Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου27 Δεκεμβρίου

Των Αγίων Στεφάνου Αρχιδιακόνου, Θεοδώρου του Γραπτού, Θεοδώρου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΣτέφανοςΤω αυτώ μηνί ΚΖ’, μνήμη του Αγίου Αποστόλου Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου.

Λόγων στεφάνοις, οία τιμίοις λίθοις,
Στέφω Στέφανον, ον προέστεψαν λίθοι.

Εικάδι λαΐνεος Στέφανον μόρος εβδόμη είλεν.

Ούτος ο μακάριος Πρωτομάρτυς και Αρχιδιάκονος Στέφανος, όταν έγινε μίαν φοράν ζήτησις μεταξύ Ιουδαίων και Σαδδουκαίων και Φαρισαίων και Ελληνιστών (1) περί του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και άλλοι μεν έλεγον, ότι είναι Προφήτης· άλλοι δε, ότι είναι πλάνος· και άλλοι, ότι είναι υιός Θεού. Όταν λέγω η τοιαύτη ζήτησις έγινε, τότε ο αοίδιμος Στέφανος εστάθη επάνω εις ένα τόπον υψηλόν, και εκήρυξεν εις όλους τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, λέγων. Άνδρες αδελφοί, διατί τόσον επληθύνθησαν αι κακίαι σας, και είναι τεταραγμένη όλη η Ιερουσαλήμ; Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος δεν έλαβεν εις την καρδίαν του δισταγμόν εις τον Ιησούν Χριστόν. Δια τι αυτός είναι, οπού έκλινε τους Ουρανούς, και εκατέβη δια τας αμαρτίας μας, και εγεννήθη από την Παρθένον την Αγίαν και καθαράν και διαλεγμένην προ καταβολής κόσμου. Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε, και τας νόσους εβάστασεν. Αυτός έκαμε να αναβλέψουν οι τυφλοί. Αυτός εκαθάρισε τους λεπρούς, και εδίωξε τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους.

Οι δε Ιουδαίοι ταύτα ακούσαντες, έφερον αυτόν εις το κριτήριον προς τους αρχιερείς. Επειδή δεν εδύνοντο να αντισταθούν εις την σοφίαν και δύναμιν του Αγίου Πνεύματος, με την οποίαν ελάλει ο θείος Στέφανος. Έπειτα επαράστησαν ψευδομάρτυρας, οίτινες ταύτα κατά του Αποστόλου εμαρτύρησαν λέγοντες. Ημείς ηκούσαμεν, ότι ούτος ελάλει λόγια βλάσφημα εναντίον του τόπου τούτου της Ιερουσαλήμ, και εναντίον του θεϊκού νόμου. Είπον δε και τα λοιπά άλλα όσα διηγούνται αι ιεραί Πράξεις των Αποστόλων εν κεφαλαίω εβδόμω. Τότε εγύρισαν τα ομμάτιά τους εις τον Στέφανον όλοι οι καθεζόμενοι εις το κριτήριον, και είδον το πρόσωπόν του τόσον λαμπρόν, ωσάν να ήτον πρόσωπον Αγγέλου. Όθεν μη υποφέροντες την εντροπήν, ελιθοβόλησαν αυτόν ευχόμενον δι’ αυτούς και λέγοντα· «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην». Και ταύτα ειπών εκοιμήθη.

Αφ’ ου δε ο Πρωτομάρτυς με την νομιζομένην εδικήν του πτώσιν εκρήμνισε κάτω τον αντίπαλον Διάβολον, και έδειξεν αυτόν πτώμα μέγιστον και εξαίσιον· και αφ’ ου εκοιμήθη με τον γλυκύν ύπνον του μαρτυρίου, επήραν το ιερόν αυτού σώμα άνδρες ευλαβείς, και έβαλον αυτό μέσα εις ένα σεντούκι κατεσκευασμένον από ξύλον περσέας: ήτοι ροδακινέας. Και σφραγίσαντες αυτό, το απέθησαν εις τα πλάγια μέρη του Ναού. Τότε και ο νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ, και ο τούτου υιός Αβελβούς επίστευσαν εις τον Χριστόν. Και εβαπτίσθησαν από τους Αποστόλους (2). Τελείται δε η του Αγίου Στεφάνου Σύναξις εις τον μαρτυρικόν του Ναόν, όστις είναι κοντά εις τον τόπον τον καλούμενον Κωνσταντιανά. Σημείωσαι ότι ο Άγιος Στέφανος ελιθοβολήθη μετά την Ανάληψιν του Χριστού χρόνους τρεις, κατά τους ακριβεστέρους χρονολόγους.

