Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου3 Απριλίου

Των Αγίων Νικήτα Ηγουμένου Μονής του Μηδικίου, Ιωσήφ του υμνογράφου, Ελπιδηφόρου, Δίου κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος Νικήτας ο ΟμολογητήςΤω αυτώ μηνί Γ’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών και Ομολογητού Νικήτα Ηγουμένου Μονής του Μηδικίου (1).

Ρυσθείς βίου Νικήτας ως στρουθός πάγης,
Πτεροίς νοητοίς ίπταται προς τον πόλον.

Νικήταν καλέουσι τρίτη επί δώμα Θεοίο.

Ούτος ο Όσιος με το να ηγάπησεν εκ νεαράς του ηλικίας την εγκράτειαν, ανεχώρησεν από τον κόσμον, και επήγε και εκάθισεν εις τα όρη και εις την ησυχίαν, όπου εργάζετο κάθε αρετήν, όθεν εκ τούτων υψώθη και έγινε μέγας και περιβόητος. Και επειδή εκυβερνείτο με την του λόγου διάκρισιν, δια τούτο έγινε και οικονόμος ψυχών, και πιστός Ιερεύς του Θεού. Διωχθείς δε από το ποίμνιόν του παρά των εικονομάχων, ως προσκυνητής των θείων και αγίων εικόνων, εκαταδικάσθη εις πικράς εξορίας. Ευχαριστών δε εις όλας τας κακοπαθείας, οπού εδοκίμασε δια τας θείας εικόνας, εδείχθη δόκιμος αγωνιστής, και ήλεγξε μεν, την ψυχοβλαβή αίρεσιν των θεομάχων. Με τας διδασκαλίας δε και παρακινήσεις του, έκαμε πολλούς να μαρτυρήσουν δια την προσκύνησιν των αγίων εικόνων. Όθεν και διπλάς τας λαμπάδας ανάψας, της ομολογίας δηλαδή και της ασκήσεως, διπλούς και τους στεφάνους εκ χειρός Κυρίου εδέχθη, προς τον οποίον μεταστάς, ανεπαύθη.

(1) Σημείωσαι, ότι η Μονή του Μηδικίου ευρίσκεται κοντά εις τα Μουντανία, όπου ευρίσκεται και η Μονή του Χηνολάκκου, και η του Βαθέος Ρύακος, και η της Πελεκητής, καθώς ανήγγειλαν ημίν οι ταύτας ιστορήσαντες.

 

*

Όσιος Ιωσήφ ο ΥμνογράφοςΤη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ιωσήφ του υμνογράφου.

Ζώντος Θεού συ θείος υμνητής Πάτερ,
Εγώ δε σου θανόντος υμνητής νέος.

Ούτος ο Όσιος Ιωσήφ ήκμαζε κατά τους χρόνους Θεοφίλου του εικονομάχου, εν έτει ωλβ’ [832], εκατάγετο δε από την νήσον της Σικελίας, υιός υπάρχων γονέων Πλωτίνου και Αγάθης ονομαζομένων. Ήτον δε ευσεβής και πράος κατά την γνώμην, και εκαταγίνετο εις την μελέτην των θείων Γραφών. Όταν δε εσκλαβώθη η Σικελία από τους Αγαρηνούς, επήγεν ο Όσιος εις τον Μορέαν, μαζί με την μητέρα και αδελφούς του, και από εκεί επήγεν εις την Θεσσαλονίκην, όπου και έγινε Μοναχός, και εμβήκεν εις τους πνευματικούς αγώνας της ασκήσεως. Και κλίνην μεν, είχε την γην εστρωμένην με ένα δέρμα, τα φορέματά του δε, ήτον ευτελή. Η τροφή του, ήτον ολίγον ψωμί, και το πιοτόν του, ήτον το απλούν νερόν. Εμεταχειρίζετο αγρυπνίαν και στάσιμον ολονύκτιον. Έκλινε συνεχώς τα γόνατά του εις προσευχήν. Είχεν εις το στόμα του ύμνους συχνούς εις Θεόν, εποίει εργόχειρον την καλλιγραφίαν, και έκαμνεν ανάγνωσιν εις τας θείας Γραφάς. Εκ τούτων δε και των τοιούτων κόπων, έγινεν ο αοίδιμος πράος, σεμνός, μέτριος, απλούς, άκακος, και είχεν όλας τας άλλας αρετάς, όσαι είναι εις τας άνω ειρημένας ακόλουθοι. Όθεν δια τας αρετάς του ταύτας, εχειροτονήθη Ιερεύς. Δεν επέρασε πολύς καιρός, και ευρίσκωντας τον Άγιον Γρηγόριον τον Δεκαπολίτην, άνδρα άγιον και ελλόγιμον, επήγε μαζί του εις την Κωνσταντινούπολιν, και ομού με εκείνον εκλείσθη εις τον Ναόν του Αγίου Ιερομάρτυρος Αντίπα, αγωνιζόμενος με σκληραγωγίας, και άλλας κακουχίας του σώματος. Επειδή δε εβλάστησεν η χριστομάχος αίρεσις των εικονομάχων, δια τούτο ανεχώρησεν εις την Ρώμην ο μακάριος ούτος, παρακινηθείς από μερικούς ευσεβείς. Εις τον δρόμον δε απάντησαν αυτόν καΐκια κουρσάρικα των Κρητικών, οίτινες πέρνοντες αυτόν σκλάβον εις την Κρήτην, τον έβαλαν εις την φυλακήν.

