Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου4 Φεβρουαρίου

Των Αγίων Ισιδώρου του Πηλουσιώτου, Νικολάου του Στουδίτου, Αβραμίου Επισκόπου Αρβήλ της Περσίδος κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Όσιος Ισίδωρος ο ΠηλουσιώτηςΤω αυτώ μηνί Δ’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ισιδώρου του Πηλουσιώτου.

Πηλουσιώτα, χαίρε χαίρε πολλά μοι,
Τον πηλόν εκδύς, και χαράς τυχών ξένης.

Εν δ’ Ισίδωρον έθεντο τετάρτη σήματι λυγρώ.

Ούτος ο θείος Πατήρ ημών Ισίδωρος, ήτον από το Μισήρι, υιός γονέων ευγενών, ομού και θεοφιλών, και συγγενής Θεοφίλου και Κυρίλλου των της Αλεξανδρείας Αρχιεπισκόπων, ακμάσας περί το υιβ’ [412] έτος. Ούτος λοιπόν επειδή ήτον γυμνασμένος εις το άκρον, τόσον κατά την εσωτερικήν και θείαν φιλοσοφίαν, όσον και κατά την εξωτερικήν, δια τούτο και πάμπολλα συγγράμματα αφήκεν εις τους φιλομαθείς, λόγου και ενθυμήσεως άξια. Αυτός γαρ παραιτήσας πλούτον και γένος λαμπρόν, και ευδαιμονίαν ζωής, επήγεν εις το Πηλούσιον όρος, και το μοναχικόν σχήμα φορέσας, εκεί εσχόλαζε προσευχόμενος και συνομιλών νοερώς τω Θεώ.

Από εκεί δε, εδίδασκε και όλην την οικουμένην, και εφώτιζεν αυτήν με τους θείους λόγους του. Τους αμαρτάνοντας, εις μετάνοιαν επιστρέφων. Τους εναρέτους, εις την αρετήν επιστηρίζων. Τους απειθείς, παρακινών εις ευπείθειαν. Και με το αυστηρόν των ελέγχων του, και αυτούς τους ιδίους βασιλείς ενθυμίζων και νουθετών, εις το συμφέρον της οικουμένης. Και δια να ειπούμεν καθολικώς, εις όλους εκείνους οπού ερώτων αυτόν απορίας εκ των αγίων Γραφών, σοφωτάτας έδιδε τας λύσεις και ερμηνείας. Λέγουσι δέ τινες, ότι αι επιστολαί του θείου τούτου Πατρός είναι έως δέκα χιλιάδες (1). Έτζι λοιπόν κάλλιστα διαπεράσας την ζωήν του, και κατά Θεόν πολιτευσάμενος, με γήρας βαθύ τελειόνοι τον βίον του περί το υν’ [450] έτος της σωτηρίας.

(1) Τούτο το λέγει Νικηφόρος ο Κάλλιστος εν βιβλίω ιδ’, κεφ. νγ’. Ο δε Σουΐδας εις την λέξιν Ισίδωρος, λέγει, πως έγραψε τρεις χιλιάδας επιστολάς, γεμάτας από θείαν και ανθρωπίνην χάριν.

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικολάου Ομολογητού του Στουδίτου.

Έδοξε τω στήσαντι μέτρα τω βίω,
Και Νικόλαον, εκμετρήσαι τον βίον.