(1) Ελληνισταί ήτον οι από Ελλήνων πιστεύσαντες τω Χριστώ, ή κατ’ άλλους οι Χριστιανοί εκείνοι, οι οποίοι εδέχοντο την Αγίαν Γραφήν την υπό των εβδομήκοντα ελληνιστί μεταφρασμένην. Σημείωσαι ότι εγκώμιον εις τον Άγιον Στέφανον έχει ο Νύσσης Γρηγόριος, ου η αρχή· «Ως καλή των αγαθών η ακολουθία». Ο Χρυσόστομος εν τω ε’ τόμω, δύω. Ων το πρώτον άρχεται· «Στέψωμεν άνθεσιν εγκωμίων τον Στέφανον». Το δε δεύτερον· «Πάντες μεν οι των Μαρτύρων αγώνες επίδοξοι». Έχει και ο Πρόκλος εγκώμιον εις τον αυτόν, ου η αρχή· «Ο μεν αισθητός ήλιος υπέρ γην ανατέλλων». Όρα και εις τον απλούν Εφραίμ το εγκώμιον του Αγίου Στεφάνου εις γλώσσαν πεζήν. Ο ανωτέρω Χρυσόστομος έχει προσέτι τρεις λόγους εν τω ζ’ τόμω. Ων ο πρώτος άρχεται· «Σεμνύνει μεν τους ευδοκίμους αθλητάς», ο δεύτερος δε· «Οι μεν έξωθεν στεφάνους πλέκειν ανδράσι βουλόμενοι», ο δε τρίτος· «Πολλά και θαυμαστά του μακαρίου Στεφάνου τα τρόπαια».

(2) Όρα περί τούτων εις την υποσημείωσιν του Συναξαρίου του Αγίου Στεφάνου τούτου κατά την δευτέραν του Αυγούστου. Σημείωσαι ότι δύω Μαρτύρια του Αγίου Στεφάνου σώζονται εν τη Μεγίστη Λαύρα. Ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Εγένετο κατά τον καιρόν εκείνον». Του δε ετέρου αύτη· «Δια την του Σωτήρος και Θεού ευσπλαγχνίαν, ηναγκάσθην αποχαράξαι τη του Χριστού Εκκλησία».

*

Άγιος Θεόδωρος ο ΓραπτόςΤη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοδώρου του Γραπτού, αδελφού Θεοφάνους του ποιητού και Γραπτού.

Αυχείν έχει τι και Θεόδωρος μέγα,
Εκ γης απαίρων, ως μέγα στίξις θέας.

Ούτος ο Άγιος Θεόδωρος ομού με τον αδελφόν του Θεοφάνη (τον εορταζόμενον ιδίως κατά την ενδεκάτην του Οκτωβρίου) ήτον κατά τους χρόνους Θεοφίλου του εικονομάχου εν έτει ωλ’ [830]. Και μεγάλως ηγωνίσθησαν και οι δύω δια την τιμήν και προσκύνησιν των αγίων εικόνων. Όθεν εδάρθησαν άσπλαγχνα. Και κατά προσταγήν του Θεοφίλου, εγράφησαν εις το μέτωπόν τους με σίδηρον πυρωμένον, οι ιαμβικοί στίχοι ούτοι.

Πάντων ποθούντων προστρέχειν προς την πόλιν,
Όπου πάναγνοι του Θεού λόγου πόδες
Έστησαν εις σύστασιν της οικουμένης,
Ώφθησαν ούτοι τω σεβασμίω τόπω
Σκεύη πονηρά δεισιδαίμονος πλάνης.
Εκείσε πολλά λοιπόν εξ απιστίας
Πράξαντες δεινά αισχρά δυσσεβοφρόνως,
Εκείθεν ηλάθησαν ως αποστάται.
Προς την πόλιν δε του κράτους πεφευγότες
Ουκ εξαφήκαν τας αθέσμους μωρίας.
Όθεν γραφέντες ως κακούργοι την θέαν
Κατακρίνονται και διώκονται πάλιν.