Εκεί δε ευρισκόμενος ο Άγιος εδίδασκε πάντοτε τους εις αυτόν ερχομένους, την στράταν της σωτηρίας και αρετής. Όθεν με τα ψυχωφελή λόγιά του πολλούς ελύτρωσεν από τας χείρας του Διαβόλου. Εκεί δε εφάνη εις αυτόν ένας ιεροπρεπής και σεβάσμιος, όστις ήτον ο μέγας Νικόλαος, και είπεν αυτώ. Εγώ είμαι από τα Μύρα της Λυκίας, και ήλθον προς εσένα, όθεν λάβε την κεφαλίδα, ήτοι το χαρτίον τούτο οπού σοι δίδω. Ο δε Άγιος λαβών αυτήν, εν τω άμα εδιάβαζε το χαρτίον, και έψαλλεν ενταυτώ λέγων· «Τάχυνον ο οικτίρμων, και σπεύσον ως ελεήμων εις την βοήθειαν ημών, ότι δύνασαι βουλόμενος». Το δε νόημα του άσματος τούτου, ω του θαύματος! ευθύς τω πρωί έργον εγένετο. Ο γαρ της εικονομαχίας αρχηγός Θεόφιλος αφ’ ου απέθανεν, έλαβε πάλιν η του Χριστού Εκκλησία τον στολισμόν και την ευπρέπειαν των σεπτών και αγίων εικόνων. Όθεν τότε και ο Όσιος ούτος Ιωσήφ ελευθερωθείς από την εν Κρήτη φυλακήν, ανέβη εις την Κωνσταντινούπολιν. Επειδή δε ο Άγιος, έλαβεν από ένα Χριστιανόν μέρος τι από το τίμιον λείψανον του μεγάλου Αποστόλου Βαρθολομαίου, και έκτισε Ναόν εις το όνομα του Αποστόλου, ομού με τον Άγιον Γρηγόριον τον Δεκαπολίτην, δια τούτο ευρίσκετο εις φροντίδα και έννοιαν περισσοτέραν, δια να τιμήση την πανήγυριν του Αποστόλου με ιερά άσματα και τροπάρια. Όθεν παρεκάλει με δάκρυα και αναστεναγμούς τον του Κυρίου Απόστολον να του χαρίση το χάρισμα της τούτων συνθέσεως, διο και του ποθουμένου επέτυχεν. Είδε γαρ κατ’ οπτασίαν ένα φοβερόν άνδρα με σχήμα αποστολικόν, ο οποίος επήρε το άγιον Ευαγγέλιον από την ιεράν Τράπεζαν, και έβαλε τούτο επάνω εις το στήθος του Οσίου, και έπειτα τον ευλόγησε. Τούτο δε ήτον αρχή του θείου χαρίσματος οπού επεθύμει. Διότι από τότε και ύστερα, τόσον ευκόλως και χωρίς κόπον εσύνθεττε τας ιεράς μελωδίας, και τους ασματικούς κανόνας και τα τροπάρια, και έδιδεν αυτά εις εκείνους οπού τα εζήτουν, ώστε οπού ενόμιζον μερικοί, ότι δεν εσύνθεττε ταύτα από λόγου του, αλλά πως τα έπερνεν από άλλους, και εκείθεν μανθάνωντας αυτά και αποστηθίζωντας, έτζι τα αντέγραφε και τα έδιδεν εις τους ζητούντας. Δεν είχεν όμως έτζι η υπόθεσις, καθώς εκείνοι ενόμιζον απατώμενοι. Αλλά τα άσματα ταύτα επρόφερεν ο Όσιος, εκ θείου χαρίσματος, δια τούτο και από τα στόματα όλων εφημίζετο, και εις όλους ήτον ποθεινός και επέραστος, όχι μόνον κοντά εις ιδιώτας και άρχοντας, αλλά ακόμη και κοντά εις τους τότε βασιλείς. Αγκαλά και εξωρίσθη από Βάρδαν τον Καίσαρα, τον θείον του βασιλέως Μιχαήλ εν έτει ωξζ’ [867], με το να ήλεγξεν αυτόν ο Άγιος (2), αλλ’ ευθύς πάλιν ανεκαλέσθη από την εξορίαν και έγινε σκευοφύλαξ των ιερών σκευών της Εκκλησίας, ήτοι επί της πατριαρχείας του θείου Ιγνατίου (3). Αφ’ ου δε ο Άγιος Ιγνάτιος απέθανεν, ηγάπα τον Όσιον τούτον και επαίνει ο σοφός Φώτιος, ο οποίος έγινε Πατριάρχης ύστερα από τον Ιγνάτιον (4). Επειδή δε ηγωνίζετο ο αοίδιμος δια την Ορθοδοξίαν, εξωρίσθη εις την Χερσώνα, την πλησιάζουσαν εις το Κρίμι. Μετά δε τον θάνατον του Βάρδα, τον οποίον εφόνευσεν ο ανεψιός του Μιχαήλ, ελευθερώθη ο Άγιος από την εξορίαν παρά της βασιλίσσης Θεοδώρας, η οποία εποίησε την Ορθοδοξίαν και αναστήλωσιν των αγίων εικόνων.