Ούτος ο Όσιος εγεννήθη μεν εις την νήσον Κρήτην, θέλωντας δε να ιδή τον συγγενή του Θεοφάνη, ανεχώρησεν από την Κρήτην και επήγεν εις την Κωνσταντινούπολιν. Ευρών δε αυτόν εις το Μοναστήριον του Στουδίου συναριθμημένον με τους λοιπούς αδελφούς, ενδύεται και αυτός το σχήμα των Μοναχών. Αφ’ ου δε επέρασε κάθε πνευματικήν παιδείαν, και εδιδάχθη ακριβέστατα, ποία είναι τα σημεία και ιδιώματα της μοναχικής πολιτείας, και αφ’ ου έφθασεν εις το άκρον της αρετής, τότε εχειροτονήθη Ιερεύς. Τι δε μετά ταύτα ηκολούθησεν; Εξορίζεται ο αοίδιμος ούτος Νικόλαος μαζί με τον Άγιον Θεόδωρον, τον Ηγούμενον του Μοναστηρίου των Στουδιτών (2). Ύστερον δε ανεκαλέσθησαν και οι δύω από την εξορίαν (3). Έπειτα δέρνονται με βούνευρα, κατά προσταγήν του βασιλέως Λέοντος Αρμενίου του εικονομάχου, εν έτει ωις’ [816], διατί επροσκύνουν τας αγίας εικόνας, και ούτω βάλλονται εις την φυλακήν. Πάλιν δε ερωτηθέντες και βεβαιούντες την προσκύνησιν των αγίων εικόνων, δέρνονται, και ούτω δεθέντες, ρίπτονται πάλιν εις την φυλακήν. Μείναντες δε εκεί χρόνους τρεις, και ταλαιπωρηθέντες με πείναν και δίψαν και γύμνωσιν, από εκεί στέλλονται εις την Σμύρνην. Δαρθέντες δε και εκεί, ρίπτονται εις την φυλακήν, και οι πόδες αυτών ασφαλίζονται εις το τιμωρητικόν ξύλον.

Αφ’ ου δε επέρασαν είκοσι μήνες, απέθανεν ο Αρμένιος Λέων, και τότε οι μακάριοι ούτοι Όσιοι και Ομολογηταί, ελευθερωθέντες από την φυλακήν, επήγαν εις την Χαλκηδόνα, και εκεί ανταμώσαντες τον τρισόλβιον Νικηφόρον τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως, ευρίσκοντο μαζί με αυτόν. Μετά ολίγον δε καιρόν, όταν μετά τον Αρμένιον έγινε βασιλεύς Μιχαήλ ο Τραυλός και εικονομάχος, εν έτει ωκ’ [820], τότε εξορίζονται εις την Προύσαν κατά προσταγήν του αυτού Μιχαήλ. Από εκεί δε, εξορίζονται εις τον Ακρίταν, όστις τώρα λέγεται Κάβο Ακρίτα, ευρισκόμενος κοντά εις την Χαλκηδόνα. Εκεί δε διατρίβων ο Άγιος Θεόδωρος, προς Κύριον εξεδήμησεν. Αφ’ ου δε απέθανε Μιχαήλ ο Τραυλός, και εδέχθη την βασιλείαν Θεόφιλος ο υιός του εν έτει ωκθ’ [829], πάλιν εκινήθη πόλεμος κατά των ευσεβών οπού επροσκύνουν τας αγίας εικόνας. Αφ’ ου δε και ο Θεόφιλος κατέστρεψε την ζωήν, και η ευσεβεστάτη βασίλισσα Θεοδώρα ομού με τον υιόν της Μιχαήλ, έγιναν διάδοχοι της βασιλείας εν έτει ωμβ’ [842], τότε έγινεν ειρήνη σταθερά εις τους Ορθοδόξους. Όταν δε ο Μακεδών Βασίλειος έγινε βασιλεύς εν έτει ωξζ’ [867], τότε με πολλάς παρακινήσεις του εκατάπεισε τον Όσιον τούτον και πολύαθλον Νικόλαον, και εκατάστησεν αυτόν Ηγούμενον εις το Μοναστήριον του Στουδίου. Με τοιούτους λοιπόν και τοσούτους αγώνας διαπεράσας την ζωήν του ο ιερός ούτος Πατήρ, και από τας πολλάς κακοπαθείας ταλαιπωρηθείς, εν ειρήνη ανεπαύθη, ζήσας χρόνους εβδομηνταπέντε.