Αφ’ ου δε εγράφησαν με τους στίχους τούτους, επέμφθησαν εις την εξορίαν, όπου ο μέγας αριστεύς και νικητής ούτος Θεόδωρος, προς Κύριον εξεδήμησε. Λέγεται δε, ότι όταν ο Άγιος ούτος εκοιμήθη, επήγεν εις αυτόν ένας μέγας Γέρωντας, και ήκουεν αγίους Αγγέλους, οίτινες έψαλον άσματα πνευματικά. Με τους οποίους συνέψαλε και αυτός. Έδειξε δε ο Θεός δια των τοιούτων ασμάτων, πόσον ετίμα τον εαυτού θεράποντα Θεόδωρον (3).

(3) Σημείωσαι, ότι τον Βίον των Αγίων τούτων αυταδέλφων Θεοδώρου και Θεοφάνους των Γραπτών, συνέγραψεν η Θεοδώρα Ραουλαίνη και Καντακουζηνή η Παλαιολογίνα (και όρα σελ. 678, της Δωδεκαβίβλου). Και τούτο δε σημείωσαι, ότι τους δώδεκα τούτους ιαμβικούς στίχους εσύνθεσεν ο Αριστέαλος. Εξερχόμενοι δε οι Άγιοι κατεστιγμένοι, έλεγον, ότι, τα Χερουβίμ θεωρούντα, υπαναχωρήσει εκ της Εδέμ, και η φλογίνη ρομφαία δώσει τα νώτα, αιδουμένη ημών τας όψεις. Ακούσας δε ο βασιλεύς Θεόφιλος τους λόγους τούτους παρά του επάρχου, είπεν. Ανίσως ήξευρα, ότι τούτο είναι αλήθεια, βέβαια ήθελα κάμω τούτο εις όλους τους ανθρώπους του υπηκόου μου (σελ. 693 της Δωδεκαβίβλου). Όρα και εις την δεκάτην τετάρτην Ιουνίου το Συναξάριον του Αγίου Μεθοδίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Και τούτο δε σημείωσαι, ότι οι δύω ούτοι αυτάδελφοι και Γραπτοί εχρημάτισαν μαθηταί Μιχαήλ Συγγέλου των Ιεροσολύμων, κατά τον Δοσίθεον, και υιοί Ιωνά του Σαββαΐτου (σελ. 694, της Δωδεκαβίβλου). Όρα και το Συναξάριον Μιχαήλ του Συγγέλου, κατά την δεκάτην ογδόην του παρόντος Δεκεμβρίου. Εν δε τη Μεγίστη Λαύρα σώζεται ο Βίος του Αγίου Θεοδώρου τούτου, ου η αρχή· «Των υπέρ Χριστού την άθλησιν ελομένων».

*

Ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Θεόδωρος ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, εν ειρήνη τελειούται.

Ποιμήν άριστος Θεόδωρος ωράθη,
Ως ων μιμητής του μεγάλου Ποιμένος.

Ούτος ήτον γέννημα και θρέμμα της Κωνσταντινουπόλεως κατά τους χρόνους του βασιλέως Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου, εν έτει χξη’ [668]. Δια δε την πολλήν αυτού ευλάβειαν και αρετήν, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος της αγιωτάτης Μεγάλης Εκκλησίας. Έπειτα έγινε σύγγελος και σκευοφύλαξ. Επειδή δε ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντίνος απέθανεν, εβιάσθη ο αοίδιμος ούτος Θεόδωρος από τον βασιλέα και όλην την σύγκλητον, προς τούτοις δε και από όλην την σύνοδον των αγίων Αρχιερέων. Και έτζι εχειροτονήθη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Θεαρέστως δε κυβερνήσας την Εκκλησίαν εις χρόνους δύω και μήνας τρεις, εξώσθη του θρόνου του εν έτει χοη’ [678]. Είτα καλώς διαπεράσας το υπόλοιπον της ζωής του, προς Κύριον εξεδήμησε. Την δε μνήμην αυτού εορτάζει η Μεγάλη Εκκλησία εν ημέρα Κυριακή.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Λουκάς ο Τριγλινός (ήτοι ο εκ Μουντανίων), εν ειρήνη τελειούται.