Όθεν ζήσας μετά ταύτα, και πολλούς Αγίους εγκωμιάσας με διαφόρους κανόνας και τροπάρια, απήλθε προς Κύριον, και ενταφιάσθη το τίμιον αυτού λείψανον εις το Μοναστήριον εκείνο, όπου και τώρα ευρίσκεται. Ο δε Θεός, θέλωντας να δείξη εις τους ανθρώπους την τιμήν, οπού ο Άγιος ούτος Ιωσήφ έλαβε μετά θάνατον, τοιούτον τι οικονόμησε. Κατά τον καιρόν οπού εκοιμήθη ο Άγιος, ένας άνθρωπος έχωντας δούλον χρήσιμον, έχασεν αυτόν. Όθεν επήγεν εις τον Ναόν Θεοδώρου του Τήρωνος του επονομαζομένου Φανερωτού, και παρεκάλει τον Μάρτυρα δια να του φανερώση, πού είναι ο δούλος του. Προσμείνας δε εις τον Ναόν τρία ημερονύκτια, και μηδέν μαθών δια τον δούλον του, ελυπείτο και εμελέτα να αναχωρήση. Εις καιρόν δε οπού εψάλλετο ο όρθρος, και ανεγινώσκετο εις την Εκκλησίαν ένας λόγος ψυχωφελής, εκοιμήθη ο άνθρωπος εκείνος, και ιδού βλέπει εις το όνειρόν του τον Μάρτυρα, ο οποίος του έλεγε. Διατί λυπήσαι ω άνθρωπε; ήξευρε, ότι ο ποιητής Ιωσήφ εκοιμήθη την νύκτα ταύτην, και έγινεν οψίκειον, ήτοι προϋπάντησις και προπομπή εις αυτόν, από όλους ημάς τους Αγίους, διατί ετίμησεν ημάς με κανόνας και τροπάρια εγκωμιαστικά η αγία εκείνου ψυχή. Όθεν δεν ήμουν εδώ, αλλά τώρα ήλθον, και λοιπόν πήγαινε εις τον δείνα τόπον, και θέλεις εύρης τον δούλον οπού ζητείς (5).