(2) Η εξορία αύτη των Οσίων τούτων φαίνεται ότι έγινεν υπό του βασιλέως Νικηφόρου του από Γενικών εν έτει ωι’ [810].

(3) Η ανακάλεσις αυτών από την εξορίαν, φαίνεται ότι έγινεν υπό του Μιχαήλ του καλουμένου Κουροπαλάτου και Ραγκαβέ, εν έτει ωια’ [811], και όρα τον Μελέτιον, τομ. β’, σελ. 261 της Εκκλησιαστικής Ιστορίας.

*

Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Αβραμίου Επισκόπου Αρβήλ της Περσίδος.

Πού τούτο φρικτόν, τοις αθληταίς Κυρίου;
Έφασκε δεικνύς, Αβράμιος το ξίφος.

Κατά τον πέμπτον χρόνον του διωγμού, ο οποίος έγινεν εις την Περσίαν εναντίον των Χριστιανών, επιάσθη ο Άγιος ούτος Αβράμιος, Επίσκοπος ων μιας πόλεως της Περσίας, ονομαζομένης Αρβήλ, από τον αρχιμάγον του βασιλέως, και αναγκάζεται από αυτόν να αρνηθή μεν τον Χριστόν, να προσκυνήση δε τον ήλιον. Ο δε μακάριος Αβράμιος έλεγεν εις αυτόν, άθλιε και ταλαίπωρε, πώς δεν φοβήσαι να με παρακινής εις το να κάμω εκείνα οπού δεν πρέπουσι; και είναι δυνατόν να αφήσω τον ποιητήν του ηλίου και όλων των κτισμάτων, και να προσκυνήσω τον ήλιον, το του Θεού κτίσμα και ποίημα; Αυτά τα λόγια του Επισκόπου δεν ετάραξαν ολίγον τον αρχιμάγον. Όθεν παρευθύς προστάζει να εκδύσουν τον Άγιον, και να ρίψουν αυτόν εις την γην, και να τον δέρνουν με άγρια ραβδία. Επειδή δε είδε τον Μάρτυρα, πως υπέφερε με γενναιοκαρδίαν την τιμωρίαν ταύτην, και πως επροσηύχετο δια τους τιμωρούντας αυτόν και έλεγε· «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην, διατί δεν ηξεύρουν τι κάμνουσι», τούτου χάριν επρόσταξεν ο θηριώδης και απέκοψαν την αγίαν αυτού κεφαλήν. Και ούτως ετελειώθη ο μακάριος Αβράμιος εις χωρίον καλούμενον Θελμάν, και έλαβε παρά Κυρίου του μαρτυρίου τον στέφανον.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Ιωάννης, ο εν Ειρηνουπόλει (4), εις ων των τριακοσίων δεκαοκτώ θεοφόρων Πατέρων των εν Νικαία, εν ειρήνη τελειούται.

Και Ιωάννης, ορθοδοξίας χάριν,
Τους δυσσεβείς ήλεγχε, συν παρρησία.

(4) Η Ειρηνούπολις είναι πόλις εν τη Κιλικία ευρισκομένη κοντά εις την υπόρειαν του βουνού Ταύρου του Κιλικίου, τιμημένη με θρόνον Επισκόπου, υπό τον Αναζάρβου Μητροπολίτην, ήτις ύστερον ωνομάσθη Νερωνιάς.

*

Ο Όσιος Ιάσιμος ο Θαυματουργός εν ειρήνη τελειούται.

Αλλ’ Ιασίμου, και μόνη κωφή κόνις,
Νέμει νοσούσι, την ιάσιμον χάριν.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Θεόκτιστος, ξίφει τελειούται.

Θείοις σκεπασθείς, πίστεως θείας όπλοις,
Γυμνοί τράχηλον, Θεόκτιστος τω ξίφει.

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωσήφ Χαλεπλής, ο μαρτυρήσας εν έτει ͵αχπς’ [1686], ξίφει τελειούται.