Της γης ο Λουκάς υπεραρθείς εμφρόνως,
Τρανώς τρυφά νυν την Θεού θεωρίαν.

*

Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Μαυρικίου και των συν αυτώ εβδομήκοντα Μαρτύρων.

Εις τον Μαυρίκιον.

Ο Μαυρίκιος γυμνός εγχρισθείς μέλι,
Κρίνει μελισσών ηδύ τας τρώσεις μέλι.

Εις τους εβδομήκοντα.

Έχων συνάθλους άνδρας επτάκις δέκα,
Και συγχορευτάς Μαυρίκιος λαμβάνει.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού, εν έτει σϞζ’ [297], καταγόμενοι μεν από την πόλιν Απάμειαν, ήτις ευρίσκεται κατά την Μαύρην Θάλασσαν, στρατιώται δε υπάρχοντες βασιλικοί κατά το επάγγελμα. Όταν λοιπόν επέρνα από εκείνην την πόλιν ο βασιλεύς, εδιαβάλθησαν εις αυτόν οι Άγιοι ούτοι ως Χριστιανοί. Παρασταθέντες δε εις αυτόν, και ομολογήσαντες παρρησία ότι είναι Χριστιανοί, υστερήθησαν τας ζώνας οπού εφόρουν, και εκλείσθησαν μέσα εις φυλακήν. Ύστερα δε από τρεις ημέρας, φέρονται έμπροσθεν του τυράννου και ερωτώνται. Επειδή δε έμενον στερεοί εις την του Χριστού πίστιν, δια τούτο δέρνονται δυνατά. Έπειτα ρίπτονται εις την φωτίαν. Μετά ταύτα κρεμώνται από ξύλον και καταξεσχίζονται εις τας πλευράς. Θέλωντας δε ο Μαξιμιανός να λυπήση περισσότερον τον Άγιον Μαυρίκιον, όστις ήτον ο των άλλων πρόκριτος, επρόσταξε και απεκεφάλισαν τον υιόν του, Φωτεινόν ονόματι.

Επειδή δε είδε τόσον αυτόν, όσον και τους άλλους Αγίους φυλάττοντας στερεώς την του Χριστού πίστιν, και μη πειθομένους εις αυτόν, δια τούτο έπεμψεν αυτούς εις ένα τόπον βαλτώδη, όστις ευρίσκετο ανάμεσα εις δύω ποταμούς και μίαν λίμνην, και δια τούτο ήτον γεμάτος από σφήκας, από μυίας, από κώνωπας και από σκνίπας. Όθεν εκεί εξεγύμνωσαν τους Αγίους οι στρατιώται. Και δέσαντες αυτούς εις πάλους, δια να μη σαλεύουν και διώκουν τα ζωΐφια, τους άλειψαν με μέλι. Έτυχε δε και ο καιρός να ήναι επιτήδειος εις την τοιαύτην παιδείαν με το να ήτον ζέστα. Έπειτα έρριψαν το λείψανον του Αγίου Φωτεινού έμπροσθεν του πατρός του Μαυρικίου, δια να βλέπη τούτο, και να λυπήται περισσότερον. Ταύτα πάντα οι δήμιοι ποιήσαντες, ανεχώρησαν. Οι δε Άγιοι Μάρτυρες υπέμειναν γενναίως εις την τοιαύτην ανυπόφορον βάσανον, δέκα ολόκληρα ημερονύκτια. Είτα τω Θεώ προσευχηθέντες, παρέδωκαν οι τρισμακάριοι τας ψυχάς των εις χείρας αυτού.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος ΣτέφανοςΤ ατ μην ΚΖ΄, μνήμη το γίου ποστόλου Πρωτομάρτυρος κα ρχιδιακόνου Στεφάνου.

Λόγων στεφάνοις, οα τιμίοις λίθοις,
Στέφω Στέφανον, ν προέστεψαν λίθοι.

Εκάδι λαΐνεος Στέφανον μόρος βδόμ ελεν.