(2) Ίσως ήλεγξεν αυτόν ο Άγιος διατί ο Βάρδας άφησε την γυναίκα του, και συνεφθείρετο με την νύμφην του. Καθώς δια τούτο ήλεγχεν αυτόν και ο Πατριάρχης Ιγνάτιος. Όθεν και εκατέβασεν αυτόν από τον θρόνον.

(3) Ο θείος Ιγνάτιος εορτάζεται ως Άγιος κατά την εικοστήν τρίτην του Οκτωβρίου.

(4) Ομοίως και ο Φώτιος, ως Άγιος εορτάζεται, κατά την έκτην Φευρουαρίου.

(5) Άριστος και πολυγραφώτατος μελωδός της του Χριστού Εκκλησίας, εστάθη ο θείος ούτος Ιωσήφ ο υμνογράφος. Έξω γαρ από ολίγους τινάς ασματικούς Κανόνας, οπού εσύνθεσαν οι άλλοι ποιηταί, οίτινες εν τοις Μηναίοις περιέχονται, όλους τους άλλους εσύνθεσεν ο μελωδικός του Αγίου τούτου κάλαμος, οίτινες τετυπωμένοι εισίν εν τοις Μηναίοις, το εαυτού όνομα εν τη ενάτη ωδή επιφέροντες κατά την ακροστιχίδα. Δεν ηρκέσθη δε ο ιερός ούτος γραμματεύς μέχρι τούτου. Αλλά και οκτωήχους Κανόνας εσύνθεσεν εις την Θεοτόκον, εις τον μέγαν Νικόλαον, εις τον Θεολόγον Ιωάννην, εις τον Αρχάγγελον Μιχαήλ, εις τον Άγιον Στέφανον τον Πρωτομάρτυρα, εις τον Άγιον Γεώργιον, εις τον Άγιον Παντελεήμονα, και εις πολλούς άλλους Αγίους, οίτινες και σώζονται εν τω Αγίω Όρει χειρόγραφοι και ανέκδοτοι. Αλλά γαρ και η καθ’ εκάστην ημέραν εν τη Εκκλησία ψαλλομένη οκτώηχος κατανυκτική, ήτις κοινώς ονομάζεται Παρακλητική, ή διατί παρηγορεί τας ψυχάς των αναγινωσκόντων, ή διατί παρακινεί τους αμαρτωλούς εις μετάνοιαν, αύτη λέγω, τούτου του θείου ανδρός εστι πόνημα, πλην μόνον των κατά παν Σάββατον εν τοις αποστίχοις κειμένων τροπαρίων των περί κεκοιμημένων διαλαμβανόντων, τα οποία είναι πόνημα του Αγίου Θεοφάνους του Μελωδού και Γραπτού. Τούτου του Αγίου Ιωσήφ την Ακολουθίαν, τύποις ούσαν εκδεδομένην ελλιπώς, ανεπλήρωσεν η εμή αδυναμία. Σημείωσαι, ότι τον Βίον του Αγίου τούτου Ιωσήφ συνέγραψεν ο Διάκονος Ιωάννης, και όρα σελ. 274 του β’ τόμου του Μελετίου.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Ελπιδηφόρος ξίφει τελειούται.

Ξίφους αληθής Μάρτυς Ελπιδηφόρος,
Θεόν φέρει άψευστον ευελπιστίαν.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Δίος, κεράμω την κεφαλήν βληθείς, τελειούται.

Βαλών κεράμω δυσσεβής Δίου κάραν,
Ως σκεύος αυτήν συντρίβει κεραμέως.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Βυθόνιος, εν θαλάσση ριφείς, τελειούται.

Ο Βυθόνιος εις βυθόν βεβλημένος,
Την κλήσιν εύρεν εις προφητείαν τέλους.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Γάλυκος, υπό θηρίων δηχθείς, τελειούται.

Δηχθείς οδούσι Γάλυκος των θηρίων,
Θηρός νοητού τους οδόντας συντρίβει.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Ιλλυριός, ο εν τω όρει του Μυρσινώνος, εν ειρήνη τελειούται.