Τέμνου Ιωσήφ, ανδρικώς δια ξίφους,
Και εκ Θεού στέφανον, άφθαρτον δέχου (5).

(5) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Όσιος Ισίδωρος ο ΠηλουσιώτηςΤῷ αὐτῷ μηνὶ Δ΄, μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου.

Πηλουσιῶτα, χαῖρε χαῖρε πολλά μοι,
Τὸν πηλὸν ἐκδύς, καὶ χαρᾶς τυχὼν ξένης.

Ἐν δ’ Ἰσίδωρον ἔθεντο τετάρτῃ σήματι λυγρῷ.

Οὗτος ὁ θεῖος Πατὴρ ἡμῶν Ἰσίδωρος, ἦτον ἀπὸ τὸ Μισῆρι, υἱὸς γονέων εὐγενῶν, ὁμοῦ καὶ θεοφιλῶν, καὶ συγγενὴς Θεοφίλου καὶ Κυρίλλου τῶν τῆς Ἀλεξανδρείας Ἀρχιεπισκόπων, ἀκμάσας περὶ τὸ υιβ΄ [412] ἔτος. Οὗτος λοιπὸν ἐπειδὴ ἦτον γυμνασμένος εἰς τὸ ἄκρον, τόσον κατὰ τὴν ἐσωτερικὴν καὶ θείαν φιλοσοφίαν, ὅσον καὶ κατὰ τὴν ἐξωτερικήν, διὰ τοῦτο καὶ πάμπολλα συγγράμματα ἀφῆκεν εἰς τοὺς φιλομαθεῖς, λόγου καὶ ἐνθυμήσεως ἄξια. Αὐτὸς γὰρ παραιτήσας πλοῦτον καὶ γένος λαμπρόν, καὶ εὐδαιμονίαν ζωῆς, ἐπῆγεν εἰς τὸ Πηλούσιον ὄρος, καὶ τὸ μοναχικὸν σχῆμα φορέσας, ἐκεῖ ἐσχόλαζε προσευχόμενος καὶ συνομιλῶν νοερῶς τῷ Θεῷ.

Ἀπὸ ἐκεῖ δέ, ἐδίδασκε καὶ ὅλην τὴν οἰκουμένην, καὶ ἐφώτιζεν αὐτὴν μὲ τοὺς θείους λόγους του. Τοὺς ἁμαρτάνοντας, εἰς μετάνοιαν ἐπιστρέφων. Τοὺς ἐναρέτους, εἰς τὴν ἀρετὴν ἐπιστηρίζων. Τοὺς ἀπειθεῖς, παρακινῶν εἰς εὐπείθειαν. Καὶ μὲ τὸ αὐστηρὸν τῶν ἐλέγχων του, καὶ αὐτοὺς τοὺς ἰδίους βασιλεῖς ἐνθυμίζων καὶ νουθετῶν, εἰς τὸ συμφέρον τῆς οἰκουμένης. Καὶ διὰ νὰ εἰποῦμεν καθολικῶς, εἰς ὅλους ἐκείνους ὁποῦ ἐρώτων αὐτὸν ἀπορίας ἐκ τῶν ἁγίων Γραφῶν, σοφωτάτας ἔδιδε τὰς λύσεις καὶ ἑρμηνείας. Λέγουσι δέ τινες, ὅτι αἱ ἐπιστολαὶ τοῦ θείου τούτου Πατρὸς εἶναι ἕως δέκα χιλιάδες (1). Ἔτζι λοιπὸν κάλλιστα διαπεράσας τὴν ζωήν του, καὶ κατὰ Θεὸν πολιτευσάμενος, μὲ γῆρας βαθὺ τελειόνοι τὸν βίον του περὶ τὸ υν΄ [450] ἔτος τῆς σωτηρίας.

