μέγεθος τοῦ σώματος κοντός, σπανὸς εἰς τὰ γένεια, καὶ φαλακρὸς εἰς τὴν κεφαλήν, εἶχεν ὅμως λάμπουσαν ἀπὸ τὰ ἔσω εἰς τὰ ἔξω, τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (2).

(1) Σημείωσαι, ὅτι ἕνα τοιοῦτον θαῦμα ἀναγινώσκομεν, ὅτι ἔκαμε καὶ ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ἀλεξανδρεύς, καὶ ὅρα εἰς τὴν δεκάτην ἐνάτην τοῦ Ἰαννουαρίου μηνός, καὶ εἰς τὸ Λαυσαϊκόν.

(2) Οὗτος ὁ Ὅσιος ἔγινε μαθητὴς Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, κατὰ τὸν Νικηφόρον Κάλλιστον, τόμ. β΄, βιβλ. ιδ΄, κεφ. νγ΄. Καὶ πολλοὺς συνέγραψε λόγους, ἐξ ὧν τριάκοντα μνημονεύονται παρὰ τοῦ αὐτοῦ Νικηφόρου. Τώρα δὲ σῴζονται μόνον λόγοι ὀκτώ, τῶν εἰρημένων ἕτεροι, ὧν καὶ αὐτὸς ὁ Νικηφόρος καὶ ὁ Φώτιος μνημονεύει, ἀναγνώσει σ΄, τρεῖς δὲ μόνοι ἀναφέρονται ἐν τῇ Φιλοκαλίᾳ, σελ. 91. Τόσον δὲ πολυωφελεῖς εἶναι οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου τούτου, ὥστε ὁποῦ, ἐπεκράτησε παροιμία παλαιὰ ἡ λέγουσα· «Πᾶντα πώλησον καὶ Μάρκον ἀγόρασον».

 *

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλόγιος ὁ ἐν Παλαιστίνῃ, ξίφει τελειοῦται.

Τὸν Εὐλόγιον εὐλογεῖ πᾶσα κτίσις,
Κτίστου χάριν σοῦ τὴν κάραν τετμημένον.

 *

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλάμπιος ὁ ἐν Παλαιστίνῃ, ξίφει τελειοῦται.

Τράχηλον Εὐλάμπιος ἐκτμηθεὶς ξίφει,
Τραχηλιῶσαν δυσσέβειαν αἰσχύνει.

 *

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀρχέλαος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἑκατὸν πεντήκοντα δύω Μάρτυρες, ξίφει τελειοῦνται.

Θεὶς πρῶτος Ἀρχέλαος αὐχένα ξίφει,
Ἄρχει τομῆς σοι λαὲ θεῖε Κυρίου.

 *

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης ὁ Βούλγαρις, ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας ἐν ἔτει ͵αψπδ΄ [1784], ξίφει τελειοῦται.

Σταυρὸν τί τυποῖς ὦ Ἰωάννη μάκαρ;
Ὅτι μαθητής εἰμί φησι Κυρίου (3).

(3) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Μαρτυρολόγιον.

 Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

 Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

 * * *

 

 

Των Αγίων Κόνωνος του εν Ισαυρία, Κόνωνος του κηπουρού, Μάρκου του ασκητού, Ευλογίου, Ευλαμπίου κ.ά.

 

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.