Εκ Μυρσινώνος Ιλλυριέ προς πόλον,
Ουχ’ ως ο Χριστός εξ ελαιώνος φέρη.

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Παύλος Ρώσσος ο απελεύθερος, ο εν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας, εν έτει ͵αχπγ’ [1683], ξίφει τελειούται.

Προς Παύλον έσχε κοινά κλήσιν και ξίφος,
Παύλος νέαθλος ούτος, ος Ρώσσος πέλει (6).

(6) Το Μαρτύριον τούτου όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος Νικήτας ο ΟμολογητήςΤ ατ μην Γ΄, μνήμη το σίου Πατρς μν κα μολογητο Νικήτα γουμένου Μονς το Μηδικίου (1).

υσθες βίου Νικήτας ς στρουθς πάγης,
Πτερος νοητος πταται πρς τν πόλον.

Νικήταν καλέουσι τρίτ π δμα Θεοο.

Οτος σιος μ τ ν γάπησεν κ νεαρς του λικίας τν γκράτειαν, νεχώρησεν π τν κόσμον, κα πγε κα κάθισεν ες τ ρη κα ες τν συχίαν, που ργάζετο κάθε ρετήν, θεν κ τούτων ψώθη κα γινε μέγας κα περιβόητος. Κα πειδ κυβερνετο μ τν το λόγου διάκρισιν, δι τοτο γινε κα οκονόμος ψυχν, κα πιστς ερες το Θεο. Διωχθες δ π τ ποίμνιόν του παρ τν εκονομάχων, ς προσκυνητς τν θείων κα γίων εκόνων, καταδικάσθη ες πικρς ξορίας. Εχαριστν δ ες λας τς κακοπαθείας, πο δοκίμασε δι τς θείας εκόνας, δείχθη δόκιμος γωνιστής, κα λεγξε μέν, τν ψυχοβλαβ αρεσιν τν θεομάχων. Μ τς διδασκαλίας δ κα παρακινήσεις του, καμε πολλος ν μαρτυρήσουν δι τν προσκύνησιν τν γίων εκόνων. θεν κα διπλς τς λαμπάδας νάψας, τς μολογίας δηλαδ κα τς σκήσεως, διπλος κα τος στεφάνους κ χειρς Κυρίου δέχθη, πρς τν ποον μεταστάς, νεπαύθη.

(1) Σημείωσαι, τι Μον το Μηδικίου ερίσκεται κοντ ες τ Μουντανία, που ερίσκεται κα Μον το Χηνολάκκου, κα το Βαθέος ύακος, κα τς Πελεκητς, καθς νήγγειλαν μν ο ταύτας στορήσαντες.

 

*

Όσιος Ιωσήφ ο ΥμνογράφοςΤ ατ μέρ μνήμη το σίου Πατρς μν ωσφ το μνογράφου.

Ζντος Θεο σ θεος μνητς Πάτερ,
γ δ σο θανόντος μνητς νέος.