(1) Τοῦτο τὸ λέγει Νικηφόρος ὁ Κάλλιστος ἐν βιβλίῳ ιδ΄, κεφ. νγ΄. Ὁ δὲ Σουΐδας εἰς τὴν λέξιν Ἰσίδωρος, λέγει, πῶς ἔγραψε τρεῖς χιλιάδας ἐπιστολάς, γεμάτας ἀπὸ θείαν καὶ ἀνθρωπίνην χάριν.

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Νικολάου Ὁμολογητοῦ τοῦ Στουδίτου.

Ἔδοξε τῷ στήσαντι μέτρα τῷ βίῳ,
Καὶ Νικόλαον, ἐκμετρῆσαι τὸν βίον.

Οὗτος ὁ Ὅσιος ἐγεννήθη μὲν εἰς τὴν νῆσον Κρήτην, θέλωντας δὲ νὰ ἰδῇ τὸν συγγενῆ του Θεοφάνη, ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὴν Κρήτην καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. Εὑρὼν δὲ αὐτὸν εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ Στουδίου συναριθμημένον μὲ τοὺς λοιποὺς ἀδελφούς, ἐνδύεται καὶ αὐτὸς τὸ σχῆμα τῶν Μοναχῶν. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐπέρασε κάθε πνευματικὴν παιδείαν, καὶ ἐδιδάχθη ἀκριβέστατα, ποῖα εἶναι τὰ σημεῖα καὶ ἰδιώματα τῆς μοναχικῆς πολιτείας, καὶ ἀφ’ οὗ ἔφθασεν εἰς τὸ ἄκρον τῆς ἀρετῆς, τότε ἐχειροτονήθη Ἱερεύς. Τί δὲ μετὰ ταῦτα ἠκολούθησεν; Ἐξορίζεται ὁ ἀοίδιμος οὗτος Νικόλαος μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιον Θεόδωρον, τὸν Ἡγούμενον τοῦ Μοναστηρίου τῶν Στουδιτῶν (2). Ὕστερον δὲ ἀνεκαλέσθησαν καὶ οἱ δύω ἀπὸ τὴν ἐξορίαν (3). Ἔπειτα δέρνονται μὲ βούνευρα, κατὰ προσταγὴν τοῦ βασιλέως Λέοντος Ἁρμενίου τοῦ εἰκονομάχου, ἐν ἔτει ωις΄ [816], διατὶ ἐπροσκύνουν τὰς ἁγίας εἰκόνας, καὶ οὕτω βάλλονται εἰς τὴν φυλακήν. Πάλιν δὲ ἐρωτηθέντες καὶ βεβαιοῦντες τὴν προσκύνησιν τῶν ἁγίων εἰκόνων, δέρνονται, καὶ οὕτω δεθέντες, ῥίπτονται πάλιν εἰς τὴν φυλακήν. Μείναντες δὲ ἐκεῖ χρόνους τρεῖς, καὶ ταλαιπωρηθέντες μὲ πεῖναν καὶ δίψαν καὶ γύμνωσιν, ἀπὸ ἐκεῖ στέλλονται εἰς τὴν Σμύρνην. Δαρθέντες δὲ καὶ ἐκεῖ, ῥίπτονται εἰς τὴν φυλακήν, καὶ οἱ πόδες αὐτῶν ἀσφαλίζονται εἰς τὸ τιμωρητικὸν ξύλον.