Οτος μακάριος Πρωτομάρτυς κα ρχιδιάκονος Στέφανος, ταν γινε μίαν φορν ζήτησις μεταξ ουδαίων κα Σαδδουκαίων κα Φαρισαίων κα λληνιστν (1) περ το Κυρίου μν ησο Χριστο, κα λλοι μν λεγον, τι εναι Προφήτης· λλοι δέ, τι εναι πλάνος· κα λλοι, τι εναι υἱὸς Θεο. ταν λέγω τοιαύτη ζήτησις γινε, τότε οίδιμος Στέφανος στάθη πάνω ες να τόπον ψηλόν, κα κήρυξεν ες λους τν Κύριον μν ησον Χριστόν, λέγων. νδρες δελφοί, διατί τόσον πληθύνθησαν α κακίαι σας, κα εναι τεταραγμένη λη ερουσαλήμ; Μακάριος εναι νθρωπος κενος, ποος δν λαβεν ες τν καρδίαν του δισταγμν ες τν ησον Χριστόν. Δι τ ατς εναι, πο κλινε τος Ορανούς, κα κατέβη δι τς μαρτίας μας, κα γεννήθη π τν Παρθένον τν γίαν κα καθαρν κα διαλεγμένην πρ καταβολς κόσμου. Ατς τς σθενείας μν λαβε, κα τς νόσους βάστασεν. Ατς καμε ν ναβλέψουν ο τυφλοί. Ατς καθάρισε τος λεπρούς, κα δίωξε τ δαιμόνια π τος δαιμονισμένους.

Ο δ ουδαοι τατα κούσαντες, φερον ατν ες τ κριτήριον πρς τος ρχιερες. πειδ δν δύνοντο ν ντισταθον ες τν σοφίαν κα δύναμιν το γίου Πνεύματος, μ τν ποίαν λάλει θεος Στέφανος. πειτα παράστησαν ψευδομάρτυρας, οτινες τατα κατ το ποστόλου μαρτύρησαν λέγοντες. μες κούσαμεν, τι οτος λάλει λόγια βλάσφημα ναντίον το τόπου τούτου τς ερουσαλήμ, κα ναντίον το θεϊκο νόμου. Επον δ κα τ λοιπ λλα σα διηγονται α ερα Πράξεις τν ποστόλων ν κεφαλαί βδόμ. Τότε γύρισαν τ μμάτιά τους ες τν Στέφανον λοι ο καθεζόμενοι ες τ κριτήριον, κα εδον τ πρόσωπόν του τόσον λαμπρόν, σν ν τον πρόσωπον γγέλου. θεν μ ποφέροντες τν ντροπήν, λιθοβόλησαν ατν εχόμενον δι’ ατος κα λέγοντα· «Κύριε μ στήσς ατος τν μαρτίαν ταύτην». Κα τατα επν κοιμήθη.

φ’ ο δ Πρωτομάρτυς μ τν νομιζομένην δικήν του πτσιν κρήμνισε κάτω τν ντίπαλον Διάβολον, κα δειξεν ατν πτμα μέγιστον κα ξαίσιον· κα φ’ ο κοιμήθη μ τν γλυκν πνον το μαρτυρίου, πραν τ ερν ατο σμα νδρες ελαβες, κα βαλον ατ μέσα ες να σεντοκι κατεσκευασμένον π ξύλον περσέας: τοι οδακινέας. Κα σφραγίσαντες ατό, τ πέθησαν ες τ πλάγια μέρη το Ναο. Τότε κα νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ, κα τούτου υἱὸς βελβος πίστευσαν ες τν Χριστόν. Κα βαπτίσθησαν π τος ποστόλους (2). Τελεται δ το γίου Στεφάνου Σύναξις ες τν μαρτυρικόν του Ναόν, στις εναι κοντ ες τν τόπον τν καλούμενον Κωνσταντιανά. Σημείωσαι τι γιος Στέφανος λιθοβολήθη μετ τν νάληψιν το Χριστο χρόνους τρες, κατ τος κριβεστέρους χρονολόγους.