Οτος σιος ωσφ κμαζε κατ τος χρόνους Θεοφίλου το εκονομάχου, ν τει ωλβ΄ [832], κατάγετο δ π τν νσον τς Σικελίας, υἱὸς πάρχων γονέων Πλωτίνου κα γάθης νομαζομένων. τον δ εσεβς κα προς κατ τν γνώμην, κα καταγίνετο ες τν μελέτην τν θείων Γραφν. ταν δ σκλαβώθη Σικελία π τος γαρηνούς, πγεν σιος ες τν Μορέαν, μαζ μ τν μητέρα κα δελφούς του, κα π κε πγεν ες τν Θεσσαλονίκην, που κα γινε Μοναχός, κα μβκεν ες τος πνευματικος γνας τς σκήσεως. Κα κλίνην μέν, εχε τν γν στρωμένην μ να δέρμα, τ φορέματά του δέ, τον ετελ. τροφή του, τον λίγον ψωμί, κα τ πιοτόν του, τον τ πλον νερόν. μεταχειρίζετο γρυπνίαν κα στάσιμον λονύκτιον. κλινε συνεχς τ γόνατά του ες προσευχήν. Εχεν ες τ στόμα του μνους συχνος ες Θεόν, ποίει ργόχειρον τν καλλιγραφίαν, κα καμνεν νάγνωσιν ες τς θείας Γραφάς. κ τούτων δ κα τν τοιούτων κόπων, γινεν οίδιμος προς, σεμνός, μέτριος, πλος, κακος, κα εχεν λας τς λλας ρετάς, σαι εναι ες τς νω ερημένας κόλουθοι. θεν δι τς ρετάς του ταύτας, χειροτονήθη ερεύς. Δν πέρασε πολς καιρός, κα ερίσκωντας τν γιον Γρηγόριον τν Δεκαπολίτην, νδρα γιον κα λλόγιμον, πγε μαζί του ες τν Κωνσταντινούπολιν, κα μο μ κενον κλείσθη ες τν Ναν το γίου ερομάρτυρος ντίπα, γωνιζόμενος μ σκληραγωγίας, κα λλας κακουχίας το σώματος. πειδ δ βλάστησεν χριστομάχος αρεσις τν εκονομάχων, δι τοτο νεχώρησεν ες τν ώμην μακάριος οτος, παρακινηθες π μερικος εσεβες. Ες τν δρόμον δ πάντησαν ατν καΐκια κουρσάρικα τν Κρητικν, οτινες πέρνοντες ατν σκλάβον ες τν Κρήτην, τν βαλαν ες τν φυλακήν.

κε δ ερισκόμενος γιος δίδασκε πάντοτε τος ες ατν ρχομένους, τν στράταν τς σωτηρίας κα ρετς. θεν μ τ ψυχωφελ λόγιά του πολλος λύτρωσεν π τς χερας το Διαβόλου. κε δ φάνη ες ατν νας εροπρεπς κα σεβάσμιος, στις τον μέγας Νικόλαος, κα επεν ατ. γ εμαι π τ Μύρα τς Λυκίας, κα λθον πρς σένα, θεν λάβε τν κεφαλίδα, τοι τ χαρτίον τοτο πο σοι δίδω. δ γιος λαβν ατήν, ν τ μα διάβαζε τ χαρτίον, κα ψαλλεν νταυτ λέγων· «Τάχυνον οκτίρμων, κα σπεσον ς λεήμων ες τν βοήθειαν μν, τι δύνασαι βουλόμενος». Τ δ νόημα το σματος τούτου, το θαύματος! εθς τ πρω ργον γένετο. γρ τς εκονομαχίας ρχηγς Θεόφιλος φ’ ο πέθανεν, λαβε πάλιν το Χριστο κκλησία τν στολισμν κα τν επρέπειαν τν σεπτν κα γίων εκόνων. θεν τότε κα σιος οτος ωσφ λευθερωθες π τν ν Κρήτ φυλακήν, νέβη ες τν Κωνσταντινούπολιν. πειδ δ γιος, λαβεν π να Χριστιανν μέρος τι π τ τίμιον λείψανον το μεγάλου ποστόλου Βαρθολομαίου, κα κτισε Ναν ες τ νομα το ποστόλου, μο μ τν γιον Γρηγόριον τν Δεκαπολίτην, δι τοτο ερίσκετο ες φροντίδα κα ννοιαν περισσοτέραν, δι ν τιμήσ τν πανήγυριν το ποστόλου μ ερ σματα κα τροπάρια. θεν παρεκάλει μ δάκρυα κα ναστεναγμος τν το Κυρίου πόστολον ν το χαρίσ τ χάρισμα τς τούτων συνθέσεως, δι κα το ποθουμένου πέτυχεν. Εδε γρ κατ’ πτασίαν να φοβερν νδρα μ σχμα ποστολικόν, ποος πρε τ γιον Εαγγέλιον π τν ερν Τράπεζαν, κα βαλε τοτο πάνω ες τ στθος το σίου, κα πειτα τν ελόγησε. Τοτο δ τον ρχ το θείου χαρίσματος πο πεθύμει. Διότι π τότε κα στερα, τόσον εκόλως κα χωρς κόπον σύνθεττε τς ερς μελδίας, κα τος σματικος κανόνας κα τ τροπάρια, κα διδεν ατ ες κείνους πο τ ζήτουν, στε πο νόμιζον μερικοί, τι δν σύνθεττε τατα π λόγου του, λλ πς τ περνεν π λλους, κα κεθεν μανθάνωντας ατ κα ποστηθίζωντας, τζι τ ντέγραφε κα τ διδεν ες τος ζητοντας. Δν εχεν μως τζι πόθεσις, καθς κενοι νόμιζον πατώμενοι. λλ τ σματα τατα πρόφερεν σιος, κ θείου χαρίσματος, δι τοτο κα π τ στόματα λων φημίζετο, κα ες λους τον ποθεινς κα πέραστος, χι μόνον κοντ ες διώτας κα ρχοντας, λλ κόμη κα κοντ ες τος τότε βασιλες. γκαλ κα ξωρίσθη π Βάρδαν τν Καίσαρα, τν θεον το βασιλέως Μιχαλ ν τει ωξζ΄ [867], μ τ ν λεγξεν ατν γιος (2), λλ’ εθς πάλιν νεκαλέσθη π τν ξορίαν κα γινε σκευοφύλαξ τν ερν σκευν τς κκλησίας, τοι π τς πατριαρχείας το θείου γνατίου (3). φ’ ο δ γιος γνάτιος πέθανεν, γάπα τν σιον τοτον κα παίνει σοφς Φώτιος, ποος γινε Πατριάρχης στερα π τν γνάτιον (4). πειδ δ γωνίζετο οίδιμος δι τν ρθοδοξίαν, ξωρίσθη ες τν Χερσνα, τν πλησιάζουσαν ες τ Κρίμι. Μετ δ τν θάνατον το Βάρδα, τν ποον φόνευσεν νεψιός του Μιχαήλ, λευθερώθη γιος π τν ξορίαν παρ τς βασιλίσσης Θεοδώρας, ποία ποίησε τν ρθοδοξίαν κα ναστήλωσιν τν γίων εκόνων.