Ἀφ’ οὗ δὲ ἐπέρασαν εἴκοσι μῆνες, ἀπέθανεν ὁ Ἁρμένιος Λέων, καὶ τότε οἱ μακάριοι οὗτοι Ὅσιοι καὶ Ὁμολογηταί, ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τὴν φυλακήν, ἐπῆγαν εἰς τὴν Χαλκηδόνα, καὶ ἐκεῖ ἀνταμώσαντες τὸν τρισόλβιον Νικηφόρον τὸν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως, εὑρίσκοντο μαζὶ μὲ αὐτόν. Μετὰ ὀλίγον δὲ καιρόν, ὅταν μετὰ τὸν Ἁρμένιον ἔγινε βασιλεὺς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς καὶ εἰκονομάχος, ἐν ἔτει ωκ΄ [820], τότε ἐξορίζονται εἰς τὴν Προῦσαν κατὰ προσταγὴν τοῦ αὐτοῦ Μιχαήλ. Ἀπὸ ἐκεῖ δέ, ἐξορίζονται εἰς τὸν Ἀκρίταν, ὅστις τώρα λέγεται Κάβο Ἀκρίτα, εὑρισκόμενος κοντὰ εἰς τὴν Χαλκηδόνα. Ἐκεῖ δὲ διατρίβων ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησεν. Ἀφ’ οὗ δὲ ἀπέθανε Μιχαὴλ ὁ Τραυλός, καὶ ἐδέχθη τὴν βασιλείαν Θεόφιλος ὁ υἱός του ἐν ἔτει ωκθ΄ [829], πάλιν ἐκινήθη πόλεμος κατὰ τῶν εὐσεβῶν ὁποῦ ἐπροσκύνουν τὰς ἁγίας εἰκόνας. Ἀφ’ οὗ δὲ καὶ ὁ Θεόφιλος κατέστρεψε τὴν ζωήν, καὶ ἡ εὐσεβεστάτη βασίλισσα Θεοδώρα ὁμοῦ μὲ τὸν υἱόν της Μιχαήλ, ἔγιναν διάδοχοι τῆς βασιλείας ἐν ἔτει ωμβ΄ [842], τότε ἔγινεν εἰρήνη σταθερὰ εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους. Ὅταν δὲ ὁ Μακεδὼν Βασίλειος ἔγινε βασιλεὺς ἐν ἔτει ωξζ΄ [867], τότε μὲ πολλὰς παρακινήσεις του ἐκατάπεισε τὸν Ὅσιον τοῦτον καὶ πολύαθλον Νικόλαον, καὶ ἐκατάστησεν αὐτὸν Ἡγούμενον εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ Στουδίου. Μὲ τοιούτους λοιπὸν καὶ τοσούτους ἀγῶνας διαπεράσας τὴν ζωήν του ὁ ἱερὸς οὗτος Πατήρ, καὶ ἀπὸ τὰς πολλὰς κακοπαθείας ταλαιπωρηθείς, ἐν εἰρήνῃ ἀνεπαύθη, ζήσας χρόνους ἑβδομηνταπέντε.

(2) Ἡ ἐξορία αὕτη τῶν Ὁσίων τούτων φαίνεται ὅτι ἔγινεν ὑπὸ τοῦ βασιλέως Νικηφόρου τοῦ ἀπὸ Γενικῶν ἐν ἔτει ωι΄ [810].

(3) Ἡ ἀνακάλεσις αὐτῶν ἀπὸ τὴν ἐξορίαν, φαίνεται ὅτι ἔγινεν ὑπὸ τοῦ Μιχαὴλ τοῦ καλουμένου Κουροπαλάτου καὶ Ῥαγκαβέ, ἐν ἔτει ωια΄ [811], καὶ ὅρα τὸν Μελέτιον, τόμ. β΄, σελ. 261 τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας.

*

Μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἁβραμίου Ἐπισκόπου Ἀρβὴλ τῆς Περσίδος.

Ποῦ τοῦτο φρικτόν, τοῖς ἀθληταῖς Κυρίου;
Ἔφασκε δεικνύς, Ἁβράμιος τὸ ξίφος.