(1) Ἑλληνισταὶ ἦτον οἱ ἀπὸ Ἑλλήνων πιστεύσαντες τῷ Χριστῷ, ἢ κατ’ ἄλλους οἱ Χριστιανοὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐδέχοντο τὴν Ἁγίαν Γραφὴν τὴν ὑπὸ τῶν ἑβδομήκοντα ἑλληνιστὶ μεταφρασμένην. Σημείωσαι ὅτι ἐγκώμιον εἰς τὸν Ἅγιον Στέφανον ἔχει ὁ Νύσσης Γρηγόριος, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὡς καλὴ τῶν ἀγαθῶν ἡ ἀκολουθία». Ὁ Χρυσόστομος ἐν τῷ ε΄ τόμῳ, δύω. Ὧν τὸ πρῶτον ἄρχεται· «Στέψωμεν ἄνθεσιν ἐγκωμίων τὸν Στέφανον». Τὸ δὲ δεύτερον· «Πᾶντες μὲν οἱ τῶν Μαρτύρων ἀγῶνες ἐπίδοξοι». Ἔχει καὶ ὁ Πρόκλος ἐγκώμιον εἰς τὸν αὐτόν, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὁ μὲν αἰσθητὸς ἥλιος ὑπὲρ γῆν ἀνατέλλων». Ὅρα καὶ εἰς τὸν ἁπλοῦν Ἐφραὶμ τὸ ἐγκώμιον τοῦ Ἁγίου Στεφάνου εἰς γλῶσσαν πεζήν. Ὁ ἀνωτέρω Χρυσόστομος ἔχει προσέτι τρεῖς λόγους ἐν τῷ ζ΄ τόμῳ. Ὧν ὁ πρῶτος ἄρχεται· «Σεμνύνει μὲν τοὺς εὐδοκίμους ἀθλητάς», ὁ δεύτερος δέ· «Οἱ μὲν ἔξωθεν στεφάνους πλέκειν ἀνδράσι βουλόμενοι», ὁ δὲ τρίτος· «Πολλὰ καὶ θαυμαστὰ τοῦ μακαρίου Στεφάνου τὰ τρόπαια».

(2) Ὅρα περὶ τούτων εἰς τὴν ὑποσημείωσιν τοῦ Συναξαρίου τοῦ Ἁγίου Στεφάνου τούτου κατὰ τὴν δευτέραν τοῦ Αὐγούστου. Σημείωσαι ὅτι δύω Μαρτύρια τοῦ Ἁγίου Στεφάνου σῴζονται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ. Ὧν τοῦ μὲν ἑνὸς ἡ ἀρχή ἐστιν αὕτη· «Ἐγένετο κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον». Τοῦ δὲ ἑτέρου αὕτη· «Διὰ τὴν τοῦ Σωτῆρος καὶ Θεοῦ εὐσπλαγχνίαν, ἠναγκάσθην ἀποχαράξαι τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ».

*

Άγιος Θεόδωρος ο ΓραπτόςΤ ατ μέρ μνήμη το σίου Πατρς μν Θεοδώρου το Γραπτο, δελφο Θεοφάνους το ποιητο κα Γραπτο.

Αχεν χει τι κα Θεόδωρος μέγα,
κ γς παίρων, ς μέγα στίξις θέας.

Οτος γιος Θεόδωρος μο μ τν δελφόν του Θεοφάνη (τν ορταζόμενον δίως κατ τν νδεκάτην το κτωβρίου) τον κατ τος χρόνους Θεοφίλου το εκονομάχου ν τει ωλ΄ [830]. Κα μεγάλως γωνίσθησαν κα ο δύω δι τν τιμν κα προσκύνησιν τν γίων εκόνων. θεν δάρθησαν σπλαγχνα. Κα κατ προσταγν το Θεοφίλου, γράφησαν ες τ μέτωπόν τους μ σίδηρον πυρωμένον, ο αμβικο στίχοι οτοι.

Πάντων ποθούντων προστρέχειν πρς τν πόλιν,
που πάναγνοι το Θεο λόγου πόδες
στησαν ες σύστασιν τς οκουμένης,
φθησαν οτοι τ σεβασμί τόπ
Σκεύη πονηρ δεισιδαίμονος πλάνης.
κεσε πολλ λοιπν ξ πιστίας
Πράξαντες δειν ασχρ δυσσεβοφρόνως,
κεθεν λάθησαν ς ποστάται.
Πρς τν πόλιν δ το κράτους πεφευγότες
Οκ ξαφκαν τς θέσμους μωρίας.
θεν γραφέντες ς κακοργοι τν θέαν
Κατακρίνονται κα διώκονται πάλιν.