θεν ζήσας μετ τατα, κα πολλος γίους γκωμιάσας μ διαφόρους κανόνας κα τροπάρια, πλθε πρς Κύριον, κα νταφιάσθη τ τίμιον ατο λείψανον ες τ Μοναστήριον κενο, που κα τώρα ερίσκεται. δ Θεός, θέλωντας ν δείξ ες τος νθρώπους τν τιμήν, πο γιος οτος ωσφ λαβε μετ θάνατον, τοιοτόν τι οκονόμησε. Κατ τν καιρν πο κοιμήθη γιος, νας νθρωπος χωντας δολον χρήσιμον, χασεν ατόν. θεν πγεν ες τν Ναν Θεοδώρου το Τήρωνος το πονομαζομένου Φανερωτο, κα παρεκάλει τν Μάρτυρα δι ν το φανερώσ, πο εναι δολός του. Προσμείνας δ ες τν Ναν τρία μερονύκτια, κα μηδν μαθν δι τν δολόν του, λυπετο κα μελέτα ν ναχωρήσ. Ες καιρν δ πο ψάλλετο ρθρος, κα νεγινώσκετο ες τν κκλησίαν νας λόγος ψυχωφελής, κοιμήθη νθρωπος κενος, κα δο βλέπει ες τ νειρόν του τν Μάρτυρα, ποος το λεγε. Διατί λυπσαι νθρωπε; ξευρε, τι ποιητς ωσφ κοιμήθη τν νύκτα ταύτην, κα γινεν ψίκειον, τοι προϋπάντησις κα προπομπ ες ατόν, π λους μς τος γίους, διατ τίμησεν μς μ κανόνας κα τροπάρια γκωμιαστικ γία κείνου ψυχή. θεν δν μουν δ, λλ τώρα λθον, κα λοιπν πήγαινε ες τν δενα τόπον, κα θέλεις ερς τν δολον πο ζητες (5).

(2) σως λεγξεν ατν γιος διατ Βάρδας φησε τν γυνακά του, κα συνεφθείρετο μ τν νύμφην του. Καθς δι τοτο λεγχεν ατν κα Πατριάρχης γνάτιος. θεν κα κατέβασεν ατν π τν θρόνον.

(3) θεος γνάτιος ορτάζεται ς γιος κατ τν εκοστν τρίτην το κτωβρίου.