Κατὰ τὸν πέμπτον χρόνον τοῦ διωγμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινεν εἰς τὴν Περσίαν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἐπιάσθη ὁ Ἅγιος οὗτος Ἁβράμιος, Ἐπίσκοπος ὢν μιᾶς πόλεως τῆς Περσίας, ὀνομαζομένης Ἀρβήλ, ἀπὸ τὸν ἀρχιμάγον τοῦ βασιλέως, καὶ ἀναγκάζεται ἀπὸ αὐτὸν νὰ ἀρνηθῇ μὲν τὸν Χριστόν, νὰ προσκυνήσῃ δὲ τὸν ἥλιον. Ὁ δὲ μακάριος Ἁβράμιος ἔλεγεν εἰς αὐτόν, ἄθλιε καὶ ταλαίπωρε, πῶς δὲν φοβῆσαι νὰ μὲ παρακινῇς εἰς τὸ νὰ κάμω ἐκεῖνα ὁποῦ δὲν πρέπουσι; καὶ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀφήσω τὸν ποιητὴν τοῦ ἡλίου καὶ ὅλων τῶν κτισμάτων, καὶ νὰ προσκυνήσω τὸν ἥλιον, τὸ τοῦ Θεοῦ κτίσμα καὶ ποίημα; Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Ἐπισκόπου δὲν ἐτάραξαν ὀλίγον τὸν ἀρχιμάγον. Ὅθεν παρευθὺς προστάζει νὰ ἐκδύσουν τὸν Ἅγιον, καὶ νὰ ῥίψουν αὐτὸν εἰς τὴν γῆν, καὶ νὰ τὸν δέρνουν μὲ ἄγρια ῥαβδία. Ἐπειδὴ δὲ εἶδε τὸν Μάρτυρα, πῶς ὑπέφερε μὲ γενναιοκαρδίαν τὴν τιμωρίαν ταύτην, καὶ πῶς ἐπροσηύχετο διὰ τοὺς τιμωροῦντας αὐτὸν καὶ ἔλεγε· «Κύριε μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην, διατὶ δὲν ἠξεύρουν τί κάμνουσι», τούτου χάριν ἐπρόσταξεν ὁ θηριώδης καὶ ἀπέκοψαν τὴν ἁγίαν αὐτοῦ κεφαλήν. Καὶ οὕτως ἐτελειώθη ὁ μακάριος Ἁβράμιος εἰς χωρίον καλούμενον Θελμάν, καὶ ἔλαβε παρὰ Κυρίου τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον.

*

Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Ἰωάννης, ὁ ἐν Εἰρηνουπόλει (4), εἷς ὢν τῶν τριακοσίων δεκαοκτὼ θεοφόρων Πατέρων τῶν ἐν Νικαίᾳ, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Καὶ Ἰωάννης, ὀρθοδοξίας χάριν,
Τοὺς δυσσεβεῖς ἤλεγχε, σὺν παρρησίᾳ.

(4) Ἡ Εἰρηνούπολις εἶναι πόλις ἐν τῇ Κιλικίᾳ εὑρισκομένη κοντὰ εἰς τὴν ὑπόρειαν τοῦ βουνοῦ Ταύρου τοῦ Κιλικίου, τιμημένη μὲ θρόνον Ἐπισκόπου, ὑπὸ τὸν Ἀναζάρβου Μητροπολίτην, ἥτις ὕστερον ὠνομάσθη Νερωνιάς.

*

Ὁ Ὅσιος Ἰάσιμος ὁ Θαυματουργὸς ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Ἀλλ’ Ἰασίμου, καὶ μόνη κωφὴ κόνις,
Νέμει νοσοῦσι, τὴν ἰάσιμον χάριν.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόκτιστος, ξίφει τελειοῦται.

Θείοις σκεπασθείς, πίστεως θείας ὅπλοις,
Γυμνοῖ τράχηλον, Θεόκτιστος τῷ ξίφει.

*

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωσὴφ Χαλεπλῆς, ὁ μαρτυρήσας ἐν ἔτει ͵αχπς΄ [1686], ξίφει τελειοῦται.

Τέμνου Ἰωσήφ, ἀνδρικῶς διὰ ξίφους,
Καὶ ἐκ Θεοῦ στέφανον, ἄφθαρτον δέχου (5).

(5) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Ισιδώρου του Πηλουσιώτου, Νικολάου του Στουδίτου, Αβραμίου Επισκόπου Αρβήλ της Περσίδος κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.