φ’ ο δ γράφησαν μ τος στίχους τούτους, πέμφθησαν ες τν ξορίαν, που μέγας ριστες κα νικητς οτος Θεόδωρος, πρς Κύριον ξεδήμησε. Λέγεται δέ, τι ταν γιος οτος κοιμήθη, πγεν ες ατν νας μέγας Γέρωντας, κα κουεν γίους γγέλους, οτινες ψαλον σματα πνευματικά. Μ τος ποίους συνέψαλε κα ατός. δειξε δ Θες δι τν τοιούτων σμάτων, πόσον τίμα τν αυτο θεράποντα Θεόδωρον (3).

(3) Σημείωσαι, ὅτι τὸν Βίον τῶν Ἁγίων τούτων αὐταδέλφων Θεοδώρου καὶ Θεοφάνους τῶν Γραπτῶν, συνέγραψεν ἡ Θεοδώρα Ῥαουλαίνη καὶ Καντακουζηνὴ ἡ Παλαιολογίνα (καὶ ὅρα σελ. 678, τῆς Δωδεκαβίβλου). Καὶ τοῦτο δὲ σημείωσαι, ὅτι τοὺς δώδεκα τούτους ἰαμβικοὺς στίχους ἐσύνθεσεν ὁ Ἀριστέαλος. Ἐξερχόμενοι δὲ οἱ Ἅγιοι κατεστιγμένοι, ἔλεγον, ὅτι, τὰ Χερουβὶμ θεωροῦντα, ὑπαναχωρήσει ἐκ τῆς Ἐδέμ, καὶ ἡ φλογίνη ῥομφαία δώσει τὰ νῶτα, αἰδουμένη ἡμῶν τὰς ὄψεις. Ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς Θεόφιλος τοὺς λόγους τούτους παρὰ τοῦ ἐπάρχου, εἶπεν. Ἀνίσως ἤξευρα, ὅτι τοῦτο εἶναι ἀλήθεια, βέβαια ἤθελα κάμω τοῦτο εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ὑπηκόου μου (σελ. 693 τῆς Δωδεκαβίβλου). Ὅρα καὶ εἰς τὴν δεκάτην τετάρτην Ἰουνίου τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Καὶ τοῦτο δὲ σημείωσαι, ὅτι οἱ δύω οὗτοι αὐτάδελφοι καὶ Γραπτοὶ ἐχρημάτισαν μαθηταὶ Μιχαὴλ Συγγέλου τῶν Ἱεροσολύμων, κατὰ τὸν Δοσίθεον, καὶ υἱοὶ Ἰωνᾶ τοῦ Σαββαΐτου (σελ. 694, τῆς Δωδεκαβίβλου). Ὅρα καὶ τὸ Συναξάριον Μιχαὴλ τοῦ Συγγέλου, κατὰ τὴν δεκάτην ὀγδόην τοῦ παρόντος Δεκεμβρίου. Ἐν δὲ τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ σῴζεται ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τούτου, οὗ ἡ ἀρχή· «Τῶν ὑπὲρ Χριστοῦ τὴν ἄθλησιν ἑλομένων».

 *

ν γίοις Πατρ μν Θεόδωρος ρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ν ερήν τελειοται.

Ποιμν ριστος Θεόδωρος ράθη,
ς ν μιμητς το μεγάλου Ποιμένος.

Οτος τον γέννημα κα θρέμμα τς Κωνσταντινουπόλεως κατ τος χρόνους το βασιλέως Κωνσταντίνου το Πωγωνάτου, ν τει χξη΄ [668]. Δι δ τν πολλν ατο ελάβειαν κα ρετήν, χειροτονήθη Πρεσβύτερος τς γιωτάτης Μεγάλης κκλησίας. πειτα γινε σύγγελος κα σκευοφύλαξ. πειδ δ τότε Πατριάρχης Κωνσταντνος πέθανεν, βιάσθη οίδιμος οτος Θεόδωρος π τν βασιλέα κα λην τν σύγκλητον, πρς τούτοις δ κα π λην τν σύνοδον τν γίων ρχιερέων. Κα τζι χειροτονήθη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Θεαρέστως δ κυβερνήσας τν κκλησίαν ες χρόνους δύω κα μνας τρες, ξώσθη το θρόνου του ν τει χοη΄ [678]. Ετα καλς διαπεράσας τ πόλοιπον τς ζως του, πρς Κύριον ξεδήμησε. Τν δ μνήμην ατο ορτάζει Μεγάλη κκλησία ν μέρ Κυριακ.

*

σιος Πατρ μν Λουκς Τριγλινός (τοι κ Μουντανίων), ν ερήν τελειοται.

Τς γς Λουκς περαρθες μφρόνως,
Τρανς τρυφ νν τν Θεο θεωρίαν.

*

Μνήμη το γίου ερομάρτυρος Μαυρικίου κα τν σν ατ βδομήκοντα Μαρτύρων.

Ες τν Μαυρίκιον.

Μαυρίκιος γυμνς γχρισθες μέλι,
Κρίνει μελισσν δ τς τρώσεις μέλι.

Ες τος βδομήκοντα.

χων συνάθλους νδρας πτάκις δέκα,
Κα συγχορευτς Μαυρίκιος λαμβάνει.

Οτοι ο γιοι τον κατ τος χρόνους το βασιλέως Μαξιμιανο, ν τει σϞζ΄ [297], καταγόμενοι μν π τν πόλιν πάμειαν, τις ερίσκεται κατ τν Μαύρην Θάλασσαν, στρατιται δ πάρχοντες βασιλικο κατ τ πάγγελμα. ταν λοιπν πέρνα π κείνην τν πόλιν βασιλεύς, διαβάλθησαν ες ατν ο γιοι οτοι ς Χριστιανοί. Παρασταθέντες δ ες ατόν, κα μολογήσαντες παρρησί τι εναι Χριστιανοί, στερήθησαν τς ζνας πο φόρουν, κα κλείσθησαν μέσα ες φυλακήν. στερα δ π τρες μέρας, φέρονται μπροσθεν το τυράννου κα ρωτνται. πειδ δ μενον στερεο ες τν το Χριστο πίστιν, δι τοτο δέρνονται δυνατά. πειτα ίπτονται ες τν φωτίαν. Μετ τατα κρεμνται π ξύλον κα καταξεσχίζονται ες τς πλευράς. Θέλωντας δ Μαξιμιανς ν λυπήσ περισσότερον τν γιον Μαυρίκιον, στις τον τν λλων πρόκριτος, πρόσταξε κα πεκεφάλισαν τν υόν του, Φωτεινν νόματι.

πειδ δ εδε τόσον ατόν, σον κα τος λλους γίους φυλάττοντας στερες τν το Χριστο πίστιν, κα μ πειθομένους ες ατόν, δι τοτο πεμψεν ατος ες να τόπον βαλτώδη, στις ερίσκετο νάμεσα ες δύω ποταμος κα μίαν λίμνην, κα δι τοτο τον γεμάτος π σφκας, π μυίας, π κώνωπας κα π σκνίπας. θεν κε ξεγύμνωσαν τος γίους ο στρατιται. Κα δέσαντες ατος ες πάλους, δι ν μ σαλεύουν κα διώκουν τ ζωΐφια, τος λειψαν μ μέλι. τυχε δ κα καιρς ν ναι πιτήδειος ες τν τοιαύτην παιδείαν μ τ ν τον ζέστα. πειτα ρριψαν τ λείψανον το γίου Φωτεινο μπροσθεν το πατρός του Μαυρικίου, δι ν βλέπ τοτο, κα ν λυπται περισσότερον. Τατα πντα ο δήμιοι ποιήσαντες, νεχώρησαν. Ο δ γιοι Μάρτυρες πέμειναν γενναίως ες τν τοιαύτην νυπόφορον βάσανον, δέκα λόκληρα μερονύκτια. Ετα τ Θε προσευχηθέντες, παρέδωκαν ο τρισμακάριοι τς ψυχάς των ες χερας ατο.

Τας τν σν γίων πρεσβείαις Χριστ Θες λέησον μς.

 Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Των Αγίων Στεφάνου Αρχιδιακόνου, Θεοδώρου του Γραπτού, Θεοδώρου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.