(4) μοίως κα Φώτιος, ς γιος ορτάζεται, κατ τν κτην Φευρουαρίου.

(5) ριστος κα πολυγραφώτατος μελδς τς το Χριστο κκλησίας, στάθη θεος οτος ωσφ μνογράφος. ξω γρ π λίγους τινς σματικος Κανόνας, πο σύνθεσαν ο λλοι ποιηταί, οτινες ν τος Μηναίοις περιέχονται, λους τος λλους σύνθεσεν μελδικς το γίου τούτου κάλαμος, οτινες τετυπωμένοι εσν ν τος Μηναίοις, τ αυτο νομα ν τ νάτ δ πιφέροντες κατ τν κροστιχίδα. Δν ρκέσθη δ ερς οτος γραμματες μέχρι τούτου. λλ κα κτωήχους Κανόνας σύνθεσεν ες τν Θεοτόκον, ες τν μέγαν Νικόλαον, ες τν Θεολόγον ωάννην, ες τν ρχάγγελον Μιχαήλ, ες τν γιον Στέφανον τν Πρωτομάρτυρα, ες τν γιον Γεώργιον, ες τν γιον Παντελεήμονα, κα ες πολλος λλους γίους, οτινες κα σζονται ν τ γί ρει χειρόγραφοι κα νέκδοτοι. λλ γρ κα καθ’ κάστην μέραν ν τ κκλησί ψαλλομένη κτώηχος κατανυκτική, τις κοινς νομάζεται Παρακλητική, διατ παρηγορε τς ψυχς τν ναγινωσκόντων, διατ παρακινε τος μαρτωλος ες μετάνοιαν, ατη λέγω, τούτου το θείου νδρός στι πόνημα, πλν μόνον τν κατ πν Σάββατον ν τος ποστίχοις κειμένων τροπαρίων τν περ κεκοιμημένων διαλαμβανόντων, τ ποα εναι πόνημα το γίου Θεοφάνους το Μελδο κα Γραπτο. Τούτου το γίου ωσφ τν κολουθίαν, τύποις οσαν κδεδομένην λλιπς, νεπλήρωσεν μ δυναμία. Σημείωσαι, τι τν Βίον το γίου τούτου ωσφ συνέγραψεν Διάκονος ωάννης, κα ρα σελ. 274 το β΄ τόμου το Μελετίου.

*

γιος Μάρτυς λπιδηφόρος ξίφει τελειοται.

Ξίφους ληθς Μάρτυς λπιδηφόρος,
Θεν φέρει ψευστον εελπιστίαν.

*

γιος Μάρτυς Δος, κεράμ τν κεφαλν βληθείς, τελειοται.

Βαλν κεράμ δυσσεβς Δίου κάραν,
ς σκεος ατν συντρίβει κεραμέως.

*

γιος Μάρτυς Βυθόνιος, ν θαλάσσ ιφείς, τελειοται.

Βυθόνιος ες βυθν βεβλημένος,
Τν κλσιν ερεν ες προφητείαν τέλους.

*

γιος Μάρτυς Γάλυκος, π θηρίων δηχθείς, τελειοται.

Δηχθες δοσι Γάλυκος τν θηρίων,
Θηρς νοητο τος δόντας συντρίβει.

*

σιος Πατρ μν λλυριός, ν τ ρει το Μυρσιννος, ν ερήν τελειοται.

κ Μυρσιννος λλυρι πρς πόλον,
Οχ’ ς Χριστς ξ λαινος φέρ.

*

γιος Νεομάρτυς Παλος Ῥῶσσος πελεύθερος, ν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας, ν τει ͵αχπγ΄ [1683], ξίφει τελειοται.

Πρς Παλον σχε κοιν κλσιν κα ξίφος,
Παλος νέαθλος οτος, ς Ῥῶσσος πέλει (6).

(6) Τ Μαρτύριον τούτου ρα ες τ Νέον Μαρτυρολόγιον.

Τας τν σν γίων πρεσβείαις Χριστ Θες λέησον μς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

 

Των Αγίων Νικήτα Ηγουμένου Μονής του Μηδικίου, Ιωσήφ του υμνογράφου, Ελπιδηφόρου, Δίου